Tag Archives: μνημόνια

ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΛΩΤΟΦΑΓΟΙ…

Με μία ομιλία – αχταρμά ως προς τους συμβολισμούς και τις αναφορές, ο πρωθυπουργός κήρυξε την έξοδο από τα Μνημόνια. Χωρίς βέβαια να εμφυσήσει οποιοδήποτε όραμα για την επόμενη ημέρα…

Τα έβαλε όλα μαζί στο καζάνι ο κ. Τσίπρας. Και συμπληγάδες -κατά Σεφέρη μάλιστα- και Οδύσσεια (τώρα τι σχέση είχαν αυτά τα δύο, μόνο οι λογογράφοι του Μαξίμου το γνωρίζουν…) με Σειρήνες, Λωτοφάγους και μνηστήρες. Όμως η “σούπα” βγήκε άνοστη. Εντελώς προβλέψιμη παρά την προσπάθεια να διανθιστεί με διάφορους επικολυρισμούς και με ένα γνώριμο χαρακτηριστικό της περιόδου της διακυβέρνησής του. Την αποποίηση οποιασδήποτε ευθύνης.

Κατά τον πρωθυπουργό ευθύνες έχουν όλοι όσοι κυβέρνησαν εκτός βέβαια από τον ίδιο. Λες και η κυβέρνησή του δεν είχε καμία συμμετοχή στην εφαρμογή των πιο σκληρών μνημονιακών μέτρων της οκταετίας. Λες και το 3ο μνημόνιο το υπέγραψαν κάποιοι άλλοι και όχι οι Συριζανέλ… Φαίνεται ότι όταν ανέφερε πως “δεν θα γίνουμε Λωτοφάγοι” προφανώς λοιδορούσε μία ολόκληρη κοινωνία που θεωρεί ότι είναι Λωτοφάγοι… Θα μπορούσε λοιπόν κάλλιστα να ξεκινήσει την ομιλία του με το “Αγαπητοί Λωτοφάγοι…”.

Από εκεί και πέρα στην ομιλία του ο πρωθυπουργός, ο οποίος δεν λησμόνησε να παίξει τον ρόλο του “καλού παιδιού” προς εταίρους που… ευχαρίστησε και αφού “κάρφωσε” τους παλιούς του συντρόφους, έδωσε και το στίγμα του για το πώς θα κινηθεί κατά τη μακρά προεκλογική περίοδο στην οποία εισέρχεται η χώρα. Και για την πόλωση που σχεδιάζεται στον άξονα της στρατηγικής καταπολέμησης διαπλοκής και διαφθοράς. Είναι σαν να έχουν ριφθεί οι πρώτες τροχιοδεικτικές βολές… Είναι βέβαιο ότι τους επόμενους μήνες θα δούμε σε πλήρη εξέλιξη τη στρατηγική αυτής της στοχοποίησης.

Όμως όλα αυτά ήταν εντελώς αναμενόμενα. Ο κ. Τσίπρας δεν έκανε την έκπληξη, δεν έκανε την υπέρβαση. Δεν άδραξε την ευκαιρία που του δόθηκε από τη συγκυρία να εμφανιστεί ως εθνικός ηγέτης. Δεν το έχει. Δεν μπόρεσε να αντιληφθεί ότι θα μπορούσε να δρέψει οφέλη. Παρέμεινε κομματικός, έως διχαστικός, με προειδοποιήσεις και προεκλογικού τύπου απειλές. Και βέβαια, ούτε λέξη για το στοίχημα και τις προκλήσεις της επόμενης μέρας. Κρίμα…

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου, 22/8/2018]

ΤΟ ΠΙΚΡΟ, (ΜΗ-) ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ

Ο πρωθυπουργός είναι έτοιμος, μετά και την απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών να στήσει τη φιέστα του περί του τέλους των μνημονίων. Άλλωστε, όπως οι ίδιοι οι κυβερνητικοί μας λένε αποδείχτηκε τόσο επαρκής, μνημονικός πρωθυπουργός ώστε είναι και ο μόνος που ολοκλήρωσε ένα  μνημόνιο κατά τη διάρκεια της θητείας του.

Επιπλέον, όπως έχει γραφεί  και σε προηγούμενο άρθρο είναι ο μόνος πρωθυπουργός που υπέγραψε μνημόνιο χωρίς δανειακή σύμβαση- και μάλιστα διάρκειας τεσσάρων δεκαετιών.

Το (μη-) τέλος των μνημονίων που θα εξαγγελθεί με τη γνωστή οργουελική χρήση της γλώσσας, η οποία κυριαρχεί εδώ και τουλάχιστον 10 χρόνια στην ελληνική πολιτική ζωή, θα αποδειχτεί πολύ πικρό για τον ελληνικό λαό.

