ΓΙΑΤΙ Ο ΜΑΚΡΟΝ ΚΗΡΥΞΕ «ΠΟΛΕΜΟ» ΣΤΟΝ ΕΡΝΤΟΓΑΝ – ΟΙ ΒΑΘΥΤΕΡΕΣ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΓΑΛΛΙΑΣ – ΤΟΥΡΚΙΑΣ

Η επιδείνωση των σχέσεων ανάμεσα στην Τουρκία και την Γαλλία έχει ένα ευρύτερο υπόβαθρο και δεν αφορά στενά τα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου

Στην Ελλάδα έχουμε συνηθίσει να κρίνουμε το πώς συμπεριφέρονται χώρες στο διεθνές πεδίο κυρίως σε σχέση με τις εξελίξεις σε ζητήματα που αφορούν στενά τη χώρα μας. Αυτό μπορεί κανείς να το παρατηρήσει και στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται συνήθως η πρόσφατη επιδείνωση των γαλλοτουρκικών σχέσεων, όπου κυριαρχεί μια η έμφαση στη συσχέτιση με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Χωρίς να υποτιμούμε τη σημασία που έχει και αυτή η διάσταση, θα ήταν καλό να δούμε λίγο πιο συνολικά το πλαίσιο των γαλλοτουρκικών σχέσεων για να δούμε τους πολλαπλούς λόγους αυτής της επιδείνωσης.

Η δυσπιστία της Τουρκίας απέναντι στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας

Ένα πρώτο πεδίο εντάσεων αποτυπώνεται στα ζητήματα που αφορούν την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Είναι γνωστό ότι ένα από τα παράδοξα της ενταξιακής διαδικασίας που ξεκίνησε το 2004 είναι ότι σχεδόν εξαρχής έγινε σαφές ότι χώρες όπως η Γαλλία έβλεπαν με μεγάλη επιφύλαξη την προοπτική να γίνει η Τουρκία μέλλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο λόγος είναι ότι ένα σημαντικό μέρος του πολιτικού συστήματος της Γαλλίας θεώρησε (και θεωρεί) ότι η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωση με μια τόσο μεγάλη μουσουλμανική χώρα ήταν κάτι που δεν μπορούσε να γίνει εύκολα αποδεκτό. Ας μην ξεχνάμε ότι στη Γαλλία μπορεί να υπάρχει όλο το πλαίσιο του κοσμικού ανεξίθρησκου κράτους, όπως την ίδια στιγμή μια ορισμένη φοβία έναντι του Ισλάμ παραμένει ενεργή στο πολιτικό σύστημα. 

Η αντιπαράθεση αυτή έγινε ακόμη πιο έντονη στην περίοδο του Δημοψηφίσματος για το Ευρωσύνταγμα όταν ειδικά η γαλλική ακροδεξιά επικέντρωσε ιδιαίτερα στην άρνηση της ενταξιακής προοπτικής της Τουρκίας.

Σε όλα αυτά έχει προστεθεί και ένας φόβος των γαλλικών αρχών ότι η Τουρκία προωθεί μια αντίληψη «κοινοτισμού», με έντονη εθνική και θρησκευτική ταυτότητα, που είναι αντίθετη με το πώς η Γαλλία βλέπει παραδοσιακή την προοπτική ενσωμάτωσης διαφορετικών κοινοτήτων. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό υπογράμμισε και ο ίδιος ο πρόεδρος Μακρόν τον Ιανουάριο μιλώντας στο ετήσιο δείπνο των αρμενικών οργανώσεων στη Γαλλία.

Η αντιπαράθεση για τη Συρία

Ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία και η έντονη εμπλοκή της Τουρκίας σε αυτόν επίσης έχει αποτελέσει ένα πεδίο εντάσεων ανάμεσα στην Άγκυρα και το Παρίσι.

Παρότι και οι δύο χώρες ήταν κατά της κυβέρνησης Άσαντ και υπέρ μερίδων της αντιπολίτευσης, η Γαλλία υποστηρίζει, όπως και οι ΗΠΑ, τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, που κατά κύριο λόγο αποτελούνται από τις κουρδικές πολιτοφυλακές (PYD/YPG), τις οποίες η Τουρκία χαρακτηρίζει τρομοκρατικές, καθώς ο «υπαρξιακός» φόβος της είναι η διαμόρφωση κουρδικής οιονεί κρατικής οντότητας στη Συρία.

Ούτως ή άλλως, η Γαλλία που διατηρεί πάντα ένα ενδιαφέρον για τη Συρία όπως και τον Λίβανο, από την εποχή που αυτές οι περιοχές ήταν τμήμα της Γαλλικής «εντολής» στην επαύριον του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν βλέπει πολύ καλό μάτι όχι μόνο την εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία αλλά και τον τρόπο που έχει συμπορευτεί εν μέρει με τη Ρωσία.

