Η διαφυγή της Ευρωζώνης από τη ζώνη της ύφεσης, οι χαμηλότερες τιμές ενέργειας, αλλά και η ίδια η δυναμική της οικονομίας, μπορεί τελικά να αποδείξουν ότι η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για ανάπτυξη 1,8% φέτος είναι για άλλη μια χρονιά συντηρητική.
Η καθυστέρηση του χειμώνα κατά σχεδόν τρεις μήνες, την περίοδο Νοέμβριου – Ιανουαρίου, έδωσε μια βαθιά ανάσα τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία) σε ό,τι αφορά την ενεργειακή επάρκεια, τη λειτουργία της οικονομίας και την ανάγκη για μέτρα στήριξης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αρνητική ανάπτυξη που ανέμενε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το τέταρτο τρίμηνο του 2022 ήταν οριακή και μπορεί να μεταβληθεί σε στασιμότητα το 1ο τρίμηνο του 2023. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η πιθανότητα η Ευρωζώνη να αποφύγει την ύφεση και να πετύχει ανάπτυξη μεγαλύτερη από το 0,3%, όπως προέβλεπαν οι Βρυξέλλες, είναι όλο και πιο πιθανή. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, η Ελλάδα έχει να κερδίσει στον τομέα των εξαγωγών, καθώς οι χώρες της Ευρωζώνης είναι οι βασικοί εμπορικοί μας εταίροι.
Με άλλα λόγια οι εξαγωγές αγαθών θα αυξηθούν περισσότερο από 1,3% που προβλέπει ο προϋπολογισμός, ενώ τα πρώτα μηνύματα από τον τουρισμό θέλουν τη φετινή περίοδο να είναι καλύτερη από αυτήν του 2022, παρότι η Ευρώπη είναι ακόμη “μουδιασμένη”.
Οι τιμές της ενέργειας
Θετική επίδραση στο ελληνικό ΑΕΠ θα έχει η παραμονή της τιμής του φυσικού αερίου σε χαμηλά επίπεδα για όλο το πρώτο τρίμηνο του 2023, χαμηλώνοντας το κόστος ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Ως γνωστόν, η Ελλάδα παράγει μόνο το 25%-30% της ενέργειας που καταναλώνει. Κατά συνέπεια, οι εισαγωγές ενέργειας είναι αναλογικά ψηλότερες από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ και άρα οι χαμηλές τιμές, κυρίως για το φυσικό αέριο, σημαίνουν μεγαλύτερο ΑΕΠ αφού μειώνουν το κόστος εισαγωγών.
Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, η καθήλωση της τιμής του φυσικού αερίου για τον Ιανουάριο στην περιοχή των 60 ευρώ/MWH είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξει εξοικονόμηση κοντά στα 300 εκατ. ευρώ (0,3% του ΑΕΠ) από εισαγωγές καυσίμων. Βεβαίως, θα πρέπει να περιμένουμε αρκετούς μήνες ακόμη για να διαμορφωθεί ετήσια εξοικονόμηση από τις εισαγωγές που θα προστεθεί στο ΑΕΠ, καθώς στις αγορές κυριαρχεί ακόμη μεγάλη αβεβαιότητα για το υπόλοιπο του χρόνου.
Οι επενδύσεις
Πρωταγωνιστικό λόγο θα έχει για φέτος ο τομέας των επενδύσεων, αφού εκεί βρίσκεται το μεγαλύτερο στοίχημα του υπουργείου Οικονομικών για θετική ανάπτυξη στο σύνολο του χρόνου. Βάση της προσδοκίας αυτής είναι ένα ιστορικό υψηλό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, που φτάνει τα 12 δισ. ευρώ και μαζί με την απορρόφηση κονδυλίων ύψους 4 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), θα φτάσει τα 16 δισ. ευρώ.
Η έκπληξη εδώ αναμένεται να έρθει από τις ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες χρηματοδοτούνται από τα χαμηλότοκα δάνεια του ΤΑΑ, οι οποίες κινούνται με ρυθμό μεγαλύτερο από τον αναμενόμενο. Η προοπτική νέων διαδοχικών αυξήσεων των επιτοκίων του ευρώ έχει στρέψει όλες τις επιχειρήσεις που έχουν τραπεζικό προφίλ και σχέδια για επενδύσεις στη λύση του Ταμείου Ανάκαμψης. Το αποτέλεσμα είναι από τις επενδυτικές προτάσεις ύψους περίπου 11 δισ. ευρώ που έχουν συγκεντρωθεί στην ειδική πλατφόρμα του υπουργείου Οικονομικών, να έχουν υπογράψει δανειακές συμβάσεις επενδύσεις ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ, οι οποίες μπαίνουν άμεσα σε εφαρμογή.
Οι αριθμοί αυτοί θα μεγαλώσουν τους επόμενους μήνες, καθώς οι αυξήσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα συνεχιστούν και το Ταμείο Ανάκαμψης έχει χρονικό ορίζοντα υλοποίησης μέχρι και τα μέσα του 2026.
[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Τάσου Δασόπουλου, 27/1/2023]