ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΞΟΡΥΞΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ – ΤΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΦΕΡΝΕΙ ΤΟ CRITICAL RAW MATERIAL ACT ΤΗΣ ΕΕ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΤΗΣ MYTILINEOS

Εντατικοποίηση των ερευνών, ευελιξία στο θεσμικό πλαίσιο, επιτάχυνση των αδειοδοτικών διαδικασιών και ενίσχυση των αρμόδιων υπηρεσιών. Αυτά είναι μερικά από τα απαραίτητα βήματα για να μπορέσει η Ελλάδα να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο στη νέα στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μείωση της εξάρτησή της σε τρίτες χώρες για την προμήθεια κρίσιμων πρώτων υλών και σπάνιων γαιών, αναγκαίων για την παραγωγή ημιαγωγών, μπαταριών και άλλων συστημάτων απαραίτητων για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.

Στη μεταλλουργία έχει ήδη ζητηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η συνδρομή της Mytilineos για την παραγωγή γάλλιου από το εργοστάσιο Αγίου Νικολάου και όπως ανέφερε ο επικεφαλής του ομίλου Ευάγγελος Μυτιληναίος, κατά την ενημέρωση των αναλυτών για τα αποτελέσματα εξαμήνου, οι επαφές με την Κομισιόν συνεχίζονται. Όπως είπε, θα απαιτηθεί μια επένδυση δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ για την παραγωγή γαλλίου ως υποπροϊόντος στις εγκαταστάσεις της που μετατρέπουν τον βωξίτη σε αλουμίνα, την πρώτη ύλη για το αλουμίνιο.

Στη λίστα με τις κρίσιμες πρώτες ύλες συμπεριληφθήκαν τελικά και ο βωξίτης, η αλουμίνα και το αλουμίνιο, μετά από παρέμβαση των ευρωπαϊκών συνδέσμων συμπεριλαμβανομένης και της Πανευρωπαϊκής Ένωσης βιομηχανιών μη σιδηρούχων μετάλλων Eurometaux, πρόεδρος της οποίας είναι ο κ. Μυτιληναίος. Όπως είπε ο ίδιος στους αναλυτές, δεν γνωρίζουμε ακόμη τα συγκεκριμένα πλεονεκτήματα θα φέρει η συμπερίληψη στο Critical Raw Material Act.

Το πρόβλημα είναι ότι οι Ευρωπαίοι σε αντίθεση με τις ΗΠΑ δεν βάζουν ακόμη χρήματα στο τραπέζι για να αντιμετωπιστεί το βασικό πρόβλημα για τις βιομηχανίες που είναι το κόστος της ενέργειας το οποίο παραμένει ιδιαίτερα υψηλό σε σχέση με τις ΗΠΑ. Πάντως, όπως φαίνεται, ο όμιλος Μytilineos ετοιμάζεται να προχωρήσει σύντομα σε μια νέα επένδυση στον κλάδο του αλουμινίου, με δεδομένη και την υψηλή ζήτηση που αναμένεται τα επόμενα χρόνια και το γεγονός πως η βιομηχανικής παραγωγή αλουμινίου έχει υποχωρήσει σημαντικά τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη.

Το μεγάλο πρόβλημα των εξορύξεων

Εκτός όμως από τη μεταλλουργία, ένα μεγάλο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει η ΕΕ για να εξασφαλίσει αυτάρκεια στα κρίσιμα μεταλλεύματα και τις πρώτες ύλες, είναι αυτό των εξορύξεων, λαμβάνοντας υπόψη τους αυστηρούς περιβαλλοντικούς όρους, αλλά και τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών.

Στην ουσία, η Ευρώπη καλείται να αντιστρέψει την πολιτική που έχει ακολουθήσει τα τελευταία τουλάχιστον 30 χρόνια επιλέγοντας την εύκολη πολιτικά λύση της προμήθειας πρώτων υλών από χώρες εκτός της ΕΕ, η οποία ήταν οικονομικότερη αλλά και λιγότερο επιβαρυντική για το περιβάλλον της περιοχής, εξηγεί στο insider.gr ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ), Κωνσταντίνος Γιαζιτζόγλου.

Η απόφαση της Κίνας να περιορίσει τις εξαγωγές κρίσιμων πρώτων υλών και σπάνιων γαιών οδηγεί στη δημιουργία νέων προϋποθέσεων για την αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κοιτασμάτων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που βρίσκονται στο ελληνικό υπέδαφος. Σχετική τοποθέτηση έκανε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, στο περιθώριο του άτυπου συμβουλίου των υπουργών της ΕΕ πριν από μερικές εβδομάδες στην Ισπανία.

