Διαβάσαμε μια εμπεριστατωμένη πολιτική ανάλυση, εστιασμένη στα πραγματικά προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ, τα οποία είναι εσωτερικά, και μια εκτίμηση για το που το πάει… Ακόμη και να μη συμφωνείτε 100% με τις θέσεις του αρθρογράφου, δεν παύει να είναι μια ενδιαφέρουσα άποψη. Έχει συλλάβει την υπόθεση Ιγγλέζη-Σκουριές στην πραγματική της βάση και λέει τα πράγματα με το όνομά τους. Διαβάστε το.
Τα τελευταία γεγονότα στην Αθήνα και τις «Σκουριές» επιβεβαιώνουν δυστυχώς τους πλέον απαισιόδοξους πως η αριστερή διακυβέρνηση, όχι πως δεν μπορεί να κυβερνήσει αλλά μάλλον δεν θέλει. Το επιβεβαίωσε με τον πιο ηχηρό τρόπο η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κατερίνα Ιγγλέση στις «Σκουριές», αλλά και οι μικρές ομάδες αλητήριων που καίνε και καταλαμβάνουν κτίρια ανενόχλητοι στο κέντρο της Αθήνας, βασιζόμενοι στο πρωτοφανές «αριστερό» δόγμα της εκτόνωσης που διαδέχθηκε το γαλαζοπράσινο δόγμα της «μηδενικής ανοχής».
Αν πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, θα καταλάβουμε γιατί σήμερα στο πολύ μικρό χρονικό διάστημα που η Αριστερά βρίσκεται στην εξουσία τα προβλήματα διογκώνονται με τρομακτικό ρυθμό και ένταση.
Πρώτον, διότι η ίδια η αριστερά, όπως και το αλήστου μνήμης ΠΑΣΟΚ πριν χρόνια, αντί να διαπαιδαγωγήσουν τους πολίτες στο διάλογο και την διαπραγμάτευση – διαδικασία με τουλάχιστον δυο μέλη – τους διαπαιδαγώγησαν στην αερολογία του «κινηματικού μηδενισμού» και δέχτηκαν κάθε παραλογισμό ως έκφραση γνησιότητας της «λαϊκής θέλησης». Η δεξιά παράταξη δεν κρίνεται παρά μόνο για την ανυπαρξία της, που συνεχίζει να παρέχει σωρηδόν την αστειότητα των πολιτικών επιχειρημάτων στον γενικότερο αυτισμό της εθνικής πολιτικής σκηνής.
Δεύτερον, διότι η αριστερά της «ελπίδας που έρχεται», ακόμη και τώρα δεν θέλει να ξεκαθαρίσει αυτό που ο κόσμος της εργασίας αναζητά ως αντικείμενο ύπαρξης (δηλαδή την εργασία), σε σχέση με τις φαντασιώσεις των ανεπάγγελτων και ά-εργων που σχηματίζουν ουρές στις κομματικές της οργανώσεις (δες πρώην κλαδικές), με όραμα έναν νέο «αριστερό» κρατισμό και μια θέση στις δομές του. Η κ. Κατερίνα Ιγγλέση, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ δυστυχώς, παρουσίασε απόψε το πρόβλημα που βιώνει η Αριστερά στη χώρα μας με τον πιο τραγικό τρόπο : εκφράζοντας με όρους «σκουριασμένους» μιαν αριστερά που φαίνεται να αντιπαλεύει έναν κόσμο που αγωνιά να ζήσει με κάθε τρόπο. Γράφω δυστυχώς, διότι ο ρόλος του βουλευτή δεν είναι να πάρει το μέρος του ενός ή του άλλου άκριτα αλλά, αφού διαγνώσει την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, να βοηθήσει σε μια νέα σύνθεση που να βοηθά στην εξέλιξη των απόψεων και στην πολυδιαφημισμένη «παραγωγική ανασυγκρότηση» της αριστεράς. Με άλλα λόγια, αντί για την παλαιομοδίτικη καταγγελία των ΜΑΤ, η κ. Ιγγλέση θα έπρεπε να έχει καταλάβει τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και, αν τις επέτρεπαν οι γνώσεις της, να είχε προχωρήσει σε μια σύνθεση κοινωνικών αναγκών, επιχειρηματικότητας και όρων προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, ενώνοντας και όχι διαχωρίζοντας τον κόσμο.
