ΑΦΙΕΡΩΜΑ: ΝΕΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΟΡΥΚΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ

Νέο πεδίο πλούτου, με επενδύσεις άνω του 0,5 δισ. ευρώ, οι ορυκτές ύλες – Καθοριστικός παράγοντας επιτυχίας η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου

Στην αναθεωρημένη λίστα 2023 της Ευρώπης με τις 34 κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες, αλλά και τις στρατηγικές ορυκτές πρώτες ύλες, που θα αποτελέσουν καθοριστικό παράγοντα για την ευρωπαϊκή και τη διεθνή οικονομία στις επόμενες δεκαετίες, βρίσκεται η Ελλάδα.

Στο πλαίσιο αυτό η χώρα μας καλείται να απαντήσει άμεσα στην πρόκληση της αξιοποίησης των κοιτασμάτων της, αλλάζοντας το παραγωγικό της μοντέλο, ανοίγοντας τον δρόμο σε επενδύσεις και θέσεις εργασίας στην ελληνική εξορυκτική βιομηχανία. Η Ελλάδα πρέπει να απαντήσει άμεσα πώς σκέφτεται να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις, σύμφωνα με το Critical Raw Materials Act, που αφορούν τις αδειοδοτήσεις, την έρευνα, τη χρηματοδότηση τέτοιων προσπαθειών, τη σύσταση επιτροπής παρακολούθησης της πορείας των κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών και την αναφορά της προς την Ευρώπη. Η ελληνική εξορυκτική βιομηχανία μπορεί να κινητοποιήσει επενδύσεις άνω του μισού δισ. με μακροπρόθεσμο στόχο την αύξηση της συμβολής της στο ΑΕΠ της χώρας από 3% που είναι σήμερα, παρά τις γεωστρατηγικές και ενεργειακές προκλήσεις.

Όπως τονίζει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Αθανάσιος Κεφάλας, «η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στη διαδικασία επαναπροσδιορισμού των αναγκών και της διασφάλισης του βιώσιμου εφοδιασμού της με τις κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες που χρειάζεται η βιομηχανία της. Οι κρίσιμες πρώτες ύλες προσδιορίζονται με βάση τη ζήτηση και τους κινδύνους εφοδιασμού της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με αυτές. Αφορούν τη στήριξη της ψηφιακής μετάβασης και την εξασφάλιση της μακροπρόθεσμης ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, καθώς και της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης σε καιρούς μεγάλων γεωπολιτικών προκλήσεων. Οι άμεσοι στόχοι αφορούν τη διασφάλιση εξόρυξης 10% των κρίσιμων πρώτων υλών στην Ευρώπη, 40% της παραγωγής εντός ορίων της Ε.Ε., ανακύκλωση κατά 15% και ανώτατο όριο εισαγωγών από μία χώρα 65%».