Όπως είπε η Ελλάδα «στηρίζει την πρωτοβουλία της Ε.Ε. για στρατηγική αυτονομία και μπορεί να συμβάλει με την εξόρυξη κρίσιμων πρώτων υλών και σπάνιων γαιών που υπάρχουν στο υπέδαφός της, σε αυτή την προσπάθεια». Μάλιστα σημείωσε ότι «η Ελλάδα αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς βωξίτη στην Ε.Ε., ενώ σημαντικό είναι το δυναμικό της χώρας σε αντιμόνιο και σε στοιχεία που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μπαταριών, όπως νικέλιο, κοβάλτιο και μαγγάνιο».

Στο πλαίσιο αυτό, έχει ήδη πραγματοποιηθεί από την Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ πρ. ΙΓΜΕ) μια πρώτη ενημέρωση προς την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τις περιοχές που δυνητικά έχουν σημαντικές ενδείξεις για την παρουσία κοιτασμάτων κρίσιμων πρώτων υλών, τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν.

«Υπάρχουν ενδείξεις για κάποια κοιτάσματα αλλά θα πρέπει η πολιτεία να ενδυναμώσει την ΕΑΓΜΕ και να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο ώστε να επιταχύνονται οι έρευνες που καθυστερούν», τονίζει ο κ. Γιαζιτζόγλου. Οι έρευνες είναι απαραίτητες για να καθοριστεί όχι μόνο η παρουσία των κρίσιμων πρώτων υλών, αλλά και η συγκέντρωσή τους, στοιχείο πολύ σημαντικό για να καθοριστεί το αν υπάρχει νόημα να προχωρήσει η εξόρυξη. «Μιλάμε για μέταλλά που δεν είναι τόσο σπάνια, όσον είναι αραιά, μπορεί για παράδειγμα να βγαίνουν γραμμάρια σε κάθε τόνο γης», αναφέρει ακόμη ο κ. Γιατζιτόγλου.

Σύμφωνα με τον ίδιο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η επίλυση διαχρονικών προβλημάτων που έχει αναδείξει πολλές φορές στο παρελθόν ο ΣΜΕ με πιο βασικό την υποστελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών, καθώς όπως σημειώνει ο κ. Γιαζιτζόγλου, η δημόσια διοίκηση δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, καθώς τα μέσα που διαθέτει δεν είναι ανάλογα με το αντικείμενο που πρέπει να διαχειριστούν οι αρμόδιες υπηρεσίες. Έτσι καθυστερούν συνεχώς οι αδειοδοτήσεις.

Ο ίδιος αναφέρει ότι ο εξορυκτικός κλάδος στην Ελλάδα αποτελεί περίπου το 3% του ΑΕΠ της χώρας, ενώ σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ, αν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις θα μπορεί να φτάσει το 5-6% και να δημιουργήσει περί τις 60.000 με 70.000 θέσεις εργασίας, κατά βάση στην περιφέρεια.

Σε ό,τι αφορά την επιβάρυνση του περιβάλλοντος, ο κ. Γιαζιτζόγλου σημειώνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει μια οικονομική δραστηριότητα χωρίς καμιά επιβάρυνση, και μάλιστα στην Ευρώπη η εξόρυξη είναι η λιγότερο επιβαρυντική για το περιβάλλον παγκοσμίως, λόγω των αυστηρών περιβαλλοντικών όρων. Μέχρι τώρα, σημειώνει, η Ευρώπη στηρίζεται για τα κρίσιμα ορυκτά και μεταλλεύματα σε άλλες χώρες που δεν έχουν τους ίδιους αυστηρούς περιορισμούς και κανόνες προστασίας του περιβάλλοντος, έτσι η επιβάρυνση στον πλανήτη είναι πολλαπλάσια. «Και δεν είναι μόνο η ίδια εξόρυξη, αλλά πρέπει να υπολογίσουμε και την μεταφορά και την αποθήκευση», αναφέρει ακόμα ο πρόεδρος του ΣΜΕ, τονίζοντας ότι η εξόρυξη με ένα αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο όπως της ΕΕ, όσο πιο κοντά γίνεται στην κατανάλωση, είναι η πιο καλή λύση, τόσο για την Ευρώπη, όσο και για την Ελλάδα.

[ΠΗΓΗ: https://energypress.gr/, από insider.gr, 31/7/2023]