ΕΡΕΥΝΕΣ ΥΔΡΟΓΟΝΑΝΘΡΑΚΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Καθώς εντείνονται οι προσπάθειες κυβέρνησης και εταιρειών για την οργάνωση και πραγματοποίηση ερευνών για την εξεύρεση εμπορικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, με τελικό σκοπό την παραγωγή, κλιμακώνονται οι αντιδράσεις από μία δήθεν «περιβαλλοντική» κίνηση που στόχο έχει όχι τον αυστηρό έλεγχο της ισχύουσας περιβαλλοντικής νομοθεσίας και κανονιστικού πλαισίου, ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος -όπως θα ανέμενε κάποιος από έναν υπεύθυνο περιβαλλοντικό φορέα- αλλά την ανατροπή και ακύρωση της ακολουθούμενης σήμερα ενεργειακής πολιτικής. ” Όπως προκύπτει από πρόσφατες δηλώσεις και κινητοποιήσεις της εν λόγω κίνησης, η οποία μέχρι στιγμής υποκινείται από δύο γνωστές περιβαλλοντικές οργανώσεις, την Greenpeace και την WWF, σταθερή επιδίωξη της είναι η άσκηση πίεσης στην κυβέρνηση και στις εταιρείες ώστε να εγκαταλείψουν κάθε προσπάθεια διεξαγωγής ερευνών υπό τα έωλα, και ως συνήθως ατεκμηρίωτα, επιχειρήματα ότι έρευνες και παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου αποτελούν σοβαρή απειλή για το περιβάλλον, την δημόσια υγεία, την οικονομία και την κοινωνία

Όμως υπό την πίεση μιας κακώς νοούμενης, και μάλλον παρωχημένης, αντίληψης περιβαλλοντικού ακτιβισμού η οποία δεν λαμβάνει καθόλου υπ’ όψη το ευρύτερο κοινωνικό όφελος από την άσκηση μίας αναπτυξιακής και φιλο-περιβαλλοντικής πολιτικής, όπως αυτή που εφαρμόζει η σημερινή κυβέρνηση και μάλιστα εναρμονισμένα ως προς την αντίστοιχη Ευρωπαϊκή στρατηγική που στόχο έχει μια ισόρροπη ανάπτυξη με πλήρη σεβασμό στο περιβάλλον, οι όψιμοι Έλληνες «περιβαντολλόγοι»  προκειμένου να αποκομίσουν πρόσκαιρες εντυπώσεις, σφάλλουν και μάλιστα σε πολλαπλά επίπεδα.

(εδώ: https://www.energia.gr/article/148400/para-thn-yposthrixh-ths-kyvernhshs-tithetai-thema-gia-to-mellon-ton-ereynon-ydrogonathrakon-se-ionio-kai-krhth-apo-thn-repsol )

Κατ’ αρχάς δεν λαμβάνουν καθόλου υπ’ όψη τους την ισχύουσα Ευρωπαϊκή νομοθεσία όπως αυτή εκφράζεται από την Οδηγία 2013/30/ΕΕ, και όπως αυτή έχει πλήρως ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο ήδη από τον Ιούλιο του 2016,και η οποία μεριμνά για την ασφάλεια των υπεράκτιων εγκαταστάσεων γεώτρησης και παραγωγής υδρογονανθράκων ενώ η περιβαλλοντική προστασία από δραστηριότητες στον τομέα του Oil & Gas, και βάσει της πλούσιας εμπειρίας από την Βόρειο Θάλασσα, έχει αποτελέσει επί σειρά ετών αντικείμενο εκτενούς νομοθετικής κάλυψης από πλευράς ΕΕ( βλέπε λχ. Οδηγία 2001/42 για την Στρατηγική Περιβαλλοντική Εκτίμηση)

