Τα αμφιλεγόμενα ζητήματα μεταξύ του μέλους του ΝΑΤΟ Τουρκίας και των Δυτικοευρωπαϊκών χωρών αφθονούν: οι Σύριοι πρόσφυγες, τα θαλάσσια σύνορα της Τουρκίας με την Ελλάδα και την Κύπρο, τα δικαιώματα εξερεύνησης στην Ανατολική Μεσόγειο, οι τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Σύρια και στη Λιβύη, και η αρχιτεκτονική πυραυλικής άμυνας του ΝΑΤΟ.
Το τελευταίο διάστημα η Άγκυρα έχει επιλέξει να ακολουθήσει μια ανταγωνιστική προσέγγιση, καθιστώντας την αναταραχή βασικό παράγοντα της εξωτερικής της πολιτικής. Όταν οι υφιστάμενοι κανόνες δεν εξυπηρετούν τους στόχους της, όπως με τη διαμάχη για τα θαλάσσια σύνορα και την άδεια γεώτρησης, η Τουρκία μονομερώς δημιουργεί νέους κανόνες, με την πεποίθηση ότι η άλλη πλευρά θα υποκύψει στην πίεση.
Το θέμα των θαλάσσιων συνόρων έχει συζητηθεί και μελετηθεί για δεκαετίες. Πιο πρόσφατα, ανακαλύφθηκε αέριο στα αιγυπτιακά, ισραηλινά και κυπριακά νερά. Η εκμετάλλευση άλλων πιθανών ανακαλύψεων αερίου στην περιοχή είναι το σημείο στο οποίο εστιάζει τώρα η Άγκυρα.
Η διαφοροποίηση από την τρέχουσα ενεργειακή της εξάρτηση από το ρωσικό και ιρανικό αέριο θα ήταν πραγματικά επωφελής για την Τουρκία. Αλλά η πρόσφατη πτώση των τιμών αερίου και η μεγάλη διαθεσιμότητα υγροποιημένου φυσικού αερίου από πολλές πηγές, έχει καταστήσει την εκμετάλλευση των πηγών αερίου βαθέων υδάτων λιγότερο ελκυστική. Με άλλα λόγια, η κυριότητα και εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου δεν είναι ο βασικός μοχλός πίσω από την τρέχουσα πολιτική της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Οι λόγοι για την πολιτική στάση της Τουρκίας βρίσκονται στην εγχώρια πολιτική κατάσταση της χώρας.
Οι δημοσκοπήσεις είναι ζοφερές για το ΑΚΡ, το κόμμα του Τούρκου προέδρου Erdogan, το οποίο βρίσκεται στην εξουσία από το 2002. Από την συνταγματική αλλαγή του 2017, τις προεδρικές και νομοθετικές εκλογές του 2018, και τις δημοτικές εκλογές του 2019, το θρησκευτικό συντηρητικό κόμμα έχει χάσει την μακρά πολιτική του κυριαρχία στην Τουρκία.
Επιπλέον, μια σειρά λανθασμένων οικονομικών και νομισματικών αποφάσεων -ιδιαίτερα σε σχέση με τα επιτόκια- έχει θέσει την οικονομία και την τουρκική λίρα υπό πίεση, παρά το ότι δαπάνησε 65 δισ. Δολάρια σε συναλλαγματικά αποθεματικά για να προστατεύσει το νόμισμα της χώρας.
Ενισχύοντας τις τρέχουσες διαμάχες στην Ανατολική Μεσόγειο, η ηγεσία χρησιμοποιεί μια ρητορική που περιστρέφεται γύρω από θέματα όπως η “κατάκτηση” -που αναφέρεται στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453- οι “μάχες και πόλεμοι”, μια μεγάλη (και απροσδιόριστη) “ξένη συνωμοσία” και μια επιστροφή “στη δόξα.
