Για τα σοβαρά προβλήματα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο εξορυκτικός κλάδος στην Ελλάδα μετά από μία χρονιά που σημαδεύτηκε από πρωτόγνωρο υψηλό πληθωρισμό, άνοδο των επιτοκίων, δυσλειτουργίες στην εφοδιαστική αλυσίδα και ένα γεωπολιτικό κατακερματισμό, μίλησε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων κ. Αθανάσιος Κεφάλας κατά τη διάρκεια του γεύματος εργασίας που παρέθεσε σήμερα ο ΣΜΕ. Με τον ίδιο να δηλώνει παράλληλα συγκρατημένα αισιόδοξος για το 2023 χάρις στην ανθεκτικότητα των μελών του Συνδέσμου και τις σημαντικές επενδύσεις του κλάδου.
Ο κ. Κεφάλας τόνισε ότι ο εξορυκτικός κλάδος ήρθε αντιμέτωπος με την απότομη αύξηση του κόστους παραγωγής από 25% έως 50%, οδηγώντας τον να αναπροσαρμόσει την πολιτική του. Ως απόρροια, παρατηρήθηκε μείωση του όγκου των εξαγωγών και όπως ανέφερε ο ίδιος, το κόστος των δεκάδων εκατομμυρίων δημιούργησε έλλειμα σε αυτό που αποκαλείται τελική γραμμή, δηλαδή οι κερδοφορίες δεν ήταν αντίστοιχες της αύξησης του τζίρου.
Ο κ. Κεφάλας ζήτησε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών, να αρθούν τα ρυθμιστικά και τεχνικά εμπόδια για τον ενεργειακό συμψηφισμό του ηλεκτρικού ρεύματος, να υπάρχει πολιτική σταθερής τιμής ρεύματος για την εξόρυξη και τη βιομηχανία, με κάλυψη των διακυμάνσεων από την πολιτεία, να θεσπιστεί η επιστροφή κατά 50% του Ειδικού Φόρου Καυσίμων και να επανεξεταστούν αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παράλληλα, ο κ. Κεφαλάς επισήμανε ότι υπάρχουν σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του κλάδου που δημιουργούν ανταγωνιστικά μειονεκτήματα, με αποτέλεσμα να αποθαρρύνονται οι νέες επενδύσεις.
«Είμαστε πρωταθλητές στην καθυστέρηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης και οι πιστοποιημένοι επιθεωρητές, που θεσπίστηκαν το 2011, αναθεωρήθηκαν το 2020. Κάποιος που θα βάλει τα λεφτά τους δεν θα περιμένει την άδεια για το λιγότερο μετά από 7 χρόνια» τόνισε ο κ. Κεφάλας.
Ακόμη, το Ειδικό Χωροταξικό των Ορυκτών Πρώτων Υλών ήδη κλείνει κοντά μία δεκαετία συζητήσεων και μελετών και το πρόβλημα της προστασίας του μέλλοντος των ορυκτών από ανταγωνιστικές χρήσεις οξύνεται.
Ένα πρόβλημα επίσης που έθιξε είναι το μεγάλο ζήτημα των χώρων NATURA, με τον ίδιο να δηλώνει το εξής: «Στην ΕΕ, οι χώροι NATURA δεν απαγορεύουν τις ανθρώπινες δραστηριότητες, ίσα ίσα ενθαρρύνονται, ενώ στην Ελλάδα συμβαίνει το ανάποδο, οι χώροι είναι περίκλειστοι. Οι ξένοι έχουν το δικαίωμα με μία πειστική μελέτη να λειτουργήσουν στις περιοχές αυτές, ενώ εμείς όχι».
Ακόμη, ο ίδιος επισήμανε ότι ο κλάδος υποστηρίζει ενεργά την πράσινη μετάβαση καθώς παρέχει τα υλικά και τις πρώτες ύλες που είναι απαραίτητα για την πράσινη ενέργεια, αλλά είναι παράλληλα και παίκτης καθώς έχει πετύχει σε σημαντικό βαθμό τη βιομηχανική συμφιλίωση με τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Παράλληλα, ο κ. Κεφάλας αναφέρθηκε στην απώλεια εργατικού δυναμικού είτε λόγω συνταξιοδοτήσεων ή μετανάστευσης, καθώς ο κλάδος «αιμορραγεί» από την έλλειψη χειριστών και εργοδηγών, ενώ αντιμετωπίζει και μεγάλη δυσκολία έλλειψης μεσαίων στελεχών. Σύμφωνα μάλιστα με τον κ. Κεφάλα οι ελλείψεις οφείλονται στο κενό που έχει δημιουργηθεί από την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ αλλά και τη μη ύπαρξη σχολών για εργοδηγούς.
Ακόμη το γεγονός ότι ο κλάδος δραστηριοποιείται κυρίως στην περιφέρεια αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για να ενταχθούν στο δυναμικό τους έμπειρα στελέχη. Μάλιστα, ο ίδιος εμφανίστηκε ιδιαίτερα προβληματισμένος και απαισιόδοξος για το μέλλον δηλώνοντας το εξής: «Aκόμη μπορούμε να ανταποκριθούμε στις ανάγκες του κλάδου με το ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτουμε, δεν είμαστε όμως αισιόδοξοι για το τι πρόκειται να γίνει σε πέντε χρόνια».
Ο ίδιος ακόμη πρόσθεσε ότι: «Δεν ζούμε σε εύκολες εποχές και γενικότερα στην ΕΕ, η πανδημία και ο πόλεμος έφεραν στην επιφάνεια την εξάρτηση της Ευρώπης για κρίσιμα υλικά και άλλες πρώτες ύλες από τρίτες χώρες, και πολλές από αυτές είναι μη φιλικά διακείμενες. Η πράσινη ενέργεια απαιτεί 4 φορές έως 6 φορές περισσότερα μεταλλεύματα και ορυκτά από ότι σήμερα. Μία διεθνής ένωση αποτυπώνει σε έρευνα ότι θα απεξαρτηθεί ο κόσμος από τον άνθρακα, αλλά είναι αναγκαία η εξάρτηση από μεταλλεύματα. Θα πρέπει να επαναπατρίσουμε την εξόρυξη στην ΕΕ. Θέλουμε, αλλά δεν υπάρχει μια ενιαία στρατηγική στην Ευρώπη»
Σε ό,τι αφορά το 2023 ο πρόεδρος του ΣΜΕ ανέφερε ότι δεν μπορούν να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις, λόγω του ρευστού επιχειρηματικού και γεωπολιτικού περιβάλλοντος. «Ξεκίνησε, όμως, καλά και παραμένουμε αισιόδοξοι ότι τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του κλάδου, η αποδεδειγμένη ανθεκτικότητα των μελών μας και η σύντομη άρση των εμποδίων στην ανάπτυξη μας θα φέρουν καρπούς, προς όφελος όλων των μελών μας», κατέληξε.
[ΠΗΓΗ: https://www.powergame.gr/, της Μαρίας Καλούδη, 14/3/2023]