Η ΕΕ ΘΑ ΑΡΧΙΣΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΣΚΕΦΤΕΤΑΙ ΤΗ ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ;

Ένα αποτέλεσμα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, ήταν να ωθήσει την Ουκρανία, τη Γεωργία και τη Μολδαβία να υποβάλλουν αίτηση για ένταξη στην ΕΕ, ωθώντας τη διεύρυνση στην κορυφή της ευρωπαϊκής ατζέντας. Στη Σύνοδο Κορυφής στις Βερσαλλίες τον Μάρτιο, οι ηγέτες της ΕΕ επιβεβαίωσαν ότι η Ουκρανία “ανήκει στην ευρωπαϊκή μας οικογένεια”, αναθέτοντας στην Κομισιόν να αξιολογήσει τις αιτήσεις των Γεωργίας, Μολδαβίας και Ουκρανίας. Οι τρεις χώρες έχουν ολοκληρώσει το ερωτηματολόγιο αιτήσεων και οι ηγέτες της ΕΕ πρέπει να αποφασίσουν πώς θα απαντήσουν.

Η συναισθηματική στήριξη της συμμετοχής στην ΕΕ για τους τρεις αιτούντες, είναι τόσο ισχυρή που οι 27 δεν θα θέλουν να αποκρούσουν πλήρως τις ευρωπαϊκές τους φιλοδοξίες. Οι ηγέτες της ΕΕ ενδέχεται να προσφέρουν και στις τρεις το καθεστώς του “δυνητικού υποψηφίου”, που αυτή τη στιγμή κατέχουν η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Κοσσυφοπέδιο. Αλλά ακόμη και εάν οι ηγέτες της ΕΕ συμφωνούσαν να χορηγήσουν στις τρεις υποψήφιες χώρες καθεστώς υποψηφίου, η ένταξη θα παρέμενε μακριά. Το να γίνει κανείς υποψήφιος δεν συνεπάγεται την άμεση έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, καθώς τα κράτη-μέλη πρέπει να συμφωνήσουν ομόφωνα σε ένα διαπραγματευτικό πλαίσιο. Και ακόμη και αν ξεκινούσαν οι διαπραγματεύσεις, η ενταξιακή διαδικασία θα ήταν αρχή. Πρώτον, θα υπήρχαν πολλές ευκαιρίες για κάθε κράτος-μέλος να καθυστερήσει ή να μπλοκάρει τη διαδικασία. Δεύτερον, οι τρεις υποψήφιες θα πρέπει να προβούν σε δύσκολες μεταρρυθμίσεις για να υιοθετήσουν το σύνολο των νόμων της ΕΕ, το κεκτημένο. Και οι τρεις αντιμετωπίζουν μεγάλες προκλήσεις, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στο να ξεπεραστεί η διαφθορά, να ενισχυθεί η διαφάνεια και η ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος. Η ΜΚΟ Οίκος Ελευθερίας αξιολόγησης και τις τρεις ως “μερικώς ελεύθερες” το 2021, που είναι μια βαθμολογία χαμηλότερη από αυτή της Ουγγαρίας, το μέλος της ΕΕ με τις φτωχότερες επιδόσεις.

