«ΚΑΜΠΑΝΑΚΙ» ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟ ΤΗΣ ΚΟΜΙΣΙΟΝ ΚΑΤΑΪΝΕΝ: Η ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΑΠΟΤΡΕΠΕΙ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

KATAINEN«Μεγάλες προοπτικές στον ορυκτό πλούτο της χώρας και στον τουρισμό, αλλά η κυβέρνηση πρέπει… να βάλει πλάτη»

Την ώρα που η ευρωπαϊκή οικονομία ακροβατεί, μεταξύ της κανονιστικής σταθερότητας και της ασθενικής ανάπτυξης, με την ακόμη μια «τελευταία ευκαιρία» θεσμικής μεταρρύθμισης να χάνεται στις καλένδες, μετά το συγκλονιστική άποψη της ετυμηγορίας του βρετανικού λαού, οι ενδοκυβερνητικές κόντρες στην Ελλάδα κινδυνεύουν να τινάξουν στον αέρα τη συνεργασία με την COSCO, που πραγματοποιεί μια από τις μεγαλύτερες επενδύσεις στο λιμάνι του Πειραιά.

Η επένδυση (αν όχι και επέλαση) των Κινέζων είναι, πέρα από οικονομικά μεγέθη, ένας ισχυρός συμβολισμός αλλαγής νοοτροπίας και αντιμετώπισης των οικονομικών ζητημάτων με υπευθυνότητα και ρεαλισμό.  Τυχόν κατάρρευση και αυτής της συμφωνίας θα επέφερε ολέθριες επιπτώσεις στην αξιοπιστία της χώρας, εγκαθιδρύοντας την αβεβαιότητα ως μόνιμο πρόβλημα της ελληνικής Οικονομίας.

Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία, το «ΘΕΜΑ» μίλησε με τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαικής Επιτροπής Γίρκι Κατάϊνεν, που διαχειρίζεται την ατζέντα του λεγόμενου «σχεδίου Γιουνκέρ» για την αύξηση των επενδύσεων. Ο Φινλανδός Επίτροπος, βρέθηκε πρόσφατα στην Αθήνα για επαφές με κορυφαία στελέχη του τραπεζικού τομέα με σκοπό την προώθηση έργων που θα συγχρηματοδοτήσει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΤΣΕ), ως το μόνο δυναμικό «εργαλείο» μόχλευσης 21 δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία συνιστούν τραπεζικές εγγυήσεις για την παροχή δανείων ύψους 315 δισεκατομμυρίων ευρώ προς τον ιδιωτικό τομέα.

Ως τώρα, το ΕΤΣΕ έχει αποφασίσει χρηματοδοτήσεις προς 147.000 ευρωπαϊκές ΜμΕ, αλλά μεταξύ αυτών μόνον 2 (δύο) είναι ελληνικές επιχειρήσεις.

Ο Γίρκι Κατάϊνεν, στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, ήταν σαφής: «η Ελλάδα πάσχει από την αβεβαιότητα που προκαλεί το έλλειμμα στήριξης των επενδύσεων από την κυβέρνηση, η οποία αρνείται να «σπρώξει πολιτικά τις επενδύσεις στην Ελλάδα», και ουσιαστικά δεν αφήνει τη χώρα να δημιουργήσει ένα πλαίσιο ανάπτυξης όπως σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ.

Με χαρακτηριστική Σκανδιναβική πραότητα, αλλά και πολιτική ευθύτητα, ο πρώην πρωθυπουργός Γίρκι Κατάϊεν είναι ξεκάθαρος ως προς την ανάγκη να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, με στόχο τον εσυγχρονισμό της, χωρίς να χαθεί χρόνος και – κυρίως – χωρίς «ιδεολογικές αναστολές» που μας κάνουν να χάνουμε «τη μεγάλη εικόνα».

