Tag Archives: χρέος

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΡΕΟΣ: ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ, ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Το Eurogroup της 21ης Ιουνίου κατέληξε, όπως αναμενόταν, σε συμφωνία σχετικά με την περαιτέρω διαχείριση του ελληνικού δημοσίου χρέους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συμφωνία που επετεύχθη αποτελεί μια σειρά διευκολύνσεων για την Ελλάδα στο ζήτημα αυτό, όντας όμως την ίδια ώρα στην καλύτερη περίπτωση ένα πολύ γλυκό ημίμετρο και στη χειρότερη ένα… «τυράκι» που συνοδεύεται από την αυστηρή επιτροπεία της χώρας μέχρι το 2060.

Τι προβλέπει όμως η απόφαση;

  1. Η μέση διάρκεια δανείων του δεύτερου Μνημονίου θα επιμηκυνθεί κατά 10 χρόνια, επεκτείνοντας έτσι το χρονοδιάγραμμα εξόφλησής τους.
  2. Η περίοδος χάριτος προτού η Ελλάδα αρχίσει να καταβάλει τόκους για τα εν λόγω δάνεια θα παραταθεί κατά 10 χρόνια, που σημαίνει ότι η χώρα μας δεν θα επιβαρύνεται έως το 2033.
  3. Η Αθήνα μπορεί πλέον να λάβει τα έσοδα από τα ελληνικά ομόλογα που διακρατούν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι κεντρικές τράπεζες των μελών της ευρωζώνης – που υπολογίζονται σε περίπου 4 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα χρήματα θα εκταμιευτούν σε εξαμηνιαίες δόσεις. Η πρώτη θα αποδεσμευθεί τον προσεχή Δεκέμβριο και η τελευταία τον Ιούνιο του 2022. Αυτό είναι ένα σαφώς θετικό μέτρο.
  4. Το μέχρι σήμερα αυξημένο επιτόκιο που χρεωνόταν για μια δόση στήριξης ύψους 11,3 δισεκατομμυρίων ευρώ, η οποία είχε χρησιμοποιηθεί για την επαναγορά ομολόγων το 2012, αναστέλλεται μέχρι νεωτέρας.
  5. Οι εταίροι μας δεσμεύονται ότι το 2032 θα επανεξετάσουν την βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και εάν είναι απαραίτητο θα λάβουν περεταίρω μέτρα
  6. Από τη συμφωνία απουσιάζει όμως ένα βασικό ελληνικό αίτημα. Η σύνδεση του ετήσιου κόστους εξυπηρέτησης του χρέους με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Με δυο λέξεις, η περίφημη «ρήτρα ανάπτυξης». Η μεγάλη παίκτρια της ευρωπαϊκής οικονομίας, η Γερμανία, ήταν σταθερά αρνητική σε μια τέτοια συζήτηση, αρνούμενη σθεναρά το σχετικό αίτημα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για αυτόματη λειτουργία ενός τέτοιου μηχανισμού, χωρίς προϋποθέσεις πολιτικού ή κοινοβουλευτικού χαρακτήρα.

Είναι καλή η συμφωνία; Μια προφανής απάντηση είναι ότι η συγκεκριμένη συμφωνία αποτελεί το «χρύσωμα του χαπιού» ενόψει της δύσκολης συνέχειας για την Ελλάδα υπό καθεστώς – χαλαρότερου σε σύγκριση με σήμερα, αλλά συνεχούς – δημοσιονομικού ελέγχου, χωρίς δανειακά ανταλλάγματα μέχρι το 2060.

Στην πολιτική διάσταση του πράγματος, το να αναζητήσει κανείς το ποιες ήταν κάποτε οι θέσεις της σημερινής συγκυβέρνησης για το ζήτημα της διαχείρισης του χρέους, προκαλεί άμεση θυμηδία.

Άπαντες ενθυμούνται τόσο τον ΣΥΡΙΖΑ (με τον Παναγιώτη Λαφαζάνη τότε στις τάξεις του) όσο και τους ΑΝΕΛ (ο Πάνος Καμμένος στη γραμμή της Ζωής Κωνσταντοπούλου υποστήριζε και τον λογιστικό έλεγχο που θα αποδείκνυε ότι το χρέος είναι επαχθές και επονείδιστο) μιλούσαν σταθερά, συχνά και αναλυτικά για μονομερή διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού δημόσιου χρέους, ενώ ταυτόχρονα ξόρκιζαν κάθε ενδεχόμενο επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής των δανείων καθώς θεωρούσαν ότι μια τέτοια «παροχή» από την πλευρά των εταίρων και δανειστών δεν θα συνιστούσε τίποτα περισσότερο από παράταση της επιτροπείας. Χαρακτηριστική μένει ακόμη η φράση του Αλέξη Τσίπρα: «Η επιμήκυνση είναι το σχοινί που θα κρεμαστούμε».

