Category Archives: Νέα / Ειδήσεις

Νέα / Ειδήσεις

ΜΕΓΑΛΗ ΑΥΞΗΣΗ ΣΤΙΣ ΤΙΜΕΣ ΤΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΡΗΞΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

Αύξηση 22% καταγράφεται ήδη από τις αρχές του έτους στη μέση τιμή δίκλινου δωματίου σε σύγκριση με πέρσι: από 63 ευρώ που ήταν τον Ιανουάριο του 2023, η μέση τιμή έφτασε φέτος στα 78 ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων. Αντίστοιχα, η πληρότητα στα ξενοδοχεία από 38% που ήταν πέρσι τον Ιανουάριου, κυμάνθηκε φέτος στο 41%.

Η άνοδος της τιμής δείχνει τη δυναμική που καταγράφει και τη φετινή χρονιά ο τουρισμός. Υπενθυμίζεται, σύμφωνα με την ΤτΕ, πως τον Ιανουάριο οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 27,1% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023, φτάνοντας στα 278,3 εκατ. ευρώ από 219 εκατ. πέρσι. Παράλληλα, η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση διαμορφώθηκε σε 737,3 χιλ. ταξιδιώτες, αυξημένη κατά 16% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023.

Όπως είχε δείξει επίσης η  ετήσια έρευνα του ΙΤΕΠ για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος για το 2023,  καταγράφεται αύξηση στη μέση πληρότητα των ξενοδοχείων κατά τους μήνες Μάιο  (53% το 2023 από 47% το 2022) και Οκτώβριο (49% το 2023 από 44% το 2022) γεγονός που αποτυπώνει την προοπτική επιμήκυνσης της τουριστικής περιόδου. Το ίδιο συμπέρασμα ενισχύεται και από το γεγονός πως τους μήνες Μάιο και Οκτώβριο, σημειώνεται αύξηση της μέσης τιμής διάθεσης δίκλινου δωματίου κατά περίπου 11% μεταξύ των ετών 2023 και 2022.

Σύμφωνα επίσης με την έρευνα, σε ετήσια βάση τα μισά δωμάτια του ελληνικού ξενοδοχειακού δυναμικού διατέθηκαν σε τιμή κάτω των 130 ευρώ και δεύτερον, κατά τους μήνες Μάιο και Οκτώβριο η αυξημένη πληρότητα αφορά κυρίως στα ξενοδοχεία των μεγαλύτερων κατηγοριών, ενώ παραμένει χαμηλή για τα ξενοδοχεία ενός ( Μάιος 28%, Οκτώβριος 20%)  και δύο αστέρων ( Μάιος 39%, Οκτώβριος 31%).

Σημειώνεται πως ο τζίρος των ξενοδοχείων το 2023  αυξήθηκε κατά 23% σε σχέση με το 2022 και έφτασε τα 10,5 δισ. ευρώ. Η αύξηση αυτή διαφοροποιείται αισθητά ανάμεσα στα ξενοδοχεία συνεχούς (+9,4%) και εποχικής (+27,4%) λειτουργίας. Την ίδια ώρα, η απασχόληση αυξήθηκε κατά 12,6%  σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά  και ξεπέρασε τις 208.000 θέσεις εργασίας.

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, της Βίκυς Κουρλιμπίνη, 28/3/2024]

Η ΕΠΕΛΑΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΕΖΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΖΕΙ ΤΙΣ “ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΕΣ” ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ

Η Κίνα ελέγχει το 75% της παγκόσμιας ικανότητας παραγωγής μπαταριών, το 80-90% της διύλισης υλικών και τα μισά ορυχεία που παράγουν σπάνια μέταλλα

Η επέλαση των κινεζικών εταιρειών στην Ευρώπη προβληματίζει τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες που βλέπουν τα κινέζικα ηλεκτρικά μοντέλα να διεκδικούν μεγάλο μερίδιο αγοράς, όπως μετέδωσε το ΑΠΕ – ΜΠΕ.

Η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία βρίσκεται «αντιμέτωπη με μια επίθεση ηλεκτρικών οχημάτων από την Κίνα», ανέφερε πριν λίγες ημέρες ο διευθύνων σύμβουλος της Renault Group Luca de Meo, ο οποίος δημοσίευσε και μία ανοικτή επιστολή που αναγνώρισε το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Κίνας σε ολόκληρη την εφοδιαστική αλυσίδα.

