Monthly Archives: May 2024

Η ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΖΗΤΗΣΗ ΧΑΛΚΟΥ ΘΑ ΕΠΙΜΕΙΝΕΙ ΓΙΑ ΚΑΙΡΟ ΠΡΟΒΛΕΠΟΥΝ ΟΙ ΑΝΑΛΥΤΕΣ

Η αυξημένη ζήτηση χαλκού θα επιμείνει για καιρό προβλέπουν οι αναλυτές (Markets Insider)– Το μέταλλο αναμένεται ότι θα φτάσει τα 15.000 δολάρια ανά τόνο μέσα στα επόμενα δύο χρόνια

Τα προβλήματα στην προσφορά χαλκού καθιστούν το μέταλλο σημαντικά ακριβότερο, λέει ο αναλυτής Jeff Currie στο Markets Insider, ο οποίος είναι πολύ αισιόδοξος για την επενδυτική ευκαιρία που ανοίγεται αυτό το διάστημα.

«Είναι το πιο συναρπαστικό μέταλλο που έχω δει ποτέ στα 30 και πλέον χρόνια που ασχολούμαι με αυτό», δήλωσε ο επικεφαλής στρατηγικής της Carlyle για τις ενεργειακές διαδρομές.

Στην ίδια δήλωση πρόσθεσε: «Απλώς αναφέρω ότι πολλοί από τους πελάτες μας και άλλοι παίκτες στην αγορά λένε ότι είναι το trade με την υψηλότερη προοπτική που έχουν δει ποτέ».

Πάνω από 21% πάνω ο χαλκός

Ο χαλκός έχει ήδη εκτιναχθεί περισσότερο από 21% το 2024 και ο Currie – ο οποίος ήταν προηγουμένως επικεφαλής αναλυτής στην Goldman Sachs – αναμένει ότι θα φτάσει τα 15.000 δολάρια ανά τόνο μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.

Σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα, αυτό θα σημαίνει κέρδος περίπου 46%.

Σήμερα ο χαλκός βρίσκεται στη δίνη μιας άνευ προηγουμένου ανισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης και υπάρχουν τρεις λόγοι για τους οποίους αυτό δεν θα περάσει σύντομα, λέει ο Currie.

Η ζήτηση για το εμπόρευμα φαίνεται ότι μόνο θα βαθύνει, αλλά οι επενδύσεις στην παραγωγή του εξακολουθούν να χωλαίνουν.

Οι τρεις λόγοι

Πρώτον, ο Currie σημείωσε ότι οι ομάδες με χαμηλότερο εισόδημα είναι εδώ και καιρό οι μεγαλύτεροι καταναλωτές αγαθών όπως του χαλκού.

«Κοιτάξτε το χαμηλό ποσοστό ανεργίας, ποιος είναι ο μεγαλύτερος ωφελημένος από αυτό; Είναι οι ομάδες με χαμηλότερο εισόδημα και, ξέρετε, η πολιτική εξακολουθεί να στοχεύει σε μεγάλο βαθμό στην ενίσχυση αυτών των κοινωνικών ομάδων στην κατανάλωση πρώτων υλών», δήλωσε ο Currie.

Δεύτερον, η αυξανόμενη περιβαλλοντική πολιτική έχει πυροδοτήσει έναν αγώνα δρόμου για το χαλκό σε ολόκληρη τη βιομηχανία.

Το εν λόγω μέταλλο, το οποίο χρησιμοποιείται κυριολεκτικά σε όλες τις εφαρμογές, από την ηλιακή ενέργεια έως τις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων, διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην πράσινη στορφή του πλανήτη.

Ταυτόχρονα, η τεχνητή νοημοσύνη ενισχύει επίσης τη ζήτηση του χαλκού από τη βιομηχανία, ανέφερε ο Currie.

Εξάλλου, η ανερχόμενη τεχνολογία εξαρτάται από ένα βελτιωμένο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, κάτι που ουσιαστικά θα καθοριστεί από τον χαλκό.

Τρίτον, η αποπαγκοσμιοποίηση έχει γίνει πολύ μεγαλύτερο θέμα από ό,τι φαντάζονταν οι αναλυτές, δήλωσε ο Currie, γεγονός που μεταφράζεται σε αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, με τις ΗΠΑ να αποφασίζουν 95 δισεκατομμύρια δολάρια για πυρομαχικά.

Να σημειωθεί ότι η εξόρυξη του χαλκού έχει σταματήσει εν μέσω πολιτικών και οικονομικών προκλήσεων.

