Monthly Archives: July 2020

ΦΟΒΟΙ ΓΙΑ ΑΚΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟ ΒΡΕΤΑΝΟΥΣ ΤΟΥΡΙΣΤΕΣ

Η απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης να θέσει σε υποχρεωτική καραντίνα τους τουρίστες που επιστρέφουν από την Ισπανία, μετά την άνοδο των κρουσμάτων που καταγράφεται το τελευταίο διάστημα, χωρίς εξαίρεση για τις Βαλεαρίδες και Κανάριες Νήσους, και η επακόλουθη ανατροπή των σχεδίων για διακοπές για χιλιάδες Βρετανούς, αναμένεται να οδηγήσει σε ακυρώσεις και σε άλλους προορισμούς, λόγω της αμφιβολίας που επικρατεί για την πραγματοποίηση ταξιδιών. Ανάμεσα σε αυτούς και η Ελλάδα, μαζί με τη Γαλλία και την Ισπανία.

Πρόκειται για μια εξέλιξη που ήδη έχουν αρχίσει να μεταδίδουν βρετανικά μέσα ενημέρωσης, αλλά και που ενστερνίζονται και παράγοντες της εγχώριας τουριστικής αγοράς, καθώς οι επιπλέον υγειονομικοί περιορισμοί δείχνουν πως “φρενάρουν” τις νέες κρατήσεις και αυξάνουν τις ακυρώσεις, όπως έχει γίνει και στη βόρεια Ελλάδα μετά την υποχρεωτική διενέργεια τεστ για τον κορονοϊό για επισκέπτες από τα Βαλκάνια.

Σύμφωνα με βρετανικά μέσα, οι tour operators μετρούν ήδη τις πρώτες ακυρώσεις σε τουριστικά πακέτα εκτός Ισπανίας, και στους ελληνικούς προορισμούς, μετά την παραπάνω απόφαση.  Είναι χαρακτηριστικό πως η TUI, η μεγαλύτερη εταιρεία διακοπών στην Ευρώπη, αποφάσισε να ακυρώσει όλες τα προγραμματισμένα πακέτα διακοπών της στην ηπειρωτική Ισπανία έως και την Κυριακή 9 Αυγούστου, μετά τα μέτρα που έλαβε η Βρετανία.

Στο μείζον θέμα που έχει προκύψει από την απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης επανήλθε και χθες με ανάρτησή του στο twitter ο CEO του ομίλου TUI Fritz Joussen, ο οποίος ζητούσε να βρεθεί λύση για τις Βαλεαρίδες και τα Κανάρια.

Διστακτικότητα στα ταξίδια

Φορείς από το χώρο των ξενοδοχείων μιλούν στο Capital.gr για μεγάλη διστακτικότητα στο κλείσιμο πακέτων από τη Μεγάλη Βρετανία, που ήταν από τις χώρες με μεγάλο αριθμό κρουσμάτων και θανάτων. Οι κρατήσεις είναι μειωμένες και κρατήσεις ακυρώνονται όσο πλησιάζει η ημερομηνία του ταξιδιού.

Σημειώνεται πως για την Ελλάδα η βρετανική αγορά είναι από τις πιο πρόσφατες που άνοιξαν, καθώς από τις 15 Ιουλίου επιτράπηκαν τελικά οι απευθείας πτήσεις.

Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά, μετά τη Γερμανία, για τον ελληνικό τουρισμό: μόνο την προηγούμενη χρονιά, σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, καταγράφηκαν 3,5 εκατ. αφίξεις και 2,5 δισ. έσοδα από τη Μεγάλη Βρετανία.

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, της Βίκυς Κουρλιμπίνη, 28/7/2020]

ΟΙ ΔΥΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ – Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Παρά τις πρωτοφανείς συνθήκες που δημιουργήθηκαν στην αγορά, λόγω της πανδημίας, η Παπουτσάνης, -το 30% του τζίρου της οποίας μέχρι και πέρυσι προερχόταν από τον ξενοδοχειακό κλάδο που σήμερα παραμένει επί της ουσίας σε αναστολή-, κατάφερε το πρώτο εξάμηνο του έτους, να αυξήσει 46% τον τζίρο της και κατά 275% τα καθαρά της κέρδη

Πορεία η οποία οφείλεται, αφ ενός στην αύξηση της κατανάλωσης των προϊόντων που παρήγαγε και πριν την κρίση και αφ ετέρου στην είσοδο της στην κατηγορία των βιοκτόνων και απολυμαντικών, η οποία βοήθησε καταλυτικά την ελληνική βιομηχανία να υπερκεράσει το κενό που δημιουργήθηκε από το “λουκέτο” στον τουριστικό κλάδο. 