Μια τεράστια εκστρατεία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λαμβάνει χώρα γύρω από αυτά τα θέματα, συνδυάζοντάς τα με νέες εξελίξεις στη στρατιωτική βιομηχανία, σε υποδομές και προοπτικές ενεργειακής παραγωγής. Ο εγχώριος πολιτικός στόχος είναι αρκετά σαφής: η ανάδειξη της ηγεσίας ως απαραίτητη άγκυρα σταθερότητας σε μια χώρα που πολιορκείται από εχθρικές δυνάμεις.
Στο παρασκήνιο, η διακυβέρνηση της Τουρκίας έχει εξελιχθεί σε ένα πλήρες αυταρχικό καθεστώς με ένα δικαστικό σώμα υπό εκτελεστικό έλεγχο, με την παντελή απουσία ανεξάρτητων ΜΜΕ, και μια καταπιεσμένη κοινωνία της πολιτείας. Το αποτέλεσμα είναι ότι το τουρκικό πολιτικό σύστημα είναι τώρα πολύ μακριά από τα δυτικά πρότυπα.
Αυτή η κατάσταση και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται από την Άγκυρα είναι εξ ορισμού το ακριβώς αντίθετο του ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού, ο οποίος δίνει αντί αυτού προτεραιότητα σε καλές σχέσεις γειτονίας και σε μια ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων.
Η Ευρώπη επιθυμεί διάλογο
Ο διάλογος και μια καλοπροαίρετη προσέγγιση στις αποκλίσεις είναι τα ευρωπαϊκά εργαλεία, και έχουν χρησιμοποιηθεί επανειλημμένως με την Άγκυρα -χωρίς αποτέλεσμα μέχρι στιγμής. Έχει γίνει δύσκολο να βρεθεί ένας τρόπος προς τα εμπρός, όπως αποδείχθηκε και από την χωρίς αποτέλεσμα επίσκεψη του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Heiko Maas στην Αθήνα και στην Άγκυρα στις 25 Αυγούστου.
Στην έκτακτη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 24-25 Σεπτεμβρίου, οι επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να επιβεβαιώσουν την αλληλεγγύη τους στην Ελλάδα και στην Κύπρο (η εσωτερική αλληλεγγύη είναι μια βασική αρχή της ΕΕ). Θα προσφέρει και πάλι την ετοιμότητα της να εμπλακεί σε έναν ειλικρινή διάλογο με την Τουρκία, υπό την προϋπόθεση ότι ένας τέτοιος διάλογος δεν διεξάγεται υπό μόνιμες απειλές.
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Mevlut Cavusoglu, επανέλαβε την ετοιμότητα της χώρας να μπουν σε έναν τέτοιο διάλογο, αλλά μόνο χωρίς ελληνικές προϋποθέσεις. Σε αυτό το σημείο, η ΕΕ και η Τουρκία είναι σε τέλειο αδιέξοδο.
Στην ουσία, η άποψη ότι η ενδοχώρα της Τουρκίας δικαιούται μια πιο δίκαια ΑΟΖ φέρει κάποια βαρύτητα -αν και όχι με την επέκταση που βρίσκει κανείς στους χάρτες της Άγκυρας ή σε εκείνους που προκύπτουν από την θαλάσσια συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης το Νοέμβριο του 2019.
Ορισμένες μη κυβερνητικές φωνές στην Τουρκία υποστηρίζουν ότι αυτή η συμπεριφορά σκοπό έχει απλώς να φέρει τις πλευρές στο τραπέζι. Με άλλα λόγια, ζητώντας δυνατά την πλήρη επαναχάραξη των θαλάσσιων συνόρων με τους τουρκικούς όρους και στέλνοντας πλοία δεξιά και αριστερά, θα ήταν το προοίμιο για μια πραγματική διαπραγμάτευση.