Για παράδειγμα, σημαντικό ορυχείο στον Παναμά που είναι υπεύθυνο για το 1,5% της παγκόσμιας παραγωγής παραμένει αδρανές από τον Νοέμβριο.

Κατά την άποψη του Currie, αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι οι μεγάλοι παίκτες του κλάδου εξακολουθούν να μην είναι πρόθυμοι να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις.

«Η BHP θεωρεί ότι είναι φθηνότερο να αγοράσει την Anglo-American από το να βάλει ένα τρυπάνι στο έδαφος. Και αυτή είναι λίγο πολύ η τάση σε όλους τους τομείς, δηλαδή ότι βρίσκουν τρόπους να αυξήσουν την προσφορά, ιδίως μέσω δραστηριοτήτων εξαγορών και συγχωνεύσεων, σε αντίθεση με το να πρέπει να το κάνουν μέσω οργανικών, ας το πούμε έτσι, επενδύσεων σε πράσινα πεδία», δήλωσε.

Αλλά αυτό είναι φυσιολογικό σε αυτό το στάδιο του κύκλου, είπε, αναφερόμενος σε ένα παρόμοιο μοτίβο στη δεκαετία του 2000.

Εκείνη την περίοδο, χρειάστηκαν χρόνια μέχρι οι επενδυτές να στραφούν πιο σοβαρά στον χώρο.

[ΠΗΓΗ: https://www.worldenergynews.gr/, 20/5/2024]

ΓΙΑΤΙ ΟΙ «ΤΑΥΡΟΙ» ΔΙΝΟΥΝ ΩΘΗΣΗ ΣΕ ΧΡΥΣΟ ΚΑΙ ΑΣΗΜΙ

Υψηλό όλων των εποχών σημείωσε χθες ο χρυσός με ενδοσυνεδριακό υψηλό στα 2450 δολάρια/ουγγιά, ενώ ισχυρή ήταν και η άνοδος για το ασήμι με ενδοσυνεδριακό υψηλό στα 32,51 δολάρια/ουγγιά.

Πολλοί αποδίδουν την άνοδο στο υποτονικό δολάριο, μιας και η οριακή μείωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ ενίσχυσε τις προσδοκίες ότι η η Fed θα προχωρήσει από τον Σεπτέμβριο σε μείωση επιτοκίων, γεγονός που συγκρατεί το αμερικανικό νόμισμα, καθιστώντας τον χρυσό σε τιμή δολαρίου πιο ελκυστικό για τους αγοραστές που κατέχουν άλλα νομίσματα. Την ίδια στιγμή, όταν τα επιτόκια πέφτουν, ο χρυσός γίνεται πιο ελκυστικός σε σύγκριση με τα περιουσιακά στοιχεία σταθερού εισοδήματος, όπως τα ομόλογα, τα οποία έχουν χαμηλότερες αποδόσεις σε ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων.

Δεδομένης λοιπόν της αντιθετικής σχέσης του χρυσού με τα επιτόκια και το δολάριο, ένας από τους οδηγούς για την ανοδική διάσπαση του υψηλού του χρυσού που είχε καταγραφεί την 12η Απριλίου- 2431 δολάρια/ουγγιά – είναι ο συνδυασμός των προσδοκιών για τα επιτόκια, τον δολάριο και τον πληθωρισμό. 

Δεν είναι όμως ο μόνος οδηγός. 

Ή καλύτερα η άνοδος των πολύτιμων μετάλλων μας αποκαλύπτει πολλά περισσότερα από μια μείωση των επιτοκίων και του πληθωρισμού. 

Αν θέλαμε να συνοψίσουμε σε μια μόλις φράση το αφήγημα του χρυσού και του ασημιού, θα λέγαμε ότι η αγορά μας προειδοποιεί ότι οι κίνδυνοι στασιμοπληθωρισμού αυξάνονται κάθετα, με την ανάπτυξη να καθίσταται ολοένα και πιο εύθραυστη, ενώ ο πληθωρισμός παρά την υποτυπώδη πρόοδο, παραμένει βαθιά προβληματικός.

Όπως εξηγήσαμε την προηγούμενη εβδομάδα- περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ η κύρια ατμομηχανή της ανόδου του χρυσού είναι η καθιέρωση του ως η πιο κλασική αντιστάθμιση του πληθωρισμού. Γι’αυτό άλλωστε ανεβαίνει σταθερά από το 2016, παρά την άνοδο των επιτοκίων και την παραμονή τους σε υψηλά επίπεδα μέχρι και σήμερα, κάτι που αυξάνει το κόστος ευκαιρίας της διακράτησης χρυσού.