Πρώτον, διότι τα μνημόνια δεν τελειώνουν. Όπως προείπαμε το νέο μνημόνιο διάρκειας τεσσάρων δεκαετιών σφίγγει το δημοσιονομικό ζουρλομανδύα ακόμα περισσότερο, χωρίς δανειακή σύμβαση και προσθέτοντας στους ήδη υπάρχοντες επόπτες της ελληνικής οικονομίας και τις αγορές, χωρίς να αφαιρεί κανέναν από τους «θεσμούς» -ή πάλαι ποτέ τρόικα. Τα ελάχιστα δις. Ευρώ διακανονισμού δημοσίου χρέους που «δίνει» το νέο μνημόνιο ως αντάλλαγμα για το διάστημα έως το 2060 δε, τα παίρνει πίσω, με τις περικοπές σε λίγα χρόνια. Πρόκειται για το καρότο που επιδιώκει να κάνει το μαστίγιο ανεκτό.

Η δε αξιοπιστία που υποτίθεται ότι προσφέρει στην ελληνική οικονομία, όχι μόνο πληρώνεται κυριολεκτικά με αίμα- βλ. μεταξύ άλλων το Μάτι- αλλά επιπλέον αποσυντίθεται κάθε μέρα που περνά λόγω του ασταθούς διεθνούς περιβάλλοντος, εντός του οποίου η καταφανώς αδύναμη ελληνική οικονομία, χωρίς καμία αναπτυξιακή δυναμική μοιάζει με καρυδότσουφλο.

Δεύτερον, διότι οι πληγές των μνημονίων όχι μόνο δεν κλείνουν αλλά δημιουργούνται νέες. Εργασία και μείωση της ανεργίας σημαίνουν πια απασχόληση φτώχειας και υπερκμετάλλευσης. Μεγέθυνση σημαίνει ανάπτυξη για τους λίγους και ισχυρούς, ντόπιους και ξένους και βαθιά ύφεση για τους εργαζομένους, τους ελευθεροεπαγγελματίες, τους ανέργους και τους συνταξιούχους. Ασφάλεια σημαίνει καταστολή στον τομέα των κοινωνικών διεκδικήσεων και εγκατάλειψη εκεί όπου ο πολίτης χρειάζεται το κοινωνικό κράτος, όποιας εκδοχής. Προοπτική για τη νεολαία είναι η μετανάστευση. Το μέλλον για την Ελλάδα δείχνει να είναι η δημογραφική –και ίσως όχι μόνο- συρρίκνωση. Η δημοκρατία δείχνει απόμακρη και ψεύτικη για τους πολλούς, με αποτέλεσμα το σαπρόφυτο του ναζισμού να έχει παγιωθεί. Επιχειρηματικότητα είναι κυρίως οι ολιγάρχες, μετά-σοβιετικού τύπου ή τύπου καρτέλ, που ανερυθρίαστα αγοράζουν ΜΜΕ, ομάδες, πόλεις και κόμματα. Εξωτερική πολιτική σημαίνει εξάρτηση νεοαποικιακού τύπου που εγκυμονεί εθνικές καταστροφές. Δεν αλλάζει τίποτε από όλα αυτά- για να αναφερθούμε σε μερικά μόνο. Αντιθέτως,  επιτείνονται με το υποτιθέμενο τέλος των μνημονίων ως κρίση, “μετά” την κρίση.

Τρίτον, διότι στη βάση των ανωτέρω η φύση του ελληνικού καπιταλισμού μετασχηματίζεται: η εκτεταμένη αυτοαπασχόληση και μικροϊδιοκτησία αλέθονται προς την κατεύθυνση της κοινωνικής περιθωριοποίησης. Ο ελληνικός καπιταλισμός γίνεται βιαιότερος, ανισότερος, χυδαιότερος και πιο εξαρτημένος από ξένες πατρωνίες, επικαθορίζοντας αντιστοίχως τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.

Τέταρτον, διότι τα μνημόνια- παλαιά και νέα- χτύπησαν την Γ’ ελληνική δημοκρατία όχι μόνο πολιτικά αλλά και πολιτειακά. Ήδη από καιρό έχουν μετατραπεί από διεθνείς συμβάσεις σε παρασυνταγματικού τύπου, καθεστωτικά κείμενα, που πέρα από την ολιγαρχική δόμηση και το νεοναζισμό, συρρικνώνουν θεσμικά, έως ακυρώνουν τη δημοκρατική διαδικασία. Τα επίχειρα θα τα δούμε σύντομα.

Πέμπτον, διότι τα μνημόνια έφεραν και διατηρούν την Ελλάδα σε θέση αδυναμίας στην ευρύτερη περιοχή γεωπολιτικού της ενδιαφέροντος.Δημογραφικό, εξάρτηση και αδυναμία βασικών τομέων του ελληνικού κράτους, μεταξύ των οποίων και της άμυνας συνιστούν ιστορικά, πρόδρομο καταστροφών.

Μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό αναφύεται ωστόσο μια ελπίδα, που προκύπτει από την ίδια τη διακήρυξη του «τέλους» των μνημονίων.  Τα μνημόνια ως μηχανισμός επιβολής υπήρξαν και στο συλλογικό φαντασιακό- πέραν των υλικών τους επιπτώσεων- εξαιρετικά αποτελεσματικά για το ελληνικό κατεστημένο. Αποτέλεσαν σχέδιο για το εγχώριο κατεστημένο και τους βραχίονές του και εργαλείο ηγεμόνευσης του κοινωνικού μπλοκ που «έδωσε» τα κατεξοχήν θύματα της κρίσης. Έπεισαν ευρύτατα στρώματα για το αναπόδραστο της συγκεκριμένης εξέλιξης.

