ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ Η ΕΥΡΩΠΗ ΔΕΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΕΤΑΙ ΤΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΕ Φ. ΑΕΡΙΟ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ FRACKING

Η Ευρώπη παραπαίει. Η έλλειψη φυσικού αερίου οδηγεί αναπόφευκτα στη λήψη αποφάσεων απελπισίας, καθώς η πληρότητα των υπόγειων αποθηκών σε Γερμανία και Αυστρία, επαρκεί το πολύ για δύο μήνες ζήτησης. Την ίδια ώρα, οι κυβερνήσεις των περισσότερων κρατών-μελών της Ε.Ε., παρά τα ραπίσματα από την πλήρη κατάρρευση της εποχής της ενεργειακής αθωότητας, εξακολουθούν να δεσμεύονται για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. 

Ξεχνούν φυσικά, σε αυτή την οδυνηρή –όπως κατήντησε- πορεία χάραξης της πολιτικής τους για το πράσινο μέλλον, ότι η διαλείπουσα ηλεκτρική ενέργεια, ήτοι εκείνη που παράγεται από ανεμογεννήτριες ή ηλιακούς συλλέκτες δεν καλύπτει τα φορτία βάσης που απαιτεί ένα σύγχρονο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας και δεν είναι πάντα διαθέσιμη όταν την χρειαζόμαστε και αυτό δεν περιορίζεται χρονικά σε μερικές ώρες την ημέρας, αλλά μπορεί, κάλλιστα, να παρατείνεται ακόμη και για περισσότερο από ένα μήνα τη φορά. Ορισμένοι θεωρούν ότι, σε αντίθεση, η αποθήκευση ηλιακής ενέργειας κατά τους θερινούς μήνες του έτους μπορεί να καλύψει τη ζήτηση  κατά τη χειμερινή περίοδο. Δυστυχώς, οι προσδοκίες τους είναι έωλες.

Τα πράγματα είναι απλά στην πολύπλοκότητά τους. Για να μην παγώνουμε το χειμώνα χρειαζόμαστε πιο σίγουρες και μακροπρόθεσμες λύσεις. Για παράδειγμα μέσω ενός μείγματος που θα αποτελείται από ορυκτά καύσιμα και το οποίο θα αντισταθμίζει τα χαμηλά φορτία από τη στοχαστικότητα της αιολικής και της ηλιαικής ενέργειας. Αλλά για να συμβεί αυτό, θα πρέπει αυτό το σύστημα των ορυκτών καυσίμων να λειτουργεί οργανωμένα όλο το χρόνο, και να χαρακτηρίζεται από επάρκεια.

Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος.   

Καθώς οι τιμές της ενέργειας συνεχίζουν να κινούνται κοντά σε υψηλά ιστορικά επίπεδα ανά την Ευρώπη,  προκαλεί εύλογη απορία το γιατί, με τις τιμές του αερίου να διαγράφουν στρατοσφαιρικές τροχιές και να αυξομειώνονται ανάλογα με τις γεωσρατηγικές εξελίξεις και τις ορέξεις των αγορών στις οποίες διαπραγματεύονται, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν λέει να αποφασίσει να επιστρέψει στη λογική των εξορύξεων του καυσίμου. Αντ΄αυτού,  οι 27 σχεδιάζουν να αντικαταστήσουν απλώς τα 2/3 των ρωσικών εισαγωγών φυσικού αερίου έως το τέλος του έτους, με προμήθειες από τρίτες χώρες, ακόμη και αν οι αναλυτές προειδοποιούν ότι ό,τι καμία διαφοροποίηση των προμηθειών δεν θα υποκαταστήσει τις ρωσικές εισαγωγές φυσικού αερίου.

Η σύγκριση είναι συντριπτική. Το 2021, η Ε.Ε. εισήγαγε 155 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) φυσικού αερίου από την Ρωσία. Οι διαφοροποιήσεις των προμηθειών φέτος, συμπεριλαμβανομένων των αυξημένων όγκων LNG , των ΑΠΕ, της αποδοτικότητα της θέρμανσης, τη διαφοροποίηση των αγωγών, το βιομεθάνιο, τα φωτοβολταϊκά στη στέγη και τις αντλίες θερμότητας, ανέρχονταιμ συνολικά σε περίπου 102 bcm ετησίως, σύμφωνα με στοιχεία από το REPowerEU της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Αυτά τα νούμερα άνοιξαν το δρόμο στους οπαδούς της εξόρυξης  σχιστολιθικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη, με τη μέθοδο του fracking, να υποστηρίζουν ότι σήμερα, είναι αναγκαίο περισσότερο από ποτέ, η Γερμανία, η Γαλλία, οι Κάτω Χώρες, η Σκωτία και η Βουλγαρία να επιτρέψουν την εξόρυξη του ορυκτού. Ο διάλογος για την αναγκαιότητα καταφυγής στο αμφιλεγόμενο fracking έχει φουντώσει ακόμη και εκτός Ε.Ε., όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως αναφέρει το oilprice.com.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η νέα πρωθυπουργός της χώρας, Λιζ Τρας ανακοίνωσε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο αίρει την απαγόρευση του 2019 για την εξόρυξη σχιστολιθικού αερίου, καθώς η χώρα επιδιώκει να αυξήσει τους εγχώριους ενεργειακούς πόρους, και να στηρίξει νοικοκυριά και επιχειρήσεις από τις «θηριώδεις» αυξήσεις στο ενεργειακό κόστος.