Η περίπτωση της εταιρείας Παπουτσάνης, που εν μέσω κρίσης επένδυσε σε μια νέα κατηγορία, αύξησε τον τζίρο της και την κερδοφορία της, δεν είναι η μοναδική. Μια ακόμη εταιρεία η οποία, εν μέσω της πανδημίας, αποφάσισε να επενδύσει σημαντικά κεφάλαια για να εισέλθει σε μια νέα κατηγορία προϊόντων που ζητά η παγκόσμια αγορά, είναι η Lariplast.

Βέβαια υπάρχουν και αρκετές άλλες επιχειρήσεις, όχι μόνο ελληνικές, που είτε ανέστειλαν τελείως τα επενδυτικά τους σχέδια, είτε αποφάσισαν να τα παγώσουν, μέχρι νεοτέρας. Όπως η Premier Capital Ελλάς η οποία αναθεώρησε το επενδυτικό της πλάνο για την επέκταση της αλυσίδας McDonald’s στην Ελλάδα. 

Δύο αντίρροπες δυνάμεις, σε επενδυτικό επίπεδο, οι οποίες αναδεικνύονται και στην τελευταία ετήσια πανευρωπαϊκή έρευνα της EY

Ας δούμε όμως τι λέει η ετήσια έρευνα, της EY Attractiveness Survey Europe. Η γενική εικόνα είναι ότι ο COVID-19 έχει επηρεάσει αρνητικά, σε έναν βαθμό, τις διαθέσεις και τα σχέδια των επενδυτών, αλλά δεν έχει οδηγήσει, μέχρι στιγμής, στην απόλυτη περιστολή τους. Την ίδια στιγμή όμως, η πανδημία, δημιουργεί νέα δεδομένα που ενδέχεται να αλλάξουν ριζικά το τοπίο των επενδύσεων στο άμεσο μέλλον.

Ας ξεκινήσουμε με τα αρνητικά, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Σύμφωνα με τη δειγματοληπτική έρευνα της ΕΥ στα τέλη Απριλίου, ένας στους δύο επενδυτές (51%) προγραμματίζει περιορισμένη μείωση των επενδυτικών του σχεδίων για φέτος και το 23% θα τα αναβάλει για το 2021 ή και αργότερα.

Την ίδια στιγμή το 15% απαντά ότι θα προχωρήσει σε μείωση του ύψους της επένδυσης που θα υπερβαίνει το 20%, ενώ το 11% δεν προβλέπει μεταβολή των σχεδίων του. Κανένας από τους ερωτώμενους δεν απάντησε ότι σχεδιάζει, είτε να αυξήσει τα επενδυτικά του σχέδια, είτε να τα ακυρώσει εντελώς.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Τι συμβαίνει όμως στην Ελλάδα; Στην ερώτηση αν τα σχέδιά τους έχουν επηρεαστεί από την εκδήλωση του COVID-19, ένας στους δύο εκπροσώπους επιχειρήσεων που συμμετείχε στην έρευνα, δήλωσε ότι σχεδιάζει να επενδύσει στην Ελλάδα στη διάρκεια του επόμενου δωδεκάμηνου (28% του συνόλου) και ότι δεν υπάρχει κάποια αλλαγή στον σχεδιασμό.

Αντίστοιχο ποσοστό, ανέφερε ότι έχει παγώσει τα σχέδιά του, ενώ το 6% του δείγματος απάντησε ότι τα ακύρωσαν, ενώ ποσοστό 2% ανέφερε ότι σκοπεύει να προχωρήσει σε σημαντική (μεγαλύτερη του 20%) ή περιορισμένη (μικρότερη του 20%) μείωση της σχεδιαζόμενης επένδυσης. 

Κι όμως παρά τον δισταγμό που υπάρχει, τόσο σε πανευρωπαϊκό όσο και σε ελληνικό επίπεδο, από την έρευνα αναδεικνύεται και μια άλλη όψη, η οποία υπό προϋποθέσεις, μπορεί να ωφελήσει επενδυτικά, άρα και σε επίπεδο απασχόλησης και σε επίπεδο οικονομίας, την Ελλάδα. 

