Η συζήτηση για την περαιτέρω αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους άρχισε.
Κατά πως φαίνεται, όμως, έχει να ξεπεράσει έναν σκόπελο που ακούει στο όνομα “ΔΝΤ”.
Η φόρμουλα με την οποία επιχειρείται να βρεθεί δίοδος υπέρβασης της αντίθεσης μεταξύ Ευρωζώνης και ΔΝΤ για το χρέος έχει επίσης όνομα και λέγεται “γαλλική πρόταση”, παρά το ότι δεν έχει τίποτα το… γαλλικό.
Αλλά και αυτή έχει τις δυσκολίες της, καθώς το ΔΝΤ όχι μόνο επιμένει στις δικές του εκτιμήσεις, αλλά, πολύ περισσότερο, επιμένει σε συμφωνία πάνω σε συγκεκριμένες προβλέψεις και μέτρα, ενώ η “γαλλική πρόταση” είναι μια μαθηματική συνάρτηση με “μεταβλητές” που θα αλλάζουν ανάλογα με τις εξελίξεις.
Κάπου εκεί έχει σκαλώσει η προσπάθεια του ESM, ο οποίος επιμένει στον σχεδιασμό του, γιατί βλέπει τη συμφωνία για το χρέος στην Ελλάδα να αποτελεί στη συνέχεια το μοντέλο πάνω στο οποίο θα διαμορφωθεί το πλαίσιο-βάση με το οποίο θα αντιμετωπίζεται η κάθε μελλοντική κρίση χρέους στην Ευρωζώνη.
Η προοπτική αυτή, άλλωστε, θα αποτελέσει στη συνέχεια τη βάση για να κρατηθεί ζωντανή η διαδικασία ολοκλήρωσης της τραπεζικής ενοποίησης, με τον τρίτο πυλώνα, δηλαδή της συγκρότησης ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού εγγύησης καταθέσεων.
Όλα αυτά, δηλαδή, που έχουν τεθεί ως οι βασικές επόμενες “αλλαγές” στην αρχιτεκτονική της Ευρώπης.
Η γαλλική πρόταση και το ΔΝΤ
Η “γαλλική πρόταση”, που έχει κατ’ αρχήν γίνει αποδεκτή από το Eurogroup του Ιουνίου του 2017, στηρίζεται σε μια λογική η οποία λέει ότι, όσο καλύτερα θα πηγαίνει η ελληνική οικονομία, τόσο περισσότερα θα δίνει για την αποπληρωμή του χρέους της. Αντίστοιχα, όσο χειρότερη είναι η πορεία του ΑΕΠ, τόσο μικρότερη θα πρέπει να είναι η επιβάρυνση του Προϋπολογισμού για την αποπληρωμή τόκων και χρεολυσίων. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η “βιωσιμότητα” της διαδικασίες εξυπηρέτησης του χρέους και το ίδιο το χρέος, δηλαδή η μακροπρόθεσμη αποκλιμάκωση και αποπληρωμή του.
Το σχέδιο του ESM προβλέπει ότι η συνάρτηση αυτή θα συνοδεύεται με την οικειοθελή δέσμευση της Ελλάδας με ένα “αναπτυξιακό πρόγραμμα”, το οποίο, όμως, θα περιλαμβάνει δεσμεύσεις για τις ήδη νομοθετημένες μεταρρυθμίσεις (με το τρίτο πρόγραμμα). Η τυχόν ανάκλησή τους θα οδηγεί σε αναστολή των όρων ελάφρυνσης του χρέους. Όλα αυτά πέραν και παράλληλα με την αυξημένη εποπτεία του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο λύσης, το ΔΝΤ έχει τις αντιρρήσεις του.
Κατά τη “λογική” του ΔΝΤ, ο συσχετισμός της πορείας της οικονομίας με το ύψος της εξυπηρέτησης του χρέους πρέπει να είναι συγκεκριμένος και όχι μια μαθηματική συνάρτηση. Για τον λόγο αυτό, θέτει ως προϋπόθεση τη διαμόρφωση συγκεκριμένων μεγεθών για το ΑΕΠ και την εξυπηρέτηση του χρέους.
