Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΡΥΚΤΕΣ ΠΡΩΤΕΣ ΥΛΕΣ

eumining.org_6Είναι αναγκαίο περισσότερο από ποτέ, η θέσπιση εθνικών πολιτικών αξιοποίησης των ορυκτών πρώτων υλών από τις χώρες που διαθέτουν ορυκτό πλούτο

Από το 2007 η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναγνωρίσει ότι η διαθεσιμότητα των ορυκτών υλών αποτελεί ένα πολύ σημαντικό παράγοντα ευημερίας και προόδου.

Ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών των κατασκευών, των χημικών προϊόντων, της αυτοκινητοβιομηχανίας, της αεροναυπηγικής, των μηχανημάτων και των κατασκευών γενικού εξοπλισμού, ανέρχεται περίπου σε 1,3 τρις Ευρώ και παρέχει σταθερή απασχόληση σε 30 εκατομμύρια ανθρώπους.

Τα τελευταία χρόνια αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία καταναλώνουν ραγδαία αυξανόμενες ποσότητες πρώτων υλών με αποτέλεσμα πλέον να έχουν προσδώσει στις μεταλλευτικές τους πολιτικές έναν έντονα στρατηγικό χαρακτήρα. Μεσοπρόθεσμα, το γεγονός αυτό αναμφισβήτητα θα επιφέρει ανταγωνιστικές δυσκολίες στην προμήθεια

των ευρωπαϊκών χωρών με πρώτες ύλες, καθώς η βιομηχανία τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές αυτών των υλών.

Οι χώρες-μέλη της Ε.Ε. καταναλώνουν περί το 25-30% των μετάλλων που παράγονται σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ αντίθετα, η παραγωγή μετάλλων στο εσωτερικό της Ε.Ε. είναι μόνο το 3% της παγκόσμιας παραγωγής. Είναι επίσης γνωστό ότι πολλά σημαντικά μέταλλα δεν παράγονται καθόλου εντός Ε.Ε. Η συμμετοχή των μετάλλων και ορυκτών πρωτογενούς παραγωγής στη συνολική κατανάλωση της Ε.Ε. αρχίζει να περιορίζεται, έστω και με αργούς ρυθμούς, καθώς η ανακύκλωση γίνεται πιο αποδοτική και εφευρίσκονται νέα υποκατάστατα πολλών υλικών. Παρ’ όλα αυτά, αναμένεται ότι οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες θα παραμείνουν για πολύ καιρό ακόμα ευάλωτες στην αστάθεια της αγοράς, με ισχυρό ενδεχόμενο να δημιουργηθούν ανωμαλίες στη ροή του εφοδιασμού τους με αναγκαίες ορυκτές πρώτες ύλες.

Αντίστοιχα, ο βιώσιμος εφοδιασμός με αδρανή υλικά αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στον ευρωπαϊκό χώρο καθώς υπάρχουν εκτεταμένες περιφερειακές διαφορές και ανισορροπίες στη διαθεσιμότητα των εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων.

Για τη βελτίωση της μακροπρόθεσμης διαθεσιμότητας των πρώτων υλών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την Ανακοίνωσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο Υπουργών με θέμα «Πρωτοβουλία για τις πρώτες ύλες – Κάλυψη των ουσιωδών αναγκών μας για ανάπτυξη και απασχόληση στην Ευρώπη» (Raw Materials Initiative) τονίζει ότι:

«Η διασφάλιση αξιόπιστης και χωρίς στρεβλώσεις πρόσβασης στις ορυκτές πρώτες ύλες καθίσταται με αυξανόμενο ρυθμό ένας σημαντικός παράγοντας για την ανταγωνιστικότητα της Ε.Ε. και ως εκ τούτου κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχία των στόχων του Συμφώνου της Λισσαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση.»

