ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ

Φαίνεται ότι ο “κόμπος έχει φτάσει στο χτένι” για ορισμένους μεγάλους και σοβαρούς επενδυτές σε ότι αφορά την υπομονή τους με τους ρυθμούς χελώνας που οι υπηρεσίες του ΥΠΕΝ κινούνται στην αξιολόγηση σοβαρών και ώριμων επενδυτικά έργων ΑΠΕ που έχουν υποβάλει στο εν λόγω υπουργείο εδώ και 12 μήνες. 

Αναφερόμαστε σε μια ειδική κατηγορία μεγάλων έργων, ως επί το πλείστον αιολικών πάρκων και υδροηλεκτρικών έργων, με ορισμένα από αυτά να κινούνται στην ζώνη των 300-350 MW. Τα ανωτέρω έργα συνολικής εγκατεστημένης ισχύος που φθάνει το 1,5 GW αντιπροσωπεύουν επενδύσεις που ξεπερνούν  τα € 2,5 δισεκ, ενώ περιέχουν υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία. Την στιγμή κατά την οποία η κυβέρνηση μέσω του ΕΣΕΚ, έχει θέσει λίαν φιλόδοξους στόχους για τη διείσδυση των ΑΠΕ στο Ελληνικό ενεργειακό σύστημα, αποβλέποντας στην κάλυψη του 35 % της τελικής ενεργειακής κατανάλωσης και στόχο για τουλάχιστον 12 GW νέας εγκατεστημένης ισχύος ΑΠΕ μέχρι το 2030, και μάλιστα μέσω της προσέλκυσης αποκλειστικά ιδιωτικών επενδύσεων, προκαλεί εύλογη απορία η βραδύτητα και νωχέλεια με την οποία αντιμετωπίζει το ΥΠΕΝ τους σοβαρούς επενδυτές που έχουν στο portfolio τους μια ολόκληρη σειρά από μεγάλα και ώριμα έργα ΑΠΕ.

Τα ανωτέρω έργα λόγω μεγέθους και βάσει Κοινοτικής νομοθεσίας (βλέπε Ανακοίνωση Επιτροπής της 28/6/2014, 2014C-200/01, περί κατευθυντήριων γραμμών για κρατικές ενισχύσεις στους τομείς περιβάλλοντος και ενέργειας) 

εξαιρούνται από τις ανταγωνιστικές διαδικασίες και δικαιούνται “ενίσχυση λειτουργίας” για μονάδες που υπερβαίνουν τα 250 MW έκαστη. Βάσει του Ν 4643 του Δεκεμβρίου 2019 την αξιολόγηση των έργων αυτών αναλαμβάνει το ΥΠΕΝ το οποίο εν συνέχεια τα υποβάλλει προς έγκριση στο αρμόδιο τμήμα της ΕΕ. Πρόκειται για μια μακρόσυρτη διαδικασία που η βραδυπορία των υπηρεσιών του ΥΠΕΝ την καθιστά ακόμα ποιό χρονοβόρα με κίνδυνο να λήγουν άδειες σύνδεσης και να επηρεάζονται οι όροι λειτουργίας των μονάδων ΑΠΕ ενώ αναπόφευκτα υπάρχουν και αρνητικές επιπτώσεις ως προς τις επιλεγμένες τεχνολογίες. 

Γιατί εάν υποθέσουμε ότι οι παραγγελίες για το απαραίτητο μηχανολογικό και ηλεκτρολογικό εξοπλισμό πραγματοποιηθούν από τις εταιρείες το Α εξάμηνο του 2022 ,στην καλύτερη περίπτωση, αυτές θα αφορούν τεχνολογίες του 2018/2019 οπότε και υποβλήθηκαν οι αιτήσεις. Βέβαια η ανακολουθία αυτή δεν είναι κάτι το πρωτόγνωρο για το Ελληνικό Δημόσιο το οποίο επιδεικνύει μια διαχρονική αδιαφορία, για να μην πούμε αναισθησία, σε ότι αφορά πρωτοποριακά και μεγάλα επενδυτικά έργα, είτε αυτά αφορούν projects υποδομών ή την εγκατάσταση βιομηχανικών μονάδων, τα οποία και παραδοσιακά αντιπαλεύει με κάθε δυνατό τρόπο και με κάθε  ευκαιρία. 

