ΟΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΝΙΚΕΛΙΟΥ ΚΑΙ ΚΟΒΑΛΤΙΟΥ

Τα ελληνικά νικελιούχα μεταλλεύματα περιέχουν σήμερα περίπου 1% νικέλιο και 0,06% κοβάλτιο, δηλαδή για κάθε έναν τόνο νικελίου που παράγεται αντιστοιχούν και 60 κιλά κοβάλτιο. Το κοβάλτιο όμως δεν μπορεί να διαχωριστεί και να ανακτηθεί με την πυρομεταλλουργική μέθοδο, όπως αυτή της ΛΑΡΚΟ, άρα παραμένει μέσα ατο σιδηρονικέλιο.

Τα δύο μέταλλα έχουν μεγάλη ευρύτητα εφαρμογών σε πολλούς κλάδους της βιομηχανίας και στην καθημερινή ζωή.

Το νικέλιο είναι ένα πολύ σημαντικό μέταλλο γιατί έχει μεγάλη ευρύτητα εφαρμογών σε πολλούς κλάδου της βιομηχανίας. Η καλή αντοχή του σε υψηλές θερμοκρασίες, η ανθεκτικότητά του στη διάβρωση, η καλή ελαστικότητα, η καλή θερμική και ηλεκτρική αγωγιμότητα, οι καλές μαγνητικές και καταλυτικές του ιδιότητες, καθώς και η δυνατότητά του να παράγει καλής ποιότητας κράματα με διάφορα μέταλλα, το έχουν κάνει απαραίτητο στην παραγωγή ενός μεγάλου πλήθους βιομηχανικών προϊόντων, όπως ανοξείδωτοι χάλυβες, κράματα άλλων μη σιδηρούχων μετάλλων, μπαταρίες, και, σε μικρότερο ποσοστό, σε επιμεταλλωτήρια.

Τα κύρια εμπορεύσιμα προϊόντα του νικελίου είναι τρία: (α) καθαρό μέταλλο νικέλιο, περιεκτικότητας μεγαλύτερης από 99,8% σε νικέλιο, (β) σιδηρονικέλιο, το οποίο είναι ένα κράμα που περιέχει σίδηρο και νικέλιο με περιεκτικότητες από 20% έως 40% σε νικέλιο, και (γ) διάφορες χημικές ενώσει του νικελίου, όπως το θειούχο και το θειικό νικέλιο και το υδροξείδιο του νικελίου.

Στην Ελλάδα το νικέλιο παράγεται με πυρομεταλλουργική κατεργασία ελληνικών νικελιούχων μεταλλευμάτων (λατεριτών) μέσης περιεκτικότητας σε νικέλιο περίπου 1% από την εταιρεία ΛΑΡΚΟ, αποκλειστικά στη μορφή του σιδηρονικελίου, που χρησιμοποιείται μόνο στην παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα.

Για την κατασκευή μπαταριών, χρειάζεται το νικέλιο σε μορφή δύο χημικών ενώσεών του, το θειικό νικέλιο ή το υδροξείδιο του νικελίου, που παράγονται με υδρομεταλλουργική επεξεργασία νικελιούχων λατεριτών. Η υδρομεταλλουργική κατεργασία διαφέρει από την πυρομεταλλουργική γιατί γίνεται σε υδατικό περιβάλλον, σε πολύ χαμηλότερες θερμοκρασίες, με τη χρήση διαλύματος θειικού οξέος.

Το υπάρχον εργοστάσιο παραγωγής σιδηρονικελίου της ΛΑΡΚΟ στην Ελλάδα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί για να παραχθεί νικέλιο για μπαταρίες, γιατί έχει σχεδιαστεί για πυρομεταλλουργική κατεργασία νικελιούχων λατεριτών.

Το κόστος κατασκευής ενός εργοστασίου υδρομεταλλουργίας εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως τη μέθοδο κατεργασίας, τη δυναμικότητα του εργοστασίου, το είδος του παραγόμενου προϊόντος και την ποιότητα της πρώτης ύλης που θα χρησιμοποιηθεί. Για παράδειγμα, αν υποθέσουμε ότι θα χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος παραγωγής η εκχύλιση υπό πίεση, που αποτελεί σήμερα παγκοσμίως και την πλέον καθιερωμένη βιομηχανική πρακτική, τότε, σύμφωνα με τα διεθνή δεδομένα, μόνο το κόστος παγίου κεφαλαίου για να πραγματοποιηθεί μια επένδυση σε εργοστάσιο που θα παράγει 20.000 τόνους καθαρό νικέλιο ετησίως (όσο περίπου η σημερινή δυναμικότητα σε τελικό προϊόν της ΛΑΡΚΟ) ανέρχεται σε περίπου 600-800 εκατ. ευρώ.

