ΕΡΧΕΤΑΙ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ;

Ασχοληθήκαμε ήδη με τις μακροπρόθεσμες συνέπειες με τις οποίες θα έρθει αντιμέτωπη σε βάθος χρόνου η Ρωσία λόγω της μετατόπισης των εφοδιαστικών αλυσίδων που διαδραματίζεται κάτω από το βάρος των δυτικών κυρώσεων. Ποιές είναι όμως οι πρώτες προσεγγίσεις όσον αφορά τον «λογαριασμό» που θα κληθεί να πληρώσει η Δύση;

Ένας λογαριασμός που «ανεβαίνει» ολοένα και περισσότερο καθώς η Κομισιόν μετά τις φρικαλεότητες στην Μπούκα μελετά νέο πέμπτο γύρο κυρώσεων, με τις αποφάσεις να αναμένονται τη Δευτέρα 11 Απριλίου, στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών και με μια πρώτη προσέγγιση στο σημερινό Ecofin.

Εξετάζονται μάλιστα όλα τα σενάρια, ακόμα και η διακοπή των ροών του φυσικού αερίου από τη Ρωσία, αν και όλο περισσότεροι Γερμανοί, πολιτικοί, τεχνοκράτες και υψηλόβαθμα στελέχη της βιομηχανίας προειδοποιούν για τις οικονομικές συνέπειες εάν διακοπεί ο ρωσικός ενεργειακός εφοδιασμός,

Ο Κρίστιαν Σέβινγκ, διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, δήλωσε ότι μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγήσει τη Γερμανία σε μια αναπόφευκτη ύφεση και το εμπάργκο εισαγωγών των ρωσικών υδρογοναθράκων όχι μόνο θα εκτοξεύσει τον πληθωρισμό σε διψήφια νούμερα αλλά «… θα αντιμετωπίσουμε ένα φαινόμενο που δεν έχουμε δει τα τελευταία 30 χρόνια: τον μακροπρόθεσμο πληθωρισμό».

Παρόμοιες είναι οι τοποθετήσεις του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ και της διευθύνουσας συμβούλου της εμβληματικής βιομηχανίας ThyssenKrupp, Μαρτίνα Μερτς.

Είναι φυσικό η Γερμανία ως η μεγαλύτερη βιομηχανική δύναμη της Ευρώπης και ταυτόχρονα με μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία, να ανησυχεί αυτή τη στιγμή για τις άμεσες συνέπειες από ένα πιθανό κλείσιμο της κάνουλας του ρωσικού φυσικού αερίου και φυσικά για το κόστος της ταχείας και επιτακτικής διαφοροποίησης των ενεργειακών της προμηθευτών.

Η ανησυχία αυτή αφορά όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες – κάποιες λιγότερο κάποιες περισσότερο – όμως αν ανοίξουμε το κάδρο, στο τέλος της ημέρας θα συνειδητοποιήσουμε ότι η ρήξη μεταξύ Ρωσίας και Δύσης είναι κάτι που έχει κόστος για όλους. Και αυτό γιατί βάζει τίτλους τέλους σε αυτό που ονομάζαμε μέχρι πρότινος – επικριτικά κάποιοι – ως «παγκοσμιοποίηση».

«Το ρολόι» θα γυρίσει πίσω

Αν και είναι από τις πιο «λιθοβολημένες» έννοιες, εντούτοις η παγκοσμιοποίηση έχει και πλεονεκτήματα. Χάρη σε αυτήν η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη παρουσίασε υψηλότατους ρυθμούς για πάρα πολλά χρόνια. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα της είναι η δυνατότητα παραγωγής με ανταγωνιστικούς κάθε φορά όρους ανά τον κόσμο. Αυτό μας πρόσφερε χαμηλό κόστος παραγωγής τόσο σε επίπεδο προϊόντων όσο και υπηρεσιών και μας χάρισε πολλά χρόνια χαμηλού πληθωρισμού.

Για την αποτελεσματικότητα αυτού του μοντέλου δημιουργήθηκαν εφοδιαστικές αλυσίδες σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη και λιμενικοί σταθμοί που εξυπηρετούν αυτές τις εφοδιαστικές αλυσίδες. Η ενεργειακή απεξάρτηση – και όχι μόνο – από τη Ρωσία και ο διαχωρισμός των κρατών στη «δυτική συμμαχία» το ανατολικό μπλοκ κ.ο.κ θα επιβάλλει τα επόμενα 3-5 χρόνια τη δημιουργία νέων εμπορικών διαδρόμων.

