Tag Archives: Μαντεμοχώρια Χαλκιδικής

Ο ΖΟΡΜΠΑΣ ΣΤΑ ΜΑΔΕΜΟΧΩΡΙΑ ΚΑΙ Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

Γηγενής Μακεδόνας, ο Ζορμπάς, όταν ο τόπος τελούσε ακόμα υπό οθωμανικό ζυγό, γεννήθηκε, κατά μια πηγή, στο ορεινό Καταφύγι, ένα χωριό χτισμένο σε υψόμετρο 1.450 μ. των Πιερίων ορέων, το οποίο ανήκει σήμερα στον Δήμο Βελβεντού Κοζάνης. Για άλλους, τόπος καταγωγής του ήταν ο Κολινδρός, κοντά στην Κατερίνη, από όπου μετακόμισε στο Καταφύγι ο τσέλιγκας πατέρας του Φώτης, μαζί με τη σύζυγό του Ευγενία και τα αδέλφια του Γιώργου, τον Γιάννη, τον Ξενοφώντα και την Κατερίνα. Ο Γιώργης από τα μικρά του χρόνια έβοσκε τα γιδοπρόβατα του πατέρα του, ενώ από τα 15 του επωμίστηκε όλη την ευθύνη του κοπαδιού. Όταν έπεσε αρρώστια που αποδεκάτισε τα ζώα, αναγκάστηκε να μετακινηθεί για λόγους επιβίωσης.

Ξεκίνησε πεζή για τα Μαντεμοχώρια της Χαλκιδικής για να βρει δουλειά σε κάποιο μεταλλείο. Έφτασε στο Λίσμπορο (τη σημερινή Στρατονίκη) και προσλήφθηκε αμέσως ως ανειδίκευτος εργάτης από μια γαλλική εταιρεία που εκμεταλλευόταν το πλούσιο σε σιδηροπυρίτη, άργυρο, ψευδάργυρο και μόλυβδο μεταλλείο του Μαντέμ Λάκκου. Εκεί γνωρίστηκε με τον αρχι εργάτη του μεταλλείου, Γιάννη Καλκούνη, και αφού πρώτα γκάστρωσε την όμορφη κόρη του Ελένη, μετά την έκλεψε και κατόπιν την παντρεύτηκε. Δούλεψε στα καμίνια στα γειτονικά Σιδηροκαύσια (κοινώς Σιδερόκαψα), στηΛιαρέγκοβα (Αρναία), στο Νοβόσελο (Νεοχώρι), στον Μαχαλά (Στάγειρα), αλλά ως μετρημένος άνθρωπος που δεν είχε λυμένο το ζωνάρι για καβγά απέφευγε την οργή του πεθερού του και δεν ξαναπροσέγγισε τη Στρατονίκη.

Εν τω μεταξύ, έκανε οικογένεια και απέκτησε με τη γυναίκα του δώδεκα παιδιά, από τα οποία έζησαν τελικά τα οκτώ. Ανάμεσα σε αυτά που χάθηκαν ήταν και ο τέταρτος στη σειρά γιος του Αλέξης. Αργότερα, όταν πέθανε ο πεθερός του σε ένα ατύχημα στο μεταλλείο και εξέλιπε οριστικά το γινάτι του, ο Ζορμπάς επέστρεψε στις στοές του Μαντέμ Λάκκου και τον αντικατέστησε στο πόστο του αρχιεργάτη. Μέσα στις κοσμογονικές αλλαγές στη Μακεδονία που έφερε ο απελευθερωτικός πόλεμος του 1912-1913 πέθανε η αγαπημένη του Ελένη. Έκλεισε τότε και το μεταλλείο εξαιτίας των Βαλκανικών Πολέμων, απέμεινε χωρίς δουλειά και μ’ ένα τσούρμο ανήλικα ορφανά. Η απελπισία του χαροκαμένου πατέρα όμως δεν ταίριαζε στην περηφάνια του που μετριόταν με το μπόι του Ζορμπά. Για να θρέψει τη φαμίλια του γύρισε στο Ελευθεροχώρι Πιερίας, έξω από τον Κολινδρό, κοντά στον αδελφό του Γιάννη, όπου έκανε όποια δουλειά του ποδαριού έβρισκε (σιδεράς, ξυλο κόπος). Αφού τριγύρισε ως μαυραγορίτης και μεταλλοθήρας στη Νότια Ρωσία, επέστρεψε ως εργάτης στο μεταλλείο της Πραβίτας στην περιοχή Ταξιάρχη στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής. Στο κοντινό Άγιον Όρος γνώρισε τότε και τον Καζαντζάκη, ο οποίος έμενε μαζί με τον Σικελιανό στα κελιά διάφορων μοναστηριών διαβάζοντας Δάντη, Βούδα και τα Ιερά Ευαγγέλια.

ΠΗΓΗ: ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, του Δημήτρη Παγαδάκη, 4/2/2018]