Η σύγκρουση για την Αφρική

Ένα από τα πεδία όπου σωρεύεται ένταση ανάμεσα στην Τουρκία και τη Γαλλία είναι και η Αφρική.

Η Τουρκία τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει κάνει μια μεγάλη πολιτική και διπλωματική επένδυση για να αποκτήσει παρουσία και επιρροή στην αφρικανική ήπειρο.

Αυτό έχει πάρει ποικίλες μορφές. Καταρχάς υπάρχει όλη η προσπάθεια της Τουρκίας να αποκτήσει στρατιωτική παρουσία στο Κέρας της Αφρικής, μέσα από την βάση στη Σομαλία αλλά και την ιδιαίτερη επένδυση στις καλές σχέσεις με το Σουδάν, όπως και τις σημαντικές οικονομικές επενδύσεις στην Αιθιοπία.

Όμως, πλάι σε αυτά η Τουρκία έχει κάνει μια μεγάλη προσπάθεια να αποκτήσει καλές σχέσεις με χώρες της Αφρικής που στο παρελθόν ήταν γαλλικές αποικίες. Μάλιστα, ο Ερντογάν έχει υιοθετήσει μια πολύ συγκεκριμένη ρητορική προς τις αφρικανικές χώρες που υπογραμμίζει ότι η Τουρκία δεν είναι μια αποικιακή δύναμη, ούτε κινείται με μια νεοαποικιακή λογική αρπαγής φυσικών πόρων. Όπως είπε σε επίσκεψη στη Γκαμπόν ο Ερντογάν: «η Αφρική ανήκει στους αφρικανούς· δεν είμαστε εδώ για τον χρυσό σας». 

Η Τουρκία μάλιστα εκμεταλλεύεται και τα στοιχεία πολιτιστικής εγγύτητας που έχει με αυτές τις χώρες. Για παράδειγμα, στην Γκάνα το 2019 η τουρκική κυβέρνηση άνοιξε ένα από τα μεγαλύτερα τζαμιά στην Αφρική, ενώ παράλληλα έχει διάφορα προγράμματα διανομής τροφίμων στην ευρύτερη περιοχή.  Ούτε είναι τυχαίο ότι το 2018, ο Ερντογάν πραγματοποίησε επίσκεψη στη Μαυριτανία, τη Σενεγάλη και το Μαλί.

Πιο πρόσφατα και στο φόντο της εμπλοκής και στον λιβυκό εμφύλιο πόλεμο ο Ερντογάν επισκέφτηκε την Τυνησία, την Αλγερία και το Μαρόκο, εντείνοντας την ανησυχία του Παρισιού ότι η Τουρκία διεκδικεί επιρροή σε χώρες για τις οποίες η Γαλλία θεωρεί ότι δικαιούται τον πρώτο λόγο. Και βέβαια ανησυχία προκαλεί στο Παρίσι και ο τρόπος που η Τουρκία προσπαθεί να οικοδομήσει σχέσεις με χώρες στις οποίες η Γαλλία διατηρεί ισχυρή παρουσία. Αυτό αφορά τόσο το Τσαντ, όπου η Τουρκία προσπαθεί να διερευνήσει τις δυνατότητες στρατιωτικής συνεργασίας όσο και τον Νίγηρα όπου η Τουρκία έχει όχι μόνο συμφωνία για ζητήματα στρατιωτικής εκπαίδευσης αλλά και για έρευνες για ορυκτά σε τρία πεδία της αφρικανικής χώρας. Εάν αναλογιστούμε ότι η Γαλλία έχει ένα μερίδιο 63% στα ορυχεία ουρανίου του Νίγηρα, καταλαβαίνουμε το πεδίο του ανταγωνισμού.

Η σημασία της αντιπαράθεσης γύρω από την Λιβύη

Η Γαλλία είχε εξαρχής ένα σημαντικό ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στη Λιβύη. Άλλωστε, ήταν από τις χώρες που υποστήριξαν την επέμβαση του ΝΑΤΟ, που βέβαια είχε ως αποτέλεσμα την πυροδότηση και του καταστροφικού εμφυλίου πολέμου.

Η Γαλλία είχε επενδύσει στην υποστήριξη του Χαφτάρ, ήδη από το 2017, δικαιολογώντας την αρχικά στη βάση των επιτυχιών του πρώτου στην εκδίωξη των ένοπλων τζιχαντιστικών οργανώσεων από τη Βεγγάζη. Στα μάτια του Παρισιού, ο Χαφτάρ φάνταζε προτιμότερος από την κυβέρνηση Σάρατζ την οποία θεωρούσαν ότι ήταν υπό την επιρροή της Μουσουλμανικής αδελφότητας.