«Πρόκειται για μια απολύτως λογική απόφαση που αναγνωρίζει ότι η μεγιστοποίηση του εγχώριου ενεργειακού εφοδιασμού του Ηνωμένου Βασιλείου είναι ζωτικής σημασίας εάν πρόκειται να ξεπεράσουμε τη συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση και να μειώσουμε τον κίνδυνο επανάληψής της στο μέλλον. Χωρίς τα αυστηρά μέτρα που καθορίστηκαν σήμερα, το Ηνωμένο Βασίλειο επρόκειτο να εισάγει πάνω από τα 2/3 του φυσικού αερίου που χρειάζεται, έως το τέλος της δεκαετίας, διακυβεύοντας την ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια της χώρας και εκθέτοντας τους Βρετανούς καταναλωτές σε αυξημένο κίνδυνο έλλειψης εφοδιασμού και σαρωτικών αυξήσεων στις τιμές της ενέργειας”, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Cuadrilla Resources, Francis Egan που εκμεταλλεύεται τα μοναδικά κοιτάσματα σχιστολιθικού αερίου στην κομητεία του Lancashire, περιχαρής για την άρση της απαγόρευσης.

Ωστόσο, όπως συμφωνούν οι περισσότεροι αναλυτές της αγοράς, παρά την απελπιστική θέση πολλών ωρών, η ενωμένη Ευρώπη θεωρείται απίθανο να ακολουθήσει το βρετανικό παράδειγμα, ακόμη και αν εντείνονται ολοένα και περισσίτερο οι πιέσεις για στροφή στην αυτογενή παραγωγή αερίου.

Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία, η Ευρώπη φέρεται να διαθέτει περισσότερο σχιστολιθικό αέριο από ό,τι οι ΗΠΑ. Ωστόσο, η μόνη σημαντική δραστηριότητα εξόρυξης με τη μέθοδο fracking εντοπίζεται στην σπαρασσόμενη από τον πόλεμο, Ουκρανία.

Βέβαια, στον παρονομαστή αυτή της όντως αμφιλεγόμενης υπόθεσης, θα πρέπει να προσθέσει κανείς και τις δυναμικές αντιδράσεις των περιβαλλοντολόγων και των τοπικών κοινωνιών που έχει καταφέρει, έως τώρα να απομακρύνει υποψήφιους επενδυτές από περιοχές σχιστολιθικού ενδιαφέροντος . Πρόσφατο παράδειγμα η αποχώρηση των Exxon Mobil, Chevron και TotalEnergies από πεδία αερίου στην Πολωνία. Και τούτο οφείλεται στο γεγονός πως παρά τις μελέτες που δείχνουν πως η καύση φυσικού αερίου είναι περιβαλλοντικά, πιο καθαρή από άνθρακα και μειώνει τις εκπομπές ρύπων στην ατμόσφαιρα, εν τούτοις, το fracking είναι αφ΄εαυτού μια πιο βρώμικη διαδικασία επειδή εκπέμπει επιβλαβές CO2 και μεθάνιο που είναι, από τα δύο πιο ισχυρά αέρια του θερμοκηπίου.

Και επίσης, δεν πρέπει να λησμονούμε πως, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ όπου ιδιοκτήτες περιοχών με σχιστολιθικό αέριο είναι ιδιώτες, στην Ευρώπη είναι το κράτος που κατέχει τα μεταλλευτικά δικαιώματα.

Μια επιδείνωση της κρίσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε αλλαγή της πολιτικής στο θέμα. Ήδη οι εκπτώσεις ξεκίνησαν με την απόφαση αρκετών κυβερνήσεων να επιτρέψουν την καύση περισσότερου άνθρακα ή λιγνίτη, για να υποκαταστήσουν το έλλειμμα φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή, θέτοντας παρά πόδα τις κλιματικές υποσχέσεις τους…

[ΠΗΓΗ: https://www.energia.gr/, του Αδάμ Αδαμόπουλου, 15/9/2022]