Μια τρίτη ομάδα προκλήσεων στις διαπραγματεύσεις ένταξης, σχετίζεται με την “κόπωση της διεύρυνσης” στην ίδια την ΕΕ. Οι ηγέτες της ΕΕ έχουν πληγεί από ζητήματα κράτους δικαίου σε χώρες όπως η Βουλγαρία, η Πολωνία και η Ουγγαρία. Θέλουν να διασφαλίσουν ότι οι μεταρρυθμίσεις στις υποψήφιες χώρες θα είναι σταθερά εδραιωμένες, και ιδανικά επίσης, ότι η Ένωση έχει αποτελεσματικά εργαλεία για να διαπραγματευτεί με τα απείθαρχα μέλη προτού διευρυνθεί περαιτέρω. Τα νέα μέλη θα καταστήσουν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ ακόμη πιο δυσκίνητα και πιθανώς θα ήταν απαραίτητες μεταρρυθμίσεις όπως το να συνδέσουν περισσότερους τομείς με τη ψηφοφορία πλειοψηφίας ή να μειώσουν τον αριθμό των Επιτρόπων, πιθανώς να ήταν απαραίτητο. Αλλά κάποιες από αυτές τις αλλαγές θα μπορούσαν να γίνουν μόνο με την ομόφωνη συμφωνία του Ευρωπαϊκού συμβουλίου -η οποία θα ήταν δύσκολο να εξασφαλιστεί- ενώ άλλες θα χρειάζονταν αλλαγές στη Συνθήκη, στις οποίες αντιτίθενται πολλά κράτη-μέλη. Τέλος, πολλές ευρωπαϊκές χώρες θα παραμείνουν επιφυλακτικές απέναντι στη Γεωργία, στη Μολδαβία και στην Ουκρανία για την ένταξη τους στην ΕΕ,  όσο έχουν ανεπίλυτες διαφωνίες που εμπλέκουν και τη Ρωσία, κάτι που έχουν και οι τρεις. Σύμφωνα με τη ρήτρα αμοιβαίας βοήθειας της ΕΕ, τα άλλα κράτη-μέλη θα έπρεπε να βοηθήσουν ένα μέλος σε περίπτωση επίθεσης, αυξάνοντας την πιθανότητα μιας σύγκρουσης με τη Ρωσία.

Αυτές οι προκλήσεις σημαίνουν ότι ακόμη και αν ξεκινήσουν οι ενταξιακές συνομιλίες με τη Γεωργία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απογοήτευση και να μειώσουν το momentum για εσωτερικές μεταρρυθμίσεις -όπως συνέβη με τις προσπάθειες ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων.

Οι δυσκολίες της διεύρυνσης έχουν οδηγήσει κάποιους Ευρωπαίους ηγέτες να προτείνουν εναλλακτικές λύσεις. Η πιο πρόσφατη είναι αυτή του Γάλλου προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν, ο οποίος ζήτησε μια νέα “ευρωπαϊκή πολιτική κοινότητα”. Αυτό θα περιλαμβάνει την ΕΕ και τους δημοκρατικούς της γείτονες, συμπεριλαμβανομένης της Ουκρανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο Μακρόν δεν μπήκε σε πολλές λεπτομέρειες, αλλά είπε ότι η κοινότητα θα ήταν ένας τρόπος για τις χώρες εκτός ΕΕ να συνδεθούν με την Ένωση και να έχουν στενότερο πολιτικό διάλογο και οικονομική συνεργασία μαζί της σε τομείς όπως ενέργεια, μεταφορές, ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων και επενδύσεις. Άλλοι πολιτικοί έχουν προωθήσει ιδέες παρόμοιες με αυτές του Μακρόν, από την γεωπολιτική κοινότητα του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, έως την έννοια της εταιρικής σχέσης-συμμετοχής, του πρώην Ευρωβουλευτή Andew Duff. 

Είναι κρίσιμο ότι καμία από αυτές τις προτάσεις δεν έχει σκοπό να κλείσει τον δρόμο των τριών υποψηφίων προς την ένταξη στην ΕΕ. Αντιθέτως υποτίθεται ότι θα ενισχύσουν τη μεγαλύτερη συνεργασία με την ΕΕ, παράλληλα με τη διαδικασία ένταξης. Αλλά οποιαδήποτε πρόταση εναλλακτική της ένταξης, αναπόφευκτα θα φαινόταν σαν απόρριψη από τους αιτούντες, οι οποίοι έχουν ήδη ευρείες συμφωνίες σύνδεσης με την ΕΕ και θα υποψιαζόταν ότι τυχόν νέοι τέτοιοι θεσμοί, ήταν ένας τρόπος να τους κρατήσουν σε απόσταση αναπνοής.