«Η Κίνα ελέγχει το 75% της παγκόσμιας ικανότητας παραγωγής μπαταριών, το 80-90% της διύλισης υλικών και τα μισά ορυχεία που παράγουν σπάνια μέταλλα», ανέφερε χαρακτηριστικά και συνέχισε ότι «οι Κινέζοι κατασκευαστές είναι μια γενιά μπροστά από την άποψη της απόδοσης και του κόστους των ηλεκτρικών οχημάτων (αύξηση, χρόνος φόρτισης, δίκτυο φόρτισης κ.λπ.), στο λογισμικό των αυτοκινήτων όπως και στην ταχύτητα ανάπτυξης νέων μοντέλων (μεταξύ 1,5 και 2 ετών έναντι 3 έως 5 χρόνια που αλλάζουν τα μοντέλα στην Ευρώπη).

Επιπλέον, με το κόστος ενέργειας στην Γηραιά Ήπειρο να είναι δύο φορές υψηλότερο από ότι στην Κίνα και το κόστος των μισθών 40% υψηλότερο, ένα αυτοκίνητο που ανήκει στις κατηγορίες Α και Β κοστίζει 6.000 έως 7.000 ευρώ λιγότερο για παραγωγή στην Κίνα από ότι στην Ευρώπη.

«Όσον αφορά τη χρηματοδότηση της βιομηχανίας, η Κίνα πιθανόν χορηγεί ολοένα και μεγαλύτερες επιδοτήσεις στους κατασκευαστές της με ολοένα αυξανόμενο ρυθμό», δήλωσε ο De Meo, ο οποίος ζήτησε τη δημιουργία πράσινων οικονομικών ζωνών σε ολόκληρη την ΕΕ που θα λάβουν περισσότερες επιδοτήσεις και βιομηχανικές επενδύσεις.

Από την άλλη, ο επικεφαλής της Mercedes-Benz, Ola Kallenius ζήτησε από την Ευρώπη να μειώσει τους δασμούς στα EV που εισάγονται από την Κίνα, υποστηρίζοντας ότι ο αυξημένος ανταγωνισμός θα βοηθούσε τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες να παράγουν καλύτερα αυτοκίνητα μακροπρόθεσμα.

Σε συνέντευξή του στους Financial Times, επισήμανε πως: «δεν πρέπει να αυξηθούν οι δασμοί. Είμαι αντίθετος. Οι επικεφαλής θα πρέπει να πάρουν τα τιμολόγια που έχουμε και να τα μειώσουν», τόνισε.

Πρόσθεσε ότι οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές πρέπει να νικήσουν τους Κινέζους ανταγωνιστές με «καλύτερο προϊόν, καλύτερη τεχνολογία και περισσότερη ευελιξία. Αυτή είναι η οικονομία της αγοράς. Αφήστε τον ανταγωνισμό ελεύθερο».

Τέλος, ο διευθύνων σύμβουλος της Stellantis, Carlos Tavares, πριν λίγες ημέρες είχε επισημάνει ότι η αντιμετώπιση του θέματος μόνο στην Ευρώπη θα ήταν αναποτελεσματική, επειδή οι κατασκευαστές θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τους Κινέζους ανταγωνιστές στη Λατινική Αμερική, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ασία.

 

[ΠΗΓΗ: https://www.metaforespress.gr/, 26/3/2024]

ΤΑ ΑΝΤΙΦΑΤΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Το άλμα κατά 28 θέσεις της Ελλάδας στο επιχειρηματικό περιβάλλον και η αναρρίχηση μας από τη 62η θέση της περιόδου 2014-2018, στη 34η σήμερα μεταξύ 82 χωρών, μας υπενθυμίζει πόσο έχουν αλλάξει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό, οι μεταρρυθμίσεις, οι μειώσεις φόρων και η συνετή δημοσιονομική πορεία των τελευταίων ετών.

Ταυτόχρονα όμως το παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας δεν λέει να αλλάξει, που ήταν και το ζητούμενο της έκθεσης Πισσαρίδη του 2020.