Η εμπλοκή της Τουρκίας στον λιβυκό εμφύλιο πόλεμο και ο τρόπος που η βοήθεια από την Τουρκία και το Κατάρ ενίσχυσαν τη θέση της κυβέρνηση της Τρίπολης έναντι του Χαφτάρ επίσης επιδείνωσε σημαντικά τις γαλλοτουρκικές σχέσεις, με αποκορύφωμα τις γαλλικές καταγγελίες για παραβίαση του εμπάργκο όπλων από την Τουρκία όπως και την καταγγελία ότι γαλλικά σκάφη «κλείδωσαν» στα ραντάρ τους τη γαλλική φρεγάτα Κουρμπέ.

Η αντιπαράθεση για τη Βυρηττό

Ενδεικτική της κλιμακούμενης έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες και η αντιπαράθεση γύρω από τις πρόσφατες δηλώσεις του Προέδρου Μακρόν στην Βυρηττό μετά την καταστροφική έκρηξη. Εκεί ο Γάλλος πρόεδρος είχε τονίσει ότι εάν η Γαλλία δεν παίξει τον ρόλο της, «δηλαδή μιας δύναμης που πιστεύει στην πολυμερή συνεργασία και πιστεύει στα συμφέροντα του λιβανέζικου λαού, άλλες δυνάμεις μπορεί να αναμειχθούν, όπως το Ιράν, η Σαουδική Αραβία ή η Τουρκία».

Οι δηλώσεις αυτές έδωσαν στον Μεβλούτ Τσαβούτογλου την ευκαιρία να κατηγορήσει τη Γαλλία για αποικιοκρατική νοοτροπία ως προς το πώς αντιμετωπίζει τα πράγματα. Απέναντι σε αυτό, ο Τούρκος ΥΠΕΞ υπερασπίστηκε την τουρκική προσέγγιση σε αυτές τις χώρες: «Ξέρετε γιατί έχει πανικοβληθεί η Γαλλία; Εγκαθίδρυσαν μια αποικιακή δομή στην περιοχή μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όταν αρχίσαμε να έχουμε ενδιαφέρον για την περιοχή, την Αφρική, άρχισαν να ενοχλούνται. Ωστόσο, οι σχέσεις με την περιοχή στηρίζονται σε μια αρχή win-win. Το ίδιο ισχύει και για τις οικονομικές σχέσεις. Δεν ζητάμε αντάλλαγμα για την ανθρωπιστική βοήθεια που προσφέρουμε».

Η ανάγκη προβολής της γαλλικής ισχύος

Από όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι για τη Γαλλία η προσπάθεια της Τουρκίας να αναβαθμιστεί σε μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη αποτελεί άμεση και έμμεση αμφισβήτηση συσχετισμών και ισορροπιών όχι μόνο στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και στην Αφρική συμπεριλαμβανομένου σημαντικού μέρους της Françafrique, δηλαδή των χωρών που με τις οποίες η Γαλλία θεωρεί ότι διατηρεί ειδική σχέση. 

Την ίδια στιγμή, η Γαλλία διεκδικεί κάθε δυνατή αφορμή για να θυμίσει ότι αποτελεί όντως μια μεγάλη δύναμη και κυρίως τη μόνη χώρα της ΕΕ που όντως έχει ακόμη αυτό το προφίλ. Άλλωστε, αποτελεί και μια πλευρά του ανταγωνισμού με τη Γερμανία το γεγονός ότι η Γερμανία διεκδικεί ηγετικό ρόλο στην ΕΕ, ή τον πρώτο λόγο σε κρίσιμες διαπραγματεύσεις, όπως αυτές για μια πολιτική λύση στη Λιβύη, χωρίς να έχει κρίσιμα γνωρίσματα «μεγάλης δύναμης». Αντίθετα, η Γαλλία πάντα υπενθυμίζει ότι είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, έχει αποτρεπτική πυρηνική δύναμη, αεροπλανοφόρο και διεξάγει πολεμικές επιχειρήσεις εκτός συνόρων.

Η αντιπαράθεση με την Τουρκία για μια σειρά από ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι ένας τρόπος ώστε η Γαλλία να υπογραμμίσει αυτό το ρόλο και κάνει σαφές ότι δεν βλέπει με καλό μάτι την άνοδο περιφερειακών δυνάμεων που δεν δίνουν εγγυήσεις ότι θα τηρήσουν προηγούμενες ισορροπίες.

[ΠΗΓΗ: https://www.in.gr/, 3/9/2020]