ΈΡΧΕΤΑΙ ΠΑΚΕΤΟ ΜΕΤΡΩΝ ΑΝΑΣΧΕΣΗΣ ΤΩΝ ΛΟΥΚΕΤΩΝ

Μηχανισμό ομαλής μετάβασης κατά την επανεκκίνηση της οικονομίας, με στόχο τον περιορισμό των λουκέτων και τη δημιουργία διχτυού προστασίας για το τραπεζικό σύστημα και την πραγματική οικονομία, δημιουργούν κεντρικές τράπεζες και κυβερνήσεις στην Ευρωζώνη. 

Ο μηχανισμός αυτός περιλαμβάνει έναν έγκαιρο μηχανισμό προειδοποίησης και αντιμετώπισης κόκκινων δανείων, από την πλευρά των τραπεζών, και πολύ στοχευμένα δημοσιονομικά μέτρα για επιχειρήσεις και κλάδους που παρουσιάζουν υψηλό ρίσκο να αποτύχουν στην επανεκκίνηση, λόγω του πλήγματος που δέχτηκαν από την πανδημία.

Το σχέδιο βρίσκεται σε τελική φάση και σύντομα θα γίνουν γνωστές οι λεπτομέρειες από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και από την Τράπεζα της Ελλάδος κατά την ομιλία του διοικητή της, κ. Γιάννη Στουρνάρα, στη γενική συνέλευση της κεντρικής τράπεζας τον Απρίλιο. Εν τω μεταξύ συνεχίζονται οι τακτικές συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ρευστότητας κάθε Τρίτη στο υπ. Οικονομικών με τη συμμετοχή του υφ. Οικονομικών για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, κ. Γιώργου Ζαββού, τις τράπεζες, την Τράπεζα της Ελλάδος και την Αναπτυξιακή Τράπεζα. Ήδη στο Συμβούλιο Ρευστότητας έχουν εντοπιστεί οι κίνδυνοι και τα αντίστοιχα σχέδια δράσης τόσο από την πλευρά του υπ. Οικονομικών όσο και από την πλευρά των τραπεζών. Σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχει πλήρης συμφωνία μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών για τη λήψη βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων και πολιτικών για πρόληψη και καταστολή (άμεση αντιμετώπιση) κινδύνων. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν μια σειρά δράσεων και κινήτρων για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας, με έμφαση τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που, λόγω μεγέθους και των επιπτώσεων από την πανδημία, μπορεί να μην πληρούν τα τραπεζικά κριτήρια για δανειοδότηση.

Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες, ακόμα μία αξιολόγηση για τον βαθμό προόδου εφαρμογής του μηχανισμού ομαλής μετάβασης στην επανεκκίνηση έγινε την περασμένη εβδομάδα μέσω τηλεδιάσκεψης κατά την τακτική ετήσια επικοινωνία μεταξύ των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, της Τράπεζας της Ελλάδος και του επικεφαλής του SSM, κ. Αντρέα Ενρία. Η τηλεδιάσκεψη με τους τραπεζίτες πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη και η συζήτηση επικεντρώθηκε στην εφαρμογή του μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης κόκκινων δανείων, στην ανάγκη λήψης υψηλότερων προβλέψεων για κάθε ενδεχόμενο, αλλά και στην πρόταση δημιουργίας εταιρείας διαχείρισης ενεργητικού που έχουν κάνει ΤτΕ, Κομισιόν και EKT/SSM.