Μια άλλη επισήμανση είναι η ανάγκη να υπάρχουν ξεκάθαροι ρόλοι για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα σε κάθε κράτος…

– Κύριε Επίτροπε, με την πρόσφατη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης μπαίνουμε σε μια νέα φάση της ελληνικής οικονομίας. Πως βλέπετε τη μελλοντική πορεία της Ελλάδας, δεδομένου και του βρετανικού δημοψηφίσματος που προτρέπει στο Brexit;

Η ελληνική Οικονομία έχει ξεκινήσει να ανακτά σταθερότητα, χάρη στις μεταρρυθμίσεις και τη συμφωνία που πετύχαμε στο Eurogroup. Είναι ένα θετικό σημάδι και είναι ακόμα πιο σημαντικό να υπάρξει συνέχεια. Αν δεν έχουμε κάποια αρνητική έκπληξη, θα δώσουμε μια πιο μακρά προοπτική για επενδύσεις στην Ελλάδα.

Όσον αφορά το «brexit», δεν νομίζω ότι θα επηρεάσει ιδιαίτερα την Ελλάδα, καθώς η χώρα βρίσκεται σε ένα πρόγραμμα σταθερότητας και δεν εξαρτάται ευθέως από τις αγορές. Οι Έλληνες έχουν κάνει μεγάλες θυσίες. Καταφέραμε να δημιουργήσουμε προοπτική. Συνεπώς, θα προστατεύσουμε την ελληνική Οικονομία.

– Μια συμφωνία με μέτρα για το πλεόνασμα, που υπερφορολογούν τον ιδιωτικό τομέα, μπορεί να φέρει επενδύσεις;

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι χρειαζόμαστε εξυγίανση του προϋπολογισμού. Τέτοια μέτρα έχουν σίγουρα χειρότερες επιπτώσεις στην ανάπτυξη από το αν μειώνονταν τα έξοδα του κράτους, αλλά αυτό είναι απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης.

Έχουν γίνει μεγάλες περικοπές στον ελληνικό προϋπολογισμό και δεν γνωρίζω τι άλλο μπορούμε να κόψουμε τώρα. Χρειάζονται, όμως, και μεταρρυθμίσεις για να βελτιώσουμε το επιχειρηματικό περιβάλλον. Ένα καλό ελληνικό παράδειγμα είναι ο τομέας των εξορύξεων. Έχει μεγάλες προοπτικές στην Ελλάδα, καθώς διαθέτετε υψηλής ποιότητας ορυκτά και υπάρχει αρκετά καταρτισμένο προσωπικό και ικανοί μηχανικοί. Γνωρίζω, επίσης, ότι το νομοθετικό πλαίσιο σε αυτόν τον τομέα είναι σχετικά μοντέρνο. Υπάρχουν, όμως, πολιτικές διαφωνίες για το μέλλον των εξορύξεων και έκανα έντονες συστάσεις στην κυβέρνηση στην Ελλάδα να αναπτύξει τον αυτόν τον τομέα.

– Θεωρείτε πως το ζήτημα αυτό συνδέεται με τον συνδικαλισμό στην Ελλάδα;

Η εξόρυξη ορυκτών είναι ένα «λεπτό ζήτημα», διότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί παράγοντες μαζί με τους οικονομικούς. Είναι κάτι που γίνεται, όμως. Η κυβέρνηση πρέπει να δώσει ώθηση. Να «σπρώξει πολιτικά», για να αναβαθμιστεί η εξόρυξη στην Ελλάδα, με σεβασμό στα περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα. Ακούω ότι πολλές διεθνείς εταιρείες θέλουν να επενδύσουν στην Ελλάδα. Όμως, δεν το κάνουν λόγω της αβεβαιότητας.