Ουσιαστικά, η φετινή συμφωνία αποτελεί, κατ’ εμέ, ό,τι καλύτερο μπορούσε να επιτευχθεί από την ελληνική πλευρά στο πλαίσιο της πραγματικότητας στην οποία αυτή προσγειώθηκε μετά από την περιδιάβασή της στο χώρο του φαντασιακού και τις συνακόλουθες συνέπειες στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.

Η συμφωνία μείωσης του ελληνικού χρέους που επιτεύχθηκε το 2012 από την προηγούμενη κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου θα είναι για χρόνια η μόνη που πραγματικά «κούρεψε» μεγάλο μέρος του ελληνικού χρέους και παράλληλα πέτυχε ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής (μέχρι το 2022) αλλά και δέσμευση των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ για νέα συζήτηση στο μέλλον και περαιτέρω επιμήκυνση.

Είναι προφανές ότι εκείνη η απόφαση αποτέλεσε σαφή οδηγό για τη σημερινή κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να κερδίσει ό,τι καλύτερο μπορούσε τουλάχιστον στο θέμα της επιμήκυνσης, από τη στιγμή που όλοι είχαν αντιληφθεί ότι ζήτημα μείωσης-κουρέματος δεν υπήρχε περίπτωση να τεθεί στην παρούσα φάση και μάλλον για πολλά χρόνια ακόμη.

Στην ουσία του ελληνικού προβλήματος όμως, αυτό που πρέπει να σημειωθεί με τρόπο σαφή και κατανοητό για τον καθένα είναι ότι η οποιαδήποτε ρύθμιση του χρέους, ακόμα και αυτή η ίδια η μείωσή του, δεν είναι ικανή να συμβάλει αποτελεσματικά στην επάνοδο της χώρας στην ανάπτυξη.

Ανάπτυξη σημαίνει δουλειές με ανθρώπινους όρους και αξιοπρεπείς αμοιβές. Για να συμβεί αυτό χρειάζεται ένας «σεισμός» επιχειρηματικής δραστηριότητας και επενδύσεων, που θα αποτελέσουν το κύριο εφαλτήριο για την αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ και την εξάλειψη της ανάγκης η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση να οδύρεται και να αγωνίζεται για το χρέος, κυνηγώντας στην ουσία την ουρά της.

Έτι περαιτέρω, κανείς δεν θα μπορέσει να εξηγήσει πολιτικά στον απλό άνθρωπο το πώς ακριβώς θα τον ωφελήσει η διευθέτηση του χρέους στη ζωή και την τσέπη του. Ούτε καν άλλο ένα κούρεμα δεν θα επρόκειτο να επηρεάσει άμεσα τις προοπτικές βελτίωσης του βιωτικού επιπέδου του ιδίου, των παιδιών του και ίσως των εγγονών του.

Απλές αλήθειες που τα κομματικά γυαλιά – ανεξαρτήτως χρώματος – σπάνια επιτρέπουν να ιδωθούν στην ολότητά τους. Και αυτή η νόσος μοιάζει οριζόντια και ανίατη.

photo: LOUISA GOULIAMAKI VIA GETTY IMAGES

[ΠΗΓΗ: https://www.huffingtonpost.gr/, του Γιώργου Θεοδωρίδη, Υπ. Διδάκτορα Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, 25/6/2018]

ΤΑ ΟΡΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑ “ΑΟΡΑΤΑ” ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΕΟΣ

Η στάση των αγορών, και μάλιστα σε μια περίοδο υψηλών αναταραχών λόγω της αλλαγής του κόστους του χρήματος διεθνώς, θα κρίνει την αξιοπιστία της συμφωνίας για το χρέος. Ειδικά, δε, το αν θα ανοίξει μέσα στις επόμενες εβδομάδες “παράθυρο” για την έκδοση πολυετούς (δεκαετούς) ομολόγου από το ΥΠΟΙΚ θα αποτελέσει την έμπρακτη απάντηση της αγοράς και της στάσης της απέναντι στην επιχείρηση “επιστροφής” των ελληνικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά.

Η γενική εκτίμηση είναι ότι αφενός η βραχυπρόθεσμη διασφάλιση με τα διαθέσιμα αποθεματικά και αφετέρου η μεσοπρόθεσμης διάρκειας επιμήκυνση του δανείου του EFSF (περί τα 110 δισ. ευρώ συν η εξυπηρέτησή του με επιτόκια ESM) δίνουν την αίσθηση ενίσχυσης της μεσοπρόθεσμης βιωσιμότητας.