Μια εναλλακτική θα ήταν η μεταρρύθμιση της ενταξιακής διαδικασίας, έτσι ώστε οι υποψήφιες χώρες να μπορούν να ενσωματωθούν σταδιακά σε διάφορους τομείς πολιτικής της ΕΕ, αντί μόνο όταν γίνουν πλήρη μέλη. Για παράδειγμα, καθώς οι υποψήφιες χώρας υιοθέτησαν το κεκτημένο, θα λάμβαναν περισσότερα κεφάλαια από την ΕΕ, θα ενσωματωνόταν σταδιακά σε τομείς της ενιαίας αγοράς,  θα συμμετείχαν σε συζητήσεις εξωτερικής πολιτικής και θα έβλεπαν τους πολίτες τους πιο ελεύθερους να ταξιδεύουν στην ΕΕ. Ορισμένες από αυτές τις ιδέες ήδη αντικατοπτρίζονται στη νέα μεθοδολογία πρόσβασης που υιοθέτησε η Κομισιόν στις διαπραγματεύσεις με τη Σερβία και το Μαυροβούνιο.

Αλλά η νέα μεθοδολογία δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί πλήρως. Η ΕΕ πρέπει να διασφαλίσει ότι τα οφέλη μιας σταδιακής διαδικασίας είναι απτά. Και η ΕΕ θα πρέπει να προσφέρει στους υποψηφίους πολύ πιο στενούς πολιτικούς δεσμούς και κάποια δικαιώματα διαμόρφωσης αποφάσεων καθώς προχωρούν προς την ένταξη. Για παράδειγμα, οι ηγέτες από τις χώρες υπό ένταξη, θα μπορούσαν να προσκαλούνται τακτικά στις συνόδους κορυφής της ΕΕ, ενώ οι αξιωματούχοι τους θα μπορούσαν να αποσπώνται στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, να διεξάγουν διάλογο με τις ομάδες εργασίας του Συμβουλίου και να συμμετέχουν σε ομάδες εμπειρογνωμόνων της Κομισιόν.

Η σταδιακή ένταξη δεν θα επέτρεπε στους ηγέτες της ΕΕ να αποφύγουν το ερώτημα εάν θα ήθελαν να δεχθούν νέα μέλη ή όχι. Ωστόσο, μια πιο σταδιακή προσέγγιση της διεύρυνσης θα μπορούσε τουλάχιστον να παράσχει συγκεκριμένα βραχυπρόθεσμα κίνητρα στους υποψηφίους για να προβούν στις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για την ένταξη στην ΕΕ. Αυτό θα μεγιστοποιούσε το momentum για μεταρρυθμίσεις στη Γεωργία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία, εάν δηλωθούν υποψήφιες, και θα διοχέτευε νέα ενέργεια στις φιλοδοξίες των Δυτικών Βαλκανίων για ένταξη.

Οι σκεπτικιστές της διεύρυνσης θα μπορούσαν να πειστούν πιο εύκολα εάν έβλεπαν τις υποψήφιες χώρες να προχωρούν σε μεταρρυθμίσεις και συνηθίσουν να δουλεύουν μαζί τους πριν από την ένταξη. Η ΕΕ θα αποκόμιζε πολιτικά οφέλη επίσης, με τη μορφή μεγαλύτερης επιρροής στις υποψήφιες για ένταξη χώρες και μια πιο ευημερούσα και σταθερή γειτονιά.

Τέλος μια σταδιακή διαδικασία ένταξης θα θόλωνε περαιτέρω τη διάκριση μεταξύ μέλους και μη μέλους. Μεσοπρόθεσμα, αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει να πειστούν τα κράτη-μέλη ότι η Ένωση θα μπορούσε να ενσωματωθεί στενά με τους γείτονες που δεν ζητούν ένταξη ή δεν μπορούν να είναι μέλη, ανοίγοντας τον δρόμο για έννοιες όπως η συνδεδεμένη ένταξη.

Οι σχέσεις της ΕΕ με τους γείτονες της έχουν μείνει πίσω εξαιτίας της δυσλειτουργικής διαδικασίας ένταξης και της έλλειψης ελκυστικών εναλλακτικών της συμμετοχής. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα πρέπει επιτέλους να ωθήσει την ΕΕ να μεταρρυθμίσει τον τρόπο με τον οποίο διευρύνεται και να υιοθετήσει νέα μοντέλα ολοκλήρωσης. Η Ένωση και οι γείτονες της θα ήταν πιο δυνατοί για αυτή.

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: https://www.cer.eu/publications/archive/bulletin-article/2022/will-eu-rethink-enlargement

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Luigi Scazzieri, 31/5/2022]