Tag Archives: εξορυκτική βιομηχανία

ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Στις σκληρές διατάξεις περί μισθωμάτων, υπέρογκων τελών, περιβαλλοντικών αδειοδστήσεων, πράσινου τέλους επικεντρώνονται μεταξύ άλλων οι ενστάσεις στελεχών της αγοράς της εξορυκτικής βιομηχανίας απέναντι στο νέο λατομικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή, στο πλαίσιο του πολυνομοσχεδίου για τα προαπαιτούμενα για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης.

Το υπουργείο επισημαίνει πως το σχέδιο νόμου αποσκοπεί στον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου έρευνας και εκμετάλλευσης των λατομείων και της εξορυκτικής δραστηριότητας γενικότερα με στόχο την απρόσκοπτη τροφοδοσία των βιομηχανιών σε ορυκτές πρώτες ύλες και τη δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος. Επίσης τονίζει πως εισάγεται ένα πλήρες παραμετροποιημένο σύστημα καθορισμού προστίμων για παραβάσεις του Κανονισμού Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών.

Αναλυτικά, αναφορικά με τα βασικά σημεία του νομοσχεδίου, παρά το γεγονός ότι η αγορά συμφωνεί με την άποψη του υπουργείου Ενέργειας και Περιβάλλοντος ότι το νέο νομοσχέδιο συγκεντρώνει σε ενιαίο κείμενο για πρώτη φορά και επικαιροποιεί την πολύπλοκη και αποσπασματική λατομική νομοθεσία των τελευταίων 30-40 χρόνων που ήταν ένα πάγιο αίτημα, διαχρονικά, όλων των κοινωνικών εταίρων που σχετίζονται με τον εξορυκτικό κλάδο, εντούτοις το περιεχόμενο του κειμένου ακυρώνει την αποτελεσματικότητά του, μιας και δεν διακρίνονται με σαφήνεια οι επιμέρους διατάξεις που αφορούν τους υποκλάδους που καλύπτει (αδρανή υλικά, μάρμαρα βιομηχανικά ορυκτά).

Για τη διενέργεια ερευνητικών εργασιών για τη διαπίστωση κοιτασμάτων μαρμάρων, φυσικών λίθων ή βιομηχανικών ορυκτών μπαίνει παράβολο ύψους 3.000 ευρώ, το οποίο μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Αν μετά την ολοκλήρωση των ερευνητικών εργασιών ακολουθήσει μίσθωση του χώρου, το ποσό αυτό συμψηφίζεται με τα μισθώματα του πρώτου έτους. Στην κατηγορία των προστίμων το υπουργείο διευκρινίζει ότι εισάγεται ένα πλήρες παραμετροποιημένο σύστημα καθορισμού προστίμων για παραβάσεις του Κανονισμού Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών. Με βάση το νέο σύστημα, λαμβάνονται υπ’ όψιν η σοβαρότητα και η επαναληπτικότητα της παράβασης, καθώς και ο συνολικός αριθμός εργαζομένων στο έργο. Με τον νέο νόμο τα πρόστιμα κλιμακώνονται από 5.000 ευρώ έως 90.000 ευρώ, ανάλογα με τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν από τον παραβάτη (χειρωνακτικά, με χρήση μηχανικών μέσων ή χρήση εκρηκτικών) και τριπλασιάζονται εφόσον η παράβαση τελεστεί για περισσότερος από μία φορές.

 

[ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, 10/01/2018]

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Η ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΩΣ ΜΟΧΛΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Τη δυνατότητα του κλάδου της εξορυκτικής βιομηχανίας να προσελκύσει άμεσες και έμμεσες επενδύσεις, το πρόβλημα του ενεργειακού κόστους για τις ελληνικές επιχειρήσεις, αλλά και τους δεκαεπτά στόχους για τη βιώσιμη ανάπτυξη έθιξε ο ΣΕΒ μέσω πρόσφατων παρεμβάσεων του.

Ο εξορυκτικός κλάδος μπορεί να αποτελέσει ατμομηχανή της ανάκαμψης της Ελλάδας που παράγει , προσελκύοντας επενδύσεις που θα δημιουργήσουν άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας υψηλής τεχνογνωσίας και διαρκούς περαιτέρω κατάρτισης. Ο εξορυκτικός κλάδος προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες για την ανάκαμψη της Ελλάδας που παράγει και της οικονομίας συνολικά, οι οποίες δεν έχουν αξιολογηθεί μέχρι σήμερα επαρκώς, τονίζει ο ΣΕΒ σε έκθεσή του για τον κλάδο.