Η διακήρυξη του τέλους των μνημονίων στο βαθμό που θα γίνει πιστευτή θα γεννήσει διεκδικήσεις αναδιανομής από το μπλοκ των θυμάτων τους και θα απαντηθεί από το κατεστημένο είτε με εγχώριο -διακηρυκτικά τουλάχιστον- πια σχέδιο περιστολής, είτε με νέο μνημόνιο- και επισήμως. Εκεί η υπομονή θα εξαντληθεί και το παράθυρο ευκαιρίας για ένα εναλλακτικό σχέδιο θα ανοίξει ξανά.

[Φωτό EUROKINISSI]

[ΠΗΓΗ: https://www.huffingtonpost.gr, του Θέμη Τζήμα, Δικηγόρου, Μεταδιδακτορικού ερευνητή, 20/8/2018]

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗ «ΛΗΞΗ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ»

Η σκληρή αλήθεια για την “έξοδο” από τα μνημόνια

Μετά από 8 χρόνια και 3 μήνες, 3 μνημόνια, 13 αξιολογήσεις, 34 Eurogroup για το ελληνικό ζήτημα, πολυάριθμους εφαρμοστικούς νόμους που έφεραν δημοσιονομικά μέτρα πάνω από 70 δισ. ευρώ αλλά και πλεονασματικούς πλέον Προϋπολογισμούς, ο κύκλος των “προγραμμάτων” ολοκληρώνεται. Στις 21 Αυγούστου ξεκινά η εποχή της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας, κατά την οποία η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρήσει υψηλότατα πρωτογενή πλεονάσματα, επιχειρώντας παράλληλα να διανύσει τον ανηφορικό δρόμο εξόδου από την κρίση και να αναπληρώσει μέρος των τεράστιων απωλειών που βίωσε η οικονομία και η κοινωνία.

Τα μέτρα των 70 και πλέον δισ. ευρώ που ελήφθησαν από το 2010 και μετά, εν μέρει μόνο απέδωσαν δημοσιονομικά. Στήριξαν κατά 30 δισ. ευρώ περίπου τα πρωτογενή πλεονάσματα, καταφέροντας καίριο πλήγμα στα εισοδήματα πολιτών και επιχειρήσεων και διαμορφώνοντας έναν ασφυκτικό κλοιό υπερφορολόγησης-χαμηλών μισθών και συντάξεων.

Ουσιαστικά, πάνω από 1 στα 2 ευρώ είτε χάθηκε στη “χοάνη” της ύφεσης, είτε δεν έφερε το αναμενόμενο αποτέλεσμα στην οικονομία και στα δημοσιονομικά μεγέθη, επισφραγίζοντας και την αποτυχία των προβλέψεων των δανειστών (ειδικά τα πρώτα χρόνια όταν η ύφεση χτύπαγε κόκκινο με την πτώση του ΑΕΠ να φτάνει έως το 9,1% το 2011), την αστοχία πολλών μέτρων, αλλά και καθρεφτίζοντας τις επιπτώσεις όσων έγιναν το 2015.

Η ανεργία τα χρόνια των μνημονίων εκτοξεύθηκε. Το πλήγμα όπως καταγράφεται στις επίσημες μετρήσεις θα ήταν μεγαλύτερο αν δεν έφευγαν 300.000 πολίτες για να βρουν καλύτερη τύχη στο εξωτερικό και αν δεν γέρναγε ο πληθυσμός (μόνο τον τελευταίο χρόνο το ήμισυ της μείωσης του δείκτη οφείλεται σε αυτούς τους παράγοντες).

Οι αμοιβές των εργαζομένων καταρρακώθηκαν, το ίδιο και οι επενδύσεις. Το κοινωνικό κράτος συμπιέστηκε όχι μόνο στις συνταξιοδοτικές δαπάνες και στα επιδόματα, αλλά και με τις δαπάνες υγείας να περιορίζονται στο ήμισυ των προ μνημονίων επιπέδων, όπως προειδοποιεί το τελευταίο διάστημα ακόμα και το ΔΝΤ.  

Όσο για τα οφέλη στην αγορά, σε όρους αύξησης παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας μέσα από τα περισσότερα από 1.000 προαπαιτούμενα των 3 μνημονίων είναι μεν υπαρκτά. Πολλές μεταρρυθμίσεις έγιναν ή τουλάχιστον θεσπίστηκαν. Ωστόσο, δεν ήταν αρκετά, όπως φαίνεται από το νέο πακέτο με “αιρεσιμότητες” που θα ακολουθεί την Ελλάδα στη μεταμνημονιακή εποχή, αλλά και από την παγκόσμια κατάταξη της χώρας στους δείκτες ανταγωνιστικότητας (παραμένει χαμηλή παρά την πρόοδο των τελευταίων ετών, ενώ δέχθηκε και νέες πιέσεις φέτος).

