«Ό,τι και να αποφασίσει το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο δεν θα επηρεάσει το Ελληνικό. Οι μπουλντόζες θα μπουν το 2018» είχε δηλώσει ο κ. Πιτσιόρλας στον ΣKAΪ τον Σεπτέμβριο του 2017. Λίγους μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε γράψει στο τουΐτερ πως «έως το καλοκαίρι θα ξεκινήσουν τα έργα και έως το τέλος του 2018 θα βρίσκονται σε πλήρη ανάπτυξη«. Ύστερα από ενάμιση σχεδόν χρόνο, στις 11 Απριλίου του 2019, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Στέργιος Πιτσιόρλας εκτίμησε ότι «οι συζητήσεις μεταξύ των επενδυτών για το καζίνο μπορεί να καθυστερήσουν δυο-τρία χρόνια την επένδυση στο Ελληνικό.»
Οι παραπάνω δηλώσεις, ενώ εκ του αποτελέσματος βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τη σημερινή πραγματικότητα, μπορεί ν’ ανταποκρίνονται στις ειλικρινείς προθέσεις πρωθυπουργού και υπουργού στις περιόδους που αυτές έγιναν. Όπως και να έχει, ο πυρήνας της κυβέρνησης στο παρελθόν είχε ριζωμένο στο DNA του τον κρατισμό και αντιστέκονταν «αγανακτισμένα» στην όποια καπιταλιστική επένδυση.
Σήμερα όμως και επειδή οι συνθήκες το επιβάλλουν, έχουν νερώσει πολύ το κρασί της αριστεροσύνης στο κόμμα. Και παρ’ όλη την προσπάθεια για ολική επαναφορά στην κανονικότητα, για τους πολλούς «κωλοτούμπα», δεν προλαβαίνουν τώρα να αντιστρέψουν τα αποτελέσματα των λαϊκίστικων ιδεοληψιών, στις οποίες «είχαν ποντάρει όλα τα λεφτά» καθ’ όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, μετερχόμενοι κάθε τρόπο παραπλάνησης της λαϊκής βούλησής.
Ο «αυθεντικός» ΣΥΡΙΖΑ της αντιπολιτευτικής περιόδου καθώς επίσης και ο «μνημονιακός» της κυβερνητικής συνέχειας, επιδίωξε, είτε μέσω κοινωνικών κινητοποιήσεων είτε μέσω γνωμοδοτήσεων «ανεξάρτητων» αρχών, την ακύρωση πολλών από τις «αντιλαϊκές ιδιωτικοποιήσεις». Για την επίτευξη, όμως, αυτού του στόχου είχαν ενεργοποιηθεί οι κατάλληλοι προς τούτο φορείς και στελέχη πολύ πριν έλθει στην εξουσία.
Στη διάρκεια της μεταπολίτευσης τα οργανωμένα επιστημονικά μέλη της Αριστεράς (ΚΚΕ εσωτ., Συνασπισμός) είχαν στελεχώσει σαν σύμβουλοι πολλούς τομείς του δημοσίου τομέα. Στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, μάλιστα, έκαναν και τις μεγαλύτερες καριέρες. Οι αντιθέσεις στις αποφάσεις των εκλεγμένων πλειοψηφιών και οι αντιστάσεις τους με κάθε μέσο, αλλά και με πρακτικές επαναστατικών ασκήσεων, έπιαναν πολλές φορές τόπο.
Κατά παραγγελία μελέτες
Θυμίζω τις κατά παραγγελία μελέτες και γνωματεύσεις που υποστήριζαν την «ακαταλληλότητα» των «Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων-Υπολειμμάτων» στη διάρκεια του «αντάρτικου των γαλατικών χωριών» Κερατέας και Γραμματικού. Παλαιότερα, τον «επαναστατικό» αγώνα της τότε «ροζ» Μαρίας Δαμανάκη, μετέπειτα ΠΑΣΟΚ, που κατάφερε να καταργήσει τη σύμβαση της ελεγχόμενης στάθμευσης στην Αθήνα με παρκόμετρα, αναβάλλοντας για πολλά χαμένα χρόνια τη βελτίωση της κυκλοφοριακής λειτουργίας της πόλης. Επιβεβαιώνοντας το ότι «ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο».
Αυτή η φαντασιακή αλλά υποκριτική εμμονή για το «καλύτερο», στις πολλές των περιπτώσεων χρησιμοποιήθηκε είτε για την προώθηση του κρατισμού, σαν αντίσταση απέναντι στον εκάστοτε (επικηρυγμένο ταξικό εχθρό) ιδιώτη επιχειρηματία ή επενδυτή. Επίσης, κι αυτό είναι το επικρατέστερο, για αντίθεση στον πολιτικό αντίπαλο προς εκκόλαψη κομματικής πελατείας.
