ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΥΠΑΡΧΟΥΝ. ΕΜΕΙΣ ΤΙΣ ΘΕΛΟΥΜΕ;

Τα μαντάτα από το ΙΕΝΕ για 468 δισ. επενδύσεις στη Ν.Α. Ευρώπη ως το 2030, είναι σημαντικά. Τα 45 δισ., που προβλέπονται για την Ελλάδα μας φθάνουν;

Ας σκεφτούμε ότι το γενικό ενεργειακό “παιχνίδι” (που βρήκε ήδη στην αργοκίνητη Ευρώπη πολύ χώρο να κάνει τα τερτίπια του…), ξεκινάει μόλις τώρα. Και είναι σοβαρό θέμα, ποια από τα κράτη μέλη θα βρει αδιάβαστα ή στην πλάτη ποιων θα περάσουν οι “αγριάδες” του, σκληρού χωρίς αμφιβολία, παιχνιδιού. 

Η Ελλάδα είναι σε εκείνες τις χώρες και της Ν.Α. Ευρώπης που θα δεχτεί τις πιο βαριές ενεργειακές “καρπαζιές” όσο συνεχίζει και στις επενδύσεις (βιομηχανικές,  τουριστικές αλλά και ενεργειακές) να έχουν λόγο οι πολιτικές ανάγκες και όχι της οικονομίας.

Πολιτική παρέμβαση,  10ετίες τώρα, που δίνει άνεση σε κόμματα,  σε ελεγχόμενες Οργανώσεις,  εργατοπατέρες, οικοπεδοφάγους,  Δήμους και τις Κοινότητες να έχουν τον πρώτο αλλά και τον τελευταίο λόγο.

Χιλιοειπομένα όλα αυτά. Χρειάζεται όμως να τα ανασκαλίσουμε μιας και το Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης γράφει στην έκθεσή του “Επενδύσεις 468 δισ. ευρώ στην ενέργεια μέχρι το 2030 στη Ν.Α. Ευρώπη“, και κάτι άλλα.

Ότι στον ηλεκτρισμό αναμένεται να γίνουν επενδύσεις ύψους 150,15 δισ. ευρώ στη συμβατική ηλεκτροπαραγωγή αλλά και στην αναβάθμιση δικτύων μεταφοράς και διανομής.

Ότι 109,9 δισ. θα επενδυθούν στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (μικρά υδροηλεκτρικά, Αιολικά, φωτοβολταϊκά, ηλιοθερμικά, βιομάζα, γεωθερμία). 

Ότι, πιο γρήγορα από τις υπόλοιπες χώρες (προσελκύοντας τις αναγκαίες επενδύσεις σε μια ποικιλία ενεργειακών πρότζεκτ, (εμφανίζονται η Ελλάδα, η Τουρκία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, και η Σερβία).

Και ρωτώ τώρα εγώ. Υπάρχει κάποιος σε αυτό τον τόπο που θεωρεί ότι η Ελλάδα, η οποία εισάγει χρόνια και χρόνια και από την Τουρκία έτοιμη ενέργεια (γιατί το σύστημά μας, παραγωγής ηλεκτρισμού δεν μπορούσε να τροφοδοτήσει ούτε 10% ανάπτυξη) θα γίνει (τελικά) ανταγωνιστική της Τουρκίας με τα μόλις 45 δισ. σε επενδύσεις σε ενέργεια, στην 10ετία μέχρι το 2030;

Ρωτώ πάλι εγώ. Θα γίνουμε ανταγωνιστικοί έστω και στη Ν.Α. Ευρώπη με τη Ρουμανία, τη Σερβία και γιατί όχι και τη Βουλγαρία με τις λίγες επενδύσεις που διακρίνονται στη μελέτη του ΙΕΝΕ; 

Ας δεχθούμε όμως ότι μετά την ενεργειακή κρίση (που ξεκίνησε από το 2021 και κορυφώνεται με τον πόλεμο) μας είναι εύκολο να αντιληφθούμε ότι έφθασε η ώρα και του δικού μας, του ελληνικού, αναθεωρητισμού.

Αναθεωρητισμού και στις επενδύσεις. Που σημαίνει (στην πράξη του σήμερα) ότι άμεσης προτεραιότητας πρέπει να ξεχωρίσουμε και τις ενεργειακές επενδύσεις. 

Γιατί,  κατά τα άλλα, ας μη γελιόμαστε με επενδυτικές φανφάρες. Μόνο οι ενεργειακές μπορούν (από εδώ και πέρα) να βάλουν και το δικό τους χεράκι στην ανταγωνιστικότητα μας. Ειδικά στην εξαγωγική,  αν θέλουμε να μιλάμε για εξωστρέφεια από το 2023 και μετά.

Θα τα καταφέρουμε; 

Θα πείσουμε τους επενδυτές με τη μαύρη και άθλια εμπειρία που έχουν από τις δήθεν “ευκαιρίες” στην Ελλάδα, ότι οι ενεργειακές επενδύσεις είναι καλοδεχούμενες;

Ότι οι επενδυτές δεν πρόκειται να πέσουν πάνω στα γνωστά μας “κινήματα” προστασίας της κατσίκας…, που θα την ενοχλήσουν στη γέννα οι ανεμογεννήτριες ή τα φωτοβολταϊκά; 

Στα άλλα κινήματα που έδιωξαν από τον τόπο (συνοδεία της τοπικής αυτοδιοίκησης) κάθε είδους πυρηνικές μονάδες κάνοντας έτσι εύκολη τη ζωή των εισαγωγέων πυρηνικής ενέργειας και από τη Βουλγαρία; 

Στα περίεργα κινήματα, που δεν θέλουν ο ήλιος, ο αέρας και τα νερά του Ελλαδιστάν να εξυπηρετούν παραγωγές ενέργειας αλλά αποκλειστικά τον τουρισμό… Και κατ’ επέκταση και το επάγγελμα του γκαρσονιού της Ευρώπης…; 

Κατά τη δική μας άποψη, αν χάσουμε τα πολύμορφα επενδυτικά ενδιαφέροντα (των κάπου 500 δισ. ευρώ -που όντως θα δούμε στον ενεργειακό χώρο της Ν.Α Ευρώπης-) μετατρέποντας την Ελλάδα σε ενεργειακό εργοτάξιο,  ως το 2030 (με σχέδιο βεβαίως, με στόχους και με χρονοδιάγραμμα), ας ξεχάσουμε τα στατιστικά νούμερα για ανάπτυξη. Ας ξεχάσουμε και τις επενδύσεις, με θέσεις εργασίας και προοπτική καριέρας. Τουρισμός και πολύ μας πάει… Και οι αγρότες μας; Μια ματιά σε “συναλλαγές” Έβρου-Τουρκίας, με κέντρο την Ανδριανούπολη, φθάνει για να μας πείσει. Ακόμη πιο πολλά για το θέμα θα πούμε, σε άλλο σημείωμά μας.

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Γιώργου Κράλογλου, 6/4/2022]