Το παρόν

Οι ίδιοι οι δανειστές, επίσημες ελληνικές πηγές αλλά και οι οίκοι αξιολόγησης, στις τελευταίες εκθέσεις που είδαν το φως δημοσιότητας –τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό– επαναλαμβάνουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί. Αλλά αναδεικνύουν και τις απειλές που υπάρχουν, ακόμη, για την ελληνική οικονομία.

Η ίδια η ανάλυση που περιλαμβάνεται στην Απόφαση της Κομισιόν για την Ενισχυμένη Εποπτεία (την οποία εξέδωσε πριν από λίγες εβδομάδες και τίθεται σε εφαρμογή επισήμως την 21η Αυγούστου), κάνει σαφές ότι υπάρχουν προβλήματα τα οποία δεν λύθηκαν τα χρόνια των μνημονίων, όπως είναι η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και η αδυναμία ενίσχυσης των εξαγωγών σε επαρκές επίπεδο. Υπάρχουν και προβλήματα που δημιούργησε η ίδια η κρίση (ή τα διόγκωσε) όπως: το χρέος, τα “κόκκινα” τραπεζικά δάνεια και η ανεργία.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει στην εφαρμοστική της απόφαση για την Ενισχυμένη Εποπτεία (που θα αποτελεί το βασικό εργαλείο μεταμνημονιακής παρακολούθησης), ότι η Ελλάδα “εξακολουθεί να αντιμετωπίζει κινδύνους όσον αφορά τη χρηματοπιστωτική της σταθερότητα, οι οποίοι, αν επιβεβαιωθούν, θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις σε άλλα κράτη της ζώνης του ευρώ”, εδράζοντας έτσι και την απόφασή της για την εφαρμογή αυτού του καθεστώτος για τα τέσσερα επόμενα χρόνια.

Μάλιστα η Επιτροπή, στο ίδιο κείμενο, κάνει σαφές ότι “εν μέσω επεισοδίων μεταβλητότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων παραμένουν σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με άλλα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ και οι συνθήκες δανεισμού της Ελλάδας παραμένουν εύθραυστες λόγω εξωτερικών οικονομικών κινδύνων”, κάτι που επαληθεύεται και από τα τελευταία γεγονότα. Έτσι εκτιμά ότι χρειάζονται “περαιτέρω προσπάθειες για να διασφαλιστεί η συνεχής και σταθερή πρόσβαση στις αγορές”…

Η Κομισιόν δίνει ειδική σημασία στις σημαντικές “ανισορροπίες αποθεμάτων” που αντιμετωπίζει η Ελλάδα αναφερόμενη στο χρέος, στο έλλειμμα του Εμπορικού ισοζυγίου στην ανεργία, στο μεγάλο “άνοιγμα” στη Διεθνή Επενδυτική Θέση της χώρας (που φτάνει περίπου στο -140% του ΑΕΠ), αλλά και σε δύο εσωτερικά ιδιωτικά ελλείμματα: στα “κόκκινα” δάνεια και στα πάνω από 130 δισ. ευρώ που χρωστούν ιδιώτες στο κράτος μέσω οφειλών σε εφορίες και σε ασφαλιστικά ταμεία.

Σε ανάλογο μήκος κύματος, κινείται και η έκθεση του οίκου Fitch που συνόδευε την εντυπωσιακή αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά δύο βαθμίδες. Έκανε λόγο για 3 μεγάλες απειλές λόγω των “κόκκινων” δανείων, του κινδύνου έκρηξης εισαγωγών, αλλά και πιθανών αναταράξεων στο πολιτικό σκηνικό.

Για έκρηξη εισαγωγών, αν δεν στηριχθεί η οικονομία στο μέλλον, αναφέρθηκε προ ημερών και το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, ζητώντας άμεση στήριξη της εγχώριας επιχειρηματικότητας. Παρουσίασε στοιχεία τα οποία αποδεικνύουν ότι παρά τις πολυάριθμες παρεμβάσεις του Μνημονίου η παραγωγικότητα βελτιώθηκε μεν, αλλά στηρίχθηκε κυρίως στις τεράστιες μειώσεις αμοιβών και όχι σε τομές στην οικονομία.

Αλλά και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην έκθεσή του εξηγεί ότι η ανάπτυξη μπορεί να αποδειχθεί χαμηλότερη από τις προσδοκίες, λόγω των δυσμενέστερων (από τις αναμενόμενες) επιπτώσεων από τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στην ανάπτυξη ή χαμηλότερων επιδόσεων στην ανάκαμψη των επενδύσεων. Κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να υπονομεύσει τις δημοσιονομικές επιδόσεις και να διαιωνίσει τα προβλήματα χρέους, εκτίμησε. Το Ταμείο έκανε λόγο ακόμη και για σενάριο ύφεσης 0,7% μακροπρόθεσμα, αν δεν γίνουν μεγάλες μεταρρυθμίσεις, βάζοντας στο “χαρτί” επιτακτικά και το θέμα της γήρανσης του πληθυσμού το οποίο αποδέχεται πλέον και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Κομισιόν εκτιμά στην Έκθεση Βιωσιμότητας Χρέους ότι η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα κινηθεί το πολύ στο 1% του ΑΕΠ, καθιστώντας άπιαστο όνειρο την πραγματική σύγκλιση…

