Πρώτα ήταν το Brexit, μετά ο Ντόναλντ Τραμπ, και τώρα η Ιταλία. Για τρίτη φορά σε διάστημα έξι μηνών, πραγματοποιήθηκε ένα σημαντικός πολιτικός κίνδυνος, αφού οι Ιταλοί ψηφοφόροι απέρριψαν τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Τι έπεται στην Ιταλία και πόσο υπαρκτός είναι ο κίνδυνος αποχώρησης της χώρας από το ευρώ;
H Berenberg, κάνοντας μνεία στο ενδεχόμενο εξόδου της Ιταλίας από το ευρώ, παρατηρεί πως ο κίνδυνος – αν και έχει αυξηθεί λίγο – παραμένει περιορισμένος, αλλά όχι μηδαμινός. Όπως εκτιμά, σε αντίθεση με τις περιπτώσεις του Brexit και των εκλογών στις ΗΠΑ, το αποτέλεσμα του ιταλικού δημοψηφίσματος δεν προκάλεσε έκπληξη, ήταν αναμενόμενο και ήλθε σε συμφωνία με τις δημοσκοπήσεις. Αυτό θα μπορούσε να συγκρατήσει τον αντίκτυπο. Ωστόσο, οι αγορές της Ιταλίας, οι τράπεζές της και η οικονομία στο σύνολό της θα μπορούσαν να πληγούν, εκτός και εάν η Ιταλία επιλύσει άμεσα την πολιτική της κρίση.
Παράλληλα, όπως σημειώνει η Berenberg, σε ανάλυσή της, η αυξημένη αβεβαιότητα ενισχύει τις πιθανότητες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να ανακοινώσει, την ερχόμενη Πέμπτη, επέκταση του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων, πέρα από τον Μάρτιο του 2017.
Τα πολιτικά σενάρια
Ο Ρέντσι έκανε γνωστή την πρόθεσή του να παραιτηθεί, αλλά ο Ιταλός πρόεδρος, Σέρτζιο Ματαρέλα, θα προσπαθήσει να αποφύγει μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικής και χρηματοοικονομικής αστάθειας ή ακόμη και πρόωρες εκλογές. Ο Ματαρέλα θα διερευνήσει με τους ηγέτες των πολιτικών κομμάτων τις εξής τρεις επιλογές:
- Θεωρητικά, θα μπορούσε να διορίσει και πάλι τον Ρέντσι. Εάν ο Ρέντσι συμφωνήσει και εξασφαλίσει την ψήφο εμπιστοσύνης από το κοινοβούλιο, η πολιτική κρίση θα μπορούσε να επιλυθεί έως το τέλος της εβδομάδας. Ωστόσο, δεδομένης της μεγάλης διαφοράς μεταξύ του “ναι” και του “όχι” στο δημοψήφισμα της Κυριακής, κάτι τέτοιο καθίσταται ιδιαιτέρως δύσκολο.
- Το πιο πιθανό είναι ο Ματαρέλα να δώσει εντολή σχηματισμού για νέα κυβέρνηση σε κάποιο άλλο μέλος της κεντρο-αριστεράς του Ρέντσι που θα χρειαζόταν την ψήφο εμπιστοσύνης του κοινοβουλίου. Πιθανοί υποψήφιοι: Πιέρ Κάρλο Παντοάν, Πιέτρο Γκράσο, Κάρλο Καλέντα. Με λίγη τύχη, οι εξελίξεις θα μπορούσαν να δρομολογηθούν γρήγορα, ακόμη και πριν από τα Χριστούγεννα, προκειμένου να περιοριστούν οι αρνητικές επιπτώσεις λόγω της αβεβαιότητας.
- Εάν το κοινοβούλιο δεν δώσει την έγκρισή του για κυβέρνηση κεντρο-αριστεράς, ο Ματαρέλα πρέπει να ζητήσει από την κεντρο-δεξιά του Μπερλουσκόνι να συμμετέχει ή να στηρίξει μια μεταβατική κυβέρνηση. Τέτοια κυβέρνηση θα μπορούσε να σχηματιστεί μέχρι τα τέλη του Ιανουαρίου ή και νωρίτερα.
Και στα τρία παραπάνω σενάρια, η Ιταλία θα απέφευγε τις πρόωρες εκλογές, με την τελευταία επιλογή να μην τις αποκλείει.
Θα μπορούσε η Ιταλία να εγκαταλείψει το ευρώ;
Το ιταλικό Σύνταγμα δεν επιτρέπει δημοψήφισμα επί διεθνών συμβάσεων, όπως είναι εκείνη της καθιέρωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ. Το να επέλθει μια αλλαγή του Συντάγματος ή το να βρεθεί ένας άλλος τρόπος για να διευθετηθεί το θέμα, είναι μάλλον δύσκολο. Εντούτοις, η αναστάτωση, στην οποία θα “βυθίζονταν” οι αγορές και η οικονομία, και μόνο με τη συζήτηση γύρω από την παραμονή της Ιταλίας στο ευρώ, θα λειτουργούσε ως προειδοποίηση των κινδύνων που ελλοχεύουν. Η Berenberg καταλήγει, πάντως, πως ο κίνδυνος η Ιταλία να θελήσει να αποχωρήσει από το ευρώ φαντάζει μακρινός.
