Tag Archives: ΔΕΗ

ΝΕΟ ΠΑΚΕΤΟ ΔΙΑΣΩΣΗΣ ΑΝΩ ΤΩΝ 250 ΕΚΑΤ. ΕΥΡΩ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΗ

Τον Ιούνιο του 2012 η μετοχή της ΔΕΗ είχε βρεθεί στο 1,64 ευρώ καταγράφοντας ιστορικό χαμηλό. Χθες το κλείσιμο της συνεδρίασης βρήκε τη μετοχή να σπάει ένα ακόμη ρεκόρ ιστορικού χαμηλού στο 1,16 ευρώ, με σημαντικές απώλειες της τάξης του 4,28%.

Την ημέρα λοιπόν που η μετοχή της ΔΕΗ βρέθηκε σε νέο ιστορικό χαμηλό, ανακοινώθηκε από τον υπουργό ενέργειας ένα νέο πακέτο μέτρων που αφορά στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και το οποίο έχει σαφή κατεύθυνση και στόχευση να ενισχύσει την οικονομική θέση της εταιρείας, η οποία έχει περιέλθει σε δύσκολη οικονομική θέση, εξαιτίας των επιλογών που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια αλλά και εξαιτίας των εξαιρετικά αρνητικών συγκυριών.

Συγκεκριμένα ο υπουργός ενέργειας Γ. Σταθάκης, ανακοίνωσε τα εξής μέτρα τα οποία μέσα στην επόμενη τριετία θα ωφελήσουν τη ΔΕΗ με ένα ποσό της τάξης των 250 εκατ. ευρώ:

Πρώτον προχωρά στην πλήρη κατάργηση της χρέωσης προμηθευτή (ΠΧΕΦΕΛ) από την 1η Ιανουαρίου 2019. Το μέτρο μεταφράζεται σε μείωση του κόστους για τη ΔΕΗ 130 εκατ. ευρώ το 2019 και 70 εκατ. ευρώ το 2020, ποσά που δεν θα χρειαστεί πλέον μετά τη ρύθμιση να πληρώσει. Η κατάργηση της χρέωσης προμηθευτή δεν ωφελεί μόνον τη ΔΕΗ αλλά συνολικά όλους τους προμηθευτές, οι οποίοι επίσης απαλλάσσονται από τη σχετική υποχρέωση.

Δεύτερον προχωρά στην κατάργηση του τέλους λιγνίτη που θεσπίστηκε το 2012 και το οποίο επιβάρυνε με περίπου 2 ευρώ ανά μεγαβατώρα τη λιγνιτική παραγωγή. Το μέτρο απευθύνεται τόσο στη ΔΕΗ που είναι αυτή τη στιγμή ο μοναδικός παραγωγός λιγνίτη αλλά και στη διαδικασία αποεπένδυσης αφού μειώνει ισόποσα το κόστος παραγωγής και των δύο εργοστασίων που τελούν υπό πώληση δηλαδή της Μελίτης και της Μεγαλόπολης. Το μέτρο της κατάργησης του τέλους λιγνίτη μεταφράζεται σε ένα συνολικό όφελος για τη ΔΕΗ της τάξης των 25 – 30 ευρώ ετησίως.

Τρίτον αν και δεν έχει ανακοινωθεί επισήμως εντούτοις, βρίσκεται στο τραπέζι με αστερίσκο (ακόμη δεν έχει πάρει το πράσινο φως) η θέσπιση ρήτρας διοξειδίου του άνθρακα για τα τιμολόγια του ρεύματος. Η συγκεκριμένη ρήτρα όπως έχει δηλώσει ο αρμόδιος υπουργός ενέργειας θα εξεταζόταν σε βάθος πενταμήνου ανάλογα με την πορεία των ρύπων, εντούτοις η οικονομική κατάσταση της ΔΕΗ λειτουργεί ως καταλύτης.

Τέταρτον, προκειμένου η  ενεργοποίηση της ρήτρας καυσίμων, πιθανόν από τις αρχές του 2019 να έχει μικρότερη επίπτωση στα τιμολόγια, το ΥΠΕΝ φέρεται να έχει αποφασίσει να αξιοποιήσει μέρος του πλεονάσματος του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ για να μειωθεί το ΕΤΜΕΑΡ.