Τεράστιες οι απώλειες στο ΑΕΠ – Άπιαστο όνειρο πλέον η πραγματική σύγκλιση

Μετά από τρία μνημόνια, η ελληνική οικονομία φέτος και τα επόμενα χρόνια θεωρείται βέβαιο ότι θα πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία θα ξεπεράσουν το 3,5% του ΑΕΠ, που είναι και ο στόχος τον οποίο συμφώνησε η κυβέρνηση με τους “θεσμούς” (σ.σ. αυτό τουλάχιστον εκτιμά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή η οποία θα παρακολουθεί την ελληνική οικονομία μαζί με τους υπόλοιπους δανειστές, αν δεν προστεθούν όμως στον “λογαριασμό” τα αντίμετρα τα οποία επιχειρεί να εξαγγείλει η κυβέρνηση).

Συνολικά φτάνει στα 30,8 δισ. ευρώ το ύψος της δημοσιονομικής προσαρμογής τα χρόνια των μνημονίων: από πρωτογενές έλλειμμα 24 δισ. ευρώ το 2019 η κυβέρνηση πλέον υπολογίζεται ότι θα έχει πλεόνασμα 6,8 δισ. ευρώ φέτος. Το πιο βαρύ φορτίο, ειδικά στο τρίτο Μνημόνιο που ήταν και το πιο “φορομπηχτικό”, επωμίσθηκαν τα έσοδα, τα οποία εκτοξεύθηκαν μαζί με την αύξηση των φόρων και των ασφαλιστικών “χαρατσιών” επιβαρύνοντας υπέρμετρα πολίτες και επιχειρήσεις.

Τα έσοδα ως αναλογία του ΑΕΠ αυξήθηκαν κατά 10,1%. Ωστόσο τα έσοδα σε δισ.  ευρώ δεν αυξήθηκαν, αλλά μειώθηκαν οριακά σε σχέση με τα προ μνημονίων επίπεδα (από τα 92,5 δισ. ευρώ το 2009 στα 89,6 δισ. ευρώ το 2018). Αιτία είναι η βασικότερη επίπτωση των μνημονίων, η ύφεση και η καταρράκωση του ΑΕΠ. Καθώς όμως το ΑΕΠ είναι η βάση για τη μέτρηση των πιο βασικών οικονομικών μεγεθών, η πρωτόγνωρη αυτή πτώση έχει προκαλέσει σοβαρότατες παρενέργειες όχι μόνο στη ζωή των ανθρώπων και των επιχειρήσεων αλλά ακόμα και στη στατιστική “εικόνα” της χώρας, για παράδειγμα στο Ασφαλιστικό (εκτοξεύει τη δαπάνη), αλλά και στο χρέος το οποίο ως αναλογία του ΑΕΠ εκτοξεύθηκε: από τα 126,7% το 2009 στο 177,8% φέτος παρά τις παρεμβάσεις που προηγήθηκαν.

Το ΑΕΠ μετρά απώλειες 54,7 δισ. ευρώ τα χρόνια των μνημονίων, ενώ η επίπτωση είναι μεγαλύτερη αν δεν ληφθεί υπόψη η ισχνή του άνοδος πέρυσι και αύξησή του κατά 1,9% στην οποία υπολογίσουν οι δανειστές φέτος.

Όσον αφορά το όραμα της πραγματικής σύγκλισης με την Ευρώπη (σ.σ. το οποίο ήταν ήδη δύσκολο την προ κρίσης περίοδο, όταν το ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ έφτανε στο 74,5% του κοινοτικού μέσου όρου), τώρα θεωρείται σχεδόν αδύνατο. Πλέον το ελληνικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ φτάνει μόλις στο 48,3% του κοινοτικού μέσου όρου και μάλιστα δεν αυξήθηκε ούτε κατά τα 2 τελευταία χρόνια της αναιμικής ανάπτυξης. Και τούτο διότι η σύγκριση γίνεται με το τι συμβαίνει “έξω” και όλα τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ε.Ε. αναπτύσσονται ταχύτερα…

Τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) έχουν καταρρακωθεί (μείωση κατά 24,5 δισ. ευρώ). Και η άνοδός τους τα επόμενα χρόνια μπορεί να στηριχθεί σχεδόν μόνο στην έλευση ξένων κεφαλαίων, αφού λόγω λιτότητας το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων προβλέπεται να παραμείνει σχεδόν στα ίδια (χαμηλά) επίπεδα.