Τουλάχιστον αυτό δείχνει η οδυνηρή εμπειρία σειράς εμβληματικών επενδύσεων σε όλους τους τομείς, ιδιαίτερα κατά την μεταπολιτευτική περίοδο, που ουδέποτε πραγματοποιήθηκαν ή υλοποιήθηκαν με πολύ μεγάλη καθυστέρηση ( πχ. βλέπε τουριστικό συγκρότημα Costa Navarino, ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης, μονάδα χρυσού στην Χαλκιδική κ.α.) Αποτέλεσμα μιας αρρωστημένης νοοτροπίας βάσει της οποίας ένα μεγάλο τμήμα του δημοσιοϋπαλληλικού προσωπικού (υπό την επήρεια και καθοδήγηση συγκεκριμένων πολιτικών ρευμάτων) τείνει να συγχέει, όχι τυχαία, τις επενδύσεις, και ιδιαίτερα τις πολύ μεγάλες, με ακραίες εκφράσεις του “καπιταλιστικού κατεστημένου” τους δε επενδυτές να τους ταυτίζει με “άπληστους και ασύδοτους εργοδότες”, υποβιβάζοντας επίτηδες τα πραγματικά και σημαντικά οφέλη που τέτοιου είδους επενδύσεις προσφέρουν στον τόπο και στις τοπικές κοινωνίες ιδιαίτερα. Με αποτέλεσμα η υλοποίηση και βιωσιμότητα πολλών από αυτά τα έργα να υποσκάπτεται από τις καφκικές γραφειοκρατικές δομές του Ελληνικού κράτους και τους θεματοφύλακες του.

Ένας επενδυτής που είναι σε θέση να υποβάλλει σχέδια για εγκατάσταση μονάδων της τάξης των 300-400 ΜW είναι προφανές ότι σκέπτεται και δρα με μακροπρόθεσμο ορίζοντα ενώ υποστηρίζει την δραστηριότητα του από τακτικά έσοδα από άλλου τύπου ή και παρόμοιες σε λειτουργία επενδύσεις. Οι εν λόγω επενδυτές, ως επί το πλείστον Έλληνες, αποβλέπουν στην υλοποίηση πρωτοποριακών εγκαταστάσεων ΑΠΕ, σε συνεργασία με διεθνείς εταιρείες, βασισμένες σε προηγμένες τεχνολογικές λύσεις. Απώτερος  στόχος η δημιουργία μιας ισχυρής παρουσίας στον χώρο των ΑΠΕ στην Ελλάδα και μέσω αυτής στην προώθηση σχεδίων σε χώρες της ΝΑ Ευρώπης αλλά και ευρύτερα σε παγκόσμιο επίπεδο. Ήδη έχουμε το πετυχημένο παράδειγμα δραστηριοποίησης Ελληνικής εισηγμένης στην αιολική ενέργεια στις ΗΠΑ, άλλης εισηγμένης στον χώρο του ΕPC στις ΑΠΕ να δραστηριοποιείται με επιτυχία σε παγκόσμιο επίπεδο και ακόμα μιας ελληνικής εταιρείας στον τομέα της αποθήκευσης ενέργειας (σε μπαταρίες) με την λειτουργία τοπικών μονάδων παραγωγής σε Ευρώπη και ΗΠΑ.

Με άλλα λόγια ο σημερινός μεγαλοεπενδυτής στις ΑΠΕ διαθέτει πολλές άλλες ευκαιρίες για δραστηριοποίηση εκτός Ελλάδος και άρα δεν θα διστάσει όταν αντιληφθεί μια ενορχηστρωμένη στάση ενάντια στα σχέδια του να μετακινήσει το ενδιαφέρον του εκτός των ορίων της Ελληνικής επικράτειας. Υποτίθεται ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει ταχθεί αναφανδόν υπέρ της ιδιωτικής πρωτοβουλίας ενισχύοντας νέα σχέδια και επενδύσεις με κάθε δυνατό τρόπο. Όπως όμως δείχνει η τρέχουσα εμπειρία τον ενθουσιασμό για επενδύσεις και εν γένει την προώθηση τολμηρών, και πολλά υποσχόμενων, επιχειρηματικών σχεδίων δεν την συμμερίζεται απαραίτητα ο υφέρπον κρατικός μηχανισμός ο οποίος ευκαιρία ψάχνει για να τορπιλίσει κάθε προσπάθεια προόδου και ανανέωσης. Άραγε η σημερινή φιλελεύθερη κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι έτοιμη να συγκρουστεί με αυτήν την παρωχημένη και απόλυτα καταστρεπτική για τα εθνικά συμφέροντα νοοτροπία;

[ΠΗΓΗ: https://www.energia.gr/, 13/1/2021]