Πέμπτον, ένα ακόμη ποσό της τάξης των 100 εκ. ευρώ αναμένεται να ανακοινωθεί ότι επιστρέφεται στους προμηθευτές (κυρίως στη ΔΕΗ) και αφορά σε διορθωτικές εκκαθαρίσεις ποσών από το δίκτυο διανομής (ΔΕΔΔΗΕ) για τα έτη μέχρι το 2016.  

Το ενδιαφέρον με τα μέτρα αυτά που ανακοινώνονται είναι ότι δεν αποτελούν μόνο εφάπαξ ενισχύσεις της ΔΕΗ, όπως συνέβη στο παρελθόν με τις επιστροφές των ΥΚΩ, αλλά είναι κυρίως δομικές αλλαγές όπως η κατάργηση του ΠΧΕΦΕΛ, η κατάργηση του τέλους λιγνίτη και η ενδεχόμενη εισαγωγή της ρήτρας καυσίμων.

Στο ΔΣ το SPA

Εν τω μεταξύ στην προγραμματισμένη για σήμερα συνεδρίαση του ΔΣ της ΔΕΗ αναμένεται να εγκριθεί το σύμφωνο αγοραπωλησίας (SPA) για τις υπό πώληση εταιρείες της Μελίτης και της Μεγαλόπολης. Σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής πληροφορίες δεν υπάρχουν ουσιώδεις αλλαγές σε σχέση με το πρώτο κείμενο και οι προτάσεις των επενδυτών είτε για άτυπη συνιδιοκτησία (συμμετοχή της ΔΕΗ στα κέρδη ή τις ζημιές των μονάδων) είτε για το θέμα των ορυχείων της Μελίτης ή για τη μείωση του αριθμού των εργαζομένων που θα μετακινηθούν στις νέες εταιρείες, αποφασίστηκε να μην ενσωματωθούν στο τελικό κείμενο. Υπό το πρίσμα αυτό έχει ενδιαφέρον να φανεί πως θα αντιδράσουν οι συμμετέχοντες, οι οποίοι έχουν διαμηνύσει ότι υπό την τρέχουσα συγκυρία της αγοράς και κυρίως εξαιτίας των υψηλών τιμών των ρύπων, τα πωλούμενα assets της ΔΕΗ δεν είναι ελκυστικά.

Εδώ να σημειωθεί τέλος ότι την περασμένη εβδομάδα η κυβέρνηση προκοινοποίησε στην Κομισιόν το σχήμα για το νέο μηχανισμό διασφάλισης ισχύος που προβλέπει και την επιδότηση των μονάδων λιγνίτη. Ωστόσο η τελική έγκριση (που θα έδινε σημαντική ανάσα και στη ΔΕΗ αλλά και αξία στις υπό πώληση μονάδες) τελεί υπό πολλούς και σημαντικούς αστερίσκους…

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Χάρη Φλουδόπουλου, 23/10/2018]

‘ΣΚΙΕΣ’ ΣΤΗΝ ΑΠΟΕΠΕΝΔΥΣΗ ΤΩΝ ΛΙΓΝΙΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΡΑΛΙ ΤΩΝ ΡΥΠΩΝ

Βαριές πέφτουν οι σκιές στη δρομολογημένη αποεπένδυση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ από τις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2), οι οποίες φαίνεται ότι δεν πιάνουν …ταβάνι. Μετά από μια σύντομη πτώση κάτω τα 20 ευρώ ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα, την περασμένη Παρασκευή στο Χρηματιστήριο Ρύπων της ΕΕ, τα δικαιώματα ανακάμπτουν και …επεκτείνουν το ρεκόρ 10ετίας που είχαν κατακτήσει.

Αιτία, η κλιματική αλλαγή και οι ιδιαιτέρως υψηλές θερμοκρασίες το φετινό καλοκαίρι στην Κεντρική και στη Βόρεια Ευρώπη, οι οποίες οδήγησαν τους αρμοδίους στις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής άνθρακα και φυσικού αερίου, να βάλουν τις …μηχανές να δουλέψουν στο φουλ, γεγονός που παράλληλα συμπαρέσυρε προς τα πάνω και τη ζήτηση δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων.

