ΒΡΗΚΕ ΤΟΙΧΟ ΤΟ ΜΕΤΕΩΡΟ ΒΗΜΑ ΤΟΥ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΥ

Ιδιωτικό χρέος και αδύναμες τράπεζες, χαμηλή ανάπτυξη, εκλογικός κύκλος και απουσία ενός καλού σεναρίου για τις επενδύσεις είναι τα εμπόδια που καθυστερούν τις νέες επενδύσεις αλλά και τη νέα εποχή σε ομόλογα και μετοχές στην Ελλάδα. Αυτό επεσήμαναν -αρκετά γλαφυρά- οι επενδυτικοί οίκοι, τους οποίους είδε κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος. Εκτός από τους προβληματισμούς που εκφράστηκαν με «πολιτικώς ορθό» λόγο μετά την ομιλία του στην εκδήλωση για τις εισηγμένες που είχε οργανώσει το Ελληνικό Χρηματιστήριο, οι κατ’ ιδίαν επαφές είχαν πιο «έντονο» χρώμα». Εκείνο όμως που κατάλαβε σίγουρα ο κ. Τσακαλώτος είναι ότι το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων είχε μάλλον υποεκτιμηθεί. Οι υποψήφιοι επενδυτές θεωρούν ότι οι τέσσερις μεγάλες εμπορικές τράπεζες δεν θα καταφέρουν να πετύχουν τους φιλόδοξους στόχους για την ταχεία μείωση των «κόκκινων» δανείων κατά περίπου 40 δια ευρώ ως το 2021. Σύμφωνα με έγκυρους τραπεζικούς παράγοντες, ο νέος στόχος θα είναι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από τα περίπου 88 δια ευρώ σήμερα στα 50 δια ευρώ (έναντι του παλιού στόχου για 64,9 δια ευρώ) ως τον Δεκέμβριο του 2019.

Οι αμφιβολίες αυτές έχουν ως αποτέλεσμα το σφυροκόπημα που δέχονται οι τραπεζικές μετοχές λόγω της προσδοκίας χαμηλότερων κερδών. Αυτό είπαν και οι εκπρόσωποι των επενδυτικών οίκων στον Ελληνα υπουργό Οικονομικών, ζητώντας του και τον προγραμματισμό που υπάρχει για να μειωθούν τα «κόκκινα» δάνεια ταχύτερα.

Μια δεύτερη ανησυχία των επενδυτών είναι και το περιβάλλον χρηματοδότησης στην Ελλάδα, αν και όποτε έρθουν να κάνουν μια επένδυση. Η πιστωτική επέκταση προς τον ιδιωτικό τομέα είναι σταθερά αρνητική εδώ και τέσσερα χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις -ανεξαρτήτως μεγέθους- έχουν μικρότερο (οι μεγαλύτερες) ή μεγαλύτερο πρόβλημα (οι μικρομεσαίες). Σημαντικό ήταν το ενδιαφέρον και για τη διαδικασία της πλήρους άρσης των capital controls που προκαλούν περιορισμούς στη μεταφορά κεφαλαίων από την Ελλάδα προς το εξωτερικό. Και εδώ όμως δεν πήραν συγκεκριμένη απάντηση.

Ανησυχία για ανάπτυξη

Η δεύτερη εξαιρετικά σημαντική παράμετρος της περιορισμένης ρευστότητας της πραγματικής οικονομίας είναι η παγωμένη ιδιωτική κατανάλωση που καταγράφεται στην Ελλάδα από το 2016. Η υψηλή φορολογία και η μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων των νοικοκυριών οδήγησε σε μια αγορά «μη καταναλωτών», όπως είπε εκπρόσωπος αμερικανικού επενδυτικού οίκου στον υπουργό Οικονομικών. Στα επιχειρήματα για την αύξηση του κατώτερου μισθού και την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους η απάντηση ήταν ότι το επίπεδο των εισοδημάτων είναι και θα παραμείνει χαμηλό λόγω της χαμηλής παραγωγικής βάσης της οικονομίας και των λειτουργικών προβλημάτων που έχει το Ελληνικό Δημόσιο. Όλα τα επιμέρους επιχειρήματα κατέληγαν στο συμπέρασμα -που άκουσε από όλες τις επενδυτικές εταιρίες- ότι οι προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας είναι από χαμηλές έως μέτριες. Τόσο οι βρετανικές όσο και οι αμερικανικές φίρμες είχαν μπροστά τους τις προβλέψεις, που θέλουν στην καλύτερη περίπτωση ανάπτυξη 1,5% του ΑΕΠ (σύμφωνα με την Ε.Ε.) ή 1% του ΑΕΠ (σύμφωνα με το ΔΝΤ) μετά το 2022, ανεξάρτητα από την «τεχνική» άνοδο ως το 2021, λόγω της σωρευτικής υποχώρησης του ΑΕΠ από το 2008.