Πολύ δύσκολα τα πράγματα για τις ιταλικές τράπεζες
Το αποτέλεσμα του ιταλικού δημοψηφίσματος θα οδηγήσει σε καθυστερήσεις ή και σε εκτροχιασμό των σχεδίων ανακεφαλαιοποίησης των ιταλικών τραπεζών, κάνοντας την κρατική διάσωση αναπόφευκτη και ανοίγοντας τη συζήτηση για το bail-in, όπως σημειώνουν οι αναλυτές.
Μια νέα περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας, σίγουρα δεν αποτελεί καλό νέο για την ιταλική οικονομία, ωστόσο οι Ιταλοί είναι συνηθισμένοι σε αυτά, όπως σημειώνει η Citigroup σε νέο της report. Η μεταρρυθμιστική ορμή είχε ήδη σταματήσει εδώ και αρκετό καιρό και δεν είναι απίθανο να επιστρέψει, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, μέχρι τις επόμενες εκλογές. Οι μακροχρόνιες αδυναμίες της ιταλικής ανάπτυξης εξακολουθούν να υπάρχουν και οι μεσοπρόθεσμες ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μπορεί να επανεμφανιστούν, όπως επισημαίνει. Όπως είχε εκτιμήσει, το “σκληρό” Όχι των Ιταλών αναμένεται να οδηγήσει σε διεύρυνση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων με το spread να εκτοξεύεται 200-250μ.β.
Όπως προειδοποιεί η Citi, τα βλέμματα όλων πρέπει να στραφούν στις ιταλικές τράπεζες. Ο τραπεζικός κλάδος της χώρας είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στο ενδεχόμενο αυξημένης πολιτικής αβεβαιότητας λόγω: (i) των πιθανών καθυστερήσεων / εκτροχιασμού στις συνεχιζόμενες προσπάθειες άντλησης κεφαλαίων και (ii) της πολύ μεγάλης έκθεσης των τραπεζών σε κρατικά ομόλογα (περίπου € 400 δισ. ). Οι εξελίξεις στις τράπεζες θα είναι το βασικό σημείο εστίασης μέσα στις επόμενες ημέρες. Οι υψηλότερες αποδόσεις των κρατικών ομολόγων και οι πιέσεις στις τιμές των τραπεζικών μετοχών μπορεί να οδηγήσουν σε σύσφιξη των οικονομικών συνθηκών και να βαρύνουν το ΑΕΠ, όπως σημειώνει η αμερικάνικη τράπεζα.
Σε ότι αφορά την απάντηση από την πλευρά της πολιτικής, η Citi σημειώνει ότι μία υπερκομματική τεχνοκρατική κυβέρνηση μπορεί να είναι περισσότερο σε θέση / πρόθυμη να συμφωνήσει σε κάποια μορφή κρατικής στήριξης για τις ασθενέστερες τράπεζες ή / και σε bail-ins, από ότι ο θα ήταν ο Ρέντσι. Όπως σημειώνει, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος κάνει το bailout κάποιων ιταλικών τραπεζών, αναπόφευκτο.
Η Citi προσθέτει πως αν και οι οίκοι αξιολόγησης δεν αναμένεται να απαντήσουν άμεσα με υποβαθμίσεις, ωστόσο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος σίγουρα αύξησε την πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο στο επόμενο διάσημα. Η Fitch και η DBRS έχουν θέσει την αξιολόγηση της Ιταλίας σε παρακολούθηση για πιθανή υποβάθμιση, εν μέρει λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας που σχετίζεται με το δημοψήφισμα. Εάν η πολιτική αβεβαιότητα επιμείνει για περισσότερο από μερικές εβδομάδες, οι υποβαθμίσεις αναμένεται να ακολουθήσουν. Μια υποβάθμιση από την DBRS θα αυξήσει το κούρεμα που εφαρμόζονται στα ιταλικά κρατικά ομόλογα (και ενδεχομένως σε άλλα assets) που τοποθετούνται ως collateral για χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα, κι έτσι θα αυξηθεί το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών.
Σύμφωνα και με την GoldmanSachs, το αποτέλεσμα του ιταλικού δημοψηφίσματος αυξάνει την πιθανότητα κρατικής διάσωσης των ιταλικώντραπεζών αφού σχεδόν μηδενίζεται η πιθανότητα να πετύχει η ανακεφαλαιοποίησή τους μέσω της αγοράς.
Όπως σημειώνει η GS, οι ανακεφαλαιοποιήσεις και η πώληση των NPLs απαιτούν σημαντική δέσμευση από ξένα κεφάλαια. Το”Όχι” ενδέχεται να τροποποιήσει τους όρους με τους οποίους θα μπορούσαν να διατεθούν τα ξένα κεφάλαια και θα υπάρξουν καθυστερήσεις. Επίσης, αν τα spreads αυξηθούν οι ανησυχίες θα ενταθούν, με τους επενδυτές να στρέφουν το βλέμμα στην ΕΚΤ και αν τελικά θα τα κρατήσει υπό έλεγχο.
[ΠΗΓΗ: http://www.politically.gr/, 5/12/2016]