Περιθώριο για μειώσεις φόρων ή για άλλες παροχές (δημοσιονομικός χώρος) ύψους €866 εκατ. το 2019, €1,28 δισ. το 2020, €2,1 δισ. το 2021 και €3,58 δισ. το 2022 προβλέπει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα το οποίο έφερε στη δημοσιότητα σήμερα το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο.
Ωστόσο, οι παροχές αυτές είναι αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης στην οποία προέβη η κυβέρνηση όπως επισημαίνει το ίδιο το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, αλλά και αποδεικνύεται από τα στοιχεία του μεσοπρόθεσμου που παραθέτει.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα ξεπεράσουν κατά πολύ τον μνημονιακό στόχο του 3,5% του ΑΕΠ, φτάνοντας έως το 5,19% του ΑΕΠ το 2022.
Την ίδια χρονιά, το σύνολο των εσόδων αυξάνεται σε 91,6 δισ. ευρώ έναντι 88 δισ. ευρώ που θα επαρκούσαν για να διατηρηθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ.
Το μεσοπρόθεσμο, το οποίο θα κατατεθεί τις επόμενες ημέρες στη Βουλή, βασίζεται σε μέσο ρυθμό ανάπτυξης 2,16% για την περίοδο 2018-2022.
Παράλληλα, αναθεωρεί τον στόχο του ΑΕΠ για το 2018 από το 2,3% στο 2% και προβλέπει επιτάχυνση αρχικά της ανάπτυξης στο 2,4% το 2019 και στη συνέχεια σταδιακή επιβράδυνση έως το 1,8% το 2022.
Την ίδια χρονιά εκτιμά ότι η ανεργία θα επιβραδυνθεί στο 14,3% από 19,9% το 2018.
Υπό προϋποθέσεις εγκρίνει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο στην αξιολόγηση, που βάσει νόμου πρέπει να κάνει, εκτιμά ότι οι προβλέψεις στις οποίες βασίζεται η κυβέρνηση είναι αισιόδοξες. Σε αυτό το πλαίσιο σημειώνει ότι υιοθετεί το μεσοπρόθεσμο υπό προϋποθέσεις.
Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι “οι αισιόδοξες εκτιμήσεις που αποτυπώνονται στο Μεσοπρόθεσμο για σημαντική αύξηση των επενδύσεων στην περίοδο 2018-2022 προϋποθέτουν σταθεροποίηση των προσδοκιών, σημαντική βελτίωση του επενδυτικού και επιχειρηματικού κλίματος και ευνοϊκή διεθνή συγκυρία.
Πολλές από αυτές τις προϋποθέσεις παραμένουν σήμερα ως “ζητούμενα” και με αυτήν την έννοια οι εκτιμήσεις για διατηρήσιμους ρυθμούς μεγέθυνσης της τάξης άνω του 2% ετησίως κρίνονται αισιόδοξες. Υπ’ αυτό το πρίσμα, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο υιοθετεί υπό προϋποθέσεις τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις του ΜΠΔΣ.
Όπως αναφέρει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, “ο στόχος που τίθεται στο ΜΠΔΣ 2019-2022 για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% είναι απαιτητικός. Ωστόσο οι ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις που κατεγράφησαν το 2016 και το 2017 (πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% και 4,2% του ΑΕΠ αντίστοιχα) καθιστούν θεμιτή την εκτίμηση ότι είναι επιτεύξιμη η στόχευση για πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ. Η επίτευξη του στόχου όπως έχει τεθεί από το Υπουργείο Οικονομικών στο ΜΠΔΣ 2019-2022, σε συνδυασμό με μεγέθυνση 2,16% σε μέσο ετήσιο ρυθμό μεταξύ 2018 και 2022, προϋποθέτει τη συγκράτηση των δημοσίων δαπανών στα επίπεδα των 86-87,5 δισ. ευρώ και τη διατήρηση μιας ελαφράς αυξητικής τάσης των δημοσίων εσόδων με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 1,35%. Πάντως για την επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου όπως έχει τεθεί στη Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (ΣΧΔ) -με δεδομένο το ύψος των δαπανών- θα αρκούσε ηπιότερη αύξηση των δημοσίων εσόδων. Θα μπορούσε συνεπώς να θεωρηθεί ότι το πλεόνασμα των εσόδων που προκύπτει από αυτήν τη διαφορά ισοδυναμεί με αντίστοιχης έκτασης οιονεί “δημοσιονομικό χώρο”, ο οποίος είναι δυνατό να αξιοποιηθεί σε στοχευμένες, σταδιακές και προγραμματισμένες μειώσεις της φορολογικής επιβάρυνσης”.
Οι κίνδυνοι
Σύμφωνα με την έκθεση του Συμβουλίου, “η επίτευξη των στόχων για το 2018 αλλά και για τα επόμενα έτη συναρτάται στενά με τις δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας, καθώς και με συνθήκες πολιτικής σταθερότητας και σχετικής οικονομικής ανάκαμψης σε ευρωπαϊκή κλίμακα, παρά τους κλυδωνισμούς που αναμένεται να προξενήσουν ο αντίκτυπος που θα έχουν στις κεφαλαιαγορές πολιτικές αναταράξεις σε Ιταλία και Ισπανία, οι γεωπολιτικές αναστατώσεις στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, οι εξελίξεις των τιμών της ενέργειας και οι κλιμακούμενες πολιτικές προστατευτισμού από τις ΗΠΑ”.
Οι τρεις προϋποθέσεις
Εξάλλου, σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο, το σενάριο των μεσοπρόθεσμων μακροοικονομικών εξελίξεων της περιόδου 2019-2022 στηρίζεται στις εξής αρχικές παραδοχές:
- Ομαλή ολοκλήρωση του ισχύοντος προγράμματος.
- Διατύπωση δεσμευτικής πολιτικής απόφασης για το πλέγμα και το χρονοδιάγραμμα των μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα καθιστούν μακροχρόνια διαχειρίσιμο το δημόσιο χρέος.
- Εφαρμογή λεπτομερούς αναπτυξιακού σχεδίου για την ελληνική οικονομία.
Όχι νέα κρατικά φέσια
Στο σκέλος της υπερσυγκράτησης δαπανών που αποτελεί βασική προϋπόθεση του νέου μεσοπρόθεσμου, το Δημοσιονομικό Συμβούλιο επισημαίνει ότι “η όποια συγκράτηση των δαπανών δεν μπορεί να προκύπτει από ενδεχόμενη, νέα συσσώρευση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της Γενικής Κυβέρνησης, όπως άλλωστε προβλέπεται τόσο από τον εκτελούμενο προϋπολογισμό όσο και από τις δεσμεύσεις του λήγοντος προγράμματος χρηματοδοτικής διευκόλυνσης”.
[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr , της Δήμητρας Καδδά, 5/6/2018]