Η πανδημία, σε συνδυασμό με τις εντεινόμενες γεωπολιτικές εντάσεις, ευαισθητοποίησε το σύνολο των επιχειρήσεων ως προς την ανάγκη οικοδόμησης πιο ευέλικτων, διαφοροποιημένων και ανθεκτικών αλυσίδων εφοδιασμού. 

Σύμφωνα με τα ευρήματα της, τρεις είναι οι κυρίαρχες τάσεις: 

μετακίνηση των αλυσίδων εφοδιασμού προς χώρες χαμηλού κόστους στα όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Αφρική (83%), 

μετάβαση σε ευέλικτα σχήματα προσθετικής παραγωγής, όπως οι τρισδιάστατες (3D) εκτυπώσεις (77%), 

και μείωση της εξάρτησης από μία αποκλειστική ή κυρίαρχη χώρα εφοδιασμού (61%).

Πώς όμως σχεδιάζουν να αλλάξουν το μοντέλο της εφοδιαστικής αλυσίδας τους, στην Ελλάδα, ως απάντηση στον COVID-19; Το 21% των συμμετεχόντων ανέφερε ότι σκοπεύει να μειώσει την εξάρτηση της επιχείρησής του από μια μοναδική ή κυρίαρχη χώρα εφοδιασμού, ενώ ποσοστό 20% απάντησε ότι θα ενισχύσει την παραγωγική παρουσία της εταιρείας του στην Ελλάδα.

Η απάντηση βρίσκεται στο ίδιο μήκος κύματος με τα ευρήματα της ευρωπαϊκής έρευνας, σύμφωνα με την οποία, 37% των ερωτώμενων σκοπεύουν να ενισχύσουν την παραγωγική παρουσία τους στην Ευρώπη, ενώ σε άλλη ερώτηση της ευρωπαϊκής έρευνας, σχετικά με τις αναδυόμενες τάσεις μετά την πανδημία, 21% των ερωτώμενων προβλέπουν τάση επιστροφής των πηγών εφοδιασμού στις χώρες προορισμού ή κοντά σε αυτές (nearshoring ή reshoring). 

Αυτό το εύρημα ίσως να συνδέεται και με τις απαντήσεις που έδωσαν στην ερώτηση αν έχει επηρεάσει την άποψή τους για την ελκυστικότητα της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού, η διαχείριση της κρίσης του COVID-19.

Τέσσερις στους 10 ερωτώμενους (ποσοστό 41%) απάντησαν ότι η άποψή τους για τη χώρα βελτιώθηκε, με το ποσοστό να φθάνει το 60% μεταξύ όσων δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, έναντι 18% των υπολοίπων.

Το 51% του δείγματος δήλωσε ότι η άποψή του δεν έχει επηρεασθεί, ενώ 4% ανέφερε ότι έχει τώρα χειρότερη άποψη, ποσοστό που, παραδόξως, φθάνει στο 6% μεταξύ όσων δραστηριοποιούνται στη χώρα.

Τριπλασιάσθηκε το ενδιαφέρον για επενδύσεις στη βιομηχανία

Αν και η Ελλάδα συνεχίζει να κατατάσσεται χαμηλά, όσον αφορά την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και μάλιστα greenfield (άμεσες τοποθετήσεις σε νέες μονάδες και εγκαταστάσεις, εξαιρώντας τις πιθανές εξαγορές), καταφέρνοντας μόλις το 2019 να μπει στην 30άδα (καταλαμβάνοντας την 29η θέση), εν τούτοις η έρευνα παρουσιάζει ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις σε σχέση με πέρσι.

Στην πρώτη θέση παραμένει η δημιουργία γραφείων πωλήσεων ή μάρκετινγκ, με μειωμένο, όμως, ποσοστό (30%) σε σχέση με πέρσι (40%). Στη δεύτερη θέση, βρίσκεται φέτος η βιομηχανία, με ποσοστό 26%, έναντι μόλις 9% πέρσι. Το εύρημα αυτό εφόσον επιβεβαιωθεί, αντανακλά την στροφή των επενδυτών προς έναν τομέα κρίσιμο για την ελληνική οικονομία, καθώς είναι εντάσεως κεφαλαίου και με υψηλή προστιθέμενη αξία. 

Oι δραστηριότητες που σχετίζονται με την εφοδιαστική αλυσίδα και τα logistics, βρίσκονται φέτος στην τρίτη θέση, με σταθερό το ποσοστό προτιμήσεων στο 19%, υπερδιπλάσιο από το αντίστοιχο ποσοστό για το σύνολο της Ευρώπης.