Τα παραδείγματα είναι αρκετά: αξιοποίηση Ελληνικού επί υπουργίας Σουφλιά, πρώτες συζητήσεις για ιδιωτικοποίηση του Λιμένος Πειραιώς (Cosco), «Ελληνικός Χρυσός» στα μεταλλεία Κασσάνδρας στη Χαλκιδική κ.α. Και όλα αυτά σε μια Ελλάδα στην οποία ενώ οι ιδιωτικές επενδύσεις αποτελούν την μόνη ελπίδα διεξόδου από την παρατεταμένη κρίση, τα δημόσια-κρατικά έργα διαχρονικα εγκαταλείπονται και καταρρέουν.
Παραδείγματα τέτοιας κρατικής εγκατάλειψης, οι πανάκριβες ολυμπιακές εγκαταστάσεις, το πάρκο Τρίτση, το μέχρι πρότινος βανδαλισμένο πάρκο του Πεδίου Άρεως, ο πολύ-πολύ μελετημένος αλλά τριτοκοσμικός ακόμα Ελαιώνας –δίπλα στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας– 9.000 στρεμμάτων που μετράει 10 νομοθετήματα από το 1954 έως σήμερα. Και σε πλήρη αντίθεση όλων αυτών έχουμε τα καλά παραδείγματα διαχείρισης των ιδιωτικών επενδύσεων: αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος», Αττική Οδός, αυτοκινητόδρομοι, κ.ά.
Νέο Μουσείο Ακρόπολης
Εκεί όμως που η ευρύτερη Αριστερά κυριάρχησε ιδεολογικά ήταν στα πολυτεχνεία και στους συλλογικούς επιστημονικούς φορείς, ιδιαίτερα των μηχανικών. Αυτοί, σε πολλές περιπτώσεις και λόγω του γνωστικού τους αντικειμένου, είχαν θετική παρέμβαση στον εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας και των υποδομών της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Σε άλλες όμως περιπτώσεις υπήρξαν «επιστημονικές γνωματεύσεις» που ξεκινώντας από μαξιμαλιστικές απαιτήσεις ήταν αντίθετες στις εκάστοτε θεσμικές αποφάσεις.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την κατάργηση ή την μακρόχρονη καθυστέρηση των έργων. Κορυφαίο παράδειγμα η μεγάλη περιπέτεια του νέου μουσείου της Ακρόπολης, του οποίου η μελέτη χρειάστηκε πάνω από 25 χρόνια για να ανατεθεί! Σε αυτήν την περίοδο (1976-2001), με κύριο διαφωνούντα το Σύλλογο Αρχιτεκτόνων, κρίθηκαν άγονοι τέσσερις αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί, από τους οποίους οι τελευταίοι ήταν και διεθνείς!
Σήμερα, το νέο μουσείο της Ακρόπολης (με 13 εκατ. επισκέπτες σε εννέα χρόνια, συγκαταλέγεται στην πρώτη εξάδα των καλύτερων Μουσείων στον κόσμο και τέταρτο καλύτερο της Ευρώπης) αποδεικνύει ότι όχι μόνο εξυπηρετεί τις μουσειακές ανάγκες των γλυπτών του Παρθενώνα, αλλά πλείστες φορές και με τον παγκόσμιο συμβολισμό που αυτό εκπέμπει, εξυπηρετεί τις ανάγκες του κράτους για μεγάλες δημόσιες δράσεις.
Πρώην αεροδρόμιο Ελληνικού
Στον χώρο επίσης της ευρύτερης Αριστεράς, εμμονικοί πανεπιστημιακοί, τοπικοί άρχοντες και ιδιώτες, λειτούργησαν σαν προπαγανδιστές δογματικών και ακραίων, ανεφάρμοστων (οικονομικά και διαχειριστικά) σχεδίων. Χρησιμοποίησαν την Ελλάδα σαν πειραματόζωο στο χειρουργικό τραπέζι, προκειμένου να δοκιμάσουν, ανέξοδα για τους ίδιους, σχέδια και θεωρίες ανεξάρτητα από τις χαμένες ευκαιρίες ανάπτυξης και το κόστος που θα πλήρωνε η χώρα.