Στον κοινωνικό τομέα οι αμοιβές των εργαζομένων μειώθηκαν κατά 21 δισ. ευρώ τα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων. Τα επίσημα ποσοστά ανεργίας (όπως τα ορίζει η Eurostat και είναι χαμηλότερα αυτών της ΕΛΣΤΑΤ) αυξήθηκαν κατά 10,5 μονάδες από τα προ μνημονίων επίπεδα (που ήταν ήδη υψηλά), με τις προοπτικές σημαντικής απομείωσής τους να είναι περιορισμένες καθώς –όπως εκτιμούν οι δανειστές– έχει χαθεί ένα μεγάλο μέρος των παραγωγικών δυνατοτήτων της οικονομίας…

3ο μνημόνιο – Η “καταιγίδα” 36 φόρων

Μέσα από τις 2 πρώτες διαπραγματεύσεις του 3ου Μνημονίου ήρθαν 32 φορομπηχτικά μέτρα, ενώ αν προστεθούν και τα 4 που θεσπίστηκαν το 2017 με τη 2η αξιολόγηση ο “λογαριασμός” φτάνει σε 36 εισπρακτικές παρεμβάσεις. Και τούτο χωρίς να ληφθούν υπόψη τα ασφαλιστικά “χαράτσια” αλλά και όσα έχουν συμφωνηθεί για τη μεταμνημονιακή εποχή.

Σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, τη 2ετία 2015-2016 θεσπίστηκαν αυξήσεις στον ΦΠΑ (που ακόμη εφαρμόζονται με επόμενο βήμα, τον Δεκέμβριο, την αύξηση των συντελεστών στα νησιά του Αιγαίου), της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, των συντελεστών στον φόρο πολυτελούς διαβίωσης, στον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων, στον φόρο ασφαλίστρων, αλλά και την κατάργηση απαλλαγών πληρωμής ΕΝΦΙΑ. Καταργήθηκε η απαλλαγή του 50% επί οινοπνευματωδών ποτών στα Δωδεκάνησα, επιβλήθηκε φόρος διαμονής και φόρος επί του καφέ.

Θεσπίστηκε, επίσης, αύξηση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος στα νομικά πρόσωπα, στους ελεύθερους επαγγελματίες και στους αγρότες, η κατάργηση έκπτωσης εφάπαξ πληρωμής φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, πρόστιμο αποχής από περιοδικό τεχνικό έλεγχο οχημάτων ΚΤΕΟ, φόρος επί των τηλεοπτικών διαφημίσεων, κατανάλωσης στο κρασί, στα εταιρικά αυτοκίνητα, αλλά και, τέλος, στη συνδρομητική τηλεόραση και συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας.

Νέα βάρη επιβλήθηκαν στα ανασφάλιστα οχήματα, θεσπίστηκε η κατάργηση φόρων υπέρ τρίτων, έγινε αναμόρφωση τελών κυκλοφορίας, του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, της φορολογίας οχημάτων, του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) ενεργειακών προϊόντων και των επενδυτικών οχημάτων. Επιβλήθηκε αύξηση συμμετοχής Δημοσίου στα μικτά κέρδη από τυχερά παίγνια, Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στον ζύθο και φόρου κατανάλωσης επί των τσιγάρων και του καπνού (συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών τσιγάρων).

Το 2017 επιβλήθηκε η φορολόγηση της βραχυπρόθεσμης μίσθωσης ακινήτων, η κατάργηση έκπτωσης φόρου για ιατρικές δαπάνες και της έκπτωσης 1,5% στην παρακράτηση φόρου, αλλά και καταργήθηκε το 25% του αφορολογήτου σε βουλευτές και δικαστικούς.

Η “φοροκαταιγίδα”, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, έχει και άλλες παρενέργειες πέρα από την εισοδηματική εξόντωση: την αστάθεια της φορολογικής πολιτικής. Στην ανασκόπηση των 2 πρώτων μνημονίων αναφέρει ότι η διαφάνεια, η απλότητα και η σταθερότητα του φορολογικού συστήματος θεωρούνται συνήθως σημαντικά στοιχεία για την ενθάρρυνση των επενδύσεων. Ωστόσο, στην Ελλάδα “η αστάθεια της φορολογικής πολιτικής επηρέασε όλους τους κύριους τύπους φόρων”. Φέρει ως παράδειγμα τις συνεχείς από το 2010 ανατροπές στην εφαρμογή των συντελεστών ΦΠΑ, αλλά και τις “πολλαπλές μεταρρυθμίσεις όσον αφορά τον καθορισμό του φορολογητέου εισοδήματος, την τήρηση βιβλίων, τους φορολογικούς ελέγχους ή τα πρόστιμα. Εξηγεί ότι ο κώδικας φορολογίας εισοδήματος (νόμος 2238/1994) τροποποιήθηκε 425 φορές με 34 νόμους κατά τη διάρκεια των 2 πρώτων προγραμμάτων (2010-2014). Περιγράφει και τον παραλογισμό με τον συντελεστή του φόρου εισοδήματος εταιρειών: μειώθηκε από 25% σε 24% το 2010, εν συνεχεία σε 20% το 2011 για να αυξηθεί σε 26% το 2013 και σε 29% το 2015.