Η πρωτοβουλία αυτή μέσω των κοινών αποφάσεων των ευρωπαϊκών οργάνων έχει πάρει πλέον διάσταση πολιτικής για τις πρώτες ύλες. Βασίζεται σε τρεις συγκεκριμένους πυλώνες:

  1. Διασφάλιση της πρόσβασης στις πρώτες ύλες των διεθνών αγορών, κάτω από τις ίδιες προϋποθέσεις και με καθεστώς διαφάνειας για όλους τους βιομηχανικούς ανταγωνιστές.
  2. Θέσπιση κατάλληλου κανονιστικού πλαισίου εντός της Ε.Ε. προκειμένου να προωθηθεί η βιώσιμη παροχή των πρώτων υλών από τα κοιτάσματα ορυκτών πρώτων υλών που ευρίσκονται στο έδαφος της Ε.Ε. καθώς και δημιουργία μιας ενιαίας βάσης γεωλογικών δεδομένων.
  3. Ενίσχυση της συνολικής αποδοτικότητας στη χρήση των ορυκτών πόρων και προώθηση της ανακύκλωσης για να μειωθεί η κατανάλωση πρωτογενών πρώτων υλών από την Ε.Ε. και να ελαττωθεί η αντίστοιχη εξάρτηση από εισαγωγές.

Επιπλέον, η Επιτροπή συστήνει ως ενέργειες προτεραιότητας τα εξής:

  • Λήψη ολοκληρωμένων μέτρων τόσο από την Ε.Ε. όσο και από τα κράτη- μέλη ώστε να προωθηθεί περαιτέρω η εκμετάλλευση των αξιόλογων Ευρωπαϊκών κοιτασμάτων ορυκτών πόρων.
  • Παράλληλη ενίσχυση της τεχνογνωσίας και της ανάπτυξης νέων τεχνολογιών.
  • Ενθάρρυνση της διατήρησης της διαφάνειας στην παγκόσμια αγορά πρώτων υλών.
  • Μείωση των αποβλήτων.
  • Μέγιστη αξιοποίηση των παραγόμενων υλικών.
  • Μέγιστη αποδέσμευση της παραγωγής από την κατανάλωση φυσικών πόρων (decoupling).
  • Προώθηση της βιώσιμης αξιοποίησης των ορυκτών πόρων και της ανακύκλωσης.
  • Καθορισμό των πρώτων υλών με κρίσιμη (στρατηγική) σημασία για την ΕΕ.

Εξειδικεύοντας την πολιτική αυτή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προέβη στις εξής ενέργειες:

–              Μετά από αντίστοιχη ανάλυση, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα για τις χρήσεις των πρώτων υλών από την ευρωπαϊκή βιομηχανία, προχώρησε στον καθορισμό δεκατεσσάρων «Κρίσιμων Πρώτων Υλών» που η διαθεσιμότητά τους επηρεάζει ιδιαίτερα την ομαλή εξέλιξη της βιομηχανικής της παραγωγής (Repor t on critical raw materials). Για την αντιμετώπιση των κινδύνων που μπορούν να προκληθούν από τυχόν έλλειψη των υλικών αυτών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει ιδιαίτερες πολιτικές για την προμήθειά τους, αποτελεσματικότερη ανακύκλωση, αξιοποίηση αποβλήτων και απορριμμάτων και τέλος ερευνητικές προσπάθειες υποκατάστασης.

–              Για την εφαρμογή του δεύτερου πυλώνα της RMI και επειδή κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να εξασφαλισθεί ένα ευνοϊκό περιβάλλον λειτουργίας της εξορυκτικής δραστηριότητας μέσω βελτιστοποίησης της σχετικής νομοθεσίας, των διαδικασιών αδειοδότησης και του χωροταξικού σχεδιασμού, συστήθηκε ομάδα εργασίας μέσω της οποίας καταγράφηκαν και συμφωνήθηκαν καλές πρακτικές μεταξύ κρατών μελών τις οποίες κατέγραψε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συγκεκριμένο κείμενο (Report “Improving Framework Conditions for Ex tracting Minerals for EU – Exchanging best Practice on Land Use Planning, Permitting and Geological Knowledge Sharing”) ώστε να αποτελέσουν κατευθύνσεις υλοποίησης της πολιτικής για βέλτιστη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών ορυκτών πόρων.