Ο ρόλος της Κίνας

Οι αγορές χρυσού από τις Κεντρικές Τράπεζες κινούνται σε ιστορικά επίπεδα τα τελευταία δύο χρόνια, κόντρα στα υψηλά επιτόκια και το δυνατό δολάριο. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, συνεχίζουν να είναι ισχυροί αγοραστές και το 2024.

Βλέπετε η ισχυρή φυσική ζήτηση για χρυσό τροφοδοτείται επίσης από την ελκυστικότητά του ως ασφαλούς περιουσιακού στοιχείου εν μέσω γεωπολιτικών αβεβαιοτήτων.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι την τελευταία δεκαετία, η Ρωσία και η Κίνα ήταν οι δύο μεγαλύτεροι αγοραστές. Ωστόσο, οι αγορές των Κεντρικών Τραπεζών τα τελευταία χρόνια έχουν διαφοροποιηθεί, αν και κορυφαίος αγοραστής παραμένει η Τράπεζα της Κίνας.

Για την ακρίβεια, η Κίνα είναι μια εκ των βασικών κινητήριων δυνάμεων, τόσο της καταναλωτικής ζήτησης όσο και της αγοράς χρυσού από την Κεντρική Τράπεζα της χώρας. Σύμφωνα μάλιστα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών , οι αγορές αυτές δεν αναμένεται να φρενάρουν.

Εκτίμηση λογική αν σκεφθεί κανείς ότι οι εκροές κεφαλαίων της Κίνας επιδεινώθηκαν τον Απρίλιο, ενισχύοντας την πίεση για το γουάν, εν μέσω μιας εξασθενημένης εγχώριας οικονομίας και της αβεβαιότητας για το πόσο γρήγορα και επιθετικά θα κινηθούν οι μειώσεις των επιτοκίων στις ΗΠΑ. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν την Παρασκευή και παρουσίασε το Βloomberg, oι τοπικές εταιρείες αγόρασαν από τράπεζες το μεγαλύτερο ποσό συναλλάγματος από το Απρίλιο του 2016, ενώ και αρκετοί πολίτες αγόρασαν ξένα νομίσματα για ταξίδια στο εξωτερικό.

Όλα αυτά εγείρουν ανησυχίες για την πορεία του κινεζικού νομίσματος, καθώς το σχετικά χαμηλό επιτόκιο της Κίνας έναντι των ΗΠΑ ευνοεί το δολάριο έναντι του κινεζικού νομίσματος και οι παρεμβάσεις από την Κεντρική Τράπεζα της Κίνας για να διατηρήσει τη διακύμανση του γουάν σε περιορισμένο εύρος δεν αποδεικνύονται πάντα επαρκείς. 

Υπενθυμίζουμε επίσης η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας την ίδια στιγμή που αγόραζε χρυσό κατά το πρώτο τρίμηνο, προέβει σε πωλήσεις-ρεκόρ αμερικανικών ομολόγων, προφανώς σε μια προσπάθεια να διαφοροποιηθεί από τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία, καθώς οι εμπορικές εντάσεις διατηρήθηκαν. 

Το Πεκίνο ξεφόρτωσε συνολικά 53,3 δις δολάρια σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα και ομόλογα κυβερνητικών οργανισμών των ΗΠΑ το πρώτο τρίμηνο, σύμφωνα με υπολογισμούς που βασίζονται στα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Το Βέλγιο, που συχνά θεωρείται θεματοφύλακας των κινεζικών χαρτοφυλακίων, διέθεσε 22 δις δολάρια κρατικών ομολόγων κατά τη διάρκεια της παραπάνω περιόδου.

Κάτι μας λέει ότι μετά τους πρόσφατους νέους δασμούς των ΗΠΑ προς την Κίνα, όταν ανακοινωθούν τα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο, θα διαβάσουμε μια έκθεση με παρεμφερή στοιχεία.

Η υποστήριξη από τις Κεντρικές Τράπεζες τη βιομηχανία και τους καταναλωτές 

Ανοίγοντας την εικόνα, βλέπουμε ότι σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού για το πρώτο τρίμηνο, οι Κεντρικές Τράπεζες συνέχισαν να αγοράζουν χρυσό. 

Οι επενδύσεις σε ράβδους και νομίσματα ήταν πιο σταθερές, αντισταθμίζοντας τις συνεχείς εκροές από τα ETFs.(σ.σ: Η ζήτηση για ράβδους και κέρματα αντιστοιχούσε στο προηγούμενο τρίμηνο στους 312 τόνους, που μεταφράζεται σε αύξηση 3% σε ετήσια βάση).

