Διορία δύο μηνών από την Κομισιόν για επιστροφή 136 εκατ. ευρώ των παράνομων κρατικών ενισχύσεων, με την απειλή ότι διαφορετικά θα παραπέμψει ξανά την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
Στα χέρια των επόμενων πρόκειται να σκάσει μια ακόμη «καυτή πατάτα», αυτή της ΛΑΡΚΟ, για την οποία χθες η Κομισιόν έδωσε διορία δύο μηνών στην κυβέρνηση να επιστρέφει τα 136 εκατ. ευρώ των παράνομων κρατικών ενισχύσεων, απειλώντας ότι διαφορετικά θα παραπέμψει ξανά την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Στη χθεσινή εξέλιξη, που δεν έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία, αφού έχουμε ήδη καταδικαστεί για το συγκεκριμένο θέμα από τον Νοέμβριο του 2017, δίχως έκτοτε να ληφθεί η παραμικρή πρωτοβουλία, το αρμόδιο υπουργείο Ενέργειας σκοπεύει να αντιδράσει με την ίδια ακριβώς συνταγή, δηλαδή αγοράζοντας μερικούς μήνες χρόνο.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι όταν στις αρχές Απριλίου παρέλθει η δίμηνη διορία των Βρυξελλών -σημειωτέον ότι το ταμείο της ΛΑΡΚΟ είναι άδειο- το ΥΠΕΝ θα επικαλεστεί κάποια νέα δικαιολογία προκειμένου να κερδίσει από αυτές ακόμη λίγο χρόνο, τόσο όσο χρειάζεται για να παραδώσει το πρόβλημα στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης.
Αυτό εξάλλου προκύπτει από τα όσα διαμήνυαν χθες πηγές του ίδιου του ΥΠΕΝ, εξηγώντας όχι δεν υπάρχει κάποια επίσημη γραμμή πάνω στο θέμα της νικελοβιομηχανίας, παρά μόνο να μη βάλει λουκέτο στα δικά τους χέρια.
Άλλωστε εδώ και πάρα πολλά χρόνια η ζημιογόνος ΛΑΡΚΟ αγοράζει χρόνο με «έξοδα» της ΔΕΗ, προς την οποία χρωστά σήμερα πάνω από 300 εκατ. ευρώ, δίχως ωστόσο η τελευταία να της κατεβάζει τον διακόπτη, λόγω του πολιτικού κόστους που συνεπάγεται να μείνουν χωρίς δουλειά οι περίπου 1.200 εργαζόμενοι στους νομούς της χώρας όπου αυτή δραστηριοποιείται (Φθιώτιδα, Εύβοια, Βοιωτία, Κοζάνη, Καστοριά και Αττική).
Στο σενάριο που οι κοινοτικές υπηρεσίες αποφασίσουν παρ’ όλα αυτά τον Απρίλιο να παραπέμψουν την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, θα είναι η επόμενη κυβέρνηση που θα αναγκαστεί να θέσει τη ΛΑΡΚΟ σε εκκαθάριση και να ξεκινήσει εκ νέου τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης, και όχι η παρούσα.
Πριν από μερικές πάντως εβδομάδες, η ΔΕΗ έδωσε ένα ακόμη «φιλί ζωής» στη νικελοβιομηχανία, καταλήγοντας μαζί της σε μια νέα συμφωνία για την ηλεκτροδότησή της, η οποία λέγεται ότι θα πάρει τη μορφή σύμβασης έως τις 31 Ιανουαρίου.
Στην ουσία, η ΛΑΡΚΟ αποδέχεται να περιορίσει την παραγωγή της σε ποσοστό περίπου 20%, ώστε να μειωθεί αντίστοιχος το μηνιαίο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας από τα σημερινά 5,5 εκατ. ευρώ, στα 4,1 εκατ. ευρώ, ποσό που η βιομηχανία θεωρεί όχι μπορεί να αποπληρώσει. Δεσμεύτηκε μάλιστα για την εκχώρηση του ποσού ίων 4,1 εκατ. ευρώ από εισροές πελατών της στη ΔΕΗ, καθώς επίσης και για την παροχή εγγυήσεων προς τη ΔΕΗ σε περίπτωση αύξησης του κόστους ενέργειας κατά το αναλογούν ποσό.
Τα παραπάνω φυσικά δεν αρκούν για να καταστήσουν βιώσιμη τη μεταλλευτική βιομηχανία, που λόγω υψηλού κόστους παραγωγής και χαμηλής χρηματιστηριακής τιμής του νικελίου (στα επίπεδα των 11.000 δολαρίων/τόνο) λέγεται ότι μπαίνει μέσα κατά 40 έως 60 εκατομμύρια ετησίως.
Το σχέδιο του 2014
Τελευταία φορά που επιχειρήθηκε να βρεθεί ένα σχέδιο διάσωσης για τη ΛΑΡΚΟ ήταν το 2014, όταν κατόπιν έγκρισης της Κομισιόν αποφασίστηκε η μερική ιδιωτικοποίηση της βιομηχανίας. Το σχέδιο εκείνο, που τελικά δεν περπάτησε, προέβλεπε τη δημιουργία μιας νέας εταιρείας με περιουσιακά στοιχεία το εργοστάσιο της Λάρυμνας και τα μεταλλεία του Αϊ-Γιάννη και την εν συνεχεία πώληση της από το ΤΑΙΠΕΔ, που ελέγχει το 55,2%. Παράλληλα, η υφιστάμενη ΛΑΡΚΟ μέσω διαγωνισμού θα διέθετε προς πώληση τα μεταλλεία σε Εύβοια, Καστοριά και Σερβία, για να καταλήξουν μέσω δημοπρασίας στον πλειοδότη της νέας ΛΑΡΚΟ, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της εταιρείας.
Το 2015 η τωρινή κυβέρνηση ακύρωσε το σχέδιο, προτάσσοντας τότε το σύνθημα «δημόσια και ισχυρή ΛΑΡΚΟ», παρ’ όλο που δεν διαφαινόταν καμία προοπτική βιωσιμότητας. Έκτοτε, τα χρέη της ΛΑΡΚΟ προς τη ΔΕΗ εκτινάχθηκαν, και από 200 εκατ. ευρώ στα τέλη του 2015 ανέρχονται πλέον στα 300 εκατ. ευρώ, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 50%.
Καμία αναγκαία και δύσκολη απόφαση δεν ελήφθη υπό το κρατικό μάνατζμεντ, όπως άλλωστε είχε συμβεί και τα προηγούμενα χρόνια, με αποτέλεσμα η βιομηχανία να συσσωρεύει εκ νέου ζημιές και χρέη προς κάθε κατεύθυνση.
Η τελευταία φορά που η βιομηχανία δημοσίευσε ισολογισμό ήταν το 2015. Τότε η ΛΑΡΚΟ είχε εμφανίσει ζημιές 79,3 εκατ. ευρώ, με μέση τιμή πώλησης του νικελίου στα 11.886 δολάρια τον τόνο, όταν το εμπορικό της κόστος ήταν 16.627 δολάρια ο τόνος. Δηλαδή, για κάθε τόνο που παρήγε, η βιομηχανία κατέγραφε ζημιά
[ΠΗΓΗ: ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ, του Γιώργου Φιντικάκη, 25/01/2019