Εάν αποδεχθεί κανείς τους ισχυρισμούς του Erdogan, το λιγότερο που μπορεί να πει είναι ότι έχει μέχρι στιγμής παράγει το αντίθετο αποτέλεσμα. Η Ελλάδα, η Κύπρος και η ΕΕ αντιστέκονται στις μεθόδους εκφοβισμού της Άγκυρας -με όλο το κόστος που περιλαμβάνει αυτό.
Επιπλέον, η Άγκυρα χωρίζει τα μέλη της ΕΕ μεταξύ της Ελλάδος, της Κύπρου και της Γαλλίας, την οποία κατηγορεί για ενθάρρυνση της επιθετικότητας και στους άλλους -ειδικά τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ισπανία- που υποτίθεται ότι κατανοούν καλύτερα την Τουρκία. Η τουρκική κυβέρνηση κάνει ένα στρατηγικό λάθος υποθέτοντας ότι η ΕΕ είναι μια εξαντλημένη πολιτική δύναμη, την οποία μπορεί να διαιρέσει κατά βούληση και ότι οι ηγέτες της ΕΕ αναπόφευκτα θα υποχρεωθούν να υποκύψουν στην αίσθηση δύναμης της Τουρκίας.
Υπάρχει ειλικρινής προθυμία για συμβιβασμό στην Άγκυρα;
Φαίνεται αμφίβολο. Οποιαδήποτε συμβιβαστική λύση για τα θαλάσσια σύνορα θα έμοιαζε με ήττα για την τουρκική κυβέρνηση μετά από την ακραία ρητορική που χρησιμοποίησε τις τελευταίες εβδομάδες.
Επιπλέον, η ηγεσία του ΑΚΡ πρέπει να λάβει υπόψη την μαξιμαλιστική θέση του κρίσιμου συμμάχου της, του εθνικιστικού Κόμματος Εθνικού Κινήματος. Εάν αυτή η υπόθεση είναι έγκυρη, οι διαφορές για τα θαλάσσια σύνορα θα μπορούσαν να διαρκέσουν για κάποια ακόμη χρόνια μέχρι τις προεδρικές εκλογές του Ιουνίου 2023, τις οποίες ο Erdogan δεν αντέχει να χάσει.
Βραχυπρόθεσμα, ο μόνος δρόμος που έχει μπροστά της η ΕΕ είναι να τηρήσει τις αρχές της -ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην εσωτερική αλληλεγγύη και στην ετοιμότητα να συζητήσει τις αποκλίσεις με αξιοπρεπή τρόπο- ενώ αντιστέκεται σαφώς σε οποιαδήποτε προσπάθεια της Τουρκίας να εκβιάσει την πορεία της. Αυτό προϋποθέτει έναν συνδυασμό ευέλικτης διπλωματίας και ισχυρών στρατιωτικών ενδείξεων.
Εάν η Άγκυρα αντιληφθεί ότι η ΕΕ είναι πραγματικά ενωμένη γύρω από αυτές τις αρχές, πολύ πιο μακριά από τις προφανείς διαφορές στο στυλ και στη γλώσσα, υπάρχει ασφαλώς δρόμος για διάλογο. Εάν ένας τέτοιος διάλογος είναι ειλικρινής αλλά ανεπιτυχής, θα ήταν τελικά δυνατή η προσφυγή στο διεθνές δικαστήριο.
Η ουσία είναι εάν η τουρκική ηγεσία έχει ένα πραγματικό ενδιαφέρον στην ανεύρεση και υλοποίηση ενός συμβιβασμού ή εάν η στρατιωτική επίδειξη ισχύος και η επιθετική της ρητορική για κατάκτηση, είναι απλώς τα βασικά συστατικά για να εκτρέπεται η προσοχή του λαού από την θλιβερή οικονομική κατάσταση και τα χαμηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις.
Εάν ισχύει το τελευταίο, δεν αποκλείεται να ξεσπάσει “φωτιά” στην Ανατολική Μεσόγειο.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: https://carnegieeurope.eu/strategiceurope/82587
[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, του Marc Pierini, από https://carnegieeurope.eu/, 31/8/2020]