Ακολουθούν οι υπηρεσίες back office με ποσοστό μειωμένο σε σχέση με το 2019 (9% από 13%), στοιχείο αποθαρρυντικό, καθώς επενδύσεις σε shared services centers, data centers, κ.λπ., δημιουργούν σημαντικό αριθμό θέσεων εργασίας.

Η δημιουργία κεντρικών γραφείων (headquarters) και κέντρων εκπαίδευσης, εμφανίζεται ενισχυμένη, με ποσοστό 5% από 1% και 2% πέρσι αντίστοιχα, ενώ η συμμετοχή των κέντρων έρευνας & ανάπτυξης έχει μειωθεί από 8% σε 3%

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, της Αλεξάνδρας Γκίτση, 28/7/2020]

ΣΤΟΧΟ ΓΙΑ ΜΗΔΕΝΙΚΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΚΑΥΣΑΕΡΙΩΝ ΘΕΤΟΥΝ ΜΕΓΑΛΟΙ ΟΜΙΛΟΙ

Θέλοντας να αποφύγουν μια εξαναγκαστική, αιφνίδια και επιζήμια προσαρμογή τους σε περιορισμούς που θα αποφασίσουν οι κυβερνήσεις όταν θα έχει επιταχυνθεί η κλιματική αλλαγή, επιχειρηματικοί κολοσσοί θέτουν οι ίδιοι φιλόδοξους στόχους και σπεύδουν να μειώσουν θεαματικά τις εκπομπές  καυσαερίων μέχρι το 2050. Οπως αναφέρει σχετικό ρεπορτάζ του Bloomberg, τελευταία στη σειρά έθεσε φιλόδοξο στόχο για μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα η ιταλική πετρελαϊκή Eni SpA, όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Κλάουντιο Ντεσκάλτζι. Εχουν προηγηθεί αντίστοιχες κινήσεις από τις άλλες τέσσερις μεγάλες πετρελαϊκές, Repsol, BP, Royal Dutch Shell και Total. Και η χρονική στιγμή που το αποφάσισαν δεν είναι τυχαία.

Τον Ιούνιο του περασμένου έτους η Βρετανία και η Γαλλία ψήφισαν νόμους που καθιστούν υποχρεωτικό τον μηδενισμό των εκπομπών καυσαερίων μέχρι το 2050. Τον Δεκέμβριο, άλλωστε, οι Βρυξέλλες εξέφρασαν την πρόθεση να θέσουν αντίστοιχο στόχο. «Αυτός ο κλάδος προσαρμόζεται πολύ γρήγορα στα δεδομένα της οικονομίας και της πολιτικής», σχολίασε σχετικά ο Μπομπ Ντάντλεϊ, πρώην διευθύνων σύμβουλος της ΒΡ και πρόεδρος της Πρωτοβουλίας Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου για το Κλίμα.

Συμβαίνει, έτσι, αυτό ακριβώς που προέβλεψε ομάδα επενδυτών πριν από δύο χρόνια, δηλαδή την «αναπόφευκτη προσαρμογή της πολιτικής» (IPR). Οπως εξηγούν, οι πολιτικές που έχουν εφαρμόσει έως τώρα οι κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι ανεπαρκείς και δεν πρόκειται να επιτύχουν τους στόχους που είχε θέσει η Συμφωνία των Παρισίων. Η αγορά προεξοφλεί, έτσι, πως στο εγγύς μέλλον δεν θα υπάρξουν περαιτέρω πολιτικές που θα στοχεύουν στην προστασία του κλίματος. Δεδομένου όμως ότι η πραγματικότητα της κλιματικής αλλαγής γίνεται όλο και πιο ορατή, αναπόφευκτα οι κυβερνήσεις θα αναγκαστούν να δράσουν πολύ πιο αποφασιστικά από όσο το έχουν κάνει μέχρι τώρα. Εν ολίγοις η εν λόγω ομάδα επενδυτών προβλέπει πως οι πολιτικοί θα πιεστούν και θα προχωρήσουν πολύ πιο δραστικά στο χρονικό διάστημα από το 2023 έως το 2025. Τότε ο κόσμος όλος θα σπεύσει να μειώσει δραματικά τις εκπομπές καυσαερίων.