Ο πλούτος της ελληνικής γης

Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, πρόκειται για έναν κλάδο που μπορεί να αξιοποιήσει άμεσα τον πλούτο που βρίσκεται στην ελληνική γη και να συνεισφέρει στην ανάπτυξη ειδικά της περιφέρειας. Έτσι, θα συμβάλει σημαντικά στην αποκέντρωση της ανάπτυξης, δημιουργώντας καλές και σταθερές θέσεις εργασίας οι οποίες θα συμβάλουν στη συγκράτηση, ιδιαίτερα των νέων, στις τοπικές κοινωνίες. Σήμερα, η εξέλιξη των διαθέσιμων τεχνολογιών και η κυκλική οικονομία προσφέρουν στις τοπικές κοινωνίες σημαντικές ευκαιρίες μέσα από δράσεις ασφαλούς εκμετάλλευσης ορυκτών κοιτασμάτων και βιώσιμης περιβαλλοντικής αποκατάστασης καθώς και ανάπτυξης άλλων συναφών συνδεδεμένων οικονομικών δραστηριοτήτων. Προϋπόθεση όμως είναι η εκπόνηση και υλοποίηση μιας στρατηγικής διαχείρισης του ορυκτού πλούτου μέσω ενός λειτουργικού θεσμικού πλαισίου και μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης για τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Αδήριτη ανάγκη για μια εθνική πολιτική

Μια Εθνική Πολιτική για την Αξιοποίηση των Ορυκτών Πρώτων Υλών, σύμφωνα με τον ΣΕΒ, πρέπει:

α) να θέσει το πλαίσιο και τις προτεραιότητες στην εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου,

β) να εντάξει την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου στον συνολικό χωροταξικό σχεδιασμό και τον σχεδιασμό των υποδομών,

γ) να εξασφαλίσει τον εντοπισμό περαιτέρω αξιόλογων κοιτασμάτων και την αξιοποίηση τους,

δ) να αξιοποιεί κάθε τεχνολογική εξέλιξη,

ε) να διαμορφώσει ένα σύγχρονο πλαίσιο αδειοδότησης,

στ) να προχωρήσει στη βελτίωση και ψήφιση του σχεδίου Λατομικού Νόμου και τον εκσυγχρονισμό του Μεταλλευτικού Κώδικα και

ζ) να εξασφαλίσει επάρκεια πόρων και οργανωτικών υποδομών στις αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες μέσω και της αξιοποίησης κατάλληλα εκπαιδευμένων εξωτερικών αξιολογητών, καθώς η διασφάλιση της νομιμότητας είναι κρίσιμη προϋπόθεση βιώσιμης ανάπτυξης.

Υπό αυτές τις προϋποθέσεις ο κλάδος μπορεί να αποτελέσει ατμομηχανή της ανάκαμψης της Ελλάδας που παράγει , προσελκύοντας επενδύσεις που θα δημιουργήσουν άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας υψηλής τεχνογνωσίας και διαρκούς περαιτέρω κατάρτισης.

Πρόβλημα το ενεργειακό κόστος για τις επιχειρήσεις

Το ενεργειακό κόστος είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με άλλη έρευνα του ΣΕΒ.

Πιο αναλυτικά, με βάση τη σειρά αξιολόγησης τους, οι επιχειρήσεις καταγράφουν ως τα μεγαλύτερα προβλήματα τα εξής:

  • Ασταθές φορολογικό πλαίσιο (84,8%)
  • Αδυναμία πρόσβασης σε ρευστότητα με ανεκτούς όρους (54,6%)
  • Καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης (49,2%)
  • Αδυναμίες που προκύπτουν από το θεσμικό πλαίσιο και την ποιότητα των νόμων (49,0%)
  • Απουσία κινήτρων για επενδύσεις (48,9%)
  • Υψηλό κόστος ενέργειας και πρώτων υλών (37%)
  • Αναποτελεσματικός έλεγχος και εποπτεία της αγοράς (33,4%)
  • Πολυπλοκότητα των διαδικασιών αδειοδότησης εγκατάστασης και λειτουργίας (32,7%)
  • Πολύπλοκες διαδικασίες έναρξης, μεταβολής, λύσης, ή και πτώχευσης μιας επιχείρησης (27,9%)
  • Έλλειμμα χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού (20,1%)
  • Σύστημα υλοποίησης δημόσιων προμηθειών και συμβάσεων (16,7%)
  • Θεσμικό πλαίσιο ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων (14,1%)
  • Πολυπλοκότητα και καθυστερήσεις στις τελωνειακές διαδικασίες για εισαγωγές και εξαγωγές (11,3%).