Συμπεριλαμβανομένων δε των σημαντικών εξωχρηματιστηριακών αγορών από τους επενδυτές, η συνολική ζήτηση χρυσού αυξήθηκε κατά 3%ετησίως, στους 1238 τόνους. 

Πρόκειται για το ισχυρότερο πρώτο τρίμηνο από το 2016. (σ.σ: Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τη διακύμανση της τιμής του χρυσού έκτοτε).

Αξίζει να σημειωθεί ότι και ο κλάδος των κοσμημάτων παραμένει υγιής, δεδομένης της αύξησης των τιμών. Η παγκόσμια κατανάλωση κοσμημάτων ήταν μόλις 2% χαμηλότερη σε ετήσια βάση, στους 479 τόνους. Η κατασκευή κοσμημάτων αυξήθηκε κατά 1% ετησίως σε 535 τόνους, με αποτέλεσμα την αύξηση των αποθεμάτων κατά 56 τόνους κατά τη διάρκεια του τριμήνου.

Ένα επίσης σημαντικό στοιχείο είναι ότι η ζήτηση τεχνολογίας για χρυσό ανέκαμψε 10% ετησίως, καθώς η έκρηξη της Τεχνητής Νοημοσύνης ενίσχυσε τη ζήτηση στον τομέα των ηλεκτρονικών. (σ.σ: Περισσότερα για τις βιομηχανικές χρήσεις του χρυσού και του ασημιού μπορείτε να διαβάσετε εδώ).

Βάση των παραπάνω, οι Κεντρικές Τράπεζες, οι επενδυτές, οι καταναλωτές και η βιομηχανία αποτελούν τους κύριους συντελεστές των αποδόσεων του χρυσού.

Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι η παραγωγή ορυχείων αυξήθηκε 4% ετησίως στους 893 τόνους. Πρόκειται για ρεκόρ πρώτου τριμήνου σύμφωνα με τα δεδομένα του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού. 

Η ανακύκλωση ανταποκρίθηκε επίσης στις υψηλότερες τιμές, σκαρφαλώνοντας 12% ετησίως στους 351 τόνους. Αυτό καθιστά το πρώτο τρίμηνο του 2024 το υψηλότερο τρίμηνο προσφοράς ανακύκλωσης από το τρίτο τρίμηνο του 2020.

(Πηγή: https://www.liberal.gr/, της Μαίρης Βενέτη, 21/5/2024)

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΛΚΟ: ΤΟ ΑΛΜΑ ΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

Ενώ εκτινάσσεται η ζήτηση χαλκού λόγω των νέων τάσεων στην οικονομία, η παραγωγή παραμένει χαμηλά και οι επενδύσεις σε ορυχεία υποτονικές. Η BHP θέλει την παγκόσμια κυριαρχία με την εξαγορά της Anglo American.

Σε σίριαλ με πολλά επεισόδια έχει μετατραπεί η προσπάθεια της BHP Billiton να εξαγοράσει την Anglo American, η οποία εξακολουθεί να αντιστέκεται, ώστε να γίνει κυρίαρχος παίκτης στην παγκόσμια αγορά χαλκού. Ο χαλκός είναι αυτή την περίοδο το μέταλλο που προσελκύει έντονο ενδιαφέρον, με τη διεθνή τιμή του να έχει εκτοξευτεί πάνω από τα 10.000 δολάρια/ουγκιά, καθώς στην παγκόσμια αγορά καταγράφεται σοβαρό έλλειμμα παραγωγής και επενδύσεων σε ορυχεία.

Όλοι οι μεγάλοι όμιλοι που δραστηριοποιούνται στον τομέα των μετάλλων θέλουν να αυξήσουν την παραγωγή χαλκού για να επωφεληθούν από την αυξανόμενη ζήτηση στα ηλεκτρικά οχήματα, τις υποδομές δικτύου και τα κέντρα δεδομένων. Εάν η Anglo American εξαγοραστεί από την BHP θα δημιουργηθεί ο μεγαλύτερος παραγωγός χαλκού παγκοσμίως, έχοντας στον έλεγχό της το 10% της παγκόσμιας αγοράς. Αυτό θα άλλαζε τους συσχετισμούς στην κορυφή της αγοράς, αλλά δεν θα έλυνε ως δια μαγείας το πρόβλημα της ανεπαρκούς παραγωγής.