Στοχευμένη μεταλλευτική έρευνα

«Ο νέος κανονισμός που βρίσκεται στη διαδικασία θεσμοθέτησης μέχρι το τέλος του έτους, εκτός από έναν ενημερωμένο κατάλογο κρίσιμων πρώτων υλών, προσδιορίζει έναν επιπλέον κατάλογο στρατηγικών ορυκτών πρώτων υλών, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για στρατηγικούς τομείς, τις πράσινες (π.χ. ΑΠΕ, ηλεκτροκίνηση) και ψηφιακές τεχνολογίες, καθώς και τις στρατιωτικές εφαρμογές. Οι νέοι ευρωπαϊκοί κατάλογοι περιλαμβάνουν προς το παρόν 34 κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες και 16 στρατηγικές ορυκτές πρώτες ύλες, ενώ θα ανανεώνονται κάθε 4 χρόνια. Τα έργα που αφορούν τις κρίσιμες πρώτες ύλες θα προσδιορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τη συνδρομή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Κρίσιμων Πρώτων Υλών, που πρόκειται να συσταθεί. Επιπλέον, θεσπίζονται σημαντικές υποχρεώσεις των κρατών-μελών με μετρήσιμους στόχους, οι οποίοι -μεταξύ άλλων- αφορούν τη χρηματοδότηση στοχευμένης μεταλλευτικής έρευνας με ορίζοντα πενταετίας, ειδικές ταχύρρυθμες διαδικασίες αδειοδότησης των έργων σε 12-24 μήνες, παρακολούθηση των στρατηγικών αποθεμάτων, ενθάρρυνση και ενίσχυση της κυκλικής οικονομίας με δευτερογενή παραγωγή και τη διακυβέρνηση με ειδικό σώμα. Μέσα από αυτό το σύστημα διοίκησης θα είναι δυνατή η παρακολούθηση των εξελίξεων στην υλοποίηση του κανονισμού και οι σχετικές διορθωτικές κινήσεις ή παρεμβάσεις» προσθέτει ο κ. Κεφάλας.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «ήδη η χώρα μας καταγράφει διεθνώς υψηλές θέσεις στις αλυσίδες αξίας που βασίζονται στον βωξίτη, τον μπεντονίτη, τον περλίτη, τον λευκόλιθο, τα λατεριτικά κοιτάσματα, τα μικτά θειούχα μεταλλεύματα, την κίσσηρη, τα μάρμαρα, τον υδρομαγνησίτη, τον ατταπουλγίτη, ενώ η λατομεία αδρανών υποστηρίζει την ιδιωτική κατασκευή και τα έργα υποδομής.

Παραγωγή νέων προϊόντων

Οι επιδόσεις αυτές θα συνεχιστούν χάρη και στις ικανότητες και τις δυνατότητες του ελληνικού εξορυκτικού κλάδου. Η αυξημένη ζήτηση αλουμινίου, χαλκού, νικελίου, κοβαλτίου και χαλαζία για την παραγωγή μεταλλικού πυριτίου δημιουργεί νέο πεδίο είτε για τα ενεργά μεταλλεία μας είτε για αναδιάρθρωση της επεξεργασίας μεταλλευμάτων για παραγωγή νέων προϊόντων. Σαφώς είναι καταγεγραμμένες είτε παλιές εκμεταλλεύσεις είτε αρχικές γεωλογικές έρευνες για το μαγγάνιο, τους άστριους, το χρώμιο, το αντιμόνιο, τον βαρύτη, αλλά και για τις σπάνιες γαίες».

Ειδικά για τις κρίσιμες πρώτες ύλες που υπάρχουν στο υπέδαφος της Ελλάδας και είναι αξιοποιήσιμες ο πρόεδρος του ΣΜΕ τονίζει πως «η χώρα μας έχει ευνοϊκό γεωλογικό περιβάλλον και έχουμε ήδη ενεργή εξόρυξη για 5 κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες που αφορά την παραγωγή βωξίτη, νικελίου, κοβαλτίου, μαγνησίτη και χαλαζία υψηλής ποιότητας για παραγωγή μεταλλικού πυριτίου, καθώς και προγραμματισμένη εξόρυξη για μία κρίσιμη πρώτη ύλη η οποία αφορά την παραγωγή χαλκού. Στο παρελθόν είχαμε εξόρυξη 4 κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών, η οποία αφορούσε την παραγωγή αντιμονίου, βαρύτη, αστρίων και μαγγανίου, ενώ έχουμε και γεωλογική αναγνώριση που αφορά 9 κρίσιμες πρώτες ύλες (αρσενικό, γάλλιο, ελαφριές σπάνιες γαίες, βαριές σπάνιες γαίες, σκάνδιο, ομάδα λευκόχρυσου, βολφράμιο, γερμάνιο, γραφίτη). Σημειώνεται ότι η έρευνα και η αξιολόγηση των ευρημάτων για κοιτάσματα και οι ευκαιρίες στην αξιοποίηση σπανίων γαιών είναι σημαντικές για την ελληνική και ευρωπαϊκή οικονομία λόγω της μεγάλης εξάρτησης απ’ αυτές της πράσινης ενέργειας και των ψηφιακών εφαρμογών. Είναι φανερό επομένως ότι υπάρχει ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο ορυκτών που συμβάλλουν ήδη στην ελληνική οικονομία, αλλά και ευκαιρίες που δημιουργούνται στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης αυτονομίας της ευρωπαϊκής οικονομίας».