Ένα άλλο σημαντικό μέταλλο που περιέχεται στους ελληνικούς λατερίτες είναι και το κοβάλτιο, το οποίο έχει πολλές εφαρμογές στη σημερινή καθημερινή ζωή. Οι σημαντικές ιδιότητές του, όπως η αντοχή σε διάβρωση, η καλή θερμική συμπεριφορά, η καλή ηλεκτρική αγωγιμότητα, οι μαγνητικές και καταλυτικές ιδιότητες, το κάνουν απαραίτητο για μια πλειάδα βιομηχανικών χρήσεων όπως η κατασκευή μπαταριών, η παραγωγή κραμάτων και υπερ-κραμάτων, η κατασκευή κοπτικών εργαλείων, καταλυτών, χρωμάτων και μαγνητών. Περίπου το 70% του παγκόσμια παραγόμενου κοβαλτίου εξορύσσεται στο Κονγκό.

Η μόνη μέθοδος που μπορεί να οδηγήσει σε διαχωρισμό του νικελίου από το κοβάλτιο είναι και πάλι αυτή της υδρομεταλλουργίας. Στο προηγούμενο παράδειγμα, για το εργοστάσιο υδρομεταλλουργίας που παράγει 20.000 τόνους νικέλιο το έτος, το κοβάλτιο που θα μπορούσε να παραχθεί, θα ήταν 1.200 τόνοι. Με βάση m σημερινές τιμές πώλησης των δύο μετάλλων, το 90% των εσόδων θα προέλθει από την πώληση του νικελίου, ενώ μόνο το 10% θα προέλθει από την πώληση του παραγόμενου κοβαλτίου. Μολονότι δηλαδή η τιμή πώλησης του κοβαλτίου είναι περίπου διπλάσια από την τιμή πώλησης του νικελίου, το κύριο μέρος των εσόδων μιας τέτοιας εγκατάστασης προέρχεται από την πώληση του νικελίου. Τα έσοδα από την πώληση του κοβαλτίου θα λειτουργούν επικουρικά στα συνολικά έσοδα της εγκατάστασης.

Κλείνοντας, να επισημάνω ότι κάθε τεχνολογία παραγωγής μετάλλων από μεταλλεύματα έχει τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όσον αφορά τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα από την σκοπιά των ενδεχόμενων περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Στην περίπτωση της υδρομεταλλουργίας, το κύριο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί είναι η διαχείριση και η ασφαλής απόθεση στο περιβάλλον του μεγάλου όγκου τελμάτων τα οποία παράγονται στο στάδιο της εκχύλισης με θειικό οξύ του νικελιούχου μεταλλεύματος και τα οποία δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως παραπροϊόν για κάποια άλλη βιομηχανική χρήση. Συνεπώς, η εφαρμογή της υδρομεταλλουργικής επεξεργασίας των λατεριτών πρέπει να μπορεί αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και αυτό το περιβαλλοντικό ζήτημα.

Το συμπέρασμα που κανείς συνάγει από τα παραπάνω είναι πως η χώρα μας έχει ακόμη ένα χρήσιμο μετάλλευμα, που η σωστή αξιοποίησή του, σε συνάρτηση με τις απαραίτητες επενδύσεις και την ορθή εκτίμηση των αναγκών και των ευκαιριών που δίνει η διεθνής αγορά, θα μπορούσε να ενισχύσει την ελληνική βιομηχανία περαιτέρω, αποφέροντας σημαντικά έσοδα από τις εξαγωγές, αυξάνοντας έτσι και το ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας.

* Ο κ. Ιωάννης Πασπαλιάρης είναι καθηγητής Μεταλλουργίας στο ΕΜΠ.

[ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΚΥΡ_ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ, του Ιωάννη Πασπαλιάρη*, 29/11/2020]