Την ανάγκη να τηρηθεί κατά γράμμα όλο το πλαίσιο των παρεμβάσεων που έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση στο πλαίσιο του τρίτου μνημονίου – περιλαμβανομένων των περικοπών στο αφορολόγητο και στις συντάξεις το 2019-2020 – αλλά και ένα νέο κύμα πρωτοβουλιών στο πεδίο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αναμένεται να περιλαμβάνει στις συστάσεις του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η έκθεση που έχει συντάξει με βάση το άρθρο 4 του καταστατικού του, δίδεται σήμερα το μεσημέρι στη δημοσιότητα.
Η έκθεση (η οποία εγκρίθηκε την προηγούμενη εβδομάδα από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου), θα περιλαμβάνει και ειδικό παράρτημα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους τώρα και στο μέλλον. Ο λόγος για τους αναλυτικούς πίνακες που περιμένουν με ανυπομονησία οι αγορές και οι επενδυτές, προκειμένου να διαμορφώσουν τη θέση που θα πάρουν απέναντι στις ελληνικές εκδόσεις και στις τοποθετήσεις τους στην ελληνική αγορά.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναμένεται να επισημαίνει ότι με τις παρεμβάσεις που αποφασίστηκαν στο Eurogroup τον Ιούνιο, το χρέος είναι πλέον βιώσιμο βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Ωστόσο, θα καταγράφει και αβεβαιότητες στις μακροπρόθεσμες προοπτικές βιωσιμότητάς του, οι οποίες θα επιτάσσουν νέο κύκλο παρεμβάσεων μετά το 2032.
Ο τρόπος με τον οποίο θα αποτυπωθεί αυτή η αβεβαιότητα είναι το ζητούμενο για τις αγορές. Και τούτο δεδομένου ότι θα πρόκειται για την πρώτη επίσημη αναλυτική καταγραφή των αποφάσεων για τις επιπτώσεις που θα έχουν στο μέλλον οι αποφάσεις του Ιουνίου (η σχετική αναλυτική έκθεση από Κομισιόν δεν έχει ανακοινωθεί).
Ειδική σημασία θα έχουν και οι επισημάνσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το πόσο φιλόδοξες είναι οι παραδοχές διατήρησης τόσο υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, αλλά και η εκτίμηση που θα υπάρχει για το μακροπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας (δεδομένου ότι πλέον και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει συγκλίνει σε ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ κατά 1% ετησίως στο μέλλον).
Επιπλέον, αναμένεται να καταγράφεται η ανάγκη να τηρηθούν τα συμφωνηθέντα, αλλά και να προχωρήσει η πιστά η Ελλάδα στη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων με νέο κύκλο παρεμβάσεων.
Μία πρώτη εικόνα για το τη θέση που θα κρατήσει το ΔΝΤ στο πεδίο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων έδωσε άλλωστε προ ημερών κατά την δημοσιοποίηση της ανάλογης έκθεσης για την Ευρωζώνη. Καταγράφεται ειδικά για την Ελλάδα ένα πακέτο παρεμβάσεων σε τέσσερις τομείς. Οι συστάσεις περιλαμβάνουν:
- τη διατήρηση αλλά και την επέκταση των παρεμβάσεων στο εργασιακό, περιλαμβανομένων νέων ανατροπών στις συλλογικές διαπραγματεύσεις και στις ομαδικές απολύσεις.
- τη σημαντική επιτάχυνση της απελευθέρωσης των λεγόμενων “κλειστών” επαγγελμάτων σε κρίσιμους τομείς όπως είναι οι μηχανικοί, οι δικηγόροι και οι συμβολαιογράφοι.
- την πλήρη εφαρμογή των παρεμβάσεων του ΟΟΣΑ για την ενίσχυση του ανταγωνισμού, περιλαμβανομένων των οικοδομικών υλικών και τη λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές αλλά και
- την πλήρη εφαρμογή της μεταρρύθμισης για την ταχύτερη αδειοδότηση των επιχειρήσεων ειδικά σε 24 τομείς όπου παραμένουν εκκρεμότητες στην οριστικοποίηση της δευτερογενούς νομοθεσίας με σύσταση για νέο κύκλο παρεμβάσεων στο περιβαλλοντολογικό τομέα.
Ειδική έμφαση αναμένεται να δίδεται και στο τραπεζικό τομέα και στην απομείωση των κόκκινων δανείων αλλά και στο πεδίο του δημοσίου.
Αλλά και στην πρώτη παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έκθεσης (η οποία έλαβε χώρα στις 29 Ιουνίου), το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα έχει διανύσει μεγάλο δρόμο, αλλά ακόμα αντιμετωπίζει πολλές και σημαντικές προκλήσεις οι οποίες, αν δεν επιλυθούν, πλήττουν την επιτάχυνση της ανάπτυξης. Επίσης είχε επισημανθεί ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα περιορίζουν τις επιλογές πολιτικής.
Αναφέρθηκε ότι κάθε καθυστέρηση στις δημοσιονομικές παρεμβάσεις θα επηρεάσει σοβαρά την αξιοπιστία των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους που συμφωνήθηκαν από τους Ευρωπαίους εταίρους και ότι ελληνικές αρχές πρέπει να είναι πάρα πολύ προσεκτικές στην υιοθέτηση μονίμων μέτρων επεκτατικής πολιτικής πέρα από αυτά που συμφωνήθηκαν ήδη (δηλαδή τα αντίμετρα), ούτως ώστε να μην θέσει σε κίνδυνο τους δημοσιονομικούς στόχους.
[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, της Δήμητρας Καδδά, 31/7/2018]