ΤΕΛΟΣ ΣΤΑ «ΚΑΛΑ ΣΕΝΑΡΙΑ» ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΗ ΒΑΖΕΙ Η ΚΟΜΙΣΙΟΝ

Αύξηση των ποσοτήτων ΝΟΜΕ (δημοπρασίες ενέργειας) αλλά και επανεξέταση άλλων δομικών μέτρων (βλέπε υδροηλεκτρικά) ανεξαρτήτως της προόδου που θα έχει η αποεπένδυση της ΔΕΗ στον λιγνίτη είναι τα μέτρα που εξετάζει η Κομισιόν προκειμένου να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά ηλεκτρισμού, όπως προκύπτει από την έκθεσή της για την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.

Βάζοντας ουσιαστικά τέλος στα «καλά σενάρια» για τη ΔΕΗ, η Κομισιόν μέσω των παρατηρήσεών της για την πρόοδο των ενεργειακών μεταρρυθμίσεων ξεκαθαρίζει ότι η αποεπένδυση στον λιγνίτη δεν αποτελεί μόνο μια αντιμονοπωλιακή δέσμευση της Ελλάδας έναντι της Επιτροπής, όπως το υπουργείο Ενέργειας και η ΔΕΗ επιμένουν να εμφανίζουν, αλλά το βασικό εργαλείο για το άνοιγμα της αγοράς και την προσέλκυση επενδύσεων που επηρεάζει και άλλες εξελίξεις, όπως το target model.

Εναλλακτικές δράσεις

Ως εκ τούτου και ανεξάρτητα από την πρόοδο που θα έχει μετά το ναυάγιο του διαγωνισμού, προκειμένου να προχωρήσει ο ανταγωνισμός θα πρέπει να εξεταστούν εναλλακτικές δράσεις, αλλά και το ενδεχόμενο οι ποσότητες των ΝΟΜΕ να αυξηθούν σε επίπεδα που να καλύπτουν πλήρως τους δεσμευτικούς στόχους για μείωση των μεριδίων της ΔΕΗ κάτω του 50% στο τέλος του 2019.

Το ενδεχόμενο μάλιστα αυτό θα εξεταστεί τον προσεχή Σεπτέμβριο κατά την αξιολόγηση των ΝΟΜΕ και ανεξάρτητα πάντα από τα αποτελέσματα που θα έχει πιθανόν ένας νέος διαγωνισμός για την πώληση των μονάδων Μελίτης και Μεγαλόπολης. Επ’ αυτού η Κομισιόν αναφέρει ότι αναμένει από την ελληνική κυβέρνηση να βεβαιώσει ότι η νέα πρόταση που θα υποβάλει ώς τις αρχές Μαρτίου θα είναι επαρκώς λεπτομερής, ώστε να επιτρέψει μια σωστή εκτίμηση για το αν γίνεται πρόοδος σχετικά με τη συμμόρφωση με τους κανονισμούς περί ανταγωνισμού και τα όσα συμφωνήθηκαν στα τέλη του 2018.

«Η εκποίηση λιγνίτη αποτέλεσε τον πυρήνα όλων των ενεργειακών μεταρρυθμίσεων, για να ανοίξει τις αγορές και να προσελκύσει περαιτέρω επενδύσεις και να υποστηρίξει άλλες εξελίξεις, όπως το μοντέλο-στόχος. Οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές ενέργειας αναγνωρίστηκαν εδώ και πολλά χρόνια στο πλαίσιο του ΕΜΣ και των προηγούμενων προγραμμάτων οικονομικής βοήθειας ως θεμελιώδους σημασίας για την τόνωση της ανάπτυξης σε ολόκληρη την οικονομία. Η εκποίηση συνιστούσε επίσης την αντιμονοπωλιακή δέσμευση που πρότεινε η Ελλάδα», αναφέρει η Επιτροπή στην αξιολόγησή της. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αποεπένδυση δεν έχει ολοκληρωθεί παρά το γεγονός ότι η αρχική προθεσμία της 17ης Οκτωβρίου 2018 αναβλήθηκε για τις 8 Φεβρουάριου 2019 έπειτα από τέσσερα αιτήματα επέκτασης από τις ελληνικές αρχές. Επιρρίπτει ευθύνες στη ΔΕΗ για τη μη ολοκλήρωση, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι «η ΔΕΗ δεν ακολούθησε τις κυριότερες προτάσεις που διατύπωσαν οι δυνητικοί επενδυτές για να διευκολύνουν την αποτίμηση των εγκαταστάσεων και να επιτρέψουν θετικές προσφορές». Ταυτόχρονα, οι προτάσεις και τα μέτρα της ΔΕΗ, και ειδικότερα το πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου, ήρθαν αργά στη διαδικασία.