Oι τράπεζες έχουν εντάξει τους επανερχόμενους σε καθεστώς εξυπηρέτησης δανειολήπτες σε πέντε κατηγορίες:

  • Η 1η κατηγορία περιλαμβάνει όσους δανειολήπτες έχουν, αντικειμενικά, τη δυνατότητα να εξυπηρετήσουν πλήρως τις δανειακές τους οφειλές, αμέσως μετά τη λήξη της αναστολής.
  • Η 2η κατηγορία αφορά δανειολήπτες στεγαστικών δανείων που έχουν υπαχθεί στο πρόγραμμα Γέφυρα Ι, για τους οποίους προβλέπεται εννεάμηνη επιδότηση δόσεων μετά την άρση της αναστολής. Το Γέφυρα Ι είναι ένα πολύ επιτυχημένο πρόγραμμα, και για τον λόγο αυτό υποστηρίζεται και το πρόγραμμα Γέφυρα 2, που θα αφορά μικρές επιχειρήσεις.
  • Η 3η κατηγορία αφορά δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν προσωρινά προβλήματα πλήρους εξυπηρέτησης των οφειλών τους. Για αυτή την κατηγορία οι τράπεζες έχουν δημιουργήσει προγράμματα σταδιακής επαναφοράς, αρχίζοντας με 50% των δόσεων για 6 μήνες τουλάχιστον.
  • Η 4η κατηγορία αναφέρεται σε δανειολήπτες που έχουν ήδη περιέλθει σε αδυναμία πληρωμής. Υπολογίζεται ότι 15% με 20% από τα δάνεια που έχουν ανασταλεί θα ενταχθούν στην κατηγορία αυτή.
  • Η 5η κατηγορία αφορά αναστολές δανείων ειδικά σε ορισμένες δραστηριότητες, όπως λ.χ. τον ξενοδοχειακό κλάδο. Για την κατηγορία αυτή η αναστολή από τα moratoria έχει ήδη επεκταθεί μέχρι τέλος του 2021.

Σε ό,τι αφορά τον μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης για τα κόκκινα δάνεια και την αυτόματη λήψη αντίστοιχων προβλέψεων, ο SSM είχε δώσει στις τράπεζες το περίγραμμα της σχετικής μεθοδολογίας από τον περασμένο Δεκέμβριο, με προθεσμία για συζήτηση και περαιτέρω βελτιώσεις μέχρι τον Ιανουάριο του 2021. Από την επιστολή του κ. Ενρία προς τις τράπεζες, η οποία βρίσκεται στη διάθεση του “Κεφαλαίου” και του Capital.gr, προκύπτει η ανάγκη συνεχούς αξιολόγησης όλων των δανείων για τη μεταβολή των κινδύνων, λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο του κλάδου, τα χαρακτηριστικά της επιχείρησης ή ακόμα και του ιδιώτη δανειολήπτη, την πορεία και τη διάρκεια της πανδημίας και τα μακροοικονομικά σενάρια της ΕΚΤ ή της εθνικής τους κεντρικής τράπεζας.

Επίσης, για προληπτικούς λόγους, ζητά τα δάνεια σε moratoria ή όσα έγιναν εξυπηρετούμενα με ρυθμίσεις να παρακολουθούνται στενότερα και, βάσει επιπλέον μέτρησης κινδύνου, να εντάσσονται σε μια ενδιάμεση κατηγορία μεσαίου κινδύνου. Δηλαδή, ο κ. Ενρία υποστήριξε ότι δεν πρέπει ένα εξυπηρετούμενο δάνειο με εξασφαλίσεις να βρίσκεται στην κατηγορία κεφαλαίων Stage 1 (χαμηλού κινδύνου) και μόλις γίνει κόκκινο να μεταφέρεται κατευθείαν στην κατηγορία Stage 3 (υψηλού κινδύνου), χωρίς να έχει μεσολαβήσει η κατάταξή του στο Stage 2 (μεσαίου κινδύνου), με τις αντίστοιχες αυξημένες προβλέψεις ή κινήσεις για μείωση του πιστωτικού κινδύνου (ρύθμιση, αναστολή δόσεων πέραν των moratorium κ.λπ.). Στη 12σέλιδη επιστολή του κ. Ενρία περιλαμβάνεται η αναλυτική περιγραφή της μεθοδολογίας για τον έγκαιρο μηχανισμό προειδοποίησης και τις σχετικές κινήσεις που πρέπει να κάνουν οι τράπεζες και η ένταξη δανείων στο Stage 2, σε ειδικό παράρτημα εννέα σελίδων.

Επίσης, κατά την τηλεδιάσκεψη, ο κ. Ενρία επανέλαβε αυτό που έχει τονίσει και σε δημόσιες τοποθετήσεις του (πέρα από τις επιστολές του τον περασμένο Απρίλιο και τον περασμένο Δεκέμβριο), ότι οι τράπεζες πρέπει να λάβουν προληπτικά υψηλότερες προβλέψεις για κάθε ενδεχόμενο. Τα στοιχεία των ελληνικών τραπεζών δείχνουν ότι οι προβλέψεις, δηλαδή η κάλυψη των κινδύνων από κόκκινα δάνεια, υπερκαλύπτουν το σύνολο του ρίσκου ακόμα και στο δυσμενές σενάριο. Παρ’ όλα αυτά, οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν πάρει ακόμα υψηλότερες προβλέψεις, μολονότι έχουν πολύ μικρότερα ποσοστά κόκκινων δανείων. Σε κάθε περίπτωση, η χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ελλάδα δεν απειλείται από κινδύνους ακόμα και στο δυσμενές σενάριο. Το σκεπτικό του SSM για υψηλότερες προβλέψεις στηρίζεται κυρίως στον προληπτικό χαρακτήρα για απορρόφηση δυνητικά υψηλότερων κραδασμών (κόκκινα δάνεια, λουκέτα) κατά την επανεκκίνηση και δυνατότητα στήριξης της πραγματικής οικονομίας με δάνεια, αλλά και στο γεγονός ότι είναι ευκαιρία για τις τράπεζες να λάβουν υψηλότερες προβλέψεις δεδομένου ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει τα ελαστικά εποπτικά κριτήρια μέχρι τέλος του 2020. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι τράπεζες θα μπορούν να χρησιμοποιούν κατηγορίες κεφαλαίων που πριν δεν μπορούσαν να ενταχθούν στα εποπτικά κεφάλαια και ότι ο SSM δεν πρόκειται να ζητήσει υποχρεωτική αύξηση κεφαλαίων από τράπεζες μέχρι το τέλος του 2022. Υπενθυμίζεται ότι τα stress tests που θα ανακοινωθούν τον Ιούλιο συνοδεύονται με μεθοδολογία και σχετική επισήμανση ότι δεν θα αποτελούν έναν μηχανισμό “περνάς” ή “δεν περνάς”.

Το σχέδιο μετάβασης

Οι αρμόδιες ευρωπαϊκές και ελληνικές αρχές ξεκίνησαν από τον περασμένο Απρίλιο να αναζητούν το κατάλληλο πλέγμα προστασίας της πραγματικής οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος από τις επιπτώσεις της πανδημίας, ενώ τον Δεκέμβριο επανήλθαν επισημαίνοντας την ανάγκη νέων μηχανισμών για τους κινδύνους κατά την επανεκκίνηση. Οι αναλύσεις και τα δεδομένα τους κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο πραγματικός απολογισμός των επιπτώσεων από την πανδημία θα φανεί τη στιγμή της επανεκκίνησης των οικονομιών. Δηλαδή τη χρονική στιγμή που σταματούν τα περιοριστικά μέτρα και θα κληθούν επιχειρήσεις βαριά τραυματισμένες από τα lockdown να βρουν τα κεφάλαια κίνησης για να ξανανοίξουν και να περάσουν στην ομαλή λειτουργία τους. Μολονότι τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης δεν πρόκειται να αποσυρθούν απότομα, κυβερνήσεις και ΕΚΤ πιστεύουν ότι πολλές επιχειρήσεις δεν θα τα καταφέρουν και ότι η πιθανότητα για αριθμό μαζικών λουκέτων είναι μεγάλη.