Το σημείο που φαίνεται να αποτελεί την “αχίλλειο πτέρνα” της συμφωνίας αφορά τον μακροπρόθεσμο ορίζοντα βιωσιμότητας, για τον οποίο η διασφάλιση στη συμφωνία είναι εξαιρετικά “νεφελώδης”.

Στον ορίζοντα αυτό προβλέπεται ότι μετά το 2032, ήτοι μετά την περίοδο της νέας δεκαετούς επιμήκυνσης, εάν και εφόσον χρειαστεί, θα επανεξεταστεί το θέμα ενίσχυσης της βιωσιμότητας του χρέους στη βάση της λογικής που είχε κατατεθεί με την περιβόητη “γαλλική πρόταση”, ήτοι με τη σύνδεση της εξυπηρέτησης του χρέους με την πορεία της οικονομίας.

Τόσο η κυρία Λαγκάρντ όσο και ο κ. Ντράγκι, στις δηλώσεις που ακολούθησαν, εκφράστηκαν θετικά (με μεγάλη βεβαιότητα η κυρία Λαγκάρντ) για τη βιωσιμότητα του χρέους σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Η επικεφαλής του ΔΝΤ υποστήριξε με μεγάλη βεβαιότητα τη βιωσιμότητα του χρέους μεσοπρόθεσμα, ενώ ο κ. Ντράγκι μίλησε για σημαντική ενίσχυση της βιωσιμότητας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

Επιβεβαιώθηκε, έτσι, η αρχική πληροφορία του “Κεφαλαίου” και του Capital.gr, ότι το ΔΝΤ θα “ξεφύγει” από τη δυσκολία για ενιαία στάση απέναντι στο ελληνικό χρέος με τη “σαλαμοποίηση” της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους σε συνάρτηση με τις περιόδους που θα καλύπτουν τα μέτρα στήριξης από την Ευρωζώνη.

Τα μέτρα και το χρέος

Οι παρεμβάσεις που τελικά έγιναν εντοπίζονται σε δύο χρονικές περιόδους.

Η πρώτη αφορά μέχρι το 2023. Ήτοι την περίοδο στην οποία το ελληνικό Δημόσιο θα πρέπει να εξασφαλίζει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ. Αυτή περιλαμβάνει τη διευρυμένη απόδοση της πέμπτης δόσης του δανείου στα 15 δισ. ευρώ, μέρος των οποίων θα διατεθεί στην προεξόφληση ακριβών δανείων (όπως του ΔΝΤ) και το υπόλοιπο θα ενισχύσει το “μαξιλάρι” διαθεσίμων, που τελικά θα διαμορφωθεί στα 24,1 δισ. ευρώ.

Σε επίπεδο “αριθμητικής”, το “μαξιλάρι” αυτό καλύπτει ως “εγγύηση” τη χρονική περίοδο μέχρι το 2020 για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Στην πραγματικότητα, όμως, η διάρκειά του φτάνει μέχρι και το 2022, καθώς στις πραγματικές προθέσεις του ESM και παρά τις σχετικές δηλώσεις του κ. Τσακαλώτου, εκτιμάται ως μάλλον βέβαιη η προπληρωμή των δύο πρώτων ετών του δανείου του ΔΝΤ. Επιπλέον, στο ίδιο διάστημα θα αρχίσουν να συσσωρεύονται στο ειδικό ταμείο διαθεσίμων για την εξυπηρέτηση του χρέους και τα 4 περίπου δισ. ευρώ από τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν…

Στα κεφάλαια αυτά θα πρέπει να συνυπολογιστεί αφενός η ετήσια συσσώρευση των 7 περίπου δισ. ευρώ από το πρωτογενές πλεόνασμα (3,5% του ΑΕΠ), το οποίο θα πρέπει να εξαντλείται στην αποπληρωμή χρέους. Και αφετέρου τα κεφάλαια που θα συγκεντρώνονται από τις νέες εκδόσεις τίτλων, που κατά τη διετία αυτή θα είναι τουλάχιστον 12-14 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, διαμορφώνεται μια διαθέσιμη ρευστότητα στο ελληνικό Δημόσιο η οποία ξεπερνά τα 40 δισ. ευρώ.

Το δεύτερο κομμάτι της συμφωνίας, που αφορά την κατά δέκα έτη επιμήκυνση του δανείου από τον EFSF, έχει ένα ορατό και ένα… αόρατο όφελος.