Αυτό, κατά την Επιτροπή, αποτελεί σημαντική απόκλιση στην υλοποίηση μιας βασικής διαρθρωτικής μεταρρύθμισης και οι λύσεις σε αυτή τη βασική διαρθρωτική πρόκληση αναπόφευκτα ωθούνται στα τέλη του 2019.

Ανεξάρτητα από τη μελλοντική πρόοδο, «η τωρινή κατάσταση σε αυτόν τον τομέα θα μπορούσε να επιφέρει σκέψεις για εναλλακτικές δράσεις, καθώς και το ενδεχόμενο πλήρους αποκατάστασης των ποσοτήτων ΝΟΜΕ δεδομένου ότι τα μερίδια αγοράς της ΔΕΗ εξακολουθούν να υπερβαίνουν τους στόχους του 50% που έχουν τεθεί σε προηγούμενες συμφωνίες», αναφέρει η έκθεση.

Η έκθεση αποτιμά ως κρίσιμο στοιχείο των ενεργειακών μεταρρυθμίσεων την οικονομική κατάσταση της ΔΕΗ και τις επιπτώσεις της στα διάφορα μέρη της αγοράς. Χαρακτηρίζει θετικό βήμα την απορρόφηση της εταιρείας ΔΕΗ Ανανεώσιμες, αλλά εκφράζει ταυτόχρονα ανησυχίες σχετικά με τη μακροπρόθεσμη οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, ιδίως όσον αφορά την πραγματοποίηση επενδύσεων σε περιβαλλοντικές αναβαθμίσεις και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Τα τιμολόγια ρεύματος

Διατυπώνει προβληματισμούς για την τιμολόγηση του ρεύματος στην ελληνική αγορά λόγω του υψηλού μεριδίου της ΔΕΗ στη λιανική και των περιορισμών στην αύξηση των τιμολογίων, ενώ σε ό,τι αφορά τον λογαριασμό των ΑΠΕ αναφέρει ότι, παρότι πλεονασματικός, παρατηρούνται προβλήματα ταμειακών ροών και συστήνει στις ελληνικές αρχές να μην προχωρήσουν σε αναπροσαρμογή του ΕΤΜΕΑΡ πριν ομαλοποιηθούν οι πληρωμές. Συστήνει επίσης να μην υπάρχουν επιστροφές από το πλεόνασμα σε προμηθευτές με καθυστερήσεις πληρωμών στο σύστημα, φωτογραφίζοντας ουσιαστικά τη ΔΕΗ. Στο κεφάλαιο «τιμολόγια», η έκθεση αναφέρεται και στη ΛΑΡΚΟ και στις διαπραγματεύσεις με τη ΔΕΗ για νέα σύμβαση (έχει ήδη υπογράφει) επισημαίνοντας ότι οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν επιστραφεί οι κρατικές ενισχύσεις ύψους 135,8 εκατ. Σε ό,τι αφορά το target model, η έκθεση τοποθετεί την έναρξή του τον Οκτώβριο του 2019, τονίζοντας ότι θα πρέπει να αποφευχθούν νέες καθυστερήσεις. Η έκθεση χαρακτηρίζει φιλόδοξο το σχέδιο της Ελλάδας για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και συνδέει την υλοποίησή του με τις διασυνδέσεις, επισημαίνοντας τις καθυστερήσεις στη διασύνδεση της Κρήτης με την Αττική.

[ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, της Χρύσας Λιάγγου, 28/02/2019]