Το ζήτημα της κ. Ιγγλέση όπως και των 5-10 καλόπαιδων που βαρέθηκαν την ξάπλα και αναζητούν συγκινήσεις στο αντάρτικο πόλεων θα είχε ξεπεραστεί πολύ εύκολα, αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε υιοθετήσει, σε μεγάλο βαθμό, την παλιά καλή νοοτροπία του πασοκικού λαϊκισμού. Το ζήτημα όλων εκείνων που από θέση ευθύνης ασχολούνται με υποπροϊόντα τοπικής κατανάλωσης, αντί για τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι τοπικές κοινωνίες θα είχε επίσης ξεπεραστεί αν ο πολιτικός λαϊκισμός δεν ήταν ακόμη και σήμερα κανόνας πολιτικής ύπαρξης. Είναι χαρακτηριστικό, μεταξύ πολλών άλλων, πως οι υπέρμαχοι του «αγώνα της εργατικής τάξης για τη λαϊκή εξουσία», δεν γνωρίζουν τι σημαίνει βάρδια σε εργοστάσιο, δωδεκάωρο σε συνεργείο, τσάπα σε χωράφι ή εξυπηρέτηση των πολιτών σε δημόσια υπηρεσία. Αρετές δηλαδή που καλλιεργούσε για δεκαετίες η Αριστερά στα μέλη της και τους πολίτες, μέχρις τη δεκαετία του 80 όπου το τσουνάμι του παπανδρεϊκού λαϊκισμού παρέσυρε τους πάντες στην καταστροφική του πορεία. Στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών δεν άκουσε κάποιο στιβαρό λόγο από τις μουγκές κομματικές οργανώσεις. Ένιωσε προδομένος, αισθάνθηκε απογοητευμένος και, για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, ξεπέρασε μόνος του φοβίες και αναστολές και ψήφισε για «πρώτη φορά Αριστερά».
Το ιστορικό πρόταγμα είναι σημαντικό. Γι’αυτό και οι ελάχιστοι «δεξιοί της αριστεράς» που τέθηκαν στο περιθώριο εξακολουθούν να στηρίζουν πραγματικά την «ελπίδα που έρχεται» αρνούμενοι, πολύ περισσότερο σήμερα, να υιοθετήσουν τον αριστερό πρωτογονισμό ενός ιδεολογικού μεσαίωνα. Από αυτόν τον πρωτογονισμό βάλλεται σήμερα η αριστερή διακυβέρνηση, από αυτόν πάσχει και θα είναι αυτός η αιτία της κατάρρευσή της. Έχουμε ακόμη την ελπίδα πως η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ κατανοεί πως οι φαντασιώσεις των γκρουπούσκουλων δεν μπορεί να αποτελεί βάση άσκησης εθνικής και διεθνούς πολιτικής. Η «κατάληψη της Βαστίλης» μπορεί να ήταν ένας προεκλογικός στόχος που κινητοποίησε δεκάδες πολίτες. Τώρα όμως είναι ανάγκη να επαναφέρει, η Αριστερά και μόνο, τον κανόνα σε κάθε έκφραση της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ζωής. Έχει την στήριξη ενός μεγάλου μέρους των Ελλήνων πολιτών για να καινοτομήσει, να αποφασίσει ανεμπόδιστα τολμηρές αναπτυξιακές πολιτικές και να νομοθετήσει απρόσκοπτα κανονισμούς προς όφελος όλων. Ταυτόχρονα, μέσα στη μεγαλοσύνη της, ας επιτρέψει στους αερολόγους της επαναστατικής γυμναστικής να ασκούνται ανεμπόδιστα… αλλά σε κλειστά γυμναστήρια. Ας ανοίξει πια στις ζωντανές δυνάμεις αυτού του τόπου το δημόσιο στίβο για να δημιουργήσουν πολιτισμικό, πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πλεόνασμα, ώστε να ξεφύγουμε από τη διαρκή υπανάπτυξη στην οποία μας καταδίκασαν 40 και πλέον χρόνια οι παρ’ ολίγον Σωτήρες μας.
Έχει αρχίσει η Εβδομάδα των Παθών για την Αριστερά. Η κάθοδός της στον Άδη συμβολικά και πραγματικά πρέπει να δημιουργήσει το καινούριο στο οποίο ελπίζουμε όλοι! Εύχομαι το ελπιδοφόρο μήνυμα της Ανάστασης να επιδράσει στο μυαλό και τη δράση της.
ΠΗΓΗ: argolika.gr., 6/04/2015 του Γεωργίου Κόνδη