Πρόσφατη περίπτωση η καταστροφική οικονομικά περίοδος Βαρουφάκη και παλαιότερη αυτή της προηγούμενης αξιοποίησης του Ελληνικού, το 2007. Εκείνη την περίοδο οι γειτονικοί δήμοι, εμφορούμενοι τότε από ακραία τοπικιστική ιδιοτέλεια σε όφελος της ποιότητας ζωής και των υπεραξιών γης και μόνο των δήμων τους, ολοκλήρωναν σε αγαστή συνεργασία με συγκεκριμένους πανεπιστημιακούς των πολυτεχνείων μελέτες κατά παραγγελία και με προκαθορισμένο το τελικό αποτέλεσμα.
Αντιστέκονταν επίμονα και δογματικά (…και με τα μυαλά στα κάγκελα) σε εναλλακτικές λύσεις δημιουργικής σύνθεσης και το κυριότερο οικονομικά βιώσιμες για την αξιοποίηση της περιοχής. Λύσεις οι οποίες συνδύαζαν τη μεταφορά μέρους των οικονομικών ωφελειών (που θα προέρχονταν από την αξιοποίηση) στις πολύ υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας, με την ταυτόχρονη διατήρηση μεγάλης έκτασης δημόσιου πρασίνου που αποτελούσε και το κύριο αίτημα. Παράδειγμα, οι προτάσεις του Στέφανου Μάνου επί υπουργίας Σουφλιά – την ίδια περίοδο είχα επίσης παρέμβει δημόσια με βελτιωτικές, πιστεύω, προτάσεις στις αντίστοιχες του Μάνου.
Αποτέλεσμα όλων αυτών, στη νέα εποχή του μη «αυθεντικού» και μνημονιακού πλέον ΣΥΡΙΖΑ, οι σημερινοί εντόπιοι δημοτικοί άρχοντες, αποκαμωμένοι από την παρακμιακή κρίση και συμμορφούμενοι με τις επιταγές της (παλαιότερα φίλιας και συμφέρουσας τότε αριστερής αντιπολίτευσης) σημερινής κυβέρνησης, υφίστανται την ιδιωτικοποίηση του Ελληνικού.
Η Ιστορία εκδικείται
Η ιστορία εκδικούμενη επιστρέφει σαν μπούμερανγκ και δημιουργεί στο παλαιό αεροδρόμιο, της μετά-kolotoumbas αριστεράς, τη δική μας «Ντουμπάι-λαντ» και πάλι της (ποιος θα το έλεγε) Αριστεράς. Ανάπτυξη η οποία όχι μόνο θα διατηρήσει, άλλα και θα απογειώσει τις υπεραξίες γης των δήμων τους – έξυπνο! Όσο δε αφορά τις υπόλοιπες, υποβαθμισμένες περιοχές της Αθήνας, αυτές αποστερούνται δια παντός τα οφέλη που εμπεριέχονταν στις παρελθοντικές έλλογες λύσεις μεταφοράς-διανομής πλούτου.
Κάθε χθες και καλύτερα. Με τις υγείες μας… Δυστυχώς η έννοια του διαχρονικού σχεδιασμού, της συναίνεσης, της συνέχειας, της βελτίωσης και όχι της κατάργησης, διαπιστωμένα αποτελεί σπάνια πρακτική για κόμματα, πολιτικούς, συνδικαλιστικούς και διοικητικούς φορείς σ’ όποιον κοινωνικό χώρο κι αν αυτοί λειτουργούν. Είναι «το Ελληνικό παντιέρα αντίστασης στις επενδύσεις» για τον ΣΥΡΙΖΑ; Κατά τη γνώμη μας όχι πλέον, γιατί έχουν «χτυπήσει μπιέλα» και δεν τους παίρνει. Αν και στην περιφέρεια του κυβερνώντος κόμματος εκτιμώ ότι πρέπει να υπάρχουν ακόμα ορκισμένοι «αντιστασιακοί» που με τα απόνερά τους προκαλούν καθυστερήσεις.
Όμως, όλους αυτούς που διαχρονικά «ξεχνώντας να σκουπίσουν από τα γένια τους τη σάλτσα της αστακομακαρονάδας δηλώνουν αριστεροί», τους ιδιοτελείς πολιτικούς, τους προπαγανδιστές και τους ψευτοδιανοούμενους, οι όποιοι μέσω εμμονικών ιδεοληψιών και επαναστατικών ασκήσεων έχουν την ευθύνη για την παρακμιακή καθήλωση και την ανάπτυξη του τόπου μας, καλό θα ήταν τα πρόσωπα και τα ονόματά τους να μην τα ξεχάσει ποτέ κανείς.
[ΠΗΓΗ: http://paradosiakos.blogspot.com, του Σωτήρη Παπαδόπουλου, 11/5/2019]