Η βιωσιμότητα ήταν πάντα ένα βασικό μέλημα στην εξορυκτική βιομηχανία και με την πάροδο του χρόνου θα συνεχίσει να διαμορφώνει αυτή την δραστηριότητα.
Η δραστηριότητα της εξορυκτικής βιομηχανίας είναι αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης ζωής, με τα ορυκτά και τα εμπορεύματα που εξορύσσονται σε όλο τον κόσμο παίζουν καθοριστικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τόσο οι κάθε λογής επιχειρήσεις όσο και οι καταναλωτές. Όπως όμως συμβαίνει και με κάθε κλάδο παροχής βασικών προϊόντων και υπηρεσιών, δίνεται ιδιαίτερη σημασία στις διαδικασίες και τις επιπτώσεις της λειτουργίας της τόσο από περιβαλλοντικής όσο και από οικονομικής άποψης.
Στοιχεία που συγκέντρωσε το Τμήμα Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (δες εδώ), δείχνουν πως, κατά τον 20ο αιώνα, η εξόρυξη δομικών ορυκτών αυξήθηκε κατά 34 φορές, ενώ εκείνη των μεταλλευμάτων και βιομηχανικών ορυκτών αυξήθηκαν 27 φορές, πράγμα που ξεπέρασε σημαντικά τον τετραπλασιασμό του παγκόσμιου πληθυσμού, ακόμα και την αύξηση κατά 24 φορές του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Τα αιώνια ερωτήματα
Η τόσο μεγάλη αύξηση της εξορυκτικής δραστηριότητας φυσικά ασκεί πίεση στους φυσικούς πόρους και δημιούργησε ερωτήματα γύρω από θέματα βιωσιμότητας, αλλά το γεγονός είναι ότι οι βιώσιμες πρακτικές αποτελούν ένα σημαντικό ζήτημα στον τομέα της εξόρυξης, απασχολώντας την εδώ και καιρό, και συγκεκριμένα περισσότερο από τα τελευταία 50 χρόνια.
Σε έναν κλάδο όπου λαμβάνουν χώρα εξελίξεις σε διάρκεια δεκαετιών και αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα μπορεί να αποδώσουν καρπούς σε μισό αιώνα, είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη η δυνητική επίπτωση κάθε κίνησης.
Μια παγκόσμια έκθεση που πραγματοποιήθηκε από την γνωστή εταιρία υπηρεσιών Deloitte (δες εδώ) σχετικά με τις συνεχείς προκλήσεις και τους περιορισμούς που επηρεάζουν τη βιωσιμότητα στον τομέα της εξόρυξης διαπίστωσε ότι η συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση για εξόρυξη πόρων παραμένει ένα σημαντικό πρόβλημα, καθώς και την κατανάλωση πόρων όπως η ενέργεια και το νερό, οι οποίοι απαιτούνται κατά τη διαδικασία εξόρυξης.
Η παραγόμενη ρύπανση που προκαλείται από τη διαδικασία εξόρυξης, πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη και να αποτελέσει αντικείμενο σκέψης, τόσο για μεγάλης κλίμακας, πολυεθνικές εταιρείες, καθώς και για επιχειρήσεις μικρότερης κλίμακας.
Σε πολλές περιπτώσεις, η βιωσιμότητα της εξόρυξης μπορεί να ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με τον κλάδο, αλλά ανεξάρτητα από τις διαδικασίες και τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται και εφαρμόζονται, οι δραστηριότητες αυτές εξακολουθούν να συνδέονται με αρνητικές περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις σε ορισμένες αγορές.
Η εξέλιξη των προκλήσεων
Η απανταχού παρούσα πρόκληση για τον τομέα είναι η ενίσχυση των σχέσεων με τις τοπικές κοινωνίες και η ενίσχυση της σημασίας της εξόρυξης τόσο για το εισόδημα όσο και για την απασχόληση σε πολλές χώρες.
Η μη ανανεώσιμη φύση των εξορυσσόμενων πόρων είναι επίσης σε αντίθεση με την αειφορία, η οποία επεξηγεί περαιτέρω πόσο κρίσιμη παραμένει η αποτελεσματική χρήση των πόρων για την ανάπτυξη.
Φυσικά, οι ερωτήσεις γύρω από το πώς μπορεί να μεγιστοποιηθούν τα αναπτυξιακά οφέλη της εξόρυξης, με την παράλληλη συμβολή της τόσο στην περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα δεν είναι κάτι καινούργιο.