Το ορατό έχει να κάνει με το γεγονός ότι στη δεκαετία 2023-2032 δεν θα υπάρχει η υποχρέωση αποπληρωμής του δανείου, που είναι 26,5 δισ. ευρώ. Στην ίδια δεκαετία “τρέχουν” αφενός τα διακρατικά δάνεια (GLF) και αφετέρου οι αποπληρωμές των ομολόγων που υπάρχουν στη δευτερογενή αγορά. Το “αόρατο” όφελος έχει να κάνει με το γεγονός ότι στη δεκαετία που αποφεύγει, λόγω της επιμήκυνσης, την αποπληρωμή του δανείου, το ελληνικό Δημόσιο θα είχε την επιπρόσθετη επιβάρυνση της χρηματοδότησης των πληρωμών με επιτόκια τριπλάσια του ESM, ήτοι εξοικονομεί περί τα 2,2 – 2,5 δισ. ετησίως από τόκους.

Συνολικά με τις δύο αυτές ρυθμίσεις διασφαλίζεται, σύμφωνα με τον ESM, η διατήρηση της δαπάνης εξυπηρέτησης του χρέους σε επίπεδα πολύ κάτω του 15% του ΑΕΠ, όριο που από το ΔΝΤ ορίζεται ως διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους μέχρι το 2032.

Το ΔΝΤ ετοιμάζεται για “βελούδινη” αποχώρηση μετά το 2023

Η μορφή που τελικά πήρε η τελική συμφωνία φαίνεται να ικανοποιεί όλες τις πλευρές, και κυρίως τη Γερμανία και το ΔΝΤ. Η μεν Γερμανία εξασφάλισε την παραμονή του ΔΝΤ ως ισχυρού μέλους της μεταμνημονιακής εποπτείας μέσω της “εκκρεμότητας” του εν ισχύ δανείου. Ο σχεδιασμός που πρόκειται να προωθηθεί πιθανώς από το φθινόπωρο περιλαμβάνει την προεξόφληση τουλάχιστον ενός μέρους του δανείου (3,9 δισ. ευρώ) και επανεξέταση της δυνατότητας αυτής μετά την έναρξη είσπραξης των αποδόσεων από τα ANFAs και SMPs από τις κεντρικές τράπεζες, καθώς εκτιμάται ότι η διατήρηση ανοιχτού του δανείου του ΔΝΤ λειτουργεί θετικά όσον αφορά τη στάση των αγορών.

Και για το ΔΝΤ, όμως, η διευθέτηση είναι θετική. Στις προθέσεις του Ταμείου είναι να δώσει το “πράσινο φως” για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μέχρι το 2032 στη βάση των μέτρων που συμφωνήθηκαν. Έτσι διατηρεί την παρέμβασή του μέσω Ελλάδος στην Ευρωζώνη…

*Αναδημοσίευση από το “Κεφάλαιο” που κυκλοφορεί

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Γ. Αγγέλη, 24/6/2018]

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΕΠΙΣΠΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΛΟΓΩ ΙΤΑΛΙΑΣ – ΤΙ ΦΟΒΑΤΑΙ Η ΑΘΗΝΑ

Μία προσπάθεια επίσπευσης των διαδικασιών με στόχο να υπάρξει σύγκλιση για το ελληνικό χρέος το ταχύτερο δυνατό βρίσκεται σε εξέλιξη, υπό την πίεση που ασκεί η έντονη πολιτική κρίση στην Ιταλία. “Προηγουμένως λέγαμε ότι η συμφωνία θα πρέπει να επιτευχθεί είτε τον Ιούνιο είτε τον Ιούλιο, τώρα στόχος είναι η συμφωνία να καταστεί εφικτή έως την 21η Ιουνίου” επισημαίνει χαρακτηριστικά κοινοτική πηγή μιλώντας στοCapital.gr.

Αναφορικά με την αδιαλλαξία της Γερμανίας που προς το παρόν φαίνεται να επιμένει σε επιμήκυνση της διάρκειας του χρέους το πολύ για 3-5 έτη και για σταδιακή εφαρμογή των μέτρων (σ.σ. όταν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ζητά η επέκταση αυτή να καλύψει χρονικό διάστημα μέχρι και 15 έτη και να γίνει άμεσα), η ίδια κοινοτική πηγή παραπέμπει στις διεργασίες που βρίσκονται αυτές τις ημέρες σε εξέλιξη στα “κέντρα” αποφάσεων.

Η ανάγκη για άμεση λύση φάνηκε ξεκάθαρα και χθες. Η ιταλική κρίση έδειξε τα “δόντια” της στις αγορές παρασύροντας και τα ελληνικά ομόλογα και κυρίως το 5ετές. Η απόδοσή του εκτοξεύθηκε στο 4,26% με άνοδο της τάξης του 25% εν συγκρίσει με τον περασμένο Νοέμβριο, ενώ το 10ετές ομόλογο άγγιξε το 5%.