[Φωτό: www. cnn.gr]

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr,  της Δήμητρας Καδδά, από το ΚΕΦΑΛΑΙΟ, 19/8/2018]

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ; ΤΑ “ΚΛΕΙΔΙΑ” ΚΑΙ ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

Το εάν η Ελλάδα μπορεί να αποφύγει ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης μετά τον Αύγουστο του 2018 παραμένει ακόμη αβέβαιο, προειδοποιεί η Citigroup, συγκρίνοντας την ελληνική “κατάσταση” με την Πορτογαλία στους 10 μήνες πριν βγει και αυτή από το πρόγραμμα.

H τρίτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος φαίνεται να είναι ευκολότερη σε σχέση με τις προηγούμενες, σημειώνει η Citi σε νέο της flash note για την Ελλάδα. Όπως επισημαίνει, ο πρώτος γύρος των συνομιλιών Αθήνας – πιστωτών ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα χωρίς σοβαρές διαφωνίες. Και αυτό δεν αποτελεί έκπληξη αφού τα πιο δύσκολα μέτρα έχουν ήδη περάσει μέσω των δύο πρώτων αξιολογήσεων –οι μειώσεις σε συντάξεις και αφορολόγητο το 2019-2020 ύψους 2% του ΑΕΠ έχουν ήδη περάσει από τη Βουλή. Κανένα από τα εκκρεμή ζητήματα δεν φαίνεται να είναι αρκετά αμφισβητούμενο για να δημιουργήσει ένα αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις, όπως επισημαίνει, τονίζοντας πως η τρίτη αξιολόγηση πρέπει να είναι πολύ μικρότερη από τις προηγούμενες δύο (περίπου 10 μήνες η κάθε μία).

Χωρίς μνημόνιο από τα μέσα του 2018;

Το εάν η Ελλάδα μπορεί να αποφύγει ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης μετά τον Αύγουστο του 2018 παραμένει ακόμη αβέβαιο, όπως προειδοποιεί η Citigroup. Οι προοπτικές για την οικονομία και τα δημόσια οικονομικά παραμένουν πιο αδύναμες σε σχέση με άλλες χώρες στους 10 μήνες πριν βγουν από το πρόγραμμα διάσωσης, ενώ και η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας είναι πολύ χαμηλότερη. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι μια ειδική περίπτωση που οδηγείται περισσότερο από την πολιτική παρά από την οικονομία. Η πολιτική βούληση να απογαλακτιστεί η Ελλάδα από τον επίσημο δανεισμό φαίνεται να αυξάνεται, τόσο στην Αθήνα όσο και στην Ευρώπη, αυξάνοντας την πιθανότητα μιας καθαρής εξόδου, αν και υπάρχουν κίνδυνοι για νέες πιέσεις και αναταραχές από τις νέες γερμανικές, ολλανδικές και αυστριακές κυβερνήσεις.

Εύθραυστη η ανάκαμψη

Οι μακροοικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα είναι πιο εύθραυστες από ό,τι σε άλλες χώρες στους 10 μήνες πριν την έξoδο από τα μνημόνια, όπως επισημαίνει η Citi. Σε σχέση με την Πορτογαλία το 2013 (ένα έτος πριν από την έξοδο), η ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών της Ελλάδας δεν έχει δείξει σημαντικά σημάδια βελτίωσης, παρά τη μεγαλύτερη εσωτερική υποτίμηση και τις πιο έντονες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Οι ελληνικές εξαγωγές δεν έχουν κερδίσει μερίδιο αγοράς, υποαποδίδοντας σημαντικά σε σχέση με την Πορτογαλία και την Ισπανία. Οι τουριστικές εισπράξεις έχουν διπλασιαστεί στην Πορτογαλία από το 2009, αλλά στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί κατά 30%. Η έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας Ease of Doing Business δείχνει ότι το επιχειρηματικό περιβάλλον στην Ελλάδα, αν και καλύτερο, παραμένει λιγότερο ευνοϊκό από ό,τι σε άλλες ανταγωνιστικές οικονομίες

Η βιωσιμότητα του χρέους δεν έχει επιλυθεί ακόμη

Ο δείκτης δημόσιου χρέους είναι σημαντικά υψηλότερος στην Ελλάδα (180,8% το 2016 έναντι 129% το 2013 στην Πορτογαλία) και η βιωσιμότητά του είναι πολύ πιο αμφισβητήσιμη (αν και δεν ήταν σαφής ούτε στην Πορτογαλία το 2014). Η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους που ενσωματώνεται στο πρόγραμμα διάσωσης βασίζεται στην υπόθεση ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί στο 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο τουλάχιστον μέχρι το 2022. Το ονομαστικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά περίπου 4% από το 2018 και να διατηρηθεί σε αυτόν τον ρυθμό μέχρι το 2022 τουλάχιστον.

Σύμφωνα με την Citi, και οι δύο αυτές υποθέσεις εξακολουθούν να φαίνονται υπερβολικά αισιόδοξες. Αν και οι δημοσιονομικές επιδόσεις υπερβαίνουν τους στόχους τόσο το 2016 όσο και το 2017 και το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να φτάσει πάνω από το 2% του ΑΕΠ φέτος, ο στόχος του 3,5% το 2018 και η διατήρησή του για αρκετά χρόνια είναι δύσκολο οικονομικά και πολιτικά και δεν συνάδει με ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 4%.