Και το πρόβλημα πλέον έχει καταλήξει στο “πού” θα διαμορφωθούν τα σενάρια για το ΑΕΠ και την εξυπηρέτηση του χρέους με συγκεκριμένα μεγέθη, με τις προβλέψεις του ΔΝΤ ή της Ευρωζώνης, ή και των δύο μαζί.
Η διελκυστίνδα έχει αρχίσει, αλλά δύσκολα θα βρεθούν σενάρια που να ικανοποιούν και τις δύο πλευρές…
Καμπή η επόμενη αναβάθμιση
Η πρόσφατη εσπευσμένη αναβάθμιση από τη Moody’s κατά δύο βαθμίδες, από το “Caa2” σε “Β3”, ερμηνεύθηκε ανεπισήμως ως αναγκαία για να μπορεί ο οίκος αξιολόγησης να προχωρήσει έγκαιρα σε νέα αναβάθμιση με το τέλος της τέταρτης αξιολόγησης.
Παρά το γεγονός ότι η “εξήγηση” αυτή δεν φαίνεται να καλύπτει τις απορίες της αγοράς, εντούτοις πράγματι υφίσταται ένα θέμα, καθώς η Moody’s, κατ’ εξοχήν “δύσκολη” στις αναβαθμίσεις για την Ελλάδα, είχε μείνει πίσω σε σχέση με τους άλλους οίκους όσον αφορά την προσαρμογή της βαθμίδας αξιοπιστίας μετά τη δεύτερη και την τρίτη αξιολόγηση.
Τώρα αναπάντεχα τοποθετεί την αξιολόγηση της Ελλάδας σε επίπεδα που αυτή ήταν πριν από το 2011, ήτοι μία βαθμίδα υψηλότερα από εκεί που ήταν το 2014, όταν είχε και πάλι τεθεί θέμα επιστροφής στις αγορές.
Εφόσον οι διαπραγματεύσεις για το χρέος οδηγήσουν έγκαιρα σε αποτέλεσμα με την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης, τότε και οι τρεις οίκοι θα πρέπει άμεσα να προβούν σε νέα αξιολόγηση.
Το ενδιαφέρον είναι ότι στο μεταξύ θα έχουν, εκτός απροόπτου, μεσολαβήσει και νέες εκδόσεις ομολόγων, που θα πρέπει να αξιολογηθούν από τους δύο τουλάχιστον εκ των τριών οίκων. Οι αξιολογήσεις αυτές θα αποτυπώσουν ως ενδιάμεσα βήματα τις προθέσεις των τριών οίκων όσον αφορά την αναβάθμιση. Και αναγκαστικά θα επηρεάσουν –και θα επηρεαστούν– από το πώς θα κλείσει η συμφωνία για το χρέος.
Υπό ομαλές συνθήκες, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για την αναβάθμιση της Ελλάδας σε επίπεδο “ΒΒ” (“-” ή “+”) για Fitch και S&P και “Ca” (“2” ή “3”) για τη Moody’s. Σε κάθε περίπτωση, το “BB” θα αποτελέσει την επισφράγιση της προσδοκίας “ομαλής” επιστροφής στις αγορές, παρά το γεγονός ότι η “βαθμολογία” αυτή παραμένει non investment για τις διεθνείς αγορές. Οι εξελίξεις αυτές, βέβαια, προϋποθέτουν την ολοκλήρωση της διαδικασίας διευκρινίσεων για τα επιπλέον μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και το “πράσινο φως” από πλευράς Ευρωζώνης του “αναπτυξιακού προγράμματος” που θα καταθέσει το ελληνικό ΥΠΟΙΚ. Μέχρι τότε το ΔΝΤ κρατά για τον εαυτό του το δικαίωμα να διατηρεί σε εκκρεμότητα τη στάση του απέναντι στη “βιωσιμότητα” του ελληνικού χρέους…
[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Γ. Αγγέλη, 25/2/2018]