Όμως το “ράλι” των τιμών δικαιωμάτων CO2 συνεπάγεται και διόγκωση του κόστους παραγωγής ενέργειας από τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα, με συνέπεια να έχει διαμορφώσει υψηλές τιμές στις ευρωπαϊκές χονδρεμπορικές αγορές ηλεκτρικού ρεύματος, μεταξύ των οποίων και της ελληνικής αγοράς. Το γεγονός αυτό έχει εντείνει τους φόβους, τόσο της διοίκησης της ΔΕΗ, όσο και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), ότι ενδεχομένως θα επηρεάσει και θα συμπιέσει προς τα κάτω τις προσφορές των επενδυτών για την εξαγορά των δύο λιγνιτικών “πακέτων”, της Μεγαλόπολης και της Φλώρινας, οι οποίες αναμένεται να υποβληθούν εντός του προσεχούς Οκτωβρίου.

Παράλληλα, τα μηνύματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με το αίτημα της Ελλάδας για συμμετοχή των λιγνιτικών μονάδων στα νέα ΑΔΙ (Αποδεικτικά Διαθεσιμότητας Ισχύος), προκειμένου να ενισχύσει το ενδιαφέρον των επενδυτών ώστε να αυξηθεί το τίμημα της πώλησης, δεν είναι, για την ώρα, ευοίωνα. Κι αυτό διότι η καύση ορυκτών καυσίμων αντιβαίνει στον ευρωπαϊκό στόχο που έχει τεθεί και από τη Συμφωνία του Παρισιού για ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής.

Σε κάθε περίπτωση, στην κούρσα για τους ελληνικούς λιγνίτες παραμένουν οι έξι επενδυτές που είχαν αρχικά εκδηλώσει ενδιαφέρον. Πρόκειται για τον όμιλο ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και τον τσέχικο κολοσσό Seven Energy, δύο παίκτες που έχουν ήδη ανακοινώσει τη σύσταση κοινοπραξίας ώστε να υποβάλλουν από κοινού δεσμευτική προσφορά για τις λιγνιτικές μονάδες και τα ορυχεία που τις τροφοδοτούν, την κοινοπραξία της DAMCO Energy (συμφερόντων Κοπελούζου) με την κινεζική CHN Energy, τον όμιλο ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ καθώς και την τσέχικη εταιρεία Indoverse. Όσον αφορά στον όμιλο ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ στοχεύει και αυτός στη σύσταση κοινοπραξίας με κάποιον από τους υπόλοιπους επενδυτές, καθώς διαθέτει το πλεονέκτημα της αντιστάθμισης του κόστους ρύπων, με συνέπεια να μπορεί να βελτιώσει την προβλεπόμενη βιωσιμότητα των λιγνιτικών μονάδων.

[ΠΗΓΗ: https://www.energia.gr/, της Μάχης Τράτσα, 27/8/2018]

MCKINSEY : ΕΠΤΑ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΠΡΟΣΘΕΣΟΥΝ ΩΣ ΤΟ 2022 ΣΤΗ ΚΕΡΔΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΕΗ, ΑΠΟ 420 ΕΩΣ ΚΑΙ 550 ΕΚΑΤ. ΕΥΡΩ

Διείσδυση στις ΑΠΕ, αξιοποίηση ορυχείων και μονάδων, αποζημίωση για την επάρκεια ισχύος, αναπροσαρμογή τιμολογιακής πολιτικής, αποτελεσματικότερο δίκτυο διανομής, βελτίωση εισπραξιμότητας, και βοηθητικών λειτουργιών.

Αν η ΔΕΗ καταφέρει να φέρει αποτελέσματα σε αυτούς τους επτά τομείς, τότε η McKinsey εκτιμά ότι έως το 2022, η επιχείρηση θα έχει βελτιώσει θεαματικά τη θέση της. Και θα έχει δει τα λειτουργικά της κέρδη να πολλαπλασιάζονται και να αυξάνονται επιπλέον κατά 420 έως 550 εκατ. ευρώ, έναντι 805 εκατ. πέρυσι, σύμφωνα με το επίμαχο απόσπασμα του business plan της McKinsey, που έχει στα χέρια του το «Energypress”.

Ένα σενάριο που ακούγεται πολύ ωραίο για να είναι αληθινό, καθώς προϋποθέτει κεφαλαιουχικές δαπάνες (Capex) από τη ΔΕΗ, δηλαδή κεφάλαια προς επένδυση, μεταξύ 1,15 και 1,45 δισ ευρώ, όπως αναφέρει η έκθεση. Δεν απαντά ωστόσο στο ερώτημα από που θα βρει η ΔΕΗ τα ποσά αυτά.