Ο προβληματισμός αυτός είδε τα φώτα της δημοσιότητας στο «Σχέδιο Εφαρμογής του Γιοχάνεσμπουργκ», (δες εδώ) το οποίο συμφωνήθηκε στην Παγκόσμια Διάσκεψη Κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για την Αειφόρο Ανάπτυξη του 2002, όπου εντοπίστηκαν τρεις τομείς προτεραιότητας, συμπεριλαμβανομένων της αντιμετώπισης των επιπτώσεων στο περιβάλλον, την οικονομία, την υγεία και την κοινωνία, αλλά και τα οφέλη της εξόρυξης σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής, καλύπτοντας θέματα όπως η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων.
Ένας άλλος βασικός στόχος που περιεγράφηκε ήταν να ενισχυθεί η συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών κοινοτήτων και –εξίσου κρίσιμο– να προωθηθούν βιώσιμες πρακτικές εξόρυξης μέσα από την παροχή χρηματοοικονομικής, τεχνικής και υποστηρικτικής τεχνογνωσίας σε όλες τις χώρες.
Βασικές πρακτικές
Βασικά, οι πρακτικές που θα είναι κεντρικής σημασίας για τη διατήρηση και τη βελτίωση της βιωσιμότητας της παγκόσμιας εξορυκτικής δραστηριότητας είναι η διαχείριση και μείωση της ενέργειας και των πόρων που χρησιμοποιούνται στην εξόρυξη υλικών.
Αν και νέα κοιτάσματα ανακαλύπτονται και τα μέσα εξόρυξης των υλικών εξελίσσονται, η φύση της εργασίας μπορεί να έχει ένα σημαντικό αριθμό επιπτώσεων για τη γύρω περιοχή τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα. Αυτό απαιτεί τη χρήση των πλέον αποτελεσματικών μεθόδων και μηχανημάτων, καθώς και προσεγγίσεις προς την κατεύθυνση μείωση της χρήσης νερού και ενέργειας.
Η ελαχιστοποίηση της χρήσης του νερού για μεταλλευτική δραστηριότητα -και μπορεί να επηρεάσει τόσο την ποσότητα όσο και την ποιότητα του διαθέσιμου προς τα κατάντι νερού- έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματικό σε χώρες όπως ο Καναδάς, όπου τα στοιχεία από την Εθνική Στρογγυλή Τράπεζα για το Περιβάλλον και την Οικονομία (δες εδώ) δείχνουν ότι πρόσληψη νερού που χρησιμοποιείται στον τομέα της εξόρυξης μειώθηκε κατά ένα τρίτο σε μόλις δέκα χρόνια.
Η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας είναι επίσης υψίστης σημασίας όσον αφορά τις επιπτώσεις της εξορυκτικής βιομηχανίας. Εκτιμάται ότι τρία τοις εκατό της παγκόσμιας ενέργειας χρησιμοποιείται για την εξόρυξη των φυσικών πρώτων υλών, ενώ η χρήση των εδαφών παραμένει ένα σημαντικό θέμα, αφού η χρησιμοποιούμενη γη θα μπορούσε ενδεχομένως να καταληφθεί από βλάστηση.
Η χρήση της τεχνολογίας μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη μείωση των επιπτώσεων της εξορυκτικής βιομηχανίας στον πλανήτη, τόσο μακροπρόθεσμα όσο και βραχυπρόθεσμα. Σήμερα, αισθητήρες μπορούν και αναγνωρίζουν το υλικό-στόχο, σύμφωνα με τυπικά χαρακτηριστικά όπως το χρώμα, ατομική πυκνότητα, η διαφάνεια και η αγωγιμότητα και στη συνέχεια εξορύσσεται επιλεκτικά χρησιμοποιώντας π.χ. ένα παλμό πεπιεσμένου αέρα για την ελαχιστοποίηση των αποβλήτων. Μεγάλη έμφαση δίνεται στη μείωση της κατανάλωσης νερού και ενέργειας κατά το σχεδιασμό των σύγχρονων μηχανημάτων εξόρυξης.
Η βιωσιμότητα εξακολουθεί να είναι στο επίκεντρο της εξορυκτικής βιομηχανίας, και η διατήρηση αυτής της στάσης θα διασφαλίσει ότι οι νέες μέθοδοι εξόρυξης συνοδεύονται πλέον από αειφορικές διαδικασίες που βοηθούν να διατηρηθεί η ακεραιότητα της περιοχής που εξορύσσεται και του τοπικού πληθυσμού της και να προσφέρει απτά κοινωνικά και επιχειρηματικά οφέλη.
[ΠΗΓΗ: http://www.miningglobal.com/, του Tord Svensson, 21/0/2017]