Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης επισκέφτηκε το μεγαλύτερο ορυχείο λιγνίτη στην Ελλάδα που βρίσκεται στην Κοζάνη και ονομάζεται “Ορυχείο Νοτίου Πεδίου”. Με τη συνοδεία της τοπικής βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ Ραχήλ Μακρή συμπεριφέρθηκε ως ένας «φυσιολογικός υπουργός παραγωγικής ανασυγκρότησης περιβάλλοντος και ενέργειας», όπως σχολιάστηκε στο διαδίκτυο.
Η διαφορά της εκεί τοπικής βουλευτού με την εδώ τοπική βουλευτή δεν περιορίζεται στις σωματικές αναλογίες και το χρώμα του μαλλιού… Η εκεί Μακρή εκθειάζει τη συγκεκριμένη παραγωγική δραστηριότητα και δεν σε βομβαρδίζει με κινδυνολογίες όπως: «Τα λιγνιτωρυχεία κόβουν χιλιάδες άλλες θέσεις εργασίας» ή οτι «η σκόνη και η τέφρα έχουν μολύνει την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και κατ’ επέκταση τις γραμμές παραγωγής μεταποιημένων προϊόντων»… Η εδώ Ιγγλέζη είναι πράσινη-οικολόγος, κινδυνολογία είναι το μεσαίο της όνομα και έχει καταντήσει εμμονική με το κλείσιμο των μεταλλείων…
Βέβαια, τα ορυχεία στην Κοζάνη είναι κρατικά… Και τα κρατικά ορυχεία ως γνωστόν δεν επιφέρουν καμιά σοβαρή επίπτωση στο περιβάλλον… Α, και είναι και επισκέψιμα από υπουργούς σε αντίθεση με άλλα…
Αξίζει τον κόπο να διαβάσετε και το σχόλιο αναγνώστη στο μπλογκ politesarostoteli σχετικά με την είδηση της επίσκεψης του κου Λαφαζάνη στα ορυχεία Κοζάνης:
«Όπου υπάρχει το βαθύ δημόσιο και οι συνδικαλισταράδες , οι οικολόγοι απλά δεν υπάρχουν. Είναι πολλοί οι ψήφοι (της ΔΕΗ) Άρη.Τώρα το εάν ο καρκίνος θερίζει στα χωριά της Κοζάνης και Πτολεμαϊδας, εκεί γιά λόγους ‘δημοσίου συμφέροντος’ κανένας ευαίσθητος παραθαλάσσιος ορνιθοπαρατηρητής δεν αναφέρεται ποτέ , μιά που προτιμά να έχει εξασφαλισμένο φως το βράδυ να πίνει το τσιπουράκι του και δεν βαριέσαι. Εκεί η οικολογία σφυρίζει αδιάφορα. Δεν υπήρξε αυθόρμητη διαδήλωση ντόπιων οικολόγων και δεν άκουσα να ανακοινώνονται από τον αρμόδιο υπουργό νέα μέτρα γιά προστασία των εργαζομένων, γιά αντικατάσταση των φίλτρων κατακράτησης σωματιδίων διοξειδίου του άνθρακα, γιά αποκατάσταση του τοπίου που μοιάζει σαν ξεκοιλιασμένο πτώμα. Πόση περισσότερη υποκρισία και κοροϊδία μπορούμε να ανεχτούμε?»