Υπάρχουν πολλές αφορμές για να παραλληλίσει κάποιος τις επενδύσεις στην Ελλάδα με παραμύθι. Όπως αυτό του κορυφαίου παραμυθά Χανς Κρίστιαν Άντερσεν «Τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα», όπου ο υπερόπτης αυτοκράτορας παρελαύνει γυμνός μπροστά στους υπηκόους τους, μη έχοντας τη δύναμη να παραδεχθεί ότι εξαπατήθηκε από τους ράφτες.
Η κυβέρνηση του Αλ. Τσίπρα διώχνει τους «ποιοτικούς» επενδυτές και εμποδίζει υφιστάμενα projects, ενώ τα κεφάλαια που προσελκύει είναι σε πολλές περιπτώσεις αγνώστου προελεύσεως, με αποτέλεσμα κάθε χρόνο η Ελλάδα να υποχωρεί στην παγκόσμια κατάταξη της ανταγωνιστικότητας. Κάθε πέρυσι και καλύτερα δηλαδή, γεγονός που δείχνει ότι οι πρωτοφανείς θυσίες των πολιτών την τελευταία οκταετία κινδυνεύουν να μην έχουν κανένα αντίκρισμα.
Είναι τόσο βαρύ το κλίμα που επικρατεί στην επενδυτική κοινότητα για τη χώρα μας και τόσο πολλές οι περιπτώσεις επενδυτών που αποδείχθηκαν… ξυπόλυτοι πρίγκιπες, που μοιάζει εξωπραγματικό και πιθανότατα κανείς δεν θυμάται το γεγονός ότι κάποτε η τρόικα επέβαλλε -και ο υπουργός Οικονομικών ανακοίνωνε- ένα πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δις. ευρώ.
Από το 2011 μέχρι σήμερα κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και από την κρίση της χρεοκοπίας η χώρα πέρασε την τελευταία τριετία, χωρίς να έχει βγάλει από πάνω της τις «αμαρτίες» του παρελθόντος, σε μία κρίση που έχει επίκεντρο την αναξιοπιστία των θεσμών και την κυβερνητική αναποτελεσματικότητα. Σε τέτοιο βαθμό, που η κυβέρνηση θα πανηγυρίζει στο τέλος του 2018 αν έχει καταφέρει να εμφανίσει έσοδα 2 δισ. ευρώ από ιδιωτικοποιήσεις.
Μετά το καταστροφικό 2015 η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εφάρμοσε κατά γράμμα το τρίτο μνημόνιο, αλλά κάθε φορά με σημαντικές καθυστερήσεις, για να καλλιεργείται η ψευδαίσθηση της σκληρής διαπραγμάτευσης. Αυτά που δεν εφάρμοσε έχουν να κάνουν με την αποτελεσματικότητα των θεσμών, όπως για παράδειγμα ορισμένες μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη και στις Ανεξάρτητες Αρχές.
Στην παρούσα συγκυρία, πάντως, διαψεύδεται κατηγορηματικά ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος τον Σεπτέμβριο του 2017 προέβλεπε ότι οι επενδύσεις στην Ελλάδα τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι περισσότερες απ’ ό,τι μπορούμε να απορροφήσουμε. Μήπως, τελικά, γι’ αυτό δεν υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον; Σήμερα, επενδύσεις-ορόσημα για τη βελτίωση του κλίματος, την εισροή κεφαλαίων και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, όπως του Ελληνικού, βρίσκονται αντιμέτωπες με την «απέχθεια» του κ. Τσίπρα σε οτιδήποτε αφορά την ιδιωτική πρωτοβουλία. Όμως, η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα επενδυτικό… ντεμαράζ. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεσμεύτηκε, σε συνέντευξή του στο πρακτορείο Bloomberg, ότι το Ελληνικό και οι Σκουριές θα ξεμπλοκάρουν μέσα στο 2019. Ιδιαίτερα για τις Σκουριές, ο πρόεδρος της Ν.Δ. υπογραμμίζει ότι οι άδειες στην καναδική εταιρεία θα εκδοθούν μέσα στον πρώτο μήνα από την αλλαγή κυβέρνησης, θέλοντας να δείξει ότι θα τελειώνουμε οριστικά με την αντίληψη που υπάρχει ότι η χώρα δεν μπορεί να αλλάξει. Κεντρικός στόχος της επόμενης κυβέρνησης, σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, θα είναι η «αποκατάσταση της εμπιστοσύνης της χώρας διεθνώς», μέσω της εφαρμογής ενός νέου και σταθερού φορολογικού συστήματος για την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.
