Ο ελληνικός εξορυκτικός τομέας αναζητά τη δική του συμβολή στο ζήτημα της ενεργειακής πράσινης μετάβασης και της κλιματικής αλλαγής.
Στην Ελλάδα, υφίστανται αρκετοί κοιτασματολογικοί στόχοι, που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των 30 Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών (ΚΟΠΥ, CRMs) του πλέον επικαιροποιημένου πίνακα της ΕΕ για το 2020.
Μάλιστα αρκετοί από αυτούς εντοπίζονται εντός των ελληνικών Δημόσιων Μεταλλευτικών Χώρων (ΔΜΧ), δηλ. των χώρων που αποτελούν τη λεγόμενη μεταλλευτική «προίκα» του ελληνικού δημοσίου. Οι ΚΟΠΥ (2020) εντός των ΔΜΧ είναι: βωξίτης, φωσφορίτης, βαρίτης, αντιμόνιο, κοβάλτιο, μαγνήσιο, πυρίτιο, βολφράμιο, γραφίτης, πλατινοειδή και σπάνιες γαίες.
Σχετικά με τον βωξίτη, είναι γνωστό ότι η Ελλάδα αποτελεί σταθερά τη μεγαλύτερη βωξιτοπαραγωγό δύναμη εντός της ΕΕ, με ετήσια παραγωγή κοντά στα 2 εκατ. τόνους. Επιπλέον, η εξόρυξη βωξίτη συνοδεύεται από την καθετοποιημένη εντός της χώρας βιομηχανική επεξεργασία και την παραγωγή αλουμίνας και αλουμινίου.
Για το μαγνήσιο, που επίσης αποτελεί μέρος της λίστας των Κρίσιμων Πρώτων Υλών της, επισημαίνεται ότι η Ελλάδα παρότι διαθέτει σημαντικά κοιτάσματα μαγνησίτη (ή λευκόλιθου), δεν παράγει μεταλλικό μαγνήσιο στην παρούσα φάση αλλά ενδιάμεσα βιομηχανικά προϊόντα (δίπυρος και καυστική μαγνησία καθώς και πυρίμαχες μάζες).
Επίσης στον τόπο μας διατίθενται κοιτάσματα αντιμονίτη (στο Καλλυντήρι Ροδόπης, στην Κέραμο Χίου και στον Λαχανά Κιλκίς), γραφίτη (στις θέρμες Ξάνθης) και βολφραμίτη (στη Χαλκιδική), με κοιτασματολογικό ενδιαφέρον που θα μπορούσαν να αποτελέσουν στόχους περαιτέρω έρευνας και εκμετάλλευσης.
Για παράδειγμα, η ευρωπαϊκή αγορά του αντιμονίου χαρακτηρίζεται από τον απόλυτο βαθμό εξάρτησης από τις εισαγωγές (100%, στην ΕΕ δεν υπάρχει παραγωγός αντιμονίου) και από πολύ μικρό βαθμό δυνατότητας υποκατάστασης (δείκτης υποκατάστασης 0,9), ενώ, τέλος, παρουσιάζει πολύ μεγάλη εξάρτηση εισαγωγών από την Κίνα (87% της παραγωγής) και το Βιετνάμ (11% της παραγωγής). Στις ΗΠΑ, ο βαθμός εξάρτησης από εισαγωγές αντιμονίου είναι επίσης τεράστιος, ήτοι 81%.
Ακόμη περιλαμβάνονται φωσφορίτης (στην Ηπειρο), πυρίτιο (εντός χαλαζιοαστριούχου υλικού στη Δράμα, Κιλκίς και Χαλκιδική), βαρύτης (Κυκλάδες) και τα πολυμεταλλικά κοιτάσματα της Β. Ελλάδας (Χαλκιδική κ.λπ.) που εντάσσονται στην κατηγορία των πλατινοειδών (PGMs) και εμπεριέχουν αρκετά μέταλλα τεχνολογιών αιχμής, συμπεριλαμβανομένου του χρυσού (Au).
Σχετικά με τις σπάνιες γαίες, ενδιαφέρον για περαιτέρω κοιτασματολογική έρευνα παρουσιάζουν οι προσχωσιγενείς αποθέσεις μεταξύ Χαλκιδικής και Αλεξανδρούπολης (π.χ. οι μοναζιτικοί παράκτιοι άμμοι στη Νέα Πέραμο Καβάλας), καθώς και τα λατεριτικά και βωξιτικά μεταλλοφόρα συστήματα στη Στερεά Ελλάδα.
Επισημαίνεται εδώ η προώθηση της έρευνας για την παραγωγή σκανδίου (Sc) από την αξιοποίηση απορριμμάτων της Βιομηχανίας παραγωγής αλουμινίου-αλουμίνας από τον ελληνικό βωξίτη.
Πέραν των κατεξοχήν ΚΟΠΥ της ΕΕ στους ΔΜΧ υφίστανται και ορισμένα μέταλλα για μπαταρίες (Battery Metals), που έχουν κι αυτά εξαιρετική στρατηγική σημασία για την προώθηση των τεχνολογιών για ηλεκτρικά οχήματα (EVs) και των αντίστοιχων πολιτικών της ΕΕ για Ηλεκτροκίνηση και Αποθήκευση της Ενέργειας από ΑΠΕ. Σύντομα, κατά την άποψή μου, τα EV Μέταλλα και Υλικά θα ενταχθούν κι αυτά στον κατάλογο των ΚΟΠΥ της ΕΕ.