Βάσει των στοιχείων που υπάρχουν, όλα δείχνουν ότι η παραγωγή από τα υπάρχοντα ορυχεία θα μειωθεί τα επόμενα χρόνια και οι εταιρείες θα πρέπει να δαπανήσουν περισσότερα από 150 δισεκατομμύρια δολάρια μεταξύ 2025 και 2032 προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες εφοδιασμού του κλάδου, σύμφωνα με την CRU Group.

Ο χαλκός μοιάζει με τον τελευταίο εναπομείναντα κίνδυνο εφοδιασμού για τη βιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων, ενώ το πρόβλημα της προσφοράς είναι αυτό που έχει τροφοδοτήσει το ράλι του μετάλλου, με διψήφια ποσοστά ανόδου από την αρχή του έτους για την τιμή του. Σε αντίθεση με την τελευταία φορά που οι τιμές έφτασαν τα 10.000 δολάρια, η ζήτηση χαλκού είναι σχετικά σταθερή, τουλάχιστον προς το παρόν και η φυσική αγορά έχει αρκετά καλό εφοδιασμό. Όμως η άνοδος η άνοδος τροφοδοτείται από τους επενδυτές που στοιχηματίζουν σε επικείμενες ελλείψεις και την προσδοκία ότι τα στελέχη των ορυχείων και οι μέτοχοί τους δεν είναι έτοιμοι να χρηματοδοτήσουν και να κατασκευάσουν αρκετά νέα έργα – και θα προτιμούσαν αντί αυτού να εξαγοράσουν τους αντιπάλους τους.

Οι λόγοι πίσω από την υποεπένδυση δεν είναι καινούργιοι, αλλά με τον καιρό καθίσταται πιο δυσχερείς: τα κοιτάσματα υψηλής ποιότητας είναι όλο και πιο δύσκολο να βρεθούν, το ίδιο και η χρηματοδότηση για τους μικρότερους ομίλους, ενώ παράλληλα υπάρξει μία πραγματική εκτόξευση κοινωνικών αλλά και οικολογικών αντιδράσεων έναντι έργων εξόρυξης. 

Μιλώντας στην ετήσια συνάντηση της βιομηχανίας χαλκού Cesco Week τον Απρίλιο, η επικεφαλής της στρατηγικής της BHP για το χαλκό και την ποτάσα Λ. Ούιτον, παρουσίασε τις αιτίες για τις οποίες η εξόρυξη του μετάλλου έχει καταστεί όλο και πιο δύσκολη. Όπως είπε υπήρξε μεγάλη στήριξη σε παλιά ορυχεία, των οποίων η περιεκτικότητα όλο και μειώνεται, ενώ την ίδια ώρα η πρόκληση να καλυφθεί η προσφορά γίνεται όλο και πιο έντονη. 

Ενώ η αγορά χαλκού είναι σχετικά καλά εφοδιασμένη προς το παρόν, οι αναλυτές και ένα αυξανόμενο πλήθος hedge funds είναι όλο και πιο αισιόδοξοι για τις προοπτικές, πιστεύοντας ότι έχει τη δυνατότητα να σημειώσει ράλι σε πρωτοφανή επίπεδα τα επόμενα χρόνια, καθώς η αγορά αντιμετωπίζει αυξανόμενες ελλείψεις.

Μια βασική πρόκληση είναι ότι τα νέα ορυχεία χρειάζονται χρόνια και συχνά δεκαετίες για να αναπτυχθούν και έτσι οι αποφάσεις πρέπει να υπολογίζονται με βάση το κατά πόσον οι τιμές του χαλκού στο μέλλον θα δικαιολογήσουν την επένδυση. Σύμφωνα με την BlackRock World Mining Fund για να δικαιολογηθεί μία επένδυση σε ένα νέο ορυχείο η τιμή του μετάλλου θα πρέπει να φθάσει στα 12.000 δολάρια και ως εκ τούτου οι χρηματοδότες τότε θα είναι έτοιμοι να «ρίξουν» τα κεφάλαιά τους σε ανάλογα projects. 

Το πρόβλημα χρηματοδότησης γίνεται πιο δύσκολο καθώς έχουν «μαζέψει» τα περιθώρια και στην κινεζική αγορά, με τους κινεζικούς ομίλους να αντιστοιχούν στο 40% της παγκόσμιας προσφοράς την τελευταία 10ετία, ένα ποσοστό που εκτιμάται από την McKinsey ότι την επόμενη 5ετία θα υποχωρήσει στο 16%. 