Παράλληλα, σημειώνεται στην έρευνα ότι, ακόμα και αν υπάρχουν μεταρρυθμιστικές επιτυχίες σε επιμέρους σημεία, συνολικά η διευκόλυνση στη λειτουργία του επιχειρείν και η ικανότητα των επιχειρήσεων να προβλέψουν το θεσμικό περιβάλλον δεν έχει βελτιωθεί ακόμα. Τέλος, εξουδετερώνονται στην πράξη από τα υψηλά κόστη που σωρεύουν για κάθε επιχείρηση τα υψηλά φορολογικά, μη μισθολογικά, ενεργειακά, χρηματοπιστωτικά και λοιπά γραφειοκρατικά κόστη επιβαρύνοντας τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων.

Οι 17 στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης

Εν τω μεταξύ, ο ΣΕΒ έδωσε στη δημοσιότητα τον απολογισμός της δράσης και των πρωτοβουλιών του Συμβουλίου του για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (ΒΙΑΝ), που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των εργασιών της Ετήσιας Γενικής Συνέλευσης. Το νέο ΔΣ που συμπλήρωσε ένα έτος θητείας εκπροσώπησαν οι κ.κ. Γιάννης Πανιάρας, Πρόεδρος, και Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου, Γενικός Διευθυντής, που εστίασαν στους βασικούς άξονες δράσης του Συμβουλίου.

Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, οι βασικές προτεραιότητες του ΒΙΑΝ για το 2016 17 είχαν ως επίκεντρο τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ SDGs, την αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής, την Κυκλική Οικονομία και την Περιβαλλοντική Αδειοδότηση.

Ειδικότερα ως προς την εφαρμογή των 17 στόχων του OHE στην Ελλάδα, το Συμβούλιο ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη συμμετέχει στον εθνικό σχεδιασμό με την κατάθεση τεκμηριωμένων προτάσεων από την πλευρά της επιχειρηματικής κοινότητας και έχει αναθέσει την εκπόνηση ειδικής μελέτης, προκειμένου να καταγραφεί η επίγνωση και ετοιμότητα των επιχειρήσεων, να αναδειχθούν οι Στόχοι (SDGs) που αποτελούν προτεραιότητα για τις επιχειρήσεις, τα εμπόδια, αλλά και οι προτάσεις ώστε οι επιχειρήσεις να προχωρήσουν δυναμικά στην υιοθέτηση των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) στη στρατηγική τους.

Μείζον ζήτημα η κλιματική αλλαγή

Αναφορικά με το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, το οποίο διαχρονικά απασχολεί το Συμβούλιο, επισημάνθηκε εκ νέου η μικρή συνεισφορά της Ελλάδας στις παγκόσμιες εκπομπές, αλλά και οι δυσανάλογες επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις και τη χώρα από τη μη αντιμετώπιση του ζητήματος. Για την αναθεώρηση της ευρωπαϊκής οδηγίας του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών για την περίοδο 2021 2030, το Συμβούλιο συμμετέχει στη διαβούλευση για τη διαμόρφωση των Εθνικών Σχέσεων, σε συνεργασία με την αρμόδια Διεύθυνση του ΥΠΕΝ. Η παραπάνω πολυετής και γόνιμη συνεργασία, επισφραγίστηκε με την εκπροσώπηση του Συμβουλίου στο Εθνικό Συμβούλιο Αντιμετώπισης της Κλιματικής Αλλαγής που αποτελεί το κεντρικό γνωμοδοτικό όργανο του Κράτους για το συντονισμό, την παρακολούθηση και αξιολόγηση των πολιτικών για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.

Σχετικά με την κυκλική οικονομία, το Συμβούλιο Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΣΕΒ είχε έγκαιρα αναδείξει τις ευκαιρίες για καινοτομία και βιώσιμη ανάπτυξη που προκύπτουν και εξακολουθεί να συμμετέχει στον δημόσιο διάλογο με την υποβολή προτάσεων σε σχετικές διαβουλεύσεις για την αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής και Εθνικής νομοθεσίας. Η αρχή ανάκτησης αξίας από όλα τα στάδια παραγωγής προϊόντος πριν αυτό καταλήξει στην ταφή επισημαίνεται στις δημόσιες τοποθετήσεις του Συμβουλίου.

Κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης αναλύθηκαν επίσης οι προκλήσεις που συνδέονται με την Περιβαλλοντική Αδειοδότηση των επιχειρήσεων, ενώ επισημάνθηκε η ανάγκη για ένα ενιαίο και ορθολογικό θεσμικό πλαίσιο με πιο απλουστευμένες και ταχύτερες διαδικασίες.

Το Συμβούλιο θα συνεχίσει τις παρεμβάσεις στους παραπάνω άξονες, με θέματα με γνώμονα την ενίσχυση της ενημέρωσης της επιχειρηματικής κοινότητας και την συμμετοχή στον δημόσιο διάλογο για την διαμόρφωση θεσμικού πλαισίου που να διευκολύνει την ανάληψη δράσεων για τις παραπάνω θεματικές ενότητες από τις επιχειρήσεις.

Συμβούλιο ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη

Το Συμβούλιο ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη ιδρύθηκε το 2008 από μέλη του ΣΕΒ, με σκοπό να αποτελέσει τον ισχυρό και δυναμικό σύνδεσμο μεταξύ των επιχειρήσεων, που θέλουν και μπορούν να παίξουν ηγετικό ρόλο στην προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης στην ελληνική επιχειρηματική πραγματικότητα.

Οι Στόχοι του Συμβουλίου είναι:

  • η συμμετοχή στον δημόσιο διάλογο ως εκπρόσωπος της επιχειρηματικής κοινότητας σε θέματα βιώσιμης ανάπτυξης,
  • η ολοκληρωμένη προώθηση θεμάτων βιώσιμης ανάπτυξης εντός του επιχειρηματικού κόσμου, η ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών και η ανάδειξη καλών πρακτικών,
  • η ανάδειξη του ρόλου που μπορεί να διαδραματίσει ο ιδιωτικός τομέας προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης.

 

[ΠΗΓΗ: ENERGYWORLD, 01/09/2017]

«ΑΝΘΡΑΚΑΣ» ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΛΑΤΟΜΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑ

Πλήθος παρατηρήσεων και επισημάνσεων από την πλευρά της αγοράς και των ειδικών του χώρου της εξορυκτικής βιομηχανίας συνοδεύουν το νομοσχέδιο για τα λατομικά ορυκτά που είχε τεθεί σε δημόσια διαβούλευση μέχρι και τις 19 Ιουλίου μετά και τη λήξη της παράτασης που είχε δοθεί από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Όπως επισημαίνεται από στελέχη της αγοράς, πολλοί από τους οποίους συμμετείχαν στις συζητήσεις με τα αρμόδια υπηρεσιακά στελέχη προτού βγει το νομοσχέδιο στη διαβούλευση, «το νομοσχέδιο έχει αρκετές τεχνικές ασάφειες και αλληλοσυγκρουόμενες διατυπώσεις, αλλά και ελλείψεις σε βασικά σημεία του, που απαιτούν βελτίωση προκειμένου να καταστεί λειτουργικό εργαλείο στα χέρια των επιχειρήσεων που το περίμεναν εδώ και πολλά χρόνια». Επίσης πολλές ενστάσεις έχει εγείρει το θέμα του τρόπου της συνέχισης της μίσθωσης των ιδιωτικών λατομείων, το θέμα διευθέτησης των αμφισβητούμενων ιδιοκτησιών, η επιβολή του πράσινου τέλους μετά τα 40 έτη λειτουργίας του λατομείου, η επιβολή προστίμων με βάση τον αριθμό των εργαζομένων των επιχειρήσεων. Ωστόσο, η αγορά επισημαίνει πως θα περιμένει από την ηγεσία του υπουργείου να εντοπιστούν από κοινού και να αντιμετωπιστούν αρμοδίως οι ασάφειες και τα γκρίζα σημεία.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, η αξιοποίηση των ορυκτών πόρων αποτελεί με βάση τις ισχύουσες προβλέψεις, δραστηριότητα δημόσιας ωφέλειας. Πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα μονομερούς παράτασης της σύμβασης και για τα δημόσια και για τα δημοτικά λατομεία, εφόσον ο εκμεταλλευτής εκπληρώνει όλους τους όρους της ισχύουσας σύμβασης. Με την προτεινόμενη ρύθμιση, η παράταση πέραν των 40 ετών για τα ιδιωτικά λατομεία, γίνεται με τη σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη της έκτασης του λατομικού χώρου. Ο ΣΜΕ υποστηρίζει πως αυτή η ρύθμιση μπορεί να οδηγήσει σε εκβιασμό του φορέα εκμετάλλευσης και σε αδιαφανείς χειρισμούς, αφού πλέον ρυθμίζεται από το προτεινόμενο νομοσχέδιο το πάγιο και αναλογικό μίσθωμα που φτάνει στο ανώτατο θεμιτό, όπως επίσης και οι περιβαλλοντικοί και τεχνικοί όροι λειτουργίας του λατομείου. Σε περίπτωση διαφωνίας εκμισθωτή και μισθωτή, ο φορέας εκμετάλλευσης οδηγείται αναίτια σε έξωση από τον λατομικό χώρο, παρά το ότι έχει εκπληρώσει όλους τους όρους της συμφωνίας (μισθωτικους, περιβαλλοντικούς, τεχνικούς κ.λπ.). Στην περίπτωση αυτή υπάρχει κατασπατάληση ορυκτών πόρων και περαιτέρω επιβάρυνση φυσικών πόρων γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο ο φορέας εκμετάλλευσης θα οδηγηθεί σε διάνοιξη νέου λατομείου για να πάρει ίδιες ποσότητες πόρων, επιβαρύνοντας το περιβάλλον. Αναφορικά με τους αποχαρακτηρισμούς οι εταιρείες μέλη του ΣΜΕ προτείνουν μετά τη λήξη της πενταετίας, χωρίς ενεργοποίηση μιας λατομικής περιοχής, να προσδιορίζεται συγκεκριμένο εύλογο χρονικό διάστημα (2 χρόνια), στο οποίο αυτή να αποχαρακτηρίζεται, άλλως να καταργείται αυτοδίκαια μετά την παρέλευση του εύλογου χρονικού διαστήματος. Όσον αφορά τα πρόστιμα και τις κυρώσεις, ο ΣΜΕ διατυπώνει πως τα πρόστιμα πρέπει να λειτουργούν αποτρεπτικά ή διορθωτικά της παράβασης και όχι εισπρακτικά.

Αυτός ο συσχετισμός δεν ευνοεί τη συμμόρφωση, την πάταξη της παρανομίας, την επιβολή μέτρων με σκοπό τη διόρθωση της διαδικασίας καθώς και την επιβολή ίδιων ποιοτικά απαιτήσεων έναντι όλων. Με τα πρόσημα όπως περιγράφονται στο άρθρο 17 του νέου νομοσχεδίου και με επιθεωρήσεις οι οποίες με τις λιγοστές δυνάμεις που διαθέτουν, δεν μπορούν να παρεμβαίνουν ελεγκτικά και καθοδηγητικά σε μαζική κλίμακα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δήμιουργείται μεγάλη απόσταση από το να επιτευχθεί ο πανευρωπαϊκός και ελληνικός στόχος ανόδου της ποιότητας εργασίας και λειτουργίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Όσον αφορά το πράσινο τέλος, ο ΣΜΕ υποστηρίζει την κατάργηση της διάταξης αυτής, η οποία είναι πρωτοφανής.

[ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, της Λέττας Καλαμαρά, 20/7/2017]

ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΟΡΥΚΤΟΥ ΜΑΣ ΠΛΟΥΤΟΥ

Η ανάπτυξη της εξορυκτικής βιομηχανίας παραγωγής και επεξεργασίας ορυκτών πρώτων υλών, (πρέπει να) αποτελεί στρατηγική επιλογή για τον τόπο μας. Πρόκειται για ζωτικό τομέα της oικονομίας μας που έχει συμβάλλει αποφασιστικά στην Περιφερειακή Ανάπτυξη, στην Απασχόληση, στις εξαγωγές και στην εισαγωγή συναλλάγματος. Ταυτόχρονα συνδέεται εμμέσως και αποτελεί την κινητήρια δύναμη σε πολλές άλλες οικονομικές δραστηριότητες ενώ έχει αποδείξει κατά το παρελθόν ότι μπορεί να προσελκύσει σημαντικές επενδύσεις.