Εάν μάλιστα οι ανησυχούντες «περιβαλλοντολόγοι» ενδιαφέροντο πραγματικά να ψάξουν στα καθ’ ημάς θα διαπίστωναν ότι από τότε που ξεκίνησαν την λειτουργεία τους οι υπεράκτιες εγκαταστάσεις παραγωγής πετρελαίου και φ. αερίου στον Πρίνο το 1981 μέχρι σήμερα, δηλαδή επί 37 συναπτά έτη, δεν έχει σημειωθεί το παραμικρό ατύχημα η διαρροή πετρελαίου, ενώ η τουριστική εξέλιξη στις παρακείμενες Θάσο και Καβάλα δεν επηρεάσθηκαν στο παραμικρό ενώ απεναντίας παρατηρήθηκε έντονη ανάπτυξη σε πολλαπλά επίπεδα (τουρισμός, πολιτισμός, αλιεία, γεωργία). Απεναντίας η ήπια βιομηχανική δραστηριότητα η οποία αναπτύχθηκε στην ευρύτερη περιοχή Καβάλας, με επίκεντρο την παραγωγή πετρελαίου από το κοίτασμα του Πρίνου, συνέβαλλε στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της περιοχής όπως με πληθώρα στοιχείων υποστηρίζει τόσο η Δήμαρχος της πόλης κα Δήμητρα Τσανάκα όσο και πλείστοι άλλοι τοπικοί παράγοντες. Αλλά και σε άλλες περιοχές όπου διενεργήθηκαν στο παρελθόν ερευνητικές εργασίες, όπως λχ. στο Κατάκολο και στην Επανομή, δεν σημειώθηκε η παραμικρή όχληση η ατύχημα για τον απλούστατο λόγο ότι είχαν ληφθεί όλα τα αναγκαία προστατευτικά μέτρα. Τα ανωτέρω στοιχεία είναι ενισχυτικά αυτών που από καιρό ισχύουν σε Ευρωπαϊκό, και όχι μόνο επίπεδο, όπου η σχολαστική εφαρμογή της ισχύουσας περιβαλλοντικής νομοθεσίας και κανονιστικού πλαισίου αποτελεί προτεραιότητα για τις ίδιες τις εταιρείες, κάτι που ξεχνούν η σκόπιμα παραβλέπουν οι εγχώριες περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Τέλος, θα πρέπει να θυμίσουμε στους επισπεύδοντες «περιβαλλοντολόγους» την εθνική διάσταση του όλου θέματος των ερευνών υδρογονανθράκων η οποία δεν περιορίζεται μόνο στα αναμενόμενα οικονομικά οφέλη, τα οποία δεν είναι αμελητέα, αλλά αποβλέπει τόσο στην μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας – η οποία και είναι από τις μεγαλύτερες στην ΕΕ αφού αγγίζει το 73% – καθώς και στην διαφύλαξη και εξάσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων τόσο στο Ιόνιο όσο και στο Αιγαίο και στην πέριξ της Κρήτης περιοχή. Ένα ακόμα στοιχείο το οποίο επίσης σκόπιμα αποσιωπούν οι εν λόγω «περιβαλλοντολόγοι» αφορά την αναγκαία στροφή της χώρας προς το φυσικό αέριο το οποίο όχι μόνο θεωρείται περιβαλλοντικά αποδεκτό, αφού η καύση του εκλύει 50% λιγότερους ρύπος σε σύγκριση με τον άνθρακα, αλλά έχει χαρακτηρισθεί ως το εναλλακτικό καύσιμο επιλογής (fuel of choise) από μεγάλες οικολογικές οργανώσεις και διεθνείς οργανισμούς στην εποχή μετάβασης, που τώρα έχει ξεκινήσει, προς ένα παγκόσμιο απανθρακοποιημένο ενεργειακό σύστημα. Δηλαδή η Ελλάδα θα πρέπει να απορρίψει την πολύ ρεαλιστική προοπτική εγχώριας παραγωγής αερίου πράγμα που θα της επιτρέψει να έχει άφθονη, φθηνή και ποιοτική ενέργεια το κρίσιμο διάστημα της ενεργειακής μετάβασης; Πολύ φοβούμεθα ότι η εθνικά αδιάφορη, για να μην πούμε αχαρακτήριστη, συμπεριφορά των «περιβαλλοντολόγων» στερείται λογικών επιχειρημάτων και το μόνο που θα καταφέρουν εάν επιμείνουν στην παράλογη συμπεριφορά τους είναι να απομακρύνουν τις πολύ αξιόλογες και έμπειρες διεθνείς εταιρείες που έχουν ενδιαφερθεί να ερευνήσουν το Ελληνικό υπέδαφος. Όμως θα πρέπει κάποτε να τεθεί ένα όριο στις αντιαναπτυξιακές και προκλητικές συμπεριφορές οργανωμένων μειοψηφιών οι οποίες συστηματικά απειλούν και υποσκάπτουν το ευρύτερο κοινωνικό συμφέρον. Και ως προς αυτό το θέμα η σημερινή κυβέρνηση θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της, να ελέγξει την κατάσταση και να τιθασεύσει τις φωνές αντίδρασης και αδράνειας που κρύβει στους κόλπους της.

[ΠΗΓΗ: https://www.energia.gr/, 8/10/2018]