Συνεχίζει να στηρίζεται στην κατανάλωση των νοικοκυριών σε ποσοστό 88%, όσο περίπου και πριν από μια δεκαπενταετία, προτού ξεσπάσει η μεγάλη κρίση. Τα στοιχεία για τις επενδύσεις δείχνουν ότι αυξήθηκαν με το ισχνό 4%, στα 27,8 δισ., όταν οι αρχικές προσδοκίες ένα χρόνο πριν, προέβλεπαν αύξηση 15,5%.

Τέτοια αντιφατικά σινιάλα στέλνει συχνά το τελευταίο διάστημα η ελληνική οικονομία. Κάποιες επιχειρήσεις, όχι μόνο του ιδιωτικού τομέα, που έκαναν ανοίγματα εξωστρέφειας τα τελευταία χρόνια, βλέπουν σημαντική αύξηση της αξίας τους, όταν άλλες δυσκολεύονται να χρηματοδοτηθούν.

Την ίδια στιγμή, τα προ ημερών στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνουν ανάπτυξη 2% για το 2023, ναι μεν είναι κατώτερα των προσδοκιών, ωστόσο ο ρυθμός αυτός είναι τετραπλάσιος από το 0,5% της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Eurostat.

Ταυτόχρονα όμως, στα στοιχεία που ανακοίνωσε πάντα η Eurostat, όσον αφορά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, η Ελλάδα καταλαμβάνει την προτελευταία θέση στην ΕΕ των 27. Βρισκόμαστε στο 67% του μέσου όρου της ΕΕ και είμαστε καλύτεροι μόνο από τη Βουλγαρία που έχει 64%.

Και ενώ, ο κατώτατος μισθός που φαίνεται ότι έχει «κλειδώσει» στα 830 ευρώ, (συν 50 ευρώ μεικτά), έχει ήδη αυξηθεί κατά 33% από το 2018, ο μέσος μισθός, ο οποίος είναι και το ζητούμενο δεν έχει ανέβει παρά 16%. Βρίσκεται χαμηλότερα και από το 2009.

Ερωτήματα προκαλεί επίσης το γεγονός ότι ενώ οι επενδύσεις στις κατοικίες τριπλασιάστηκαν την τελευταία πενταετία φτάνοντας πέρυσι στα 3,8 δισ. ευρώ, το μεγάλο μας πρόβλημα παραμένει η παραγωγικότητα. Ο μόνος τρόπος για να αυξηθεί είναι μέσω επενδύσεων σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, όχι σε ακίνητα και κατοικίες.

Σε σχέση με την ΕΕ των 15, η Ελλάδα έχει το 52,5% της παραγωγικότητας (ΑΕΠ ανά ώρα εργασίας σε όρους αγοραστικής δύναμης). Στη πράξη αυτό σημαίνει ότι το απόθεμα κεφαλαίου είναι πολύ χαμηλό και χρειαζόμαστε επενδύσεις για να την αυξήσουμε. Μας ξεπερνάει όλος ο λεγόμενος ευρωπαϊκός Νότος, η Πορτογαλία με 62%, η Ιταλία με 91%, η Ισπανία με 85%.

Ασυμμετρίες που δεν βοηθούν στη σύγκλιση με την Ευρωζώνη, και που για να βελτιωθούν, πρέπει να ισοφαρίσουμε τα μειονεκτήματα του μεγάλου δημόσιου χρέους και του δημογραφικού με μεταρρυθμίσεις, με διαφανείς όρους ανταγωνισμού και με διεύρυνση της βάσης των επενδύσεων.

Από τα στοιχεία όμως των επενδύσεων δεν διαφαίνεται μια σταθερή πορεία προς ένα νέο παραγωγικό μοντέλο. Δεν προκύπτει από κάπου αυτό που θα ήθελε να δει η Moody’s, μια πιο γρήγορη αλλαγή στην οικονομική δομή της Ελλάδας, εννοώντας προφανώς μια αλλαγή της «συνταγής» που θα συνέβαλε στη βελτίωση της οικονομικής ανθεκτικότητας και επίσης θα ήταν θετική για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.

