ΑΠΡΙΛΙΟΣ – ΜΑΙΟΣ: ΔΙΜΗΝΟ ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ

Σε πρόσφατη τοποθέτησή του (η οποία δημοσιεύεται στο site της ΕΚΤ) ο επικεφαλής του SSM κ. Ενρία, διατύπωσε την εκτίμηση ότι το πολύ σε δύο μήνες θα αρχίσει να εκδηλώνεται η παρούσα κρίση και επιδείνωση της οικονομικής δραστηριότητας σε ένα από τα πλέον ευαίσθητα στοιχεία του ευρωσυστήματος, τα “κόκκινα δάνεια”.

Οι προβλέψεις που γίνονται σε επίπεδο έρευνας από την Κομισιόν και την ΕΚΤ παρ’ ό,τι διαφέρουν κατά τι, εντούτοις συμφωνούν πως η μοναδική προς το παρόν βεβαιότητα είναι ότι αφενός η επιδείνωση ήταν και παραμένει ραγδαία και πολλαπλάσια ταχύτερη μέσα στον Απρίλιο από τον Μάρτιο. Και ότι αυτό συνεχίζεται τον Μάιο. 

Αφετέρου ότι δεν είναι προς το παρόν δυνατό να εκτιμήσει κανείς το εύρος της παρά μόνο αφού υπάρξουν σαφείς ενδείξεις για το σημείο “εξόδου”, το οποίο σε κάθε περίπτωση συναρτάται με την εξέλιξη της πανδημίας και τοποθετείται μετά τα τέλη του 2022, οπότε -όπως εκτιμάται- θα είναι διαθέσιμες θεραπείες της πανδημίας και παράλληλα θα έχει αρχίσει η αποκατάσταση της αλυσίδας των οικονομικών σχέσεων και συναλλαγών σε όλα τα επίπεδα. 

Σε αυτό το πλαίσιο εκτιμήσεων η “έκρηξη” του όγκου των NPLs αναμένεται να αρχίσει να αποτυπώνεται σε όλο το φάσμα των αποχρώσεων του “κόκκινου” από τις αρχές του β’ εξαμήνου και ειδικά από τον Ιούλιο. Μέχρι τότε, τόσο για την οικονομία όσο και για το τραπεζικό σύστημα ο ρόλος της ΕΚΤ κατά πρώτον και των ευρωπαϊκών και εθνικών προγραμμάτων δημοσιονομικής στήριξης κατά δεύτερον, αποτελούν τα αναχώματα αντιμετώπισης των ασφυκτικών πιέσεων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. 

Το βασικό όμως ζήτημα ήταν και παραμένει η διάρκεια της πανδημίας, τα ενδεχόμενα (στην ΕΚΤ τα θεωρούν στοιχεία της ανάλυσής τους) επόμενα “κύματα” υποτροπής της πανδημίας και η συνδυαστική επάρκεια των παρεμβάσεων των κεντρικών τραπεζών με τα ευρωπαϊκά και εθνικά προγράμματα στήριξης, το εύρος των οποίων είναι πολύ διαφορετικό από χώρα σε χώρα. 

Για την Ελλάδα οι επίσημες εκτιμήσεις Κυβέρνησης και ΤτΕ όσον αφορά το εύρος των συνεπειών της διπλής κρίσης αντιμετωπίζονται με σχετική επιφύλαξη, καθώς – λόγω του ρόλου που παίζει ο τουρισμός στην οικονομία – αξιολογούνται ως “αισιόδοξες”, αφού περιορίζουν π.χ. τις προβλέψεις για το έλλειμμα σε επίπεδα κάτω του 5% του ΑΕΠ, ενώ οι ανεπίσημες προσωρινές εκτιμήσεις σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη στις αρμόδιες Γενικές διευθύνσεις, “βλέπουν” ως πιθανότερο να κινηθούν σε διπλάσιο επίπεδο. Και στο πλαίσιο αυτό αντιμετωπίζεται και η “δυναμική” των προβλέψεων για τις εξελίξεις όσον αφορά τον όγκο των NPLs…

Παρ’ όλα αυτά τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στην Φρανκφούρτη η επίσημη παραδοχή ήταν και παραμένει ότι δεν μπορούν να υπάρξουν ρεαλιστικές προβλέψεις όσο υπάρχει η αβεβαιότητα για την “επόμενη ημέρα”. 

Και στο επίπεδο αυτό όμως φαίνεται ότι η προτεραιότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο παραμένει στον χώρο της ΕΚΤ και των νέων εργαλείων που ετοιμάζεται να θέσει σε ετοιμότητα αν η διάρκεια της κρίσης επεκταθεί. Και αυτό παρά τις ισχυρές θεσμικές αντιρρήσεις του γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου που θα παραμείνουν σε εκκρεμότητα για το επόμενο τρίμηνο. Τα νέα εργαλεία της ΕΚΤ φαίνεται – σύμφωνα με διαρροές που έχουν υπάρξει – ότι στοχεύουν στο να καλύψουν τους τραπεζικούς ισολογισμούς απέναντι στην πίεση που αναμένεται να δεχθούν από τις μαζικές υποβαθμίσεις ιδιωτικού αλλά πολύ πιθανόν και δημόσιου χρέους τους επόμενους μήνες. Ηδη τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η ΕΚΤ καταγράφουν κατακόρυφη αύξηση των υποβαθμίσεων από τις αρχές του έτους  γεγονός που αφενός απαξιώνει μέρος των κεφαλαιακών assets των τραπεζών και αφετέρου δυσκολεύει και περιορίζει τη δυναμική αναχρηματοδότησης τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα.

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Γ. Αγγέλη, 13/5/2020]