– Σε ποιους τομείς θεωρείτε ότι μπορεί να προσελκυστούν επενδύσεις στην Ελλάδα;

Φυσικά, πρώτα απ’ όλα στον τουρισμό. Το ΕΤΣΕ είναι ιδιαίτερα χρήσιμο σε αυτόν τον τομέα. Μίλαγα με εκπροσώπους μεγάλων τραπεζών και του ιδιωτικού τομέα και ανέπτυξα μια ιδέα που μπορεί να προταθεί στις ελληνικές Αρχές: Μια πλατφόρμα διευκόλυνσης επενδύσεων στον τουρισμό.

Στη Γαλλία δημιουργήσαμε μια πλατφόρμα-μεσολαβητή, η οποία αντλούσε χρήματα από τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα και ανακαίνιζε κατοικίες έτσι ώστε να καταναλώνεται λιγότερη ενέργεια.

– Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕ) και το ΕΤΣΕ  παρείχαν φθηνά δάνεια μακράς διαρκείας και οι δανειολήπτες τα αποπλήρωναν μετά την ανακαίνιση. Γιατί να μην το εφαρμόσουμε αυτό για τον τουριστικό τομέα, στην Ελλάδα, αναδιαμορφώνοντας κατοικίες σε τουριστικά καταλύματα;

Με δεδομένο ότι οι τράπεζες στην Ελλάδα βρίσκονται σε δύσκολη κατάσταση και δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), μια ανάλογη πλατφόρμα θα εξυπηρετούσε χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που θα χρειάζονταν μερικές δεκάδες χιλιάδες ευρώ. Έχω συζητήσει με την  κυβέρνηση για το θέμα αυτό.

– Λέτε πως είναι αναγκαία η τραπεζική συμμετοχή, αλλά στην Ελλάδα οι τράπεζες δεν δίνουν δάνεια ώστε να αξιοποιηθεί το σύστημα εγγυήσεων του ΕΤΣΕ. Πού οφείλεται αυτό;

Καταλαβαίνω το πρόβλημα. Οι ισολογισμοί των τραπεζών δεν πάνε καλά. Παρά την ανακεφαλαιοποίηση έχουμε πολλά «κακά δάνεια». Αν οι ελληνικές τράπεζες μείωναν τον αριθμό των κακών δανείων θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη. Αλλά είναι δύσκολο, γιατί πολύς κόσμος θα έχανε τα χρήματα του.

Είναι ένας φαύλος κύκλος. Αν οι τράπεζες δεν χρηματοδοτούν τις ΜμΕ, δεν υπάρχουν ανάπτυξη και δουλειές. Ταυτόχρονα, αν οι τράπεζες ξεκαθαρίζουν τους ισολογισμούς έχουμε αρνητικές επιπτώσεις. Δεν υπάρχει, όμως, άλλος τρόπος: οι τράπεζες πρέπει να χρηματοδοτήσουν την οικονομία!

Υπάρχουν εναλλακτικές. Όπως αυτή που παρουσιάζουμε με το ΕΤΣΕ, καθώς διαθέτει μικρότερο ρίσκο γιατί καλύπτεται από την ΕΕ. Συναντήθηκα με τους 5 διοικητές των μεγαλύτερων τραπεζών στην Ελλάδα και τους παρότρυνα να εξετάσουν τι προσφέρουμε μέσω του ΕΤΣΕ. Είναι επίσης ένας πολύ καλός τρόπος διαχείρισης των ΕΣΠΑ, γιατί τα μεγάλα έργα παίρνουν πολύ χρόνο.