Αλλά μήνυμα έστειλε χθες και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γιάννης Δραγασάκης. Μίλησε για  αναταράξεις από τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία και ενδεχομένως στην Ισπανία και για μαξιλάρι διαθεσίμων “ούτως ώστε, ό,τι και αν συμβεί στο μέλλον, να έχουμε ένα όπλο στα χέρια μας πέρα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς”. Ωστόσο έκανε σαφές ότι “βεβαίως, αν ενταθούν αυτές οι εστίες και συνεχιστούν, θα δοκιμαστούν οι αντοχές κάθε χώρας ξεχωριστά και η Ε.Ε. θα πρέπει να δει συνολικότερες λύσεις θωράκισης”.

Έκθεση Βιωσιμότητας χρέους

Οι διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στις Βρυξέλλες με στόχο να τελειώσει γρήγορα το ελληνικό ζήτημα έχουν στο επίκεντρό τους την Έκθεση Βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA) η οποία συντάσσεται με ταχύτατους ρυθμούς. Αναμένεται να δείξει τις τελικές ανάγκες που υπάρχουν. Στόχος είναι να υπάρχει μία πρώτη αποτίμηση πριν από το επόμενο ραντεβού το οποίο έχει δοθεί για την Πέμπτη στον Καναδά, στις διαπραγματεύσεις που θα λάβουν χώρα στο περιθώριο της συνόδου του G7. Ανάλογη έκθεση συντάσσεται στην Φρανκφούρτη από την ΕΚΤ.

Ωστόσο πέρα από την θέση της Γερμανίας και το χάσμα που την χωρίζει με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (που γράφει τη δική του έκθεση και επιμένει ότι ο χρόνος λήγει σύντομα για τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα), υπάρχει και ο ελληνικός παράγοντας: δηλαδή οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση 88 προαπαιτούμενων αλλά και η εκκρεμότητα της υποδόσης του 1 δισ. ευρώ που απομένει από την 3η αξιολόγηση.

Ανησυχία για αντικειμενικές – ιδιωτικοποιήσεις

Τις προηγούμενες μέρες κοινοτικές πηγές έκαναν γνωστές τις ανησυχίες τους αναφορικά με τα δύο “ελληνικά” πεδία. Μίλησαν για μεταρρυθμίσεις της 4ης αξιολόγησης όπως αυτές των αντικειμενικών αξιών ή των ιδιωτικοποιήσεων που λόγω αυξημένου βαθμού δυσκολίας μπορεί να καθυστερήσουν, “μπλοκάροντας” τις διαδικασίες.

Έκαναν σαφές επίσης ότι το πρώτο crash test έχει οριστεί για τις 4 Ιουνίου όταν θα δημοσιοποιηθεί η έκθεση της Κομισιόν αναφορικά με το 1 δισ. ευρώ της υπόδοσης (που είναι διαθέσιμη από την 1η Μαΐου έως τις 15 Ιουνίου συνδεδεμένη με την 3η αξιολόγηση που έληξε τον Μάρτιο) και συνδέεται με μία απομείωση των οφειλών του κράτους προς ιδιώτες η οποία ακόμη δεν έχει διασφαλιστεί.

Η πλήρης αποτυχία της προηγούμενης Πέμπτης

Σύμφωνα με πληροφορίες, στη Σύνοδο του Eurogroup της προηγούμενης Πέμπτης δεν συζητήθηκε το θέμα χρέος αλλά μόνο η 4η αξιολόγηση. Και τούτο διότι ήταν απογοητευτικό το αποτέλεσμα του Washington Group που προηγήθηκε με μηδενική σύγκλιση μεταξύ Γερμανίας και Διεθνούς Nομισματικού Tαμείου αναφορικά με το ελληνικό χρέος.

Όσο για τα επόμενα ραντεβού, πέρα από το G7, στις 4/6 αναμένονται τα στοιχεία για το 1 δισ. ευρώ της υποδόσης και ως στις 14 Ιουνίου η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει τα προαπαιτούμενα (δηλαδή να έχει ψηφίσει το πολυνομοσχέδιο), ούτως ώστε να υπάρξει χρόνος και να γραφτεί ένα θετικό Compliance Report προς το Eurogroup της 21ης Ιουνίου.