Για κάποια εμπορεύματα όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο, το υγροποιημένο αέριο το φυσικό αέριο, το λίθιο, το ουράνιο, τον χαλκό, αλλά και τα σιτηρά, το καλαμπόκι, τα έλαια κ.α, η ΕΕ θα υποχρεωθεί να βρει προμηθευτές πολύ πιο μακριά από ό,τι είναι η Ρωσία και η Ουκρανία, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν ανάλογα και οι εμπορικοί δρόμοι, θαλάσσιοι και χερσαίοι.

Η μετατόπιση των εφοδιαστικών αλυσίδων όμως είναι εγγενώς μια εξαιρετικά πληθωριστική διαδικασία. Βλέπετε οι νέοι εμπορικοί δρόμοι έχουν ένα κόστος. Θα χρειαστούν νέες γενναίες επενδύσεις για τη δημιουργία τους, κάτι που θα διατηρήσει το κόστος παραγωγής σε υψηλά επίπεδα τα επόμενα χρόνια, συμπαρασύροντας και το κόστος διαβίωσης.

Πώς το LNG και η πράσινη μετάβαση θα διατηρήσουν ψηλά τις τιμές τα αμέσως επόμενα χρόνια

Η απόφαση της ΕΕ να απεξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο για παράδειγμα θα την οδηγήσει στη μεσοπρόθεσμη λύση της αύξησης των εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου –LNG – από τις ΗΠΑ, αυξάνοντας τη ζήτηση για πλοία μεταφοράς LNG –LNG carriers- αλλά και την ανάγκη για δημιουργία νέων αποθηκευτικών χώρων και χώρων επεξεργασίας. Η Γερμανία έχει ήδη δεσμευτεί να χτίσει δύο νέους τερματικούς σταθμούς LNG, ενώ η Γαλλία σκοπεύει να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με την Ισπανία για τη δημιουργία αγωγού μεταφοράς αερίου.

Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι οι Έλληνες Εφοπλιστές ελέγχουν το 15,58% του παγκόσμιου στόλου υγραεριοφόρων (LNG / LPG). Κατά τη διάρκεια του 2021 η αξία του ελληνικού στόλου στην αγορά LNG αυξήθηκε κατά 2 δισ. δολάρια, με ώθηση από τα ισχυρά ναύλα στη spot. Η VesselsValue αποτιμά τον ελληνικό στόλο μεταφοράς LNG στα 19,1 δισ. δολάρια. Δεύτερος έρχεται ο ιαπωνικός στόλος, η αξία του οποίου υπολογίζεται σε 18,1 δισ. δολάρια και έπεται ο κινεζικός με αξία 10,4 δισ. δολάρια. Τα μεγέθη αυτά πιστεύουμε ότι θα είναι αρκετά πιο μεγάλα τα επόμενα 3-5 χρόνια.

Η ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης την οδηγεί όμως και στην επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αποκτούν εκ νέου νέο ειδικό βάρος στο ενεργειακό μίγμα όπως και η πυρηνική ενέργεια. Αμφότερες όμως απαιτούν πολλά έργα υποδομών τα οποία με τη σειρά τους απαιτούν μεγάλες ποσότητες μετάλλων και λοιπών πρώτων υλών.

Αυτός σε συνδυασμό με την προώθηση της ηλεκτροκίνησης είναι ένας από τους βασικότερους λόγους που οι τιμές του χάλυβα, του αλουμινίου και του χαλκού, του λιθίου και λοιπών μετάλλων καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, ανεβάζοντας τον δείκτη τιμών εμπορευμάτων του Bloomberg κατά 46% μόνο το τελευταίο 12μηνο.

Το μακροπρόθεσμο πλάνο μετάβασης της Ε.Ε για τις ΑΠΕ λοιπόν εκτοξεύει τις τιμές των εμπορευμάτων και αυτά με τη σειρά τους αυξάνουν το κόστος της πράσινης μετάβασης. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε ότι η ΕΕ προγραμματίζει την εγκατάσταση 290 GW αιολικής ενέργειας και 250 GW ηλιακής ενέργειας. Η υλοποίηση τους στις τρέχουσες τιμές απαιτεί χάλυβα αξίας 65 δισ. ευρώ – 52 εκατ. τόνοι – και χαλκό αξίας 7,6 δισ. δολαρίων.

Θα παραμείνουν όμως οι τιμές στα τρέχοντα επίπεδα; Ο πόλεμος έχει μεγάλο αντίκτυπο στη διαμόρφωση τους και σύμφωνα με εκτιμήσεις του Bloomberg, το κόστος κατασκευής των αναγκαίων υποδομών είναι ήδη κατά 20% υψηλότερο σε σχέση με περίοδο πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τα επίπεδα των τιμών λοιπόν μπορεί να επιδεινωθούν και άλλο.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ:

(Φωτό: Shutterstock)

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, της Μαίρης Βενέτη, 4/4/2022]