Ποια είναι τα EV Metals εντός ΔΜΧ για την Ελλάδα: το μαγγάνιο (μαγγανιούχα Δράμας), το νικέλιο (λατερίτες) και το κοβάλτιο (λατερίτες), που ήδη συμπεριλαμβάνεται στις κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες της ΕΕ 2020.
Η ευρύτερη περιοχή του Νομού Δράμας αποτέλεσε στο παρελθόν κύριο μεταλλευτικό κέντρο παραγωγής μαγγανίου και ιδιαίτερα της ποιότητας battery grade με ικανοποιητικά ποιοτικά χαρακτηριστικά και εμπλουτισιμότητα, που μπορούν να συμβάλουν στη δυνατότητα παραγωγής εμπορεύσιμου συμπυκνώματος.
Το νικέλιο αλλά και το κοβάλτιο αμφότερα περιέχονται στους ελληνικούς λατερίτες, με παραγωγή σταθερά πάνω από 2 εκατ. τον. λατερίτη ετησίως (από τη ΛΑΡΚΟ ΓΜΜ ΑΕ).
Και τα δύο αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή συσσωρευτών λιθίου, απαραίτητων για τη βιομηχανία ηλεκτροκίνητων οχημάτων (EVs), με την προϋπόθεση διαχωρισμού τους προς παραγωγή καθαρών μετάλλων, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί με την εγκατάσταση στη χώρα μας νέας υδρο-μεταλλουργικής βιομηχανίας.
Πράγματι, τα σχετικά φτωχά κοιτάσματα στην Εύβοια και στον Αγ. Ιωάννη (με μέση περιεκτικότητα 0.4-.0.8% Νi, 0.01% Co) είναι κατάλληλα για υδρομεταλλουργικές παραγωγικές διαδικασίες και σε αποθέματα της τάξεως των 130-150 εκατ. τόνων.
Δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης – Κριτήρια
Συμπερασματικά, η ύπαρξη των ανωτέρω κοιτασματολογικών στόχων τούς εντάσσει αυτόματα στις προτεραιότητες, αυξάνοντας την αναπτυξιακή τους προοπτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ωστόσο, για την τυχόν έναρξη διαγωνιστικών διαδικασιών για την εκμίσθωση δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης των χώρων αυτών από ιδιώτες, θα πρέπει να συνεκτιμώνται σωρευτικά τα παρακάτω κριτήρια:
- Η κρισιμότητα του υλικού σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
- H κοιτασματολογική ωριμότητα, κάτι που δεν ισχύει για όλες τις προαναφερθείσες περιπτώσεις.
- H θετική αντιμετώπιση -κατόπιν διαδικασιών ενημέρωσης και διερεύνησης- από τις τοπικές κοινωνίες (κοινωνική άδεια/ανεκτικότητα).
- Και εννοείται το επενδυτικό ενδιαφέρον, που λογικά θα πρέπει να συνάδει με τις παραπάνω προϋποθέσεις και κριτήρια, αλλά δεν είναι πάντοτε έτσι.
Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα, λαμβανομένης υπόψη και της αρνητικής παγιωμένης εικόνας για την εξορυκτική δραστηριότητα σε ευρωπαϊκό τουλάχιστον επίπεδο. Τονίζεται εδώ ότι στην ΕΕ, σε αντιδιαστολή με τη στοχοθεσία για την Πράσινη Μετάβαση που απαιτεί την αύξηση της εξόρυξης ακόμη και σε επίπεδα 500-800% σε ορισμένες περιπτώσεις, παρουσιάζεται μια διστακτικότητα για την προώθηση των ανάλογων δράσεων.
Για παράδειγμα, παρά τα ήδη ανεπτυγμένα ερευνητικά projects σπάνιων γαιών στο Norra Kärr (Σουηδία) και στο Sokli (Φινλανδία) αλλά και στη Γροιλανδία, η ΕΕ εξακολουθεί να μη διαθέτει εξορυκτική δραστηριότητα σπάνιων γαιών.
Φυσικά, η όποια προοπτική αξιοποίησης οφείλει να επιταχυνθεί, με δεδομένη τη χρονική περίοδο των περίπου 10 χρόνων που απαιτούνται, από την κοιτασματολογική έρευνα μέχρι την εξόρυξη, για να μπορέσει να υπάρξει η παραγωγή κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών από ευρωπαϊκά κοιτάσματα.
Στη χώρα μας, εργαζόμαστε προς την κατεύθυνση αυτή, σε συνεργασία με την ΕΑΓΜΕ, ώστε το επόμενο διάστημα να έχουμε τη δυνατότητα να προτείνουμε ορισμένους χώρους του δημοσίου (ΔΜΧ) σε διαγωνιστική διαδικασία. Πάντοτε με βάση τα παραπάνω κριτήρια και προϋποθέσεις, κάτι που θα βοηθήσει την εθνική οικονομία αλλά και θα διαμορφώνει προοπτικές ανάδειξης του ρόλου της Ελλάδος εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ο ήδη προσφάτως ολοκληρωθείς διαγωνισμός για το ΔΜΧ των Μολάων δικαιώνει τις μέχρι σήμερα προσπάθειες της πολιτείας προς την κατεύθυνση αυτή, καθότι τα πρώτα δεδομένα αναλύσεων ήταν αρκούντως ενθαρρυντικά ως προς την ύπαρξη τεχνολογικών και ΚΟΠΥ.
* Ο Πέτρος Τζεφέρης είναι Δρ μηχανικός ΕΜΠ, γενικός διευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Ορυκτών Πρώτων Υλών, του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
[ΠΗΓΗ: https://energypress.gr/, του Πέτρου Τζεφέρη*, 30/5/2022]