Οι μαζικές κινεζικές επενδύσεις σε μεταλλεία εκτός της κινεζικής επικράτειας έχουν ήδη ανατρέψει τις αγορές βασικών μετάλλων μπαταρίας, όπως το νικέλιο, το λίθιο και το κοβάλτιο, ωθώντας τα όλα σε πλεονάσματα. Ο χαλκός είναι επίσης βασικό συστατικό στις μπαταρίες και τους κινητήρες των ηλεκτρικών οχημάτων, αλλά η παγκόσμια αγορά είναι τόσο μεγάλη που η Κίνα δεν θα μπορέσει να λύσει μόνη της την πρόκληση του εφοδιασμού της βιομηχανίας.

[ΠΗΓΗ: https://www.businessdaily.gr/, της Σοφίας Ζαφείρη, 18/5/2024]

Η ΤΑΪΒΑΝ ΕΞΕΛΙΣΣΕΤΑΙ ΣΕ ΗΓΕΤΗ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΗ ΕΞΟΡΥΞΗ

Όταν κάποιος κοιτάζει τα στενά σοκάκια της Taipei μπορεί να μην αντιληφθεί τις πολλές ευκαιρίες για ανάκτηση πολύτιμων πρώτων υλών. Ωστόσο, τα παλιά κτίρια, στη θέση των οποίων ανεγείρονται πλέον σύγχρονοι ουρανοξύστες, περιέχουν σημαντικές ποσότητες χαλκού και ψευδαργύρου οι οποίες δύνανται να ανακτηθούν, ανακυκλωθούν και μετατραπούν σε σε πρώτες ύλες βιομηχανική καθαρότητας για επαναχρησιμοποίηση μέσω της αστικής εξόρυξης (urban mining).

Αλλά αυτό ακριβώς αναζητούν δύο εταιρείες στην Ταϊβάν στις πόλεις και τις βιομηχανίες του νησιού. Με τις ανησυχίες για το βιώσιμο εφοδιασμό με κρίσιμες πρώτες ύλες, όπως το νικέλιο και το κοβάλτιο, με σκοπό τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια να αυξάνονται, η παλαιότερη εγκατάσταση επεξεργασίας πολύτιμων και σπάνιων μετάλλων της Ταϊβάν και ο μεγαλύτερος κατασκευαστής ανακυκλωμένου χάλυβα, μειώνουν τις ανάγκες για την πρωτογενή εξόρυξη ορυκτών, μετατρέποντας το νησί σε αστικό ορυχείο.

Η αστική εξόρυξη, ουσιαστικά η ανάκτηση πρώτων υλών από ανθρωπογενείς πηγές όπως οι υποδομές και τα απόβλητα, είναι μια προσέγγιση ανακύκλωσης που ξεπερνά την κλασική ανακύκλωση πλαστικών μπουκαλιών και δοχείων αλουμινίου. Πρώτες ύλες όπως ο χαλκός και ο ψευδάργυρος από κατεδαφισμένα κτίρια και ο χρυσός και ο άργυρος από παλιά smartphone ανακτώνται, ανακυκλώνονται και μετατρέπονται σε πρώτες ύλες βιομηχανική καθαρότητας για επαναχρησιμοποίηση.

Από τα ηλεκτρονικά έως τις κατασκευές, η παραγωγή πρώτων υλών είναι απαραίτητη για τη λειτουργία της σύγχρονης βιομηχανίας. Αλλά η εξόρυξη είναι ένας τομέας έντασης άνθρακα και τα ακατέργαστα ορυκτά και μέταλλα που προέρχονται από τη Γη είναι πεπερασμένα. Η παγκόσμια εξόρυξη πρώτων υλών έχει αυξηθεί από 30 δισεκατομμύρια μετρικούς τόνους το 1970 σε 106,6 δισεκατομμύρια μετρικούς τόνους το 2024. Και η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια – η οποία απαιτεί λίθιο για μπαταρίες και άργυρο για ηλιακούς συλλέκτες – θα απαιτήσει συνολικά 3 δισεκατομμύρια μετρικούς τόνους μετάλλων και πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται σε ανάλογες ενεργειακές εφαρμογές.