Πώς θα ξεπεραστούν τα εμπόδια στην εξόρυξη

Ο ΟΟΣΑ προβλέπει όχι η παγκόσμια ζήτηση υλικών για την κυκλική οικονομία θα υπερδιπλασιαστεί από 79 δισεκατομμύρια τόνους σήμερα σε 167 δισεκατομμύρια τόνους το 2060. Ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για πόρους θα γίνει σκληρός την επόμενη δεκαετία. Η εξάρτηση από κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες μπορεί σύντομα να αντικαταστήσει τη σημερινή εξάρτηση από το πετρέλαιο. Εμπόδια όμως και καθυστερήσεις αποτρέπουν στο να αποκτήσει η χώρα μας νέο παραγωγικό μοντέλο και μέσω της εξορυκτικής βιομηχανίας ειδικά σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία. Ενδεικτικά ο πρόεδρος του ΣΜΕ Αθ. Κεφάλας παραθέτει τις καθυστερήσεις, κυρίως, στην περιβαλλοντική αδειοδότηση. «Δώδεκα χρόνια μετά τη θέσπισή τους οι πιστοποιημένοι αξιολογητές ακόμα δεν έχουν δραστηριοποιηθεί. Το Ειδικό Χωροταξικό των Ορυκτών Πρώτων Υλών ήδη κλείνει κοντά μία δεκαετία συζητήσεων και μελετών και το πρόβλημα της προστασίας του μέλλοντος των ορυκτών από ανταγωνιστικές χρήσεις οξύνεται. Σε αντίθεση με τις πρακτικές και τις οδηγίες της Ε.Ε. για την εξόρυξη σε περιοχές NATURA, η χώρα μας την έχει εξαιρέσει από τις δύο ζώνες προστασίας και πολλοί μελετητές Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών την εξαιρούν αναιτιολόγητα και από τις υπόλοιπες δύο. Χάνεται σταδιακά έμπειρο προσωπικό».

Οι παράγοντες επιτυχίας για την εξορυκτική βιομηχανία αφορούν την επικαιροποίηση της Εθνικής Πολιτικής για τις Ορυκτές Πρώτες Ύλες και συγκεκριμένο σχέδιο εφαρμογής της, στην ολοκλήρωση του Ειδικού Χωροταξικού για τις Ορυκτές Πρώτες Ύλες, στην τροποποίηση και επικαιροποίηση του λατομικού νόμου (Ν4512/18) και του νόμου Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης (Ν. 4014/11), αποσκοπώντας στην απλοποίηση και επιτάχυνση της αδειοδότησης των έργων, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την εξάλειψη των ασαφειών και τελικά τη δημιουργία ενός σύγχρονου πλαισίου, στην υιοθέτηση των ευρωπαϊκών προτύπων και οδηγιών για την αξιοποίηση των ορυκτών πόρων σε περιοχές NATURA 2000, διότι ο αποκλεισμός εκ των προτέρων οδηγεί σε απώλεια πόρων και ευκαιριών, στη χρηματοδοτική υποστήριξη για εισαγωγή νέων τεχνολογιών στην έρευνα και αξιοποίηση νέων κοιτασμάτων, καθώς και για τον εκσυγχρονισμό υπαρχουσών δραστηριοτήτων.