Οπως όμως τονίζει ο Μπεν βαν Μπέρντεν, διευθύνων σύμβουλος της Royal Dutch Shell, οι επιχειρήσεις εκφράζουν φόβους πως τότε θα μπορούσε να ακολουθήσει μια «άτακτη μετάβαση» στη νέα κατάσταση, μια εσπευσμένη αλλαγή μοντέλου. Το αποτέλεσμά της θα ήταν μοιραία η απαξίωση των περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων και για τους επενδυτές η απώλεια αποδόσεων που θεωρούσαν δεδομένες.

«Οταν περιμένει κανείς να δράσουν οι κυβερνήσεις, στο τέλος είναι πολύ αργά», σχολιάζει σχετικά ο Αντριου Γκραντ, επικεφαλής του τομέα πετρελαίου, φυσικού αερίου και ορυχείων της Carbon Tracker, και τονίζει πως «η συνετή στάση είναι να δράσει κανείς προτού συμβούν αυτά». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Τζέισον Εϊς, εκτελεστικός διευθυντής της Vivid Economics, εκπόνησε ένα πλαίσιο πιθανών σεναρίων για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις να επανεξετάσουν τις προτεραιότητές τους και τους επενδυτές να τροποποιήσουν τα χαρτοφυλάκιά τους. Και έχει ήδη αποτέλεσμα. «Αλλάζει πραγματικά ο τρόπος με τον οποίο μιλούν οι επενδυτές στις επιχειρήσεις σε ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή», τονίζει ο Εϊς.

Ετσι, πολλές από τις μεγάλες πετρελαϊκές της Ευρώπης που μίλησαν στον Εϊς υιοθετούν τώρα σχέδια για μηδενικές εκπομπές καυσαερίων. Και η τάση δεν περιορίζεται στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Πολλές επιχειρήσεις καταναλωτικών ειδών ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποια θα θέσει το πλέον φιλόδοξο σχέδιο κατά της κλιματικής αλλαγής. Οι εταιρείες ορυχείων προσπαθούν να ξεφορτωθούν τις επενδύσεις τους στον τομέα του άνθρακα. Οι βιομηχανίες ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων αντλούν δυσθεώρητα ποσά από επενδυτές. Και οι εταιρείες κοινής ωφελείας θέλουν να γίνουν κολοσσοί που θα κινούνται με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

Είμαστε ακόμη στη μέση της πανδημίας και η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια αντί να επιβραδύνεται έχει επιταχυνθεί. Επιχειρήσεις και επενδυτές δρομολογούν μεταβολές για να αποφύγουν μια άτακτη μετάβαση στη νέα κατάσταση, αλλά πάντως υπάρχει ακόμη δρόμος μπροστά. Μεταξύ άλλων, ο Εϊς επικαλείται ως απόδειξη της εξέλιξης την Πράσινη Συμφωνία της Κομισιόν και την εργασία που εκπόνησε ως προς το τι αποτελεί και τι δεν αποτελεί «πράσινη» επένδυση.

[ΠΗΓΗ: https://energypress.gr/, από «Καθημερινή», 28/7/2020]

ΟΙ ΠΕΤΡΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΤΟΜΕΙΟ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΕ Ο ΠΟΛ ΣΕΖΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ

H φύση, η γεωλογία, η γη, οι βράχοι, αποτελούν ένα υποεκτιμημένο μέρος της ζωγραφικής και των έργων του Πολ Σεζάν, πατέρα της σύγχρονης τέχνης που γοητεύτηκε όσο λίγοι καλλιτέχνες από τη δύναμη της φύσης και τη μετέφερε στο έργο του. Από το 1985, όταν επισκέφθηκε για πρώτη φορά στα λατομεία Bibémus και ανέβηκε στο Montagne Sainte-Victoire λάτρεψε το λαβυρινθικό τοπίο των λατομείων και τα ζωγράφισε εκτενώς.

Με αφορμή αυτή τη σχέση, το πανεπιστήμιο του Πρίνστον οργάνωσε μια έκθεση τον Φεβρουάριο, με τίτλο Cézanne: The Rock and Quarry Paintings, λίγο πριν το γενικό lockdown λόγω κορονοϊού, με 15 από τα πιο σημαντικά έργα που χαρακτηρίζονται από τις πολλές απεικονίσεις του Mont Sainte-Victoire – το υπέροχο βουνό με θέα στην Aix-en-Provence, το οποίο έγινε επαναλαμβανόμενο μοτίβο από τη δεκαετία του 1880.