Εντούτοις η ανάπτυξη αυτή πρέπει να είναι όχι μόνο ανταγωνιστική αλλά και βιώσιμη και περιβαλλοντικά ασφαλής ενταγμένη στα σημερινά πλαίσια, σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, με πολλές προκλήσεις, αλλά και πολλές δεσμεύσεις. Σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον στενότητας των πόρων, τόσο φυσικών όσο και οικονομικών, όπου η ορθολογική αξιοποίηση αλλά και η γεω-οικονομία των πρώτων υλών αποκτά πρωτεύοντα ρόλο. Σε ένα περιβάλλον, που δεν είμαστε μόνοι μας, αλλά εντός της ΕΕ, γεγονός που αφενός μας υποχρεώνει σε σκληρή ανταγωνιστικότητα και αυστηρότατες νομοθετικές δεσμεύσεις αλλά τουλάχιστον μας διασφαλίζει σε σημαντικό βαθμό από τις συναλλαγματικές ανισορροπίες του παρελθόντος.

Επιπλέον, η ανάπτυξη αυτή πρέπει με κατάλληλες θεσμικές και άλλες παρεμβάσεις να υπερκεράσει ένα σύνολο από εγγενή προβλήματα και ιδιαιτερότητες που επηρεάζουν καθοριστικά τη χωροθέτηση και τη «βιώσιμη» διαχείριση των ορυκτών πόρων και των δραστηριοτήτων που αφορούν την εκμετάλλευσή τους.

Οι ιδιαιτερότητες των Ορυκτών Πόρων

Τέλος οι παρεμβάσεις αυτές για να καταστούν αποτελεσματικές και να επιτευχθεί ο στόχος, απαιτούν και την αρωγή των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον εξορυκτικό κλάδο της οικονομίας μας. Οι επιχειρήσεις πρέπει να προβαίνουν σε συνεχείς ποιοτικές αλλαγές, για να αντιστρέψουν το εν γένει κλίμα που υπάρχει στην κοινή γνώμη, η οποία συνδέει άμεσα τη μεταλλευτική και λατομική δραστηριότητα με την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, χρησιμοποιώντας φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες και αποκαθιστώντας ορθολογικά τους χώρους επέμβασης, δημιουργώντας ταυτόχρονα κατάλληλες συνθήκες έτσι ώστε οι χώροι αυτοί να μπορούν να αξιοποιηθούν προς όφελος των τοπικών κοινωνιών και του τόπου μας γενικότερα.

Προϋπόθεση επιτυχίας είναι η θετική και ειλικρινής πολιτική βούληση, που θα δημιουργήσει ένα ευνοϊκό περιβάλλον, με κατάργηση εμποδίων και αντικινήτρων, όπως τα πολλαπλά και αδιανόητα γραφειοκρατικά εμπόδια αλλά και η περιβαλλοντική υπερευαισθησία και οικο-υποκρισία που καταλήγει σε αναπτυξιακό αντικίνητρο.

Παρακάτω δίνονται ορισμένες ενδεικτικές παρεμβάσεις θεσμικού ή γενικότερου χαρακτήρα που θεωρούμε ότι απαιτούνται για την για την ενίσχυση του επενδυτικού κλίματος και γενικότερα την άσκηση πολιτικής στα θέματα του ορυκτού πλούτου.

 

[ΠΗΓΗ: http://www.oryktosploutos.net , του Δρ. Πέτρου Τζεφέρη, 1/7/2017]

ΗΜΕΡΙΔΑ «ΟΡΥΚΤΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ-ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ-ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ», ΑΙΘΟΥΣΑ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣ, ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Στιγμιότυπο από την ομιλία του κου Μανιάτη στην εκδήλωση.

Ημερίδα διοργάνωσε στις 7/6/2017 η ΔΗΣΥ στη Βουλή των Ελλήνων, μαζί με τους βασικούς επιχειρηματικούς φορείς αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου της χώρας, καθώς και με τους κοινωνικούς φορείς που εκπροσωπούν τη νέα γενιά και τους συνταξιούχους, με θέμα: «Ορυκτός Πλούτος – Ασφαλιστικό Σύστημα – Απασχόληση».