Το ελληνικό υπέδαφος και οι ευκαιρίες εκμετάλλευσης

Ο δρ Π. Τζεφέρης, γεν. δ/ντής του υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας, έχει επισημάνει πως «έρχονται στο προσκήνιο υλικά που στο παρελθόν ενδεχομένως να βρίσκονταν στην αφάνεια. Στη χώρα μας, εργαζόμαστε προς την κατεύθυνση αυτή, σε συνεργασία με την Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ), ώστε το επόμενο διάστημα να έχουμε τη δυνατότητα να προτείνουμε ορισμένους χώρους του δημοσίου (ΔΜΧ) σε διαγωνιστική διαδικασία. Η εξόρυξη αποτελεί κλειδί για ενεργειακή μετάβαση, πλην όμως δεν έχει τα απαιτούμενα εχέγγυα της δημοφιλίας».

Σχετικά με το βωξίτη, είναι γνωστό ότι η Ελλάδα αποτελεί σταθερά τη μεγαλύτερη βωξιτοπαραγωγό δύναμη εντός της Ε.Ε., με ετήσια παραγωγή κοντά στους 2 εκατ. τόνους. Επιπλέον, η εξόρυξη βωξίτη συνοδεύεται από την καθετοποιημένη εντός της χώρας βιομηχανική επεξεργασία και την παραγωγή αλουμίνας και αλουμινίου.

Για το μαγνήσιο, που επίσης αποτελεί μέρος της λίστας των κρίσιμων πρώτων υλών της χώρας, επισημαίνεται ότι η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά κοιτάσματα μαγνησίτη (ή λευκόλιθου). Στον τόπο μας διατίθενται κοιτάσματα αντιμονίτη (στο Καλλυντήρι Ροδόπης, στην Κέραμο Χίου και στον Λαχανά Κιλκίς), γραφίτη (στις Θέρμες Ξάνθης) και βολφραμίτη(στη Χαλκιδική), με κοιτασματολογκό ενδιαφέρον που θα μπορούσαν να αποτελέσουν στόχους περαιτέρω έρευνας και εκμετάλλευσης.

Ακόμη περιλαμβάνονται φωσφορίτης (στην Ήπειρο), πυρίτιο (εντός χαλαζιοαστριούχου υλικού σε Δράμα, Κιλκίς και Χαλκιδική), βαρύτης (Κυκλάδες) και τα πολυμεταλλικά κοιτάσματα της Β. Ελλάδας (Χαλκιδική κ.λπ.), που εντάσσονται στην κατηγορία των πλατινοειδών (PGMs) και εμπεριέχουν αρκετά μέταλλα τεχνολογιών αιχμής συμπεριλαμβανομένου του χρυσού. Σχετικά με τις σπάνιες γαίες, ενδιαφέρον για περαιτέρω κοιτασματολογική έρευνα παρουσιάζουν οι προσχωσιγενείς αποθέσεις μεταξύ Χαλκιδικής και Αλεξανδρούπολης (π.χ., οι μοναζιτικοί παράκτιοι άμμοι στη Νέα Πέραμο Καβάλας), καθώς και τα λατεριτικά και βωξιτικά μεταλλοφόρα συστήματα στη Στερεά Ελλάδα. Επισημαίνεται η προώθηση της έρευνας για την παραγωγή σκανδίου από τα απορρίμματα της βιομηχανίας παραγωγής αλουμινίου – αλουμίνας από τον ελληνικό βωξίτη.

Αναφορικά με τα μέταλλα ηλεκτροκίνησης (EV Metals) εντός ΔΜΧ στην Ελλάδα εντοπίζονται το μαγγάνιο (μαγγανιούχα Δράμας), το νικέλιο (λατερίτες) και το κοβάλτιο (λατερίτες), που ήδη συμπεριλαμβάνεται στις κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες της Ε.Ε. Η ευρύτερη περιοχή του νομού Δράμας αποτέλεσε στο παρελθόν κύριο μεταλλευτικό κέντρο παραγωγής μαγγανίου και ιδιαίτερα της ποιότητας battery grade με ικανοποιητικά ποιοτικά χαρακτηριστικά και εμπλουτισιμότητα.