Σαν πρώτη στρατηγική προτεραιότητα, η McKinsey εισηγείται στη ΔΕΗ να εγκαινιάσει άμεσα μια επιθετική πολιτική στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προκειμένου ως το 2022, το χαρτοφυλάκιό της να έχει εγκατεστημένη ισχύ 6.000 MW. Εδώ το πρόβλημα είναι ότι θα απαιτηθούν κεφάλαια ύψους 700 εκατ. ευρώ.

Σαν δεύτερη κίνηση, που έχει μάλιστα το χαμηλότερο κόστος και τη μεγαλύτερη απόδοση, η McKinsey προτάσσει ένα επιθετικό πρόγραμμα αξιοποίησης μονάδων και ορυχείων, μαζί με τα ποσά που θα εξοικονομήσει η ΔΕΗ από τη διακοπή λειτουργίας εκείνων που θα πουλήσει. Κατα το σύμβουλο η κίνηση αυτή, μπορεί να αθροίσει μέχρι το 2022, επιπλέον 220 εκατ στα λειτουργικά κέρδη της ΔΕΗ, δηλαδή το 50% του συνολικού στόχου. Τα κεφάλαια που απαιτούνται εδώ δεν είναι πολλά, αφού οι παρεμβάσεις δεν θα απαιτήσουν πάνω από 21 εκατ. ευρώ.

Έπεται η αποζημίωση από το μηχανισμό επάρκειας ισχύος και για τις λιγνιτικές μονάδες. Ο λόγος για το γνωστό σχέδιο της ελληνικής πλευράς, τα «λιγνιτικα ΑΔΙ”, δηλαδή να αποζημιώνονται και οι λιγνιτικές μονάδες για την διασφάλιση της επάρκειας που μπορούν να παρέχουν στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας. Το ερώτημα ωστόσο είναι αν και υπό ποιους όρους, θα εγκριθεί το σχέδιο από τη Κομισιόν. Κατά τη McKinsey, η προσθήκη λόγω ΑΔΙ στα EBITDA μπορεί να είναι έως και 50 εκατ. ευρώ.

Τέταρτη εισήγηση αφορά την αύξηση των επενδύσεων στα δίκτυα διανομής, γεγονός που θα μπορούσε να συνεισφέρει επιπλέον 35-81 εκατ. ευρώ στα EBITDA της ΔΕΗ. Το πρόβλημα εδώ, όπως και στην περίπτωση των ΑΠΕ, είναι ότι αυτό απαιτεί μεγάλες επενδύσεις, ύψους από 424 έως 728 εκατ. ευρώ.

Στη πέμπτη θέση, δίχως φυσικά να απαιτούνται κεφάλαια, αλλά με υψηλό πολιτικό κόστος, συναντάμε την αναπροσαρμογή της τιμολογιακής πολιτικής της ΔΕΗ. Σύμφωνα με τον σύμβουλο, η κίνηση μπορεί να ενισχύσει τη κερδοφορία, από 75 έως 97 εκατ. ευρώ. Αν και ο Μ. Παναγιωτάκης έχει διαψεύσει ότι πρόκειται να μειωθεί η έκπτωσης συνέπειας 15%, εντούτοις ο σύμβουλος θεωρεί ότι η πολιτική αυτή πρέπει να αλλάξει προς όφελος της κερδοφορίας. Αν τελικά η ΔΕΗ οδηγηθεί προς τα εκεί, θα πρέπει να εξασφαλίσει ακόμη και 100 εκατ. ευρώ από τα τιμολόγια ρεύματος.

Ακολουθεί η βελτίωση της εισπραξιμότητας, όπου κατά την έκθεση, αυτό μεταφράζεται σε επιπλέον 690 εκατ. έως και 1 δις. ευρώ στα ταμεία της ΔΕΗ έως το 2022, και ο κατάλογος κλείνει με μια συνολικότερη βελτίωση απόδοσης των βοηθητικών λειτουργιών, κίνηση που θα μπορούσε να αποφέρει περί τα 18 εκατ. ευρώ στα κέρδη.