Ως ένας από τους κορυφαίους κατασκευαστές ημιαγωγών και εξαρτημάτων για συσκευές επικοινωνίας στον κόσμο, η Ταϊβάν είναι ένα κρίσιμο μέρος της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας, αλλά διαθέτει λίγους φυσικούς πόρους. Ωστόσο, η Solar Applied Materials Technology Corporation της Ταϊβάν και η Tung Ho Steel Enterprise Corporation έχουν δημιουργήσει η καθεμία το δικό της σύστημα συνεργασιών με πελάτες και ανταγωνιστές για να επιτύχουν την κυκλικότητα των πρώτων υλών, σε μια κυκλική διαδικασία όπου τα υλικά συλλέγονται, ανακυκλώνονται, επεξεργάζονται και στη συνέχεια επαναπωλούνται στη βιομηχανία. «Περίπου το 80% των δικών μας πρώτων υλών προέρχεται από την ανακύκλωση», λέει ο πρόεδρος της Solar Tech, C.F. Huang. «Γι’ αυτό αποκαλούμε τους εαυτούς μας μια εταιρεία κυκλικής οικονομίας».

Ως ένας από τους κορυφαίους κατασκευαστές λεπτών μεμβρανών μαγνητικών υλικών που χρησιμοποιούνται για ψηφιακές οθόνες, ημιαγωγούς και αποθήκευση δεδομένων, η Solar Tech είναι επίσης γνωστή για την επεξεργασία ανακυκλωμένου χρυσού και αργύρου σε καθαρότητα 99,99%.

«Μία από τις βασικές δυνατότητες μας είναι ότι μπορούμε να κάνουμε επεξεργασία υψηλής καθαρότητας. Στην Ταϊβάν, δεν είναι μόνο η Solar που μπορεί να κάνει την ανακύκλωση», εξηγεί ο Huang. Στην πραγματικότητα, η Ταϊβάν διαθέτει 1.700 εταιρείες ανακύκλωσης βιομηχανικών αποβλήτων. «Αλλά όταν είναι αναγκαίο η πρώτη ύλη να χρησιμοποιηθεί εκ νέου σε βιομηχανικές εφαρμογές, πρέπει να διαθέτει υψηλή καθαρότητα. Και κάθε πρώτη ύλη απαιτεί τις δικές της τεχνολογίες και διαδικασίες».

Τα τελευταία 40 χρόνια, η εταιρεία έχει αναπτύξει μια εσωτερική διαδικασία ανακύκλωσης και επεξεργασίας για οκτώ κύρια στοιχεία, συμπεριλαμβανομένου του γαλλίου, που χρησιμοποιείται σε συσκευές WiFi και Bluetooth, και του ινδίου για οθόνες αφής και ηλιακούς συλλέκτες. Η διαδικασία αυτή αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ανάγκη για σταθερές πηγές προμήθειας πρώτων υλών.

«Η Ταϊβάν είναι ένα μικρό νησί. Δεν έχουμε μεγάλες εξορυκτικές εκμεταλλεύσεις. Έτσι, όλες οι πρώτες ύλες ήταν απαραίτητο να προέρχονται από το εξωτερικό», λέει ο Ben Hong, αντιπρόεδρος της Solar Tech. «Αν δεν μπορούμε να ανακυκλώσουμε τις πρώτες ύλες, τότε πρέπει να στραφούμε στην πρωτογενή παραγωγή».

[ΠΗΓΗ: https://rawmathub.gr/, 13/5/2024]

ΑΣΗΜΙ: Η ΛΑΜΨΗ ΤΟΥ ΘΑΜΠΩΝΕΙ ΤΙΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ

Νέο ράλι στις τιμές λόγω ζήτησης για επενδύσεις αλλά και για βιομηχανική παραγωγή – Προς μεγάλες ελλείψεις στην παραγωγή το 2024 

Ράλι 22% έχουν κάνει τους τελευταίους έξι μήνες οι αγορές του ασημιού, με το πολύτιμο μέταλλο να συναγωνίζεται σε λάμψη αυτή του χρυσού –όχι σε απόλυτα επίπεδα τιμών αλλά σε ενδιαφέρον για συνεχείς αγορές.

Αιτία τόσο η ζήτηση από επενδυτές για το πολύτιμο μέταλλο, όσο και –κυρίως- από βιομηχανίες όπου το ασήμι αποτελεί βασική πρώτη ύλη, από ηλιακά πάνελ μέχρι μικροτσίπ και τυπωμένα κυκλώματα, μπαταρίες και οχήματα. Είναι ενδεικτικό ότι η ζήτηση για ασήμι προς χρήση σε φωτοβολταϊκά (PV) και σε οχήματα αντιπροσώπευε το 2023 το 22% της συνολικής ζήτησης, ή περίπου 267 εκατομμύρια ουγγιές (Moz).

