Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΟΝ «ΑΦΡΟ» ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ

Δεν θα ακούσουμε πουθενά σε διεθνείς οργανισμούς, σε διεθνείς οικονομικές συσκέψεις, ή σε εκθέσεις οίκων αξιολόγησης ή επενδυτικών οίκων, να αναφέρεται η Ελλάδα σαν μια χώρα με πρόβλημα. Αντίθετα, γίνεται ολοένα και πιο φανερό, ότι από αντιπαράδειγμα αποτελεί πλέον υπόδειγμα, τουλάχιστον σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

Οι ανησυχίες που αφορούσαν τις εγχώριες πολιτικές εξελίξεις, την πορεία της οικονομικής ανάπτυξης, τη ροή του μεταρρυθμιστικού και εκσυγχρονιστικού προγράμματος, καθώς και την τήρηση των δημοσιονομικών δεσμεύσεων της χώρας, αποτελούν παρελθόν. Ούτε καν παραινέσεις δεν ακούγονται. Παρά μόνο συγχαρητήρια και θετικές προοπτικές.

Σε πολιτικό επίπεδο στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το φάντασμα του ακραίου λαϊκισμού και της ακροδεξιάς παραμονεύει πίσω από κάθε εκλογική διαδικασία. Παράλληλα η κυβερνητική αστάθεια που παρατηρείται σε μια σειρά από χώρες, συνήθως οδηγεί σε οικονομική αβεβαιότητα.

Στην Πολωνία ο συνασπισμός των ηττημένων των εκλογών, δηλαδή του φιλελεύθερου Συνασπισμού Πολιτών του Ντόναλντ Τουσκ, του κεντροδεξιού Τρίτου Δρόμου και της μετριοπαθούς Νέας Αριστεράς κατάφερε να δημιουργήσει κυβέρνηση, απομακρύνοντας από την εξουσία το ακραίο εθνικιστικό και αντιευρωπαϊκό κόμμα «Νόμος και Δικαιοσύνη» (PiS), που βρισκόταν στην διακυβέρνηση της χώρας από το 2015. Γεγονός που οδήγησε σε άνοδο των χρηματιστηρίων και σε αντιστροφή των εκροών κεφαλαίων από τη δευτερογενή αγορά ομολόγων του Πολωνικού δημοσίου.

Την περασμένη εβδομάδα, την τελευταία στιγμή κατάφερε η κυβέρνηση Μελόνι των Αδελφών της Ιταλίας, της Λέγκας του Βορρά και της Φόρτσα Ιταλία, να αποφύγει την υποβάθμιση της Ιταλικής οικονομίας από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s. Μια υποβάθμιση που θα οδηγούσε σε αύξηση των επιτοκίων και πτώση των χρηματιστηρίων, σαν αποτέλεσμα της αύξησης του ρίσκου, που αποτελεί συνεπακόλουθο των υποβαθμίσεων.

Η Γαλλία πιθανότατα να ενταχθεί και αυτή μέσα στο 2024 σε καθεστώς οικονομικής επιτήρησης, καθώς το χρέος της αυξάνεται, ενώ οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας αποκλιμακώνονται. Και όλα αυτά τη στιγμή που το πολιτικό κλίμα στη Γαλλία παραμένει ιδιαίτερα τεταμένο.

Η κατάσταση είναι ακόμα πιο δυσάρεστη στην «ατμομηχανή» της Ευρώπης. Η Γερμανία για πρώτη φορά μετά την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αποτελεί «βαρίδι» αντί για στυλοβάτη, βυθιζόμενη ταυτόχρονα στην ύφεση και στην πολιτική αναταραχή τουλάχιστον σε κυβερνητικό επίπεδο. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, εκτιμά ότι η γερμανική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά -0,5% μέσα στο 2023, με την ελπίδα να επανέλθει στην ανάπτυξη το 2024.   

