Γραμμή μεταφοράς μεταλλεύματος, ορυχείο 18, Πλάκα, Λαύριο.
Τόσοι οι αρχαίοι όσο και οι νεώτεροι Ελληνες μεταλλουργοί παρήγαγαν από την Λαυρεωτική γη, εκτός από τον άργυρο (Ag) και μεταλλικό μόλυβδο (Pb) καθώς και άλλα μέταλλα, όπως ψευδάργυρο (Ζn), για εμπορική χρήση.
Tα μεταλλεύματα αργυρούχου μολύβδου της Λαυρεωτικής ήταν κυρίως μεταλλεύματα οξειδωμένου μολύβδου ή θειούχου μολύβδου, με βασικά ορυκτά τον κερουσίτη (ανθρακικό αργυρούχο μόλυβδο, PbCO3) και γαληνίτη (θειούχο αργυρούχο μόλυβδο, PbS). Η αναλογία εκμετάλλευσης των δύο αυτών ορυκτών κερουσίτη/γαληνίτη, εκτιμάται σε 9/1. Μέσα δε στον μόλυβδο του μεταλλεύματος περιέχεται και ο άργυρος.
Η περιεκτικότητα σε μόλυβδο του μεταλλεύματος κυμαίνεται σημαντικά στις διάφορες περιοχές του κοιτάσματος, αλλά και μέσα στο ίδιο το κοίτασμα, από μερικές μονάδες έως και 30-50% σε μόλυβδο.
Η δε περιεκτικότητα σε άργυρο εξαρτάται από την περιεκτικότητα σε μόλυβδο. Ετσι για παράδειγμα, ο περιεχόμενος άργυρος κατά την αρχαιότητα ήταν από 1-4 κιλά ανά τόνο (Kg/tn) περιεχόμενου μολύβδου. O λόγος Ag/Pb εκτιμάται κατά μέσον όρο σε 2 Kg /ton.
Εντούτοις, ως προς την αξία, ο άργυρος αποτελούσε διαχρονικά το 80% της αξίας της παραγωγής. Τα μεταλλεία του Λαυρίου ονομάζονταν από τους αρχαίους μεταλλευτές “αργυρεία” ή “αργύρεια μέταλλα” ή “αργυρωρυχεία” και το μετάλλευμα “αργυρίτης” ακριβώς λόγω της σημαντικότητας του αργύρου στο μολυβδούχο μετάλλευμα. Ο άργυρος αποτελούσε το κύριο μέταλλο εκμετάλλευσης ενώ ο ο παραγόμενος μόλυβδος θεωρούνταν δευτερεύουσας σημασίας.
Η παραγωγή κατά την σύγχρονη εποχή δηλ. τον 19ο και 20ο αιώνα (για περίπου 100 χρόνια) εκτιμάται στο σύνολό της περίπου 860.000 τον. μολύβδου, τόσο από μεταλλεύματα όσο και από τις εκβολάδες δηλ. τα απορρίμματα της αρχαίας μεταλλουργίας με περιεκτικότητα μικρότερη από 7% σε μόλυβδο (Pb).
Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους, επισημαίνουμε εδώ ότι η ανωτέρω συνολική παραγωγή (μαλακού) Pb ενός περίπου αιώνα, ήταν περίπου το 60% της παραγωγής των αρχαίων Αθηναίων, η οποία υπερέβει συνολικά το 1,4 εκατ. τόννους.
Οι εργασίες στα επίπεδα πλυντήρια εμπλουτισμού του αρχαίου Λαυρίου
Ως προς τον άργυρο, την κλασσική εποχή του 4-5ου πΧ αιώνα η παραγωγή ξεπέρασε τους 3.500 χιλιάδες τόννους Αg και ήταν πάνω από το 70% της συνολικής παραγωγής αργύρου από την Λαυρεωτική.
Ως προς το κόστος παραγωγής και το ετήσιο όφελος επί των εξόδων για την κλασσική εποχή, ο καθηγητής Κ. Κονοφάγος (1980, 1997) εκτίμησε, το κόστος παραγωγής ανά τόνο μεταλλεύματος, επιμερίζοντάς το στις ακόλουθες κύριες φάσεις εξόρυξης & κατεργασίας: κατεργασίας: κατεργασίας:
- Εξορυκτικές μεταλλευτικές εργασίες :10,00 Αττικές δραχμές /τόνο
- Εμπλουτισμός στα πλυντήρια: 4,40 Αττικές δραχμές/τόνο.
- Τήξη: 71,00 Αττικές δραχμές/τόνο.
Το ετήσιο κέρδος της συνολικής διεργασίας εκτιμάται σε 39% επί των εξόδων (κατά Κ. Κονοφάγο, 1980 με μικρές τροποποιήσεις), μετά φόρων (~13,5% της ακαθάριστης αξίας του παραγόμενου Ag προ τόκων και αποσβέσεων).
Για τους υπολογισμούς ο Κ. Κονοφάγος (1980), έλαβε υπόψη μία ετήσια πολύ καλή παραγωγική πεντηκονταετία του 5ου αι. π.Χ. Ο αρχικός υπολογισμός του καθηγητή τροποποιήθηκε ως προς την τιμή του μολύβδου σύμφωνα με την άποψη του καθηγητή Γ. Παπαδημητρίου (2000), για το για τον Pb : 55 αττικές δραχμές ανά τόνο, βλ. και Οδοιπορικό στο αρχαίο και νεότερο μεταλλευτικό Λαύριο
Οι παραπάνω εντυπωσιακές εκτιμήσεις που αναφέρονται στην κλασσική εποχή δεν υποτιμούν προφανώς την σύγχρονη παραγωγή μεταλλευτικών και μεταλλουργικών αξιών από τα τέλη του 19 αιώνα ως περίπου το 1981, που συνέβαλε παντοιοτρόπως στην αναγέννηση και την βιομηχανική ανάπτυξη της σύγχρονης Ελλάδος.
[ΠΗΓΗ: http://www.oryktosploutos.net/, του Π. Τζεφέρη, 5/9/2017]