[ΠΗΓΗ: http://efkozani.gr/, του Γιώργου Φιντικάκη, 26/8/2018]

Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΔΕΗ

Τις τελευταίες δεκαετίες η ΔΕΗ αποτελούσε έναν εργασιακό παράδεισο. Όλοι οι άνθρωποι θεωρούσαν μεγάλο κατόρθωμα να μπορέσουν να εργαστούν στη ΔΕΗ και μάλιστα, πολλοί εγκατέλειψαν ακόμη και τις ιδιαίτερες τους πατρίδες για να έρθουν στο Ενεργειακό λεκανοπέδιο της Δυτικής Μακεδονίας για ένα καλύτερο αύριο. Δυστυχώς, αυτή η κατάσταση δεν κράτησε για πολύ.

Το παντοδύναμο μονοπώλιο της ΔΕΗ μετατράπηκε σε χρηματοοικονομικό εφιάλτη με την πτώση της Ελληνικής οικονομίας να έχει ανυπολόγιστο αντίκτυπο στην επιχείρηση. Σήμερα, φτάσαμε στο σημείο πολλοί νέοι εργαζόμενοι να μην μπορούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους ανάγκες, οι συμβασιούχοι να είναι είδος προς εξαφάνιση και να πηγαίνουν να δουλεύουν για ένα απλό μεροκάματο και οι παλιοί εργαζόμενοι να σκέφτονται την άμεση έξοδο από την επιχείρηση, έστω και με πρόωρη συνταξιοδότηση.

Αυτά συμβαίνουν εντός της επιχείρησης που πληρώνει τις κακές πολιτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων, αφού δεν κατάφερε να μπει στη διαδικασία της μετεξέλιξης και να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις των αγορών. Σ’ αυτές τις καταστάσεις, όλοι γνωρίζουμε ότι ο ιδιωτικός τομέας είναι έτη μπροστά πιο ευέλικτος λόγω της χρηματοπιστωτικής επιβίωσης. ΔΕΚΟ σαν τη ΔΕΗ, δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν, γιατί ουσιαστικά τους κατέστρεψε η “ομπρέλα” του Δημοσίου που κάποτε ήταν ευχή όμως απέβη σε κατάρα…

Κοινό μυστικό είναι ότι μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας ο λιγνίτης θα σταματήσει, τα ορυχεία δεν θα λειτουργούν και οι μονάδες θα μετατραπούν σε μονάδες καύσης φυσικού αερίου, κάτι το οποίο δεν είναι διόλου δύσκολο για τις μονάδες που κατασκευάζονται με νέα τεχνολογία ή βρίσκονται προς πώληση. Ο λιγνίτης θα μπαίνει μπροστά σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, ακραίων φαινομένων που η χώρα θα έχει ανάγκες υπέρμετρες. Άρα, και οι θέσεις εργασίας θα εξαφανιστούν και ο όγκος εργασιών της επιχείρησης θα μειωθεί από την περιοχή.

Οπότε δεν έχουμε ως περιοχή μέλλον σ’ αυτό το κομμάτι, πόσο μάλλον ένας εργαζόμενος, του οποίου έχουν αλλάξει οι εργασιακές συνθήκες και πλέον μπορεί να έχει την εμπειρία, όμως δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις αντίξοες συνθήκες του ορυχείου, από μια ηλικία και πάνω, γιατί μπορεί να του προξενηθούν ανεπανόρθωτες βλάβες στον οργανισμό του.

Από το Σεπτέμβριο μέχρι και τον Ιανουάριο περιμένουμε μια μεγάλη έξοδο από τη ΔΕΗ, η οποία προφανώς θα διασφαλίσει την οικονομική σταθερότητα της ΔΕΗ αλλά και θα εξασφαλίσει την απόδοση μισθών και συντάξεων. Το πρόβλημα είναι σφοδρό για την τοπική κοινωνία, αφού δεν υπάρχουν από τους τοπικούς άρχοντες, προτάσεις αποκατάστασης της ζημιάς που δημιουργεί η μεγάλη έξοδος από τη ΔΕΗ.