Οι ενδιάμεσοι σταθμοί για να δουν πώς τα πηγαίνει ελληνική κυβέρνηση αλλά και για να υπάρξει σύγκλιση για το χρέος είναι το Euroworking Group στις 7 Ιουνίου (πιθανόν με την τελική έκθεση βιωσιμότητας χρέους έτοιμη), αλλά και ανάλογες συναντήσεις που έχουν προγραμματιστεί με τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για τις 11 και τις 12 Ιουνίου.

Η ECCL

Όσο για τους “ψιθύρους” και τις παροτρύνσεις για μία προληπτική γραμμή ακόμη και της μορφής ECCL (αυστηρή γραμμή) που επανέρχονται τις τελευταίες ημέρες λόγω της ιταλικής κρίσης και των παρενεργειών της στις αγορές ομολόγων, από τις Βρυξέλλες η σταθερή απάντηση είναι ότι δεν υπάρχει αυτό το ενδεχόμενο στο τραπέζι. Προς το παρόν τουλάχιστον…

“Προς το παρόν εργαζόμαστε με βάση το σενάριο της γρήγορης συμφωνίας για την ολοκλήρωση του προγράμματος” αναφέρουν αρμόδιες πηγές. Άλλωστε αυτή είναι και η θέση της Αθήνας αλλά και της… Γερμανίας που δεν θέλει καμία “εμπλοκή” του Κοινοβουλίου της με νέα χρηματοδοτική γραμμή προς την Αθήνα.

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, της Δήμητρας Καδδά, 30/5/2018]

Η ΕΚΤ “ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ” ΜΕ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΡΕΟΣ

Με τρόπο διακριτικό αλλά απολύτως σαφή η ΕΚΤ αναλαμβάνει εκ νέου πρωτοβουλίες στη συζήτηση για το χρέος και τη μεταμνημονιακή εποπτεία στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με υπηρεσιακό στέλεχος της ΕΚΤ, με πολυετή εμπλοκή και γνώση της κατάστασης στην Ελλάδα, “το περιβάλλον στο οποίο θα βρεθεί η χώρα μετά τις 20 Αυγούστου μεταβάλλεται με τρόπο που απαιτεί ένα σύστημα εγγυήσεων για να διασφαλισθεί η σταθερότητα στην πορεία της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα χρόνια…”.

Τρεις παράγοντες κατά τον ίδιο καθιστούν αναγκαία μία τέτοια προσέγγιση: η προοπτική μεταβολής της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη (σταδιακή απόσυρση του QE), η πολύ πιθανή επιβράδυνση της οικονομίας στο ευρωπαϊκό περιβάλλον από το 2019 και οι αγνώστου προς το παρόν εύρους συνέπειες από τις γεωπολιτικές εντάσεις και τις διεθνείς εμπορικές αναταραχές.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η Ελλάδα θα χρειασθεί εγγυήσεις σταθερότητας οι οποίες να είναι εκ των προτέρων γνωστές και επαρκείς “ειδικά για την περίοδο από το 2020 και μετά…”. Οι “εγγυήσεις” αυτές σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους θα πρέπει να κινούνται σε δύο επίπεδα:

– το ένα θα πρέπει να είναι το “ολιστικό πρόγραμμα ανάπτυξης” το οποίο θα πρέπει “να έχει ως θεμέλιο το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα” που έχει διαμορφωθεί και ψηφισθεί μαζί με όσα απομείνουν ως εκκρεμότητα από την 4η αξιολόγηση και

– το δεύτερο θα πρέπει να αφορά στην εξασφάλιση της ετοιμότητας ενός χρηματοδοτικού εργαλείου που θα λειτουργεί “εγγυητικά” για την εξασφάλιση της πρόσβασης στις αγορές, πέραν των συναλλαγματικών διαθεσίμων που θα έχει συσσωρεύσει μέχρι τότε η χώρα.   

Το αξιοπρόσεκτο στις διατυπώσεις αυτές είναι ότι από την ΕΚΤ δεν αποκλείουν κανένα μέσο ή εργαλείο αρκεί αυτό να είναι… επαρκές.

Η “μετάφραση” της απαίτησης αυτής είναι ότι στην Φρανκφούρτη δεν έχουν κανένα πρόβλημα για τη μορφή που θα έχει η “εγγύηση” αυτή (αν θα είναι μία προληπτική γραμμή στήριξης, αν θα είναι ένα πλαίσιο που θα μοιάζει αλλά δεν θα ονομάζεται ECCL, ή ό,τι άλλο) αρκεί να έχει αποτέλεσμα ως “εγγυητική” στις επόμενες εκδόσεις του ελληνικού δημοσίου πέρα και ξέχωρα από την ύπαρξη του “μαξιλαριού” των 20 δισ. ευρώ που έχει προτείνει και “χτίζει” το ελληνικό ΥΠΟΙΚ.