Το ενδιαφέρον του Σεζάν για τη γεωλογία έγινε βαθύτερο, όταν άρχισε να ανακαλύπτει τις υφές και τις ραβδώσεις των πετρωμάτων και το έργο του γέμισε με αριστοτεχνικά φτιαγμένες πέτρες, λατομεία και γκρεμούς. Τα στοιχεία της φύσης τον γοήτευαν πάντα και μάλιστα έτσι το 1906, βρήκε τον θάνατο έχοντας περάσει τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του απομονωμένος, ζωγραφίζοντας. Μια μέρα, ενώ ζωγράφιζε στη φύση ξέσπασε μια καταιγίδα. Έμεινε μέσα στη βροχή για δυο ώρες και τον βρήκε ένας διερχόμενος οδηγός που τον μετέφερε στο σπίτι του. Την επόμενη μέρα αντί να αναρρώσει βγήκε ξανά στους αγρούς για να συνεχίσει το έργο του, κάτι που απέβη μοιραίο τελικά. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 22 Οκτωβρίου 1906 πέθανε από πνευμονία.

  1. Bibémus Quarry (1895–1900), Paul Cézanne. Nelson-Atkins Museum of Art, Kansas City
  2. Trees and Rocks (1900–04), Paul Cézanne. Dixon Gallery and Gardens, Memphis
  3. Trees and Rocks (1900–04), Paul Cézanne. Dixon Gallery and Gardens, Memphis
  4. L’Estaque (detail; 1879–83), Paul Cézanne. Museum of Modern Art, New York

[ΠΗΓΗ: https://www.elculture.gr/, της Αργυρώς Μποζώνη, 26/7/2020]

ΑΓΟΡΕΣ: ΤΟ ΙΛΙΓΓΙΩΔΕΣ ΡΑΛΙ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΘΑ ΕΧΕΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Ο χρυσός αποτελεί το asset με τις καλύτερες επιδόσεις φέτος, τη στιγμή που η πλειονότητα των αναλυτών εκτιμά πως το ράλι θα συνεχιστεί και το 2021, παρά το γεγονός ότι ήδη φλερτάρει με τα υψηλότερα επίπεδα από το ρεκόρ του 2011, έχοντας την περασμένη εβδομάδα βρεθεί μια ανάσα από τα 1.900 δολάρια η ουγκιά.

Το “blockbuster” του 2020, όπως πλέον το χαρακτηρίζουν, σημείωσε άνοδο σχεδόν 20% το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, μετά το ράλι 18% το 2019, το οποίο και αποτελεί απόδειξη ότι το πολύτιμο μέταλλο ήταν ήδη σε μια καλά εδραιωμένη bull market πριν από την πανδημία. Τους τελευταίους μήνες ο χρυσός ενισχύθηκε, καθώς η οικονομική αβεβαιότητα που προκάλεσε το σοκ της πανδημίας οδήγησε τους επενδυτές να αναζητήσουν το απόλυτο καταφύγιο από την καταιγίδα, τη στιγμή που η εμφάνιση της COVID-19 έχει αλλάξει δραματικά την παγκόσμια οικονομία, αποσυνδέοντας τις χρηματοπιστωτικές αγορές, διαταράσσοντας το εμπόριο και τις επενδύσεις, αυξάνοντας την ανεργία και προκαλώντας αναταράξεις στις διεθνείς σχέσεις.

Μπορεί οι αγορές μετοχών να έχουν επίσης πολύ καλές επιδόσεις, προς έκπληξη πολλών, καθώς το ράλι που ακολούθησε το sell-off του Φεβρουαρίου-Μαρτίου αιφνιδίασε ακόμα και τους πιο… ψύχραιμους, ωστόσο ο παράγοντας “αβεβαιότητα” τις κάνει ευάλωτες και οδηγεί συχνά σε έντονα σκαμπανεβάσματα και σε… ανήσυχους και νευρικούς, έτσι, επενδυτές. Ο ίδιος ωστόσο αυτός παράγοντας, η αβεβαιότητα, είναι και το μεγάλο “όπλο” του χρυσού. Όσο διατηρείται, τόσο τα funds θα κρατούν και θα αυξάνουν τις θέσεις τους στο πολύτιμο μέταλλο, με τους αναλυτές να βλέπουν εκτόξευση της τιμής του ακόμα και στα 3.000 δολάρια (!) μεσοπρόθεσμα.