[ΠΗΓΗ: https://energypress.gr, του Μιχάλη Αγραφιώτη, 20/8/2018]

 

 

Η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΦΕΡΝΕΙ ΤΑ ΠΑΝΩ ΚΑΤΩ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΗ

Βαρύ λογαριασμό για την… κλιματική αλλαγή καλείται να πληρώσει η ΔΕΗ, η οποία βλέπει τις επιπτώσεις από τους καύσωνες στη Β. Ευρώπη να δημιουργούν νέα δεδομένα στην αγορά ενέργειας της Ε.Ε. και να αυξάνουν τα κόστη στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο ρύπων. Μάλιστα η άνοδος-ρεκόρ στις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα, που κατέγραψαν υψηλό 7ετίας την περασμένη εβδομάδα, συνδέονται ευθέως από τους αναλυτές των ενεργειακών αγορών με τις αλλαγές στο κλίμα και στα προβλήματα που καύσωνα κυρίως στις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Ωστόσο, η αύξηση των τιμών στα διοξείδια, επηρεάζει όλη την ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρισμού, περιλαμβανομένης και της ΔΕΗ, που είναι από τις εταιρείες με τη μεγαλύτερη έκθεση στον λιγνίτη πανευρωπαϊκά. Για την ελληνική εταιρεία το πρόβλημα είναι διπλό: αφενός αυξάνονται τα κόστη παραγωγής ηλεκτρισμού και επιβαρύνονται τα λειτουργικά αποτελέσματα της εταιρείας, αφετέρου δημιουργείται αρνητικό κλίμα για τον εν εξελίξει διαγωνισμό αποεπένδυσης των λιγνιτικών μονάδων και την επικείμενη υποβολή δεσμευτικών προσφορών σε 1,5 μήνα, στις αρχές Οκτωβρίου.

Κλιματικό ρίσκο

Όπως έδειξαν οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων, πλέον οι αγορές ηλεκτρισμού θα πρέπει να μάθουν να ζουν με το ρίσκο του… κλίματος. Συγκεκριμένα, την περασμένη Τρίτη, στο ενεργειακό χρηματιστήριο της Λειψίας, για πρώτη φορά από το 2011, τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων ξεπέρασαν τα 18 ευρώ ο τόνος. Είχε προηγηθεί το ράλι της τιμής από τα 5,6 ευρώ ο τόνος το 2017, που έφτασε ακόμη και πάνω από τα 16 ευρώ ο τόνος στο πρώτο μισό του 2018, εξαιτίας των αποφάσεων που ελήφθησαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για τη θωράκιση και αποτελεσματικότερη λειτουργία του συστήματος εμπορίας ρύπων. Προς τα τέλη Ιουνίου, ωστόσο, υπήρξε υποχώρηση της τιμής των CO2 στα 14,2 ευρώ.

Η πτώση σταμάτησε τον Ιούλιο, συμπίπτοντας χρονικά με το ξέσπασμα των ακραίων καιρικών φαινομένων κυρίως στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, με αποκορύφωμα την περασμένη εβδομάδα όταν και οι τιμές κατέγραψαν σε υψηλό επταετίας στα 18,03 ευρώ. Όπως επισημαίνουν ενεργειακοί αναλυτές, η άνοδος της τιμής των ρύπων αποδίδεται στις πρωτοφανείς υψηλές θερμοκρασίες ιδιαίτερα στη Β. Ευρώπη, καθώς αρκετά πυρηνικά εργοστάσια έκλεισαν εκτάκτως αφού δεν υπήρχε διαθέσιμο νερό σε κατάλληλη θερμοκρασία για να ψυχθούν οι αντιδραστήρες. Παράλληλα η φτωχή λόγω νηνεμίας παραγωγή ρεύματος από τα υπεράκτια αιολικά της Β. Ευρώπης, είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι αγορές ενέργειας από συμβατικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής άνθρακα και φυσικού αερίου. Συνακόλουθα αυξήθηκε η ζήτηση για δικαιώματα εκπομπής ρύπων, που οδήγησε και στο νέο ρεκόρ των δικαιωμάτων εκπομπής CO2.