Το πρόβλημα γίνεται ακόμα μεγαλύτερο διότι σε εκείνη τη φάση το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει μη βιώσιμες επιχειρήσεις και γενικά επιχειρήσεις που δεν πληρούν τα τραπεζικά κριτήρια. Ταυτόχρονα, τα κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης και άλλα διαρθρωτικά ταμεία δεν μπορούν να διασώσουν τέτοιες περιπτώσεις, καθώς προορίζονται για συγκεκριμένες χρηματοδοτήσεις και για επιχειρήσεις που πληρούν τραπεζικά κριτήρια. Συνεπώς, υπάρχει ο κίνδυνος λουκέτων, που θα μεταφραστεί σε μείωση δημοσίων εσόδων, εκτίναξη ανεργίας και δημιουργία κόκκινων δανείων αβέβαιης είσπραξης. Η ανησυχία των κεντρικών τραπεζών και δημοσιονομικών αρχών γίνεται μεγαλύτερη καθώς η πανδημία και τα περιοριστικά μέτρα κράτησαν περισσότερο από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί, ενώ πολλές ευρωπαϊκές χώρες περνούν σήμερα το τέταρτο κύμα της πανδημίας, παρά τον εμβολιασμό που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Τα νομισματικά και δημοσιονομικά μέτρα, σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, συνοψίζονται στα εξής:

  1. Σταδιακή απόσυρση των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης.
  2. Δημιουργία μηχανισμών κρατικής ενίσχυσης, συμβατής με το πλαίσιο της Ε.Ε. και της ελαστικότητας λόγω COVID, για επιχειρήσεις που δεν πληρούν τραπεζικά κριτήρια χρηματοδότησης. Για παράδειγμα, αναζητείται πλαίσιο για στοχευμένα “μαξιλάρια” με τη μορφή επιδοτήσεων, με τεκμηρίωση βασισμένη στις επιπτώσεις από την πανδημία και τις σχετικές αποφάσεις της Κομισιόν (COVID related), προκειμένου να μη θεωρηθεί κρατική ενίσχυση. Αυτό μπορεί να μετατρέψει κάποια από τα σημερινά και οριζόντια μέτρα στήριξης σε ακόμα πιο στοχευμένα σε επίπεδο κλάδων ή και επιχειρήσεων. Εδώ, ο τρόπος στήριξης και η ονομασία της, και κυρίως η τεκμηρίωση για την ένταξη της βοήθειας στις COVID related, γίνεται με προσοχή και σε συνεννόηση με την Κομισιόν και τους θεσμούς. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται η χρήση πόρων από το ΕΣΠΑ, αλλά και στήριξη μέσω της φορολογίας.
  3. Νέος μετασχηματισμός των τραπεζών, με ενίσχυση της διαφάνειας και ενσωμάτωση συστημάτων παρακολούθησης των δανείων, σε επίπεδο δανειολήπτη (ανάλυση κινδύνων και κριτηρίων), αλλά και εφαρμογή κριτηρίων χρηματοδότησης ESG (Environmental, Social, Governance), προκειμένου να απορροφήσουν, να μοχλεύσουν και να χρηματοδοτήσουν άμεσα την πραγματική οικονομία μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, με στόχο την έναρξη από το καλοκαίρι.
  4. Δημιουργία κινήτρων ή και συμπλήρωση θεσμικού πλαισίου ώστε να χρηματοδοτούνται μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν μπορούν να πάρουν δάνεια, μέσω συμμετοχών από ιδιωτικά κεφάλαια. Στις συμμετοχές αυτές θα μπορούν να παίρνουν μέρος και οι τράπεζες. Για παράδειγμα, αντί για δάνειο, θα μπορούν να εισέρχονται στο μετοχικό κεφάλαιο και ταυτόχρονα να προσφέρουν know how για μεγέθυνση και ανταγωνιστικότητα. Το ίδιο θα μπορούν να κάνουν άλλα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια.
  5. Ενίσχυση της αγοράς πράσινων ομολόγων. Εναλλακτική μορφή χρηματοδότησης μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα είναι σειρά μέτρων για την ενίσχυση της αγοράς πράσινων ομολόγων, ώστε να αυξηθεί η ζήτησή τους και οι εκδόσεις.
  6. Άντληση κεφαλαίων από το Χρηματιστήριο Αθηνών. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται ο νέος νόμος για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και οι αλλαγές για την ενίσχυση της δευτερογενούς αγοράς ομολόγων. Μια καινοτομία εντάσσεται στον νέο Ηρακλή (δεύτερος γύρος τιτλοποιήσεων κόκκινων δανείων) με τη δημιουργία μηχανισμού παρακολούθησης της δευτερογενούς αγοράς ομολόγων, εταιρειών διαχείρισης και δανειοληπτών (Central Credit Registry).
  7. Επίσπευση του πλαισίου και όλων των μηχανισμών του νέου πτωχευτικού κώδικα ώστε οι διαδικασίες ρύθμισης, “δεύτερης ευκαιρίας” ή πτώχευσης να γίνεται ταχύτατα. Ο νέος νόμος, πέραν των ευνοϊκών ρυθμίσεων και της δυνατότητας πτώχευσης για φυσικά και νομικά πρόσωπα, συνδέεται με ταχύτητα διαδικασιών, που σημαίνει ταχύτερη και μεγαλύτερη απελευθέρωση κεφαλαίων για τις τράπεζες και την οικονομία, αλλά και δικλίδες ασφαλείας για ευάλωτες ομάδες, όπως, για παράδειγμα, μέσω του οργανισμού για πώληση και επαναμίσθωση της πρώτης κατοικίας ή τη δημιουργία δευτερογενούς αγοράς ακινήτων από τις εταιρείες διαχείρισης δανείων προκειμένου να αποτραπούν μαζικοί πλειστηριασμοί ή να συγκρατηθούν οι τιμές με τους πλειστηριασμούς.
  8. Επιτάχυνση διαδικασιών τιτλοποίησης και αποαναγνώρισης κόκκινων δανείων από τις τράπεζες και μέσω του Ηρακλή ΙΙ, που ξεκινά τον Απρίλιο.
  9. Μηχανισμός παρακολούθησης των δανείων, διενέργεια τακτικών μετρήσεων πιστωτικού κινδύνου ακόμα και σε επίπεδο δανείων και δημιουργία συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για δάνεια που έχουν πιθανότητες να γίνουν κόκκινα. Τα δάνεια αυτά θα εντάσσονται από την κατηγορία κινδύνων stage 1 (πράσινα) στην κατηγορία stage 2 (μεσαίος κίνδυνος), με στόχο να παραμείνουν εκεί ή να επιστρέψουν στο stage 1 πριν μεταφερθούν στο stage 3.
  10. Τα δάνεια από moratoria, επαναρρυθμισμένα δάνεια, δάνεια από κλάδους που έχουν δεχτεί ισχυρό πλήγμα, αλλά και δάνεια σε επίπεδο επιχείρησης ή ιδιωτών με δυσμενή αλλαγή της οικονομικής κατάστασης λόγω πανδημίας, θα πρέπει να μεταφέρονται σε ξεχωριστή κατηγορία για ενισχυμένη παρακολούθηση και τη λήψη επιπλέον προβλέψεων από τις τράπεζες.
  11. Ο SSM και η ΕΚΤ δεν πρόκειται να σταματήσουν τα νομισματικά μέτρα στήριξης τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2022. Η ΕΚΤ ενδεχομένως να διατηρήσει τις ενέσεις ρευστότητας μέχρι το 2023 ή και μετά (ανάλογα με τις πληθωριστικές πιέσεις και αν αυτές θα φτάνουν κοντά στο 2%). Ο SSM θα εξακολουθεί να δέχεται είδη κεφαλαίων σε εκείνα που απαιτούνται για την εποπτεία, ενώ δεν είναι διατεθειμένος να ζητήσει υποχρεωτικά αύξηση μετοχικού κεφαλαίου από συστημικές τράπεζες μέχρι το τέλος του 2022.

 

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Λεωνίδα Στεργίου, 28/3/2021]