Παράλληλα όμως με τα παραπάνω, το κλίμα συνεχίζει να κινείται με ευνοϊκότερους ρυθμούς από τον μέσο όρο της Ευρώπης. Η χώρα εξακολουθεί να αποτελεί μια από τις έξι χώρες στην ΕΕ με τις καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά την απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και η ελληνική οικονομία συνεχίζει να βρίσκεται σε θετικότερο κύκλο.

Τα δύο αυτά πρόσωπα της οικονομίας είναι πάντα εδώ και ναι μεν οι τάσεις σύγκλισης είναι σαφείς, όμως μεγάλη είναι και η απόσταση που μένει να καλυφθεί.

Το βάρος του δημόσιου χρέους, το δημογραφικό και η εξάρτηση από τις εξελίξεις στην ΕΕ, που κινείται σε κατάσταση ήπιας ύφεσης είναι πάντα οι μεγάλοι κίνδυνοι και για να τους ξεπεράσουμε, οι οικονομολόγοι λένε ότι θα πρέπει να «τρέχουμε» ως οικονομία με ρυθμό ανάπτυξης περίπου διπλάσιο απ’ ότι την προηγούμενη δεκαετία.

Δίχως συνέχιση των μεταρρυθμίσεων είναι πολύ πιθανό η σημερινή θετική πορεία να εξασθενίσει, είτε λόγω εξωτερικών παραγόντων, είτε επειδή θα εξαντλούνται και οι επιπτώσεις των λόγων που η Ελλάδα αναπτύσσεται με 2%.

[ΠΗΓΗ: https://www.liberal.gr/, του Γιώργου Φιντικάκη, 26/03/2024]

Η «ΦΑΜΠΡΙΚΑ» ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΑΠΕΙΛΕΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Η «φάμπρικα» των προσφύγων κατά μεγάλων έργων από δημάρχους, σωματεία, ενίοτε ένα ανταγωνιστή που έχασε κάποιο διαγωνισμό, αρχίζει και παίρνει ξανά διαστάσεις.

Αρκούν 15.000 ευρώ, όσο κοστίζει το παράβολο για μια προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας για να βραχυκυκλώσουν επενδύσεις εθνικής σημασίας, εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, ενίοτε για χρόνια.

Το Flyover στη Θεσσαλονίκη, η γραμμή 4 του Μετρό, η διάνοιξη της Λεωφόρου Κύμης, η γεώτρηση της Energean στα Ιωάννινα, η μαρίνα Πύλου, είναι μόνο μερικά από τα πιο εμβληματικά έργα, συνολικού ύψους άνω του 1,2 δισ. ευρώ, που έχουν μπλοκάρει στα γρανάζια προσφυγών στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας.

Αρκεί μια προσφυγή μερικών κατοίκων και τοπικών φορέων για να ακυρώσει τις γνωμοδοτήσεις των πλέον ειδικών να κρίνουν μια επένδυση, από τις επιτροπές περιβάλλοντος της οικείας Περιφέρειας και τα τοπικά επιμελητήρια, μέχρι τα δασαρχεία ή τις διευθύνσεις υδάτων και αρχαιολογίας.

Δεν έχει σημασία αν όλοι αυτοί έχουν γνωμοδοτήσει θετικά ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις, οι οποίες προβλέπονται στους όρους των περιβαλλοντικών μελετών των έργων, το πλέον προσφιλές πεδίο των «επαγγελματιών» του είδους. Αρκεί μια ένσταση όσων θεωρούν ότι έχουν έννομο συμφέρον, ακόμη και αν δεν είναι ειδικοί και υποστηρίζονται απλώς από όσους χτίζουν καριέρες στον ακτιβισμό, για να μπλοκάρουν τις εξελίξεις, για μήνες στην καλύτερη περίπτωση, για χρόνια στη χειρότερη, γύρω από έργα συχνά πανελλαδικής εμβέλειας.

Κίνδυνος που επικρεμάται πάντα πάνω από το πολύπαθο εθνικό πρόγραμμα υδρογονανθράκων, το οποίο επανεκκίνησε το 2022 με απόφαση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.

Τα στελέχη του αμερικανικού κολοσσού της ExxonMobil, ξεκίνησαν πρόσφατα να αξιολογούν τα τρισδιάστατα δεδομένα που συνέλλεξε μέχρι και τις 19 Μαρτίου το σκάφος Ramform Hyperion στις θάλασσες νοτιοδυτικά και δυτικά της Κρήτης.