Στις απαιτήσεις αυτές της ΕΚΤ, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους δεν έχει κατ’ αρχήν αντιρρήσεις το ΔΝΤ. Άλλωστε μεταξύ ΔΝΤ και ΕΚΤ το τελευταίο δεκάμηνο υπήρξε μία σιωπηρή αλληλοκατανόηση: η ΕΚΤ ικανοποίησε έμμεσα όλες τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για το είδος και το βάθος των ελέγχων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα (Stress test) και το ΔΝΤ με τη σειρά του απέσυρε (θα είναι μέρος των στοιχείων του νέου DSA) την ευθεία απαίτησή του για τη διακράτηση 10 δισ. ευρώ για μελλοντικές κεφαλαιακές ανάγκες των ελληνικών τραπεζών.

H επανεμφάνιση της ΕΚΤ στο τραπέζι των απαιτήσεων ήταν προφανής και στις πρόσφατες δηλώσεις του επικεφαλής της ΕΚΤ στην διαπραγματευτική ομάδα Φρνατσέσκο Ντρούτι, ο οποίος μίλησε ευθέως και για το ενδεχόμενο επιλογήςαπό την ελληνική πλευρά μιας προληπτικής γραμμής στήριξης. Βέβαια ένα τέτοιο ενδεχόμενο (μία γραμμή ECCL) φαίνεται να αποκλείεται τόσο από το περιβάλλον του Eurogroup, όσο και από την Κομισιόν, καθώς θα έπρεπε να εξασφαλισθεί νέα θετική ψήφος από τα εθνικά κοινοβούλια και κάτι τέτοιο υπό τις παρούσες συνθήκες θεωρείται ανέφικτο.

Αυτό το “παιχνίδι” μεταξύ των Θεσμών με τις αναπάντεχες και διαρκείς απαιτήσεις έχει εξοργίσει τον Έλληνα Υπ. Οικονομικών, ο οποίος όμως ταυτόχρονα κατανοεί ότι στην παρούσα φάση των διαπραγματεύσεων όλες οι πλευρές βάζουν στο τραπέζι τις απαιτήσεις τους πριν κλείσει το πλαίσιο συμφωνίας.

Με την ελληνική πλευρά εξ ανάγκης να είναι στην πλέον ευάλωτη πλευρά των ζυμώσεων…    

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr, του Γ. Αγγέλη, 14/5/2018]

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΕ ΧΡΕΟΣ ΚΑΙ ΣΕ QE; ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ Η ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Στο Μαξίμου ήξεραν ότι το αφήγημά τους περί προσδιορισμού των μεσοπρόθεσμων μέτρων και ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με σκοπό την δοκιμαστική έξοδο στις αγορές το καλοκαίρι, κατέρρευσε ήδη από το βράδυ του Eurogroup της 22ης Μαϊου.

Η σύμπλευση της Κριστίν Λαγκάρντ με τον Βόφλγκανγκ Σόιμπλε, δίδοντάς του επί της ουσίας το περιθώριο να διαφύγει τον πολιτικό κίνδυνο του προσδιορισμού των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος μεσούσης της γερμανικής προεκλογικής περιόδου, έβαζε οδυνηρό τέλος στις προσδοκίες που καλλιεργούσε η κυβέρνηση σε εαυτήν και αλλήλους, εδώ και μήνες.

Ακολούθησαν οργίλες δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα προς Βερολίνο, απειλές για πρόκληση “ανακατωσούρας” στην Ε.Ε μέσω μιας Συνόδου Κορυφής ( καθόλου βέβαιο δεν είναι ότι ο Ντ. Τουσκ διατίθεται να συμπεριλάβει το ελληνικό ζήτημα στην ατζέντα της 22ης Ιουνίου- σύμφωνα με πληροφορίες, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει) και ανταλλαγή πυρών Σόιμπλε- Κυβέρνησης, την προηγούμενη εβδομάδα.

Οι δηλώσεις της επικεφαλής του ΔΝΤ μόλις προχθές, οδήγησε στο να ρίξουν και μεταξύ τους πια τις μάσκες.

Χθες, η Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ συνήλθε για πρώτη φορά μετά το καταστροφικό βράδυ της 22ης Μαίου με στόχο ο πρωθυπουργός και το οικονομικό επιτελείο να προετοιμάσουν τα μέλη του Οργάνου για την “πρόσκρουση” στην πραγματικότητα.