Κάθε πέρυσι και καλύτερα
Ένας από τους βασικότερους λόγους που η τρόικα επέβαλλε στις ελληνικές κυβερνήσεις «αιματηρές» μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και σε άλλους τομείς, ήταν η σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Ύστερα από οκτώ χρόνια μνημονίων, ωστόσο, η Ελλάδα όχι μόνο δεν έχει καταφέρει να αναρριχηθεί στη σχετική λίστα, αλλά αντιθέτως έχει χάσει σε ανταγωνιστικότητα. Σύμφωνα, μάλιστα, με την έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, μέσα στο 2018 η χώρα μας υποχώρησε κατά τέσσερις θέσεις στη γενική κατάταξη, στην 57η μεταξύ 140 χωρών, από την 53η το 2017.
Αναποτελεσματική δημόσια διοίκηση, προβληματικό χρηματοπιστωτικό σύστημα με πολλά κόκκινα δάνεια, χαμηλή κεφαλαιοποίηση της αγοράς, βάρη και περιορισμοί από την κρατική υπερ-ρύθμιση, γραφειοκρατία, αδυναμία χρηματοδότησης κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κακή ποιότητα πολλών θεσμών, επιβαρύνουν για ακόμη μία χρονιά τις ελληνικές επιδόσεις.
Η Ελλάδα κατατάσσεται 44η στην ικανότητα καινοτομίας, 59η στον τομέα της ασφάλειας και 87η στην αποτελεσματικότατα των θεσμών. Την καλύτερη επίδοση η χώρα μας την εμφανίζει στον τομέα «ανθρώπινου κεφαλαίου και ειδικότερα στο «προσδόκιμο υγιούς ζωής», όπου βρίσκεται στην 20ή θέση, ενώ σε ό,τι αφορά τη μακροοικονομική σταθερότητα μετά βίας κατατάσσεται στην 83η θέση.
Τι μας δείχνουν οι πίνακες με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ; Ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα με πολύ ικανό εργατικό δυναμικό και εκπληκτικό κλίμα, που όμως έχει… την ατυχία να βασίζεται σε ένα αναποτελεσματικό κράτος και μένει πίσω καθώς δεν προωθεί στον βαθμό που θα έπρεπε την καινοτομία.
Το χειρότερο είναι ότι μεγαλώνει η απόκλιση της Ελλάδας, όχι μόνο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, αλλά και από τους άμεσους ανταγωνιστές μας, δηλαδή τις χώρες της ευρύτερης περιοχής της ΝΑ Ευρώπης. Χώρες όπως η Αλβανία, η Σερβία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία και το Μαυροβούνιο βελτιώνουν τις επιδόσεις τους την ώρα που εμείς υποχωρούμε. Αν και αυτές οι χώρες ξεκινούν από διαφορετική βάση σε σύγκριση με την Ελλάδα, είναι γεγονός ότι σε ορισμένες κατηγορίες έχουν ξεπεράσει τη χώρα μας, ενώ η διαρκής βελτίωσή τους έχει ως αποτέλεσμα την προσέλκυση επενδυτών που προτιμούν να εγκατασταθούν σε χώρες που εξελίσσονται και όχι σε αυτές που μένουν στάσιμες ή οπισθοδρομούν.
[ΠΗΓΗ: ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ, του Κωνσταντίνου Μαριόλη, 18/10/2018]