Στο κομμάτι αυτό όσοι επενδύουν σε ομόλογα επεσήμαναν στον Ελληνα υπουργό ότι η πορεία προς τις αγορές δεν θα είναι εύκολη, καθώς η χαμηλή ανάπτυξη και το υψηλό δημόσιο χρέος -παρά τη λύση που έδωσε το Eurogroup με το «μαξιλάρι» ρευστότητας- κρατούν το ρίσκο της χώρας ψηλά, στα επίπεδα των αναδυόμενων αγορών που έχουν προβλήματα. Κάποιοι από αυτούς εκτίμησαν ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί στην καλύτερη περίπτωση 1,5 και στη χειρότερη 3 χρόνια για να φτάσει στην επενδυτική βαθμίδα αξιολόγησης ΒΒΒ από Β σήμερα.

Χωρίς σενάριο

«Μας είπατε πράγματα για τη δημοσιονομική εξομάλυνση, αλλά όχι κάτι που μπορούμε να επενδύσουμε. Τουλάχιστον όχι άμεσα», ήταν ένα από τα πολλά που άκουσε ο υπουργός Οικονομικών στις επαφές που είχε με εκπροσώπους επενδυτικών οίκων. Οι περισσότεροι συνομιλητές του παρατήρησαν ότι η Ελλάδα έχει σχέδια και προτάσεις αλλά δεν έχει «σενάριο επιτυχίας» που θα δώσει κάποια σιγουριά ότι «τα λάθη και οι καθυστερήσεις του παρελθόντος δεν θα επαναληφθούν». Τούτο διότι η ιστορία με την Eldorado Gold και η καθυστέρηση με την ολοκλήρωση της συμφωνίας για το Ελληνικό, που εκκρεμεί από το 2013, έχουν στοιχίσει στην εικόνα της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού. Σε κάθε συνάντηση ο υπουργός προσπαθούσε να εξηγήσει τα ελληνικά επιχειρήματα για κάθε μια από τις δύο επενδύσεις. Δεν απέφυγε όμως αιχμές για επενδύσεις που καθυστερούν «λόγω διαφορετικών πολιτικών αντιλήψεων» και «έλλειψη συναίνεσης στη Βουλή ακόμη και σε μεγάλες επενδύσεις που μπορεί να συνεχιστεί και στο μέλλον». Μάλιστα, κάποιος επενδυτής από βρετανικό Hedge Fund, που είχε επενδύσει παλαιότερα στην Ελλάδα, σημείωσε σε κάποια από τις συναντήσεις ότι ακόμη και μέσα στα Μνημόνια και παρά την πίεση της τρόικας παρατήρησε ότι «η βελτίωση της διαδικασίας αδειοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων έχει ξεκινήσει από το 2011 και ακόμη συνεχίζεται»

Οι κάλπες

Σε ό,τι αφορά τις πρόσφατες εξελίξεις σε πολιτικό επίπεδο μεγάλο ενδιαφέρον υπήρχε και για το χρόνο διεξαγωγής των εθνικών εκλογών. Οι εκπρόσωποι των επενδυτικών οίκων, σύμφωνα με άτομα που συμμετείχαν στις συναντήσεις, δεν ανησυχούσαν για τις εκλογές. Τούτο διότι γνωρίζουν ότι τόσο η Ν.Δ. που προηγείται στις δημοσκοπήσεις όσο και η μεγάλη πλειοψηφία των κομμάτων της αντιπολίτευσης τάσσονται υπέρ της Ευρώπης και υποστηρίζουν το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων. Εκείνο που φαίνεται να ανησυχεί τους υποψήφιους επενδυτές είναι ο χρόνος και η ένταση της προεκλογικής περιόδου, με δεδομένο ότι στην Ελλάδα ταυτίζεται με άτυπη ακυβερνησία.

[ΠΗΓΗ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ, του Τάσου Δασόπουλου, 22/9/2018]