Πονοκέφαλοι για τη ΔΕΗ

Το timing της νέας ανόδου των τιμών ρύπων δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερο για τη ΔΕΗ, η οποία είδε την περασμένη εβδομάδα τις τιμές στην ελληνική χονδρεμπορική αγορά να εκτοξεύονται αρκετά πάνω από τα 60 ευρώ, ακόμη και στον Δεκαπενταύγουστο, ημέρα αργίας, που παραδοσιακά η ζήτηση είναι χαμηλή. Μάλιστα σύμφωνα με τα στοιχεία του νέου ελληνικού ενεργειακού χρηματιστηρίου, για αρκετές ώρες στη διάρκεια των προηγούμενων ημερών, η χονδρεμπορική τιμή καθορίστηκε από λιγνιτικές μονάδες. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι οι λιγνίτες εμφάνισαν υψηλότερα μεταβλητά κόστη, σε σύγκριση με τις ανταγωνιστικές μονάδες φυσικού αερίου. Για παράδειγμα τη Δευτέρα, η μονάδα του Αγίου Δημητρίου 5 είχε υψηλότερο κόστος για 9 ώρες, από 4 ιδιωτικές μονάδες φυσικού αερίου (Protergia, Ενεργειακή Θεσσαλονίκης, Θίσβη, και Ήρων) αλλά και από τη μονάδα του Αλιβερίου της ΔΕΗ.

Η συγκεκριμένη φωτογραφία της αγοράς την περασμένη εβδομάδα δίνει μια γεύση για το τι πρόκειται να ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια, όταν εκτιμάται ότι οι τιμές των ρύπων θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο, επιβαρύνοντας τα ήδη υψηλά λειτουργικά κόστη των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, οι οποίες πλέον δεν θα είναι ανταγωνιστικές και άρα βιώσιμες.

Απαιτούνται μέτρα

Στο πρόβλημα της βιωσιμότητας των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στο νέο περιβάλλον της αγοράς, επισήμανε εμμέσως και το business plan που εκπόνησε ο σύμβουλος της επιχείρησης McKinsey, του συμβούλου που προσέλαβε η εταιρεία. Συγκεκριμένα, ο σύμβουλος κάνει λόγο για “προκλήσεις βιωσιμότητας” που θα αντιμετωπίσουν οι θερμικές μονάδες της ΔΕΗ και για αυτόν τον λόγο θεωρεί ότι θα πρέπει να αναδειχθεί ως στρατηγική προτεραιότητα η ενίσχυση των λιγνιτικών μονάδων με τρία συγκεκριμένα μέτρα:

  • Πρώτον, να ξεκινήσουν προσπάθειες βελτίωσης της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων (αλλά και των μονάδων αερίου) με στόχο να μειωθεί κατά 25 έως 35% το κόστος προσωπικού, κατά 10 έως 12% το κόστος των εργολάβων και της αγοράς καυσίμου.
  • Δεύτερον, να επιδιωχθεί η υπογραφή συμβάσεων προμήθειας με βιομηχανικούς πελάτες προκειμένου να εξασφαλιστεί αντιστάθμιση του κόστους των CO2.
  • Τρίτον, να εξασφαλιστούν κίνητρα όπως η αποζημίωση ισχύος (ΑΔΙ) και για τους λιγνίτες.

Ο διαγωνισμός

Πάντως, η πιθανή επιβάρυνση στα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου είναι το λιγότερο που απασχολεί την εταιρεία. Και αυτό διότι εάν τελικώς οι τιμές των CO2 παραμείνουν στα ίδια επίπεδα ή αυξηθούν ακόμη περισσότερο μέχρι τον Οκτώβριο, τότε θα αλλάξουν οι εξισώσεις για το τίμημα που μπορεί να εξασφαλίσει η εταιρεία από την πώληση των δύο εταιρειών με τις λιγνιτικές μονάδες της Μελίτης και της Μεγαλόπολης. Ήδη οι αρχικές προσδοκίες για τίμημα της τάξης του 1 δισ. ευρώ έχουν προσγειωθεί, με τους πιο αισιόδοξους να θεωρούν επιτυχία εάν καταφέρει η ΔΕΗ να εισπράξει τα μισά. Ωστόσο, η εικόνα που μεταφέρουν οι πιθανοί αγοραστές (υπό την αίρεση, βεβαίως, ότι δεν θέλουν να αποκαλύψουν όλα τα χαρτιά τους) είναι ότι οι προσφορές που θα υποβληθούν δύσκολα θα ξεπεράσουν τα επίπεδα των 100 εκατ. ευρώ.

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Χάρη Φλουδόπουλου, 19/8/2018]