Η επεξεργασία τους αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί τον Οκτώβριο του 2024, που σημαίνει ότι αμέσως μετά, εφόσον ληφθεί η απόφαση για ερευνητική γεώτρηση, θα ξεκινήσει λογικά η περιβαλλοντική μελέτη, η οποία με βάση την εμπειρία απαιτεί το λιγότερο 12 μήνες. Ανάθεση, σύνταξη, δημόσια διαβούλευση, έγκριση, μια εξαιρετικά συνθέτη διαδικασία. Στην καλύτερη περίπτωση, θα εκδοθεί κάπου στα τέλη του 2025. 

Τι θα συμβεί αν με την έγκριση της περιβαλλοντικής μελέτης από το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ακολουθήσει κάποια προσφυγή, όπως έχει συμβεί πολλάκις στο παρελθόν για να σταματήσουν οι έρευνες υδρογονανθράκων;

Ποιός διαβεβαιώνει ότι σε μια τέτοια περίπτωση, η ExxonMobil θα δεχτεί να περιμένει για ακόμη ένα ή παραπάνω έτος μέχρι την εκδίκασή της στο ΣτΕ, όταν θα μετρά ήδη επτά και πλέον χρόνια άκαρπης παρουσίας στην Ελλάδα; Βρίσκεται ήδη εδώ ως παραχωρησιούχος από το 2018, τότε που ούσα μέλος της κοινοπραξίας με Total και ΕΛΠΕ (νυν Helleniq Energy), της δόθηκε το δικαίωμα έρευνας και εκμετάλλευσης στις θάλασσες της Κρήτης. Χρειάστηκε να περιμένει πάνω από τρία χρόνια, μέχρι το Δεκέμβριο του 2022, οπότε και το ΣτΕ απέρριψε τις προσφυγές που είχαν κατατεθεί, για να ξεκινήσει τα σεισμικά, ενώ στο μεταξύ η Total μας είχε αποχαιρετίσει. Στα πόσα άραγε χρόνια γίνεται μια γεώτρηση στην Ελλάδα από τότε που το ελληνικό κράτος αναθέτει το δικαίωμα στον παραχωρησιούχο;

Τον ίδιο φόβο βλέπουμε παντού. Τα πρώτα μηνύματα από τις γεωτρήσεις για σπάνιες γαίες στην Ελλάδα, απαραίτητες για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, είναι ενθαρρυντικά, μας έλεγε πρόσφατα ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Κωσταντίνος Γιαζιτζόγλου.

Η βούληση φαίνεται να περισσεύει από όλους, κυβερνώντες και αγορά. Αλλά ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΜΕ δεν κρύβει το φόβο του για τους «επαγγελματίες Ρομπέν των Δασών που χτίζουν καριέρες μέσα από τον ακτιβισμό», μαζί με την ελληνική γραφειοκρατία, που όσο καλές και να είναι οι προθέσεις, παραμένει ανίκητη.

Είναι άραγε τόσο δύσκολο να αλλάξει κάτι στον πολύπαθο αυτό τομέα, ώστε να επιταχύνεται η έκδοση των δικαστικών αποφάσεων; Είναι τόσο δύσκολο να υπάρξει ένα ειδικό δικαστικό σώμα, όπως σε άλλες χώρες, πλαισιωμένο από τεχνοκράτες, εξοικειωμένους με περιβαλλοντικές μελέτες και με αρμοδιότητα να εκδίδει αποφάσεις εντός π.χ. 3-4 μηνών, ώστε να μην χάνεται πολύτιμος επιχειρηματικός χρόνος και αλλάζουν στο μεταξύ τα δεδομένα; 

Και τι νόημα έχουν τόσες γνωμοδοτήσεις ειδικών όταν αρκεί η προσφυγή μιας δημοτικής αρχής για να τις ακυρώσει; Ποια είναι η ασφαλιστική δικλείδα που βάζει το Δημόσιο για να κατοχυρώσει μια επένδυση για την οποία έχουν αποφανθεί υπέρ της όλοι οι καθ’ ύλην αρμόδιοι;