Τι μπορεί να σταματήσει το ράλι

Αν υποθέσουμε πως ο μόνος κίνδυνος για τις αγορές διεθνώς είναι η εξέλιξη της πανδημίας, αυτός θα εκμηδενιστεί μόνο όταν βρεθεί ένα αποτελεσματικό εμβόλιο. Έως τότε μπορεί η ροή ειδήσεων να οδηγεί σε “εκρήξεις” στις μετοχές, άλλοτε ανοδικές και άλλοτε καθοδικές, όμως η αβεβαιότητα για το “πότε” θα έρθει το τέλος αυτού του μεγάλου σοκ που χτύπησε την ανθρωπότητα το 2020 πάντα θα διατηρεί την ανάγκη των χαρτοφυλακίων, μικρών και μεγάλων, για “ασφάλεια”.

Ωστόσο, η πανδημία δεν είναι ο μοναδικός κίνδυνος. Στον χάρτη του ρίσκου είναι τα γεωπολιτικά, οι εκλογές των ΗΠΑ και, φυσικά, όλα τα… κατάλοιπα που θα αφήσει ο κορονοϊός στις οικονομίες τα οποία δεν θα “θεραπευθούν” με ένα εμβόλιο. Ο χρυσός αποτελεί παραδοσιακά το μεγαλύτερο επενδυτικό καταφύγιο σε περιόδους αβεβαιότητας και ανασφάλειας γύρω από τις προοπτικές της οικονομίας. Και σε αυτό το σημείο βρισκόμαστε εδώ και μήνες και θα είμαστε για καιρό ακόμα.

Οι λόγοι πίσω από το ράλι

Όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, οι πραγματικοί λόγοι που ο χρυσός “τρέχει” και θα συνεχίσει να το κάνει είναι αμέτρητοι, όπως: τα τεράστια δημοσιονομικά πακέτα τόνωσης σε ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση και Ασία για την αντιμετώπιση του σοκ της πανδημίας και της βαθιάς ύφεσης που προκαλεί, η χαλαρή νομισματική πολιτική –συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης του ισολογισμού των κεντρικών τραπεζών–, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και οι κίνδυνοι σχετικά με το εμπόριο, η αβεβαιότητα γύρω από τις εκλογές των ΗΠΑ, τα πολύ χαμηλά επίπεδα των αποδόσεων των ομολόγων διεθνώς, η αυξημένη ζήτηση για το πολύτιμο μέταλλο όπως αποτυπώνεται και στα ETFs χρυσού, τα οποία έχουν εκτοξευθεί, και το πιο αδύναμο δολάριο.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως, σύμφωνα με τα στοιχεία της Commodity Futures Trading Commission στις ΗΠΑ, στοιχήματα” των επενδυτών κατά του δολαρίου βρίσκονται κοντά στα υψηλά δύο ετών και οι επενδυτές είναι long σε όλα τα νομίσματα του G10 και έναντι του δολαρίου, ενώ το αμερικανικό νόμισμα αναμένεται να δεχτεί σημαντικό πλήγμα και από το ευρώ, το οποίο ήδη “τρέχει” μετά και τη συμφωνία της Ε.Ε για το Ταμείο Ανάκαμψης.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες θα ενισχύσουν και θα επεκτείνουν το ράλι του χρυσού, καθώς οι επενδυτές θα συνεχίσουν να κυνηγούν το πολύτιμο μέταλλο λόγω των χαρακτηριστικών άμυνας και ρευστότητας που διαθέτει.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της BlackRock, οι εισροές στα ETFs χρυσού έχουν εκτιναχθεί κατά 25% από τις αρχές του έτους και αγγίζουν συνολικά τα 25 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό από μόνο του αρκεί για να “εξηγήσει” το άλμα που έχει σημειώσει το πολύτιμο μέταλλο. Η μαζική στροφή των επενδυτών προς τον χρυσό λόγω COVID-19 ώθησε τις θέσεις των ETFs χρυσού σε επίπεδα-ρεκόρ και ο αντίκτυπος αυτής της “στροφής” ξεπέρασε τη μείωση της ζήτησης για κοσμήματα, που αποτελούν αγαθό πολυτελείας που δεν “ευνοείται” σε περιόδους ύφεσης. Οι θέσεις long στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων Comex είναι επίσης υψηλές. Η HSBC εκτιμά πως τόσο τα ETFS όσο και futures χρυσού (Comex) θα σημειώσουν περαιτέρω άνοδο λόγω της σταθερής ζήτησης των επενδυτών για “ασφαλή καταφύγια” που προκαλούν οι αυξημένοι κίνδυνοι στην οικονομία και οι χαμηλές αποδόσεις σε άλλα assets.

