Τέλος χρόνου για τη διάσωση της ΛΑΡΚΟ σήμανε η χθεσινή απόρριψη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο της προσφυγής της εταιρείας κατά των αποφάσεων της Επιτροπής για ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων ύψους 135 εκατ. ευρώ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με την απόφαση που εξέδωσε χθες απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή της ΛΑΡΚΟ με αίτημα την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής περί των κρατικών ενισχύσεων, εξέλιξη που βαθαίνει πλήρως το αδιέξοδο γύρω από τη λειτουργία της ιστορικής μεταλλευτικής βιομηχανίας και υποχρεώνει την κυβέρνηση να στραφεί σε λύσεις που επιμελώς απέφυγε το προηγούμενο διάστημα, επικαλούμενη την εκκρεμότητα της προσφυγής και την πιθανότητα ανατροπής των αρνητικών εξελίξεων που δρομολόγησε με απόφασή της η Ε.Ε. τον Μάρτιο του 2014.
Η απόρριψη της προσφυγής της ΛΑΡΚΟ καθιστά εφαρμοστέα την απόφαση της Επιτροπής για επιστροφή των κρατικών ενισχύσεων καθώς και την καταδικαστική απόφαση που εξέδωσε τον Νοέμβριο του 2017 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τη μη συμμόρφωση της χώρας μας με αυτή. Η Επιτροπή τον Μάρτιο του 2014 έκρινε ως παράνομες τις εγγυήσεις που παρείχε το ελληνικό Δημόσιο στη ΛΑΡΚΟ το 2008, το 2010 και το 2011 αλλά και τη συμμετοχή στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου του 2009, καθώς εκτίμησε ότι με την οικονομική κατάσταση της εταιρείας η απόφαση του Δημοσίου δεν ελήφθη με επιχειρηματικά κριτήρια και άρα συνιστά κρατική ενίσχυση.
Η Ελλάδα δεν αξιοποίησε τη δυνατότητα που έδωσε η Επιτροπή με την παράλληλη απόφασή της, τον Μάρτιο του 2014, η οποία προέβλεπε ότι στην περίπτωση που υλοποιούσε το σχέδιο πώλησης στοιχείων ενεργητικού της εταιρείας και την ένταξη στη συνέχεια της ΛΑΡΚΟ σε καθεστώς εκκαθάρισης, η υποχρέωση ανάκτησης των κρατικών ενισχύσεων δεν θα μεταβιβαζόταν στον νέο ιδιοκτήτη.
Η απόφαση αυτή άφηνε τα περιθώρια εξυγίανσης της ΛΑΡΚΟ και αναζήτησης στρατηγικού επενδυτή, σχεδιασμός όμως που δεν περπάτησε υπό το βάρος των συνδικαλιστικών και πολιτικών πιέσεων.
Σήμερα και μετά τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να επανεξετάσει άρδην την πολιτική της για παραμονή της εταιρείας υπό δημόσιο έλεγχο και να επιλέξει μεταξύ πώλησης και πτώχευσης, αφού η οικονομική της κατάσταση καθιστά αδύνατη την επιστροφή των κρατικών ενισχύσεων.
Η πολύπαθη μεταλλευτική βιομηχανία μετρά σχεδόν κάθε χρόνο ζημίες της τάξης των 75-80 εκατ. ευρώ και είναι χαρακτηριστική του οικονομικού αδιεξόδου η δήλωση του διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας κ. Άνθιμου Ξενίδη προσφάτως στη Βουλή: «Δουλεύουμε, παράγουμε και πουλάμε κάτω του κόστους. Αυτό μπορείς να το κάνεις αλλά για λίγο χρονικό διάστημα, εμάς διήρκεσε πολύ». Η εταιρεία δουλεύει με ζημίες άνω των 200.000 δολ. την ημέρα, χωρίς μάλιστα να πληρώνει ρεύμα καθώς αδυνατεί να ανταποκριθεί ακόμη και στη νέα σύμβαση με τη ΔΕΗ, η οποία περιορίζει το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας από τα 4.000 δολάρια ο τόνος στα 2.500 δολάρια. Η σύμβαση ρυθμίζει και ανεξόφλητες οφειλές της εταιρείας προς τη ΔΕΗ ύψους 260 εκατ. ευρώ.
Ο υπουργός Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης είχε προαναγγείλει από τον περασμένο Αύγουστο μέτρα για την εξυγίανση της ΛΑΡΚΟ μέσα στο φθινόπωρο του 2017, τα οποία μέχρι στιγμής δεν έχουν κοινοποιηθεί.
[ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, της Χρύσας Λιάγγου, 2/2/2018]