Στο κείμενο αυτό τονίζεται η σπουδαιότητα δημιουργίας στοχευμένης και συγκεκριμένης πολιτικής αξιοποίησης των ορυκτών πόρων από τα κράτη μέλη όπως και της δημιουργίας μιας ενιαίας βάσης γεωλογικών και χωρικών δεδομένων με σκοπό την άντληση πληροφοριών σχετικά με τις ευρωπαϊκές πηγές πρώτων υλών και τις δυνατότητες αξιοποίησής τους.

Στα πλαίσια αυτά σήμερα ευρίσκεται σε εξέλιξη ο καθορισμός ευρωπαϊκών δεικτών μέσω των οποίων θα αποτυπώνεται η εφαρμογή των καλών πρακτικών.

Επίσης η ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα πρέπει να ασκείται η εξορυκτική δραστηριότητα εντός των περιοχών του δικτύου NATURA (Non energy mineral extraction and NATURA – Guidance document).

Επισημαίνουμε ότι οι ΟΠΥ αποτελούν βασικό αντικείμενο και κυρίαρχο αναπτυξιακό στόχο της νέας ευρωπαϊκής στρατηγικής για την καινοτομία με ορίζοντα το 2020 (Europe 2020- Flagship Initiative Innovation Union). Στην κατεύθυνση αυτή έρχεται να συμβάλλει η πρόσφατη Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις στις αγορές εμπορευμάτων και πρώτων υλών» (Tackling the challenges in commodity markets and on raw materials-COM 25/2011) καθώς και η σχεδιαζόμενη πρωτοβουλία της Σύμπραξης για την Καινοτομία «Μη ενεργειακές ορυκτές πρώτες ύλες για μια σύγχρονη κοινωνία» (European Innovation Partnership: Non Energy Raw Materials for a Modern Society). Στις βασικές επιδιώξεις περιλαμβάνονται η ανάπτυξη και εφαρμογή νέων φιλικών στο περιβάλλον τεχνολογιών κοιτασματολογικής έρευνας, εξόρυξης, εμπλουτισμού και διαχείρισης αποβλήτων έτσι ώστε η παραγωγική εκμετάλλευση και βιώσιμη χρήση των ΟΠΥ να ολοκληρώνει και να κλείνει με αποτελεσματικό τρόπο τον κύκλο ζωής τους καθώς και η εξεύρεση υποκατάστατων για τουλάχιστον τρείς κρίσιμες πρώτες ύλες.

Επιπρόσθετα για τη χάραξης ενιαίας στρατηγικής ανάπτυξης της Ε.Ε. για το εγγύς και το απώτερο μέλλον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εισηγήθηκε στα άλλα ευρωπαϊκά όργανα μία διευρυμένη πολιτική για την αποδοτικότητα των πόρων, συμπεριλαμβανομένων και των ΟΠΥ, με την ονομασία «αποδοτικότητα πόρων» (Resource Efficiency) για την οποία έχει ξεκινήσει ευρύτατος διάλογος μεταξύ των Κρατών Μελών και των εμπλεκομένων φορέων.

Τέλος προέβη στην έκδοση επίσημης ανακοίνωσης (COM (2011) 5, 2/2/2011) προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που αφορούν τις αγορές εμπορευμάτων και τις πρώτες ύλες, στην οποία τονίζεται η σημασία του βιώσιμου εφοδιασμού με πρώτες ύλες στο εσωτερικό της Ε.Ε. μέσα από την εκπόνηση σαφών εθνικών σχετικών πολιτικών, την εκπόνηση πολιτικής χωροταξικού σχεδιασμού που αναφέρεται στις ΟΠΥ και την θέσπιση μηχανισμών αδειοδότησης εξορυκτικών έργων που θα προσφέρουν σαφήνεια και απλοποίηση διοικητικών διαδικασιών όπως και επενδυτική ασφάλεια.

[ΠΗΓΗ: «Ελληνική Εξορυκτική Βιομηχανία, Διεθνές Περιβάλλον – Φυσιογνωμία – Προοπτικές», Έκδοση ΥΠΕΚΑ]