“Αν θέλουμε να ξεφύγουμε από μνημόνια και δανειστές, πρέπει με καθαρό και σαφή τρόπο να εντοπίσουμε νέες πηγές εθνικού πλούτου και νέες προοπτικές δημιουργίας θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Οι ορυκτές πρώτες ύλες, τα εθνικά κοιτάσματα υδρογονανθράκων, οι αγωγοί φυσικού αερίου και η μετεξέλιξη της χώρας στη μεγαλύτερη τεχνική βάση της Μεσογείου για κατασκευή, συντήρηση κι επιδιόρθωση εξεδρών άντλησης και αγωγών αποτελούν τη μεγάλη αναπτυξιακή πρόκληση για ένα άλλο παραγωγικό μοντέλο” ήταν η άποψη του Γιάννη Μανιάτη, πρ. υπουργού, βουλευτή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης (Δείτε εδώ το σχετικό βίντεο).

Αλλά και χωρίς να συμπεριληφθούν οι υδρογονάνθρακες, η Χώρα μας έχει μία μεγάλη ποικιλία ορυκτών πόρων (μεταλλεύματα, βιομηχανικά ορυκτά, μάρμαρα, αδρανή κλπ.) με πολλά από αυτά να κατέχουν πανευρωπαϊκή ή και παγκόσμια πρώτη θέση στις αλυσίδες αξίας και τα οποία αποτελούν βάση εφοδιασμού της εγχώριας μεταποιητικής βιομηχανίας.

Η μετατροπή των ορυκτών πόρων σε πλούτο απαιτεί κεφάλαια, εργατικό δυναμικό και επιχειρηματικότητα καθώς και σταθερό επενδυτικό κλίμα, αποτελεσματική χωροταξία και κανόνες αδειοδότησης, σταθερό φορολογικό καθεστώς και ασφάλεια δικαίου.

Ήδη με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο η εξορυκτική βιομηχανία καταβάλει σημαντικά ποσά στο ελληνικό δημόσιο και την τοπική αυτοδιοίκηση με τη μορφή μισθωμάτων και τελών που μπορεί να ανέλθουν και μέχρι το 10% της αξίας των εξορυσσόμενων προϊόντων.

Ο εξορυκτικός κλάδος αποτελεί το 3.4% του ΑΕΠ, με δημιουργία αξίας ύψους €2.3 δις το 2014 και σημαντική αναπτυξιακή δυναμική λόγω της εξωστρέφειας του (50% των πωλήσεων εκτός Ελλάδας, 5% των ελληνικών εξαγωγών), ακολουθώντας τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης και συνυπάρχοντας αρμονικά και με άλλες χρήσεις γης ή οικονομικές δραστηριότητες (π.χ. τουρισμός).

Ο κλάδος απασχολεί άμεσα περίπου 25.000 εργαζόμενους και έμμεσα δημιουργεί περίπου 95.000 θέσεις εργασίας, στη συντριπτική τους πλειοψηφία πλήρους απασχόλησης και ασφάλισης και χωρίς να έχουν θιγεί από τα μέτρα εσωτερικής υποτίμησης.

Σημαντικό είναι ότι το μερίδιο της απασχόλησης στον κλάδο για το σύνολο της ελληνικής βιομηχανίας είναι 4.1% το 2014 με αυξητική τάση από το 2007 (1.9%), ενδεικτικό είναι ότι ο κλάδος απορροφά σημαντικό τμήμα της απασχόλησης που βρίσκεται σε αυξημένο κίνδυνο ανεργίας και συνεισφέρει ήδη σημαντικά στο υφιστάμενο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.

Ο εξορυκτικός κλάδος συνεχίζει να επενδύει και να προγραμματίζει επενδύσεις ύψους €1.7 δις μέχρι το 2020, παρόλο που οι δείκτες αποδοτικότητα του βρίσκονται σε αρνητικό έδαφος από το 2010 και το 50% των επιχειρήσεων δεν είναι πλέον κερδοφόρες ,ενώ στα τελευταία χρόνια είναι πόλος έλξης ξένων άμεσων επενδύσεων.

Η αξιοποίηση των ορυκτών πόρων και η εξορυκτική βιομηχανία μπορεί να γίνει ατμομηχανή ενός νέου παραγωγικού προτύπου της χώρας που θα φέρει περισσότερες εξαγωγές, νέες επενδύσεις και θα δημιουργήσει ή θα διατηρήσει θέσεις απασχόλησης υψηλής ποιότητας που είναι και το ζητούμενο.

 

[ΠΗΓΗ: http://www.oryktosploutos.net/, του Π. Τζεφέρη. 29/6/2017]