Όλα αυτά αντανακλώνται σε μια πολύ χαμηλότερη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Το rating της Πορτογαλίας ήταν 2 έως 3 βαθμίδες κάτω από τον επενδυτικό βαθμό στις αρχές του 2014, ενώ η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι 6 βαθμίδες κάτω (με βάση την υψηλότερη αξιολόγηση που δίνει ο οίκος S&P). Ωστόσο, η Ελλάδα επέστρεψε στις αγορές τον Ιούλιο για πρώτη φορά από το 2014, με 5ετή ομόλογα (+ 450 μβ. το spread), κοντά στα πορτογαλικά spreads στα μέσα του 2013 όταν η χώρα επίσης επέστρεψε για πρώτη φορά στις αγορές.​

Η Ελλάδα είναι μια ειδική περίπτωση, τονίζει η Citi. Ενώ το δημόσιο χρέος είναι υψηλότερο, το ποσοστό που κατέχουν οι ιδιώτες επενδυτές είναι πολύ χαμηλό – λίγο πάνω από το 15% του ανεξόφλητου χρέους ή στο 30% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα εφάρμοσε τη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους στην ιστορία το 2012 και οι πιθανότητες μιας νέας αναδιάρθρωσης του χρέους που θα αφορά τα ομόλογα που κατέχουν οι ιδιώτες στο προσεχές μέλλον είναι πολύ περιορισμένες, σημειώνει η αμερικάνικη τράπεζα. Επιπλέον, η μέση διάρκεια του ελληνικού χρέους είναι πολύ μεγάλη, πάνω από 18 έτη, υποδηλώνοντας ότι οι ανάγκες χρηματοδότησης κατά τα επόμενα τρία χρόνια είναι πολύ μικρότερες από ό, τι στην Πορτογαλία όταν βγήκε από το bailout το 2014.

Κλειδί η ελάφρυνση του χρέους για την επιτυχή έξοδο από το bailout

Οι πιθανότητες εξόδου της Ελλάδας από τα χρόνια διασώσεων εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό και πρώτα από όλα, από την προθυμία των ευρωπαίων πιστωτών να συμφωνήσουν σε περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους.

Μέχρι το καλοκαίρι του 2018, η Citi αναμένει να επιτευχθεί συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους, η οποία θα περιορίζεται στις παρατάσεις στις λήξεις, και θα είναι συγκεκριμένες για τα δάνεια ύψους 131 δισ. από τον EFSF. Το re-profiling του χρέους θα μπορούσε επίσης να εξαρτηθεί από την αύξηση του ΑΕΠ – δηλαδή μακρύτερες επεκτάσεις σε περίπτωση χαμηλότερης από την αναμενόμενη ανάπτυξη του ΑΕΠ, γεγονός που θα συνέβαλε στη διασφάλιση της βιωσιμότητας.

Η μεταφορά των κερδών που πραγματοποίησε το Ευρωσύστημα από τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούσε επίσης να διατεθεί για την ομαλή μετάβαση στη χρηματοδότηση από τις αγορές. Σε κάθε περίπτωση, μια συμφωνία ελάφρυνσης του χρέους είναι πολύ πιο σημαντική για τη σηματοδότηση μιας ισχυρής πολιτικής δέσμευσης για τη διατήρηση της Ελλάδας στο ευρώ, παρά  η μείωση των ήδη χαμηλών χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας κατά την επόμενη δεκαετία., όπως τονίζει η Citi.

Oι κίνδυνοι

Κίνδυνοι ενδέχεται πάντως να προκύψουν για την Ελλάδα από πιθανές ανατροπές από τις νέες κυβερνήσεις που θα αναλάβουν σε βασικές πιστώτριες χώρες – τη Γερμανία, την Ολλανδία και την Αυστρία.  Στη Γερμανία, η παρουσία του FDP (του οποίου ο ηγέτης υποστήριξε το Grexit στο παρελθόν) σε πιθανό κυβερνητικό συνασπισμό τύπου Τζαμάικα, μπορεί να σκληρύνει τη γερμανική θέση ενάντια στην περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους. Ωστόσο, όσο η Ελλάδα εξακολουθεί να συμμορφώνεται με το πρόγραμμα και μάλιστα να υπεραποδίδει στους δημοσιονομικούς της στόχους, τα… γεράκια θα παλέψουν για να δικαιολογήσουν τον τερματισμό της στήριξης της Ελλάδας.

Στα θετικά, τώρα που γνωρίζουμε ότι το QE της ΕΚΤ θα κρατήσει ίσως και μέχρι τα τέλη του 2018, οι πιθανότητες να συμπεριληφθούν τα ελληνικά ομόλογα (μόλις συμφωνηθεί η ελάφρυνση του χρέους) έχουν ξεκάθαρα αυξηθεί, καταλήγει η Citi.

Διαβάστε όλο το άρθρο εδώ

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr, της Ελευθερίας Κούρταλη, 1/11/2017]