Η βρετανική τράπεζα δηλώνει “ταύρος” για τον χρυσό, προβλέποντας περαιτέρω ράλι για μεγάλο διάστημα και ακόμα και το 2021, όταν η παγκόσμια οικονομία μπει σε φάση ανάκαμψης. Όπως σημειώνει, οι τιμές του χρυσού, οι οποίες είχαν ήδη αυξηθεί πολύ πριν από την εμφάνιση της COVID-19, επωφελούνται περαιτέρω από τη ζήτηση των επενδυτών λόγω της αβεβαιότητας που προκαλεί η πανδημία. Ο χρυσός ωφελείται τόσο από τις εκτεταμένες αγορές θεσμικών επενδυτών όσο και από τις αγορές ιδιωτών, καθώς οι επενδυτές κυνηγούν το πολύτιμο μέταλλο λόγω των ποιοτικών χαρακτηριστικών που έχει ως asset.

Οι αβεβαιότητες στο υγειονομικό, το χρηματοπιστωτικό και το οικονομικό μέτωπο που δημιουργούνται από την πανδημία COVID-19 και οι συνέπειές τους είναι πιθανό να συνεχίσουν να υποστηρίζουν το ράλι του χρυσού το επόμενο διάστημα, αλλά και το 2021, όπως εκτιμά η HSBC. Ακόμα και όταν η οικονομία αρχίσει να ανακάμπτει από την επόμενη χρονιά, ο χρυσός θα συνεχίσει –έστω και με λιγότερους έντονους ρυθμούς σε σχέση με φέτος– να προσελκύει τους επενδυτές, ενώ οι γεωπολιτικοί και εμπορικοί κίνδυνοι υποστηρίζουν επίσης τη συνέχιση του ράλι στην τιμή του.

Η βρετανική τράπεζα εκτιμά ότι η bull market του χρυσού θα ενισχυθεί περαιτέρω από τις συνεχιζόμενες επιπτώσεις από την πανδημία, τονίζοντας ότι το πολύτιμο μέταλλο κατάφερε να διατηρήσει το ράλι παρά τη σημαντική ανάκαμψη των μετοχών. Η ανάγκη για ένα ασφαλές καταφύγιο ακόμα και μετά την περαιτέρω χαλάρωση των περιορισμών και περαιτέρω κερδών στις μετοχές θα στηρίξει την πορεία του χρυσού για ένα μεγάλο διάστημα ακόμα, καταλήγει.

Ράλι για τους επόμενους 18 μήνες βλέπουν 42 funds

Οι τιμές του χρυσού θα ενισχυθούν σε επίπεδα-ρεκόρ τούς επόμενους 18 μήνες, καθώς η κρίση του κορονοϊού ενθαρρύνει τους επενδυτές να συσσωρεύσουν το πολύτιμο μέταλλο ως αντιστάθμιση (hedging) έναντι πιθανών αναταραχών στις ευρύτερες αγορές, σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση του Reuters. Ωστόσο, οι χαμηλές πωλήσεις κοσμημάτων στην Ασία και η προοπτική οικονομικής ανάκαμψης θα περιορίσουν την ταχύτητα του ράλι, σύμφωνα με τα funds που συμμετείχαν.

Η δημοσκόπηση σε 42 αναλυτές και traders χρυσού έδειξε πως η μέση πρόβλεψη για την τιμή του χρυσού το 2020 ήταν στα 1.713 δολάρια ανά ουγκιά και τα 1.800 δολάρια το 2021, έναντι των προβλέψεων για 1.639 και 1.655 δολάρια ανά ουγκιά, αντίστοιχα, σε παρόμοια έρευνα τον Απρίλιο.

“Όσο μεγαλύτερη είναι η αβεβαιότητα σχετικά με τον έλεγχο του ιού, τόσο πιο bullish είναι οι προοπτικές για τον χρυσό”, σημειώνει η αναλύτρια της StoneX, Rhona O’Connell, προσθέτοντας ότι οι τιμές θα μπορούσαν να φτάσουν σε επίπεδα-ρεκόρ πάνω από τα 2.000 δολάρια το 2021.Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ:

[ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr/, της Ελευθερίας Κούρταλη, 26/7/2020]