– Θεωρείτε πως ο λόγος κεφαλαίου (η αναλογία των κεφαλαίων που διαθέτει μια τράπεζα προς τα χρήματα που δανείζει) του ΕΤΣΕ δεν θα δημιουργήσει μελλοντική αβεβαιότητα; Στην Κύπρο είχαμε λόγο κεφαλαίου 1 προς 12, ενώ στον EFSI 1 προς 15. Μήπως, δημιουργείται μια άλλη «φούσκα»;

Δεν το νομίζω. Αλλάξαμε τη νομοθεσία για τις τράπεζες και ο λόγος κεφαλαίου είναι αυστηρότερος διότι θέλουμε πιο ανθεκτικές τράπεζες. Όμως στον ΕΤΣΕ τα κεφάλαια μας είναι ξεκάθαρα. Έχουμε 21 δισεκατομμύρια ευρώ που τα δίνουμε ως εγγυήσεις, επιτρέποντας στην ΕΤΕ να χρηματοδοτήσει προγράμματα με περίπου € 63 δις μέσα σε 3 χρόνια. Η ΕΤΕ αξιολογείται με τρία άλφα (ΑΑΑ) από τους οίκους, αλλά φυσικά πρέπει να είμαστε έτοιμοι και για τυχόν ζημίες.

– Το Brexit πως θα επηρέαζε την ΕΤΕ;

Είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε για τον μελλοντικό ρόλο της Μεγάλης Βρετανίας στην ΕΤΕ, γιατί παραμένουν ακόμα και είναι μεγάλοι μέτοχοι. Μόλις φύγουν από την ΕΕ τότε τα ζητήματα αυτά θα ξεκαθαριστούν, αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμη το «πώς» και συνεχίζουμε να χρηματοδοτούμε έργα στη Μεγάλη Βρετανία.

– Θα πιέσετε την ελληνική πλευρά για να δημιουργηθεί ένα φιλικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον για τον ιδιωτικό τομέα;

Μπορείς εύκολα να δημιουργήσεις ένα περιβάλλον που είναι πιο φιλικό προς τον ιδιωτικό τομέα. Και δεν κοστίζει και τίποτα. Όπως είπα, τα δημοσιονομικά μέτρα δεν δημιουργούν τίποτε το νέο. Η αλλαγή του κανονιστικού πλαισίου επιφέρει τις αλλαγές. Η Κομισιόν έχει μια ομάδα που προτείνει τις μεταρρυθμίσεις για την Ελλάδα και θεωρώ πως θα ήταν εξαιρετικό αν οι ελληνικές αρχές κάνουν χρήση αυτών των μεταρρυθμίσεων.

Οι μεταρρυθμίσεις έχουν μια αρνητική έννοια σήμερα γιατί συνήθως σημαίνουν περικοπές. Αλλά, μεταρρυθμίσεις είναι και οι νομικές αλλαγές που επιτρέπουν στον ιδιωτικό τομέα να είναι πιο ελεύθερος.

Αν είχαμε, για παράδειγμα, πολιτική στήριξη  στο ζήτημα της εξόρυξης μετάλλων θα μπορούσαμε να είχαμε περισσότερες επενδύσεις στην Ελλάδα. Δεν θα χρειαζόταν να κάνουμε αλλαγές στη νομοθεσία και θα είχαμε ανάπτυξη.

– Οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα έχουν αρνητική έννοια γιατί όλες προϋποθέτουν θυσίες από τους πολίτες, χωρίς όμως να αποδίδουν ανάλογο αντίκρισμα. Άλλες χώρες στην ΕΕ, όπως η πατρίδα σας η Φινλανδία, έχουν πολύ πιο παραγωγικά πλαίσια. Πως μπορούμε να γίνουμε στην Ελλάδα λίγο πιο Φινλανδοί σε αυτόν τον τομέα;

Και στην Φινλανδία ο δημόσιος τομέας είναι πολύ μεγάλος. Το σύστημα πρόνοιας είναι επίσης πάρα πολύ γενναιόδωρο. Είναι όμως συνδεδεμένο με ένα πολύ φιλελεύθερο εργασιακό περιβάλλον. Για να υπάρχει ένα γενναιόδωρο σύστημα πρόνοιας χρειάζεται ένας ιδιωτικός τομέας που φέρνει χρήμα. Η Φινλανδία είναι ανοιχτή με το διεθνές εμπόριο και τα μισά μας χρήματα έρχονται από εκεί. Ο ρόλος του κράτους στην αγορά είναι περιορισμένος.