Σε κυβερνητικό επίπεδο ο συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων δείχνει να κλονίζεται μετά από το δικαστικό πάγωμα της μεταφοράς 60 δισ. ευρώ από το ταμείο αντιμετώπισης της πανδημία, στο Ταμείο για την Προστασία του Κλίματος, από το οποίο θα χρηματοδοτούνταν μεγάλα δημόσια έργα και επενδύσεις στον τομέα της Πράσινης Μετάβασης. Ένα γεγονός που ανατρέπει την εκτέλεση του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού.

Σύμφωνα με την Goldman Sachs, η Γερμανική οικονομία που χαρακτηρίζεται σαν «sick man of Europe», δηλαδή σαν ο ασθενής της Ευρώπης, παρ’ όλο που δεν θα βιώσει βαθιά ύφεση, εμφανίζει έντονα προβλήματα ανάπτυξης έχοντας βρεθεί αντιμέτωπη αφενός με την υποχώρηση της ζήτησης για γερμανικά προϊόντα από Κίνα και αφετέρου με τους ισχυρούς κραδασμούς από τους μετασεισμούς της ενεργειακής κρίσης, στο σύνολο της γερμανικής βιομηχανίας.

Μέσα σε αυτό το επιβαρυμένο ευρωπαϊκό κλίμα, η περίπτωση της Ελλάδας αποτελεί μια φωτεινή εξαίρεση και ένα παράδειγμα προς μίμηση. 

Διότι μια χώρα που αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 2,9% μέσα στο 2024, που μειώνει το χρέος της προς το ΑΕΠ κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες και που ασκεί μια βαθιά κοινωνική πολιτική, μη ανατρέποντας ωστόσο τα συμφωνημένα δημοσιονομικά πλαίσια, ασφαλώς και προσφέρεται σαν παράδειγμα προς μίμηση, μέσα σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον που φλερτάρει με την ύφεση, ρέπει προς τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό και ανησυχεί για την αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια. Η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται στις 7 χώρες της Ευρωζώνης των οποίων το προσχέδιο του Προϋπολογισμού ανταποκρίνεται πλήρως στις κατευθυντήριες γραμμές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Σε έκθεση του Ειδικού Παρατηρητηρίου του Universita Catolica, για την οικονομική υγεία των ευρωπαϊκών χωρών αναφέρεται ότι η Ελλάδα τα πάει καλύτερα από την Ιταλία προχωρώντας στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, σε αντίθεση με την Ιταλική κυβέρνηση που έχει κολλήσει. Και καταλήγει στην έκθεση της, λέγοντας ότι  η απόδοση της Ελληνικής οικονομίας, είναι υπέρτερη της Ιταλικής ως προς την αύξηση του ΑΕΠ, τη μείωση των δημοσιονομικών ανισορροπιών, την ελκυστικότητα των ξένων επενδύσεων και την αξιοπιστία της κυβερνητικής δράσης.

Τα γερμανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, αναφέρονται στην Ελλάδα, σαν μια από τις πρωταθλήτριες χώρες της Ευρώπης που από το χείλος του γκρεμού του 2015, αποτελεί παράδειγμα ανάπτυξης χάρη στις μεταρρυθμίσεις και την πολιτική σταθερότητα. Πρόσφατα το RND αναφέρθηκε στην οικονομική διαχείριση της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη σημειώνοντας ότι  «οι πολιτικές του συντηρητικού πρωθυπουργού είναι φιλικές προς τις επιχειρήσεις, όμως ταυτοχρόνως έχουν και έντονο κοινωνικό πρόσημο, ανακουφίζοντας τους εργαζόμενους μειώνοντας τους φόρους εισοδήματος και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.» 

Και κατέληξε στο αφιέρωμα της, για τις πρωταθλήτριες χώρες της Ευρώπης, λέγοντας ότι «η Ελλάδα, που κάποτε θεωρείτο αδύνατον να κυβερνηθεί, αποτελεί πολιτικά, ένα από τα πιο σταθερά κράτη της Ε.Ε.»

(Φωτό: shutterstock)

 

[ΠΗΓΗ: https://www.liberal.gr/, του Κωνσταντίνου Χαροκόπου, 23/11/2023]