Λόγω του «πυρετού του ασημιού» οι τιμές έχουν ξεπεράσει τα 28,5 δολάρια η ουγγιά, από 23 δολάρια στα αρχές του έτους και από μόλις 12 δολάρια η ουγγιά το Μάρτιο του 2020, όταν χτύπησε την πόρτα της παγκόσμιας οικονομίας η πανδημία.

Η άνοδος και ειδικά το πρόσφατο ράλι από τις αρχές του έτους (YTD) αποδίδεται στη πολύ πλέον χαμηλότερη προσφορά του πολύτιμου μετάλλου σε σύγκριση με τη ζήτηση. Νέα στοιχεία από το Ινστιτούτο Αργύρου που παρουσιάζει σήμερα ο Οικονομικός Ταχυδρόμος, δείχνουν ότι για το 2024 προβλέπεται έλλειμμα άνω των 200 εκατ. ουγγιών στην παραγωγή. Τελευταία φορά που υπήρξε πλεόνασμα στην παραγωγή ασημιού σε σύγκριση με τη ζήτηση ήταν το 2020 (40 εκατ. ουγγιές περίπου).

Το έλλειμμα σε ασήμι θα είναι το 2024 δεύτερο υψηλότερο που έχει καταγραφεί μετά από αυτό του 2022 καθώς η βιομηχανική ζήτηση φθάνει σε νέο υψηλό, σύμφωνα με την τελευταία Παγκόσμια Έκθεση Αργύρου του Ινστιτούτου Αργύρου. 

Άργυρος, η πολύφερνη νύφη

Το ασήμι έχει πολλές χρήσεις. Αποτελεί πιο προσιτή εναλλακτική λύση αντί του χρυσού ως επένδυση και αντιστάθμισμα κινδύνου είτε μέσω απευθείας αγορών, είτε μέσω αγορών συμβολαίων που συνδέονται με αυτό (ETF κι άλλα) είτε μέσω κοσμημάτων. Επίσης αποτελεί πολύ σημαντική βιομηχανική πρώτη ύλη σε ηλιακά πάνελ, σε υπολογιστές, σε κινητά τηλέφωνα, σε αυτοκίνητα και σχεδόν κάθε τεχνολογική συσκευή.

Τα ελλείμματα που καταγράφονται και αποτυπώνονται στην αγορά από το σχετικό γράφημα που παρουσιάζει σήμερα ο ΟΤ, αποδίδονται από τις ίδιες πηγές σε αυτή ακριβώς τη βιομηχανικής χρήσης που αναλογεί περίπου στο 50% της συνολικής και στην αναιμική –όπως χαρακτηρίζεται- εικόνα της προσφοράς. Το 2023 η παραγωγή υπολογίζεται ότι έφτασε τις 820 εκατ ουγγιές, αλλά η κατανάλωση διαμορφώθηκε σε 1,14 δισ ουγγιές όπως δείχνουν τα ίδια στοιχεία.

Ο ρόλος των φωτοβολταϊκών

Οι εφαρμογές φωτοβολταϊκών και όχι μόνο αναμένεται να κάνουν τη βιομηχανική ζήτηση για άργυρο να φτάσει σε νέο ρεκόρ όλων των εποχών, αναφέρει η εταιρεία Metals Focus στην τελευταία της έκθεση Silver Survey για το ασήμι.

«Το πιο σημαντικό είναι πως η προσφορά θα παραμείνει ελάχιστα μεταβαλλόμενη, με οριακή πτώση να προβλέπεται για το 2024. Αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση του ελλείμματος της αγοράς κατά 17% στο δεύτερο υψηλότερο ιστορικό» μετά το 2020, σημειώνεται.

Η αναιμική εικόνα της προσφοράς προέρχεται από το γεγονός ότι μόνο το 20% της παραγωγής προέρχεται από ορυχεία καθαρού αργύρου. Το άλλο 80% παράγεται ως υποπροϊόν άλλων ορυκτών, όπως ο ψευδάργυρος και ο μόλυβδος. Αυτό καθιστά την προσφορά αργύρου «ανελαστική» -η προσφορά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση.

Την ίδια στιγμή μερικά από τα μεγαλύτερα ορυχεία του κόσμου βλέπουν τα κοιτάσματα αργύρου να εξαντλούνται. Ταυτόχρονα οι χαμηλότερες -από όσο είναι απαραίτητο- επενδύσεις στις έρευνες σε νέα κοιτάσματα σημαίνει ότι δεν αυξάνεται άλλο η παραγωγή.

 

[ΠΗΓΗ: https://www.ot.gr/, του Γιώργου Κανελλόπουλου, 16/5/2024]