Μιλώντας με πολιτικά δεδομένα, οφείλω να πω ότι δεν είχαμε ιδεοληπτική προσέγγιση στην οικονομία μας. Είμαστε πραγματιστές. Η κρατική ιδιοκτησία είναι ένα πολύ πρακτικό ζήτημα για εμάς. Το κράτος διαχειρίζεται κάτι αν έχει κάποιο οικονομικό νόημα. Αν δεν έχει το ιδιωτικοποιούμε. Αυτό κάνουμε εδώ και πολλά χρόνια.

Ο ιδιωτικός τομέας παράγει πλούτο όταν τον αφήνουμε να το πράξει. Φυσικά, οι Έλληνες παίρνουν τις δικές τους αποφάσεις και χρειάζεσαι ιδεολογία για να είσαι συνεπής με τις πολιτικές σου. Είναι, όμως, εύκολο να χάσει κανείς τη μεγάλη εικόνα αν κάνει από ιδεολογία τα λάθος πράγματα. Άρα αν ο στόχος είναι μια κοινωνία πρόνοιας, πρέπει να επιτραπεί στον ιδιωτικό τομέα να την χρηματοδοτήσει.

Έτσι, μπορείς ως πολιτικός να χρησιμοποιήσεις περισσότερους πόρους σε πρόνοια, εκπαίδευση και υγεία. Οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να κάνουν και τα δύο. Πρέπει να νοιάζονται για την κοινωνία και να επιτρέπουν στον ιδιωτικό τομέα να φέρει τους πόρους. Γι’ αυτό οι φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις είναι σημαντικές. Κάτι που το υπογραμμίζουμε στο ελληνικό πρόγραμμα. Κάποιες φορές είναι πολιτικά δύσκολο. Αλλά… έχει λογική.

– Πιστεύετε ότι… βρισκόμαστε σε καλό δρόμο στην Ελλάδα;

Αγαπώ την Ελλάδα και στο πλαίσιο του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων βγάζει νόημα να μεταρρυθμίσουμε την χώρα για να είναι λίγο πιο μοντέρνα. Ο κόσμος γύρω της έχει αλλάξει και αλλάζει κάθε μέρα.

Αυτό που θα έκανα στο μεσοπρόθεσμο στην Ελλάδα είναι να φιλελευθεροποιήσω τις αγορές και αξιοποιώντας πλήρως τις ευκαιρίες του ΕΤΣΕ, θα έκανα επενδύσεις στον τουρισμό και ιδιαίτερα στην Παιδεία.

Τα πανεπιστήμια στην Ελλάδα και η ποιότητα της έρευνας είναι υψηλή, αλλά η βασική Παιδεία – και ιδιαίτερα οι καθηγητές – είναι κάτι στο οποίο θα επένδυα πολύ.

– Τελικά, είστε ευχαριστημένος με την πρόοδο του ΕΤΣΕ στην Ευρώπη και τα αποτελέσματα του;

Πηγαίνουμε καλά. Έχουμε ήδη 78 έργα και 188 συμφωνίες μεταξύ ΜμΕ και τραπεζών. Αυτό σημαίνει πως έχουμε κινητοποιήσει € 18 δισεκατομμύρια σε εγγυήσεις, και αναμένουμε περίπου 107 δις ευρώ σε επενδύσεις. Θα παρέχουμε χρηματοδότηση σε 147.000 ευρωπαϊκές ΜμΕ. Θα ήθελα, όμως, να δω περισσότερη πρόοδο στην Ελλάδα και το ΕΤΣΕ θα είναι το τέλειο εργαλείο. Πρέπει, όμως, να γίνει περισσότερη πρόοδος σε κράτη όπως η Ελλάδα.

[ΠΗΓΗ: http://www.protothema.gr/, συνέντευξη στον Ιωάννη Αντύπα 09/07/2016]