Το νικέλιο αλλά και το κοβάλτιο περιέχονται στους ελληνικούς λατερίτες, με παραγωγή σταθερά πάνω από 2 εκατ. τόνους λατερίτη ετησίως (από τη ΛΑΡΚΟ ΓΜΜ Α.Ε.). Και τα δύο αποτελούν πρώτες ύλες για την παραγωγή συσσωρευτών λιθίου με την προϋπόθεση διαχωρισμού τους προς παραγωγή καθαρών μετάλλων κάτι που μπορεί να επιτευχθεί με την εγκατάσταση στη χώρα μας νέας υδρομεταλλουργικής βιομηχανίας. Πράγματι, τα σχετικά φτωχά κοιτάσματα στην Εύβοια και τον Αγ. Ιωάννη (με μέση περιεκτικότητα 0,4-0,8% Ni, 0,01 % Co) είναι κατάλληλα για υδρομεταλλουργικές παραγωγικές διαδικασίες και σε αποθέματα της τάξεως των 130-150 εκατ. τόνων.

Ηλεκτροκίνηση

Σύμφωνα με τις βιομηχανίες μετάλλων, η ζήτηση για χαλκό και αλουμίνιο θα επηρεαστεί σημαντικά από την αναπτυσσόμενη αγορά για ηλεκτρικά οχήματα (EVs) τις επόμενες δεκαετίες. Ο χαλκός χρησιμοποιείται σε ηλεκτρικά μοτέρ, μπαταρίες, εναλλάκτες, καλωδιώσεις και μέσα σε σταθμούς φόρτισης. Τα κουτιά μπαταρίας είναι ισχυροί πυλώνες ανάπτυξης της αγοράς για το αλουμίνιο.

Η ζήτηση για χαλκό λόγω των ηλεκτρικών οχημάτων αναμένεται να αυξηθεί κατά 1.700 χιλιάδες τόνους μέχρι το 2027. Επιπρόσθετα, κάθε φορτιστής ηλεκτρικού οχήματος EV θα προσθέσει 0,7 kg χαλκού. Οι φορτιστές ταχείας φόρτισης μπορούν να προσθέσουν έως 8 kg χαλκού έκαστος. Ο κλάδος των εξαρτημάτων ηλεκτροκίνησης θα παρουσιάσει τη μεγαλύτερη αύξηση για αλουμίνιο στα αυτοκίνητα μέχρι το 2025. Μόνο τα κιβώτια συσσωρευτών υπολογίζονται κοντά στα 2/3 της αύξησης της περιεκτικότητας σε αλουμίνιο.

Εξαπλάσια η ζήτηση από την Ευρώπη έως το 2030

Οι κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες έχουν υψηλή οικονομική σημασία για την Ευρώπη, ενώ είναι επίσης ιδιαίτερα ευάλωτες σε διακοπές εφοδιασμού. Η ζήτηση της Ε.Ε. για μέταλλα σπάνιων γαιών αναμένεται να εξαπλασιαστεί έως το 2030 και να επταπλασιαστεί έως το 2050. Για το λίθιο η ζήτηση της Ε.Ε. αναμένεται να δωδεκαπλασιαστεί έως το 2030 και να εικοσιπλασιαστεί έως το 2050. Η Ευρώπη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές, συχνά από μία τρίτη χώρα, και οι πρόσφατες γεωστρατηγικές κρίσεις θέτουν στο προσκήνιο τις στρατηγικές εξαρτήσεις της Ε.Ε. Απαιτείται λοιπόν κοινή και έγκαιρη δράση, εύρυθμη ενιαία αγορά, ανθεκτικότητα και ανταγωνιστικότητα και η πρόταση της Επιτροπής για έναν νόμο περί κρίσιμων πρώτων υλών είναι μια ολοκληρωμένη απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις.

[ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, της Λέττας Καλαμαρά, 18/4/2023]