Τον ίδιο φόβο έχουν και στο υπ. Εθνικής Οικονομίας όσοι παρακολουθούν την πορεία του Ταμείου Ανάκαμψης. Ένα εθνικής σημασίας κεφάλαιο, για το οποίο η μεγαλύτερη ανησυχία των ιθυνόντων αφορά το ενδεχόμενο προσφυγής σε κάποια σύμβαση, κάτι που μοιραία θα οδηγήσει  σε καθυστέρηση της ανάθεσης, αλλά και της δόσης, για την οποία αποτελεί προαπαιτούμενο. Το είδαμε ήδη να συμβαίνει με έργο – ορόσημο της 3ης δόσης για το οποίο το ΣτΕ εκδίκασε ευτυχώς γρήγορα την προσφυγή.

Αν θέλουμε πράγματι γεωτρήσεις για υδρογονάνθρακες, σπάνιες γαίες, επενδύσεις σε έργα υποδομών και γενικώς μεγάλα έργα στην Ελλάδα, πρέπει και να τα βοηθάμε να γίνουν, εφόσον φυσικά τηρούνται οι προϋποθέσεις, οι οποίες προβλέπονται στους περιβαλλοντικούς όρους που εγκρίνουν τα αρμόδια υπουργεία. 

Χρειάζεται και θεσμική θωράκιση των μεγάλων επενδύσεων, προστασία απέναντι στο κίνημα των προσφύγων και των ενστάσεων. Ειδάλλως οι υψηλές θέσεις που καταλαμβάνει μονίμως η χώρα στις διεθνείς κατατάξεις, θα μείνουν γράμμα κενό στην πραγματικότητα που διαμορφώνουν οι επενδύσεις.

[ΠΗΓΗ: https://www.liberal.gr/, του Γιώργου Φιντικάκη, 26/3/2024]

ΑΛΛΑΓΗ ΩΡΑΣ – ΠΟΤΕ ΘΑ ΓΥΡΙΣΟΥΜΕ ΤΑ ΡΟΛΟΓΙΑ ΜΑΣ ΜΙΑ ΩΡΑ ΜΠΡΟΣΤΑ

Την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου, δηλαδή στις 31 Μαρτίου του 2024, αναμένεται να επανέλθει η θερινή ώρα και να γυρίσουμε τους δείκτες των ρολογιών μας.

Οι δείκτες των ρολογιών πρέπει να μετακινηθούν μία ώρα μπροστά, δηλαδή από 03:00 π.μ. σε 04:00 π.μ.

Αλλαγή ώρας – Πώς καθιερώθηκε η θερινή

Η θερινή ώρα βασίζεται σε ένα σύστημα που σκοπό έχει την καλύτερη αξιοποίηση του φωτός της ημέρας για εξοικονόμηση ενέργειας. Σε Ελλάδα και Ευρώπη, η θερινή ώρα διαρκεί για 7 μήνες, ενώ η χειμερινή αρχίζει την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου και εφαρμόζεται για 5 μήνες.

Η πρώτη αναφορά που υπάρχει για χρησιμοποίηση της θερινής ώρας ήταν από τον Βενιαμίν Φραγκλίνο σε γράμμα του που δημοσιεύθηκε σε γαλλική εφημερίδα. Σε αυτό το γράμμα δεν υπάρχει αναφορά για αλλαγή της ώρας, αλλά πρόταση να ξυπνούν οι άνθρωποι μία ώρα νωρίτερα.

Σήμερα το τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού που χρησιμοποιεί την εναλλαγή ώρας αποτελεί μειοψηφία, καθώς σχεδόν όλες οι ασιατικές και αφρικανικές χώρες δεν συμμετέχουν. Άλλες την έχουν καταργήσει ή σχεδιάζουν την κατάργηση του μέτρου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να σταματήσει την υποχρεωτική εναλλαγή ώρας το 2021, δίνοντας τη δυνατότητα σε κάθε κράτος-μέλος να επιλέξει ανεξάρτητα τη μονιμοποίηση της θερινής ή τη χειμερινής ώρας. Στην Ελλάδα η σχετική διαβούλευση αναβλήθηκε επ’ αόριστον.

[ΠΗΓΗ: https://ergoxalkidikis.gr/, 26/3/2024]