Χρέος , QE και μέτρα

Είναι πρόδηλο ότι τα σύννεφα πάνω από Κουμουνδούρου και Μαξίμου, είναι πυκνά και “βαριά”. Το δεκαπενθήμερο της διαχείρισης της κρίσης και των εντυπώσεων, έλαβε τέλος και πλέον η Κυβέρνηση καλείται να προετοιμάσει το έδαφος του συμβιβασμού για την αποδοχή μιας (ευελπιστούν) βελτιωμένης πρότασης από τον Γερμανό ΥΠΟΙΚ η οποία στην πραγματικότητα να μην κλείνει τον δρόμο της επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές.

Ρύθμιση για χρέος αυτή τη στιγμή δεν πρόκειται να υπάρξει και κατά συγκλίνουσες πληροφορίες ήδη αποχαιρετούν στην Κυβέρνηση και το πρόγραμμα της ένταξης των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση.

Οι αποσκευές του Ευκλείδη Τσακαλώτου στις 15/6 οπότε και θα βρεθεί με τον γερμανό ΥΠΟΙΚ και τους λοιπούς ομολόγους του της ευρωζώνης , θα είναι άδειες και οι προσδοκίες να γεμίσουν με κάτι χειροπιαστό για την κυβέρνηση, εξανεμίζονται.

Στα σενάρια που ανέπτυξε άλλωστε ο ΥΠΟΙΚ ενημερώνοντας χθες τον ΣΥΡΙΖΑ, θέση δεν έχει ούτε το χρέος ούτε και το QE.

Είτε το ΔΝΤ αποχωρήσει, είτε παραμείνει χωρίς χρηματοδότηση μέχρι νεοτέρας, “σήμα” στον Μάριο Ντράγκι για να βάλει τη χώρα στο πρόγραμμα της ΕΚΤ, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, δεν πρόκειται να δοθεί.

Αυτό που επιδιώκεται πια από την Κυβέρνηση, ως κατέστησε σαφές και η ανακοίνωση που εξεδόθη αμέσως μετά το πέρας της συνεδρίασης της ΠΓ, είναι η επίτευξη μιας “καθαρής λύσης για το χρέος που θα το καθιστά βιώσιμο με βάση τις αναλύσεις όλων των θεσμών, συμπεριλαμβανομένης και της ΕΚΤ”.

Παρά τους υψηλούς τόνους της ανακοίνωσης, στην οποία η “μάχη” της ρύθμισης του χρέους παραμένει στα ζητούμενα δια επιθέσεων σε Βερολίνο και ΔΝΤ και εκκλήσεων στους ευρωπαίους να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, οι προσδοκίες όλων είναι εξαιρετικά χαμηλές.

Παρά ταύτα, επαναδιατυπώθηκε χθες η δέσμευση του Αλέξη Τσίπρα πως χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ δεν πρόκειται να εφαρμοστούν τα μέτρα που ψηφίστηκαν για το 2019-2020, ήτοι μείωση αφορολόγητου και συντάξεων, επομένως δίνεται ένα “αντίδωρο” ρητορικό τουλάχιστον στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ως διέξοδο στις απανωτές ματαιώσεις των τελευταίων μηνών.

Λύση στο Eurogroup

Μαξίμου και οικονομικό επιτελείο, προσανατολίζονται στην προσπάθεια να πάρουν “κάτι” στην προσεχή σύναξη των ΥΠΟΙΚ της ευρωζώνης ώστε να μη χρειαστεί να συρθεί το θέμα στη Σύνοδο Κορυφής, μια εβδομάδα μετά.

Πρώτον διότι η παράταση στη λύση κοστίζει ήδη βαριά στην ελληνική οικονομία και το κλίμα και η κυβέρνηση δεν θέλει να χάσει το “θετικό momentum” στο οποίο ομνύει ότι βρίσκονται οι δείκτες.

Δεύτερον, ίσως και κυριότερο για τους ρεαλιστές, διότι το να απασχολήσει για δεύτερη φορά σε διαστημα δύο χρόνων τη Σύνοδο Κορυφής, ελληνικό ζήτημα, είναι εξόχως πιθανό και να εξαγριώσει τους μη-συμμάχους εντός της Ε.Ε (υπερέχουν άλλωστε κατά κράτος αριθμητικά των φίλα προσκείμενων στην Κυβέρνηση) και να χρειαστεί να περάσει η Αθήνα ξανά κάτω από τον πήχη των προσδοκιών της.

Παρότι επισήμως επιμένουν ότι οριστική απόφαση να “καεί” το σενάριο της αναζήτησης διεξόδου στη Σύνοδο Κορυφής, δεν υπάρχει ακόμη, στην Κυβέρνηση ελπίζουν ότι δεν θα χρειαστεί να μπουν σε σχετικό δίλημμα.

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr, της Νίκης Ζορμπά, 7/6/2017]