ΣΤΟΧΟ ΓΙΑ ΜΗΔΕΝΙΚΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΚΑΥΣΑΕΡΙΩΝ ΘΕΤΟΥΝ ΜΕΓΑΛΟΙ ΟΜΙΛΟΙ

Θέλοντας να αποφύγουν μια εξαναγκαστική, αιφνίδια και επιζήμια προσαρμογή τους σε περιορισμούς που θα αποφασίσουν οι κυβερνήσεις όταν θα έχει επιταχυνθεί η κλιματική αλλαγή, επιχειρηματικοί κολοσσοί θέτουν οι ίδιοι φιλόδοξους στόχους και σπεύδουν να μειώσουν θεαματικά τις εκπομπές  καυσαερίων μέχρι το 2050. Οπως αναφέρει σχετικό ρεπορτάζ του Bloomberg, τελευταία στη σειρά έθεσε φιλόδοξο στόχο για μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα η ιταλική πετρελαϊκή Eni SpA, όπως ανέφερε ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Κλάουντιο Ντεσκάλτζι. Εχουν προηγηθεί αντίστοιχες κινήσεις από τις άλλες τέσσερις μεγάλες πετρελαϊκές, Repsol, BP, Royal Dutch Shell και Total. Και η χρονική στιγμή που το αποφάσισαν δεν είναι τυχαία.

Τον Ιούνιο του περασμένου έτους η Βρετανία και η Γαλλία ψήφισαν νόμους που καθιστούν υποχρεωτικό τον μηδενισμό των εκπομπών καυσαερίων μέχρι το 2050. Τον Δεκέμβριο, άλλωστε, οι Βρυξέλλες εξέφρασαν την πρόθεση να θέσουν αντίστοιχο στόχο. «Αυτός ο κλάδος προσαρμόζεται πολύ γρήγορα στα δεδομένα της οικονομίας και της πολιτικής», σχολίασε σχετικά ο Μπομπ Ντάντλεϊ, πρώην διευθύνων σύμβουλος της ΒΡ και πρόεδρος της Πρωτοβουλίας Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου για το Κλίμα.

Συμβαίνει, έτσι, αυτό ακριβώς που προέβλεψε ομάδα επενδυτών πριν από δύο χρόνια, δηλαδή την «αναπόφευκτη προσαρμογή της πολιτικής» (IPR). Οπως εξηγούν, οι πολιτικές που έχουν εφαρμόσει έως τώρα οι κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι ανεπαρκείς και δεν πρόκειται να επιτύχουν τους στόχους που είχε θέσει η Συμφωνία των Παρισίων. Η αγορά προεξοφλεί, έτσι, πως στο εγγύς μέλλον δεν θα υπάρξουν περαιτέρω πολιτικές που θα στοχεύουν στην προστασία του κλίματος. Δεδομένου όμως ότι η πραγματικότητα της κλιματικής αλλαγής γίνεται όλο και πιο ορατή, αναπόφευκτα οι κυβερνήσεις θα αναγκαστούν να δράσουν πολύ πιο αποφασιστικά από όσο το έχουν κάνει μέχρι τώρα. Εν ολίγοις η εν λόγω ομάδα επενδυτών προβλέπει πως οι πολιτικοί θα πιεστούν και θα προχωρήσουν πολύ πιο δραστικά στο χρονικό διάστημα από το 2023 έως το 2025. Τότε ο κόσμος όλος θα σπεύσει να μειώσει δραματικά τις εκπομπές καυσαερίων.

Οπως όμως τονίζει ο Μπεν βαν Μπέρντεν, διευθύνων σύμβουλος της Royal Dutch Shell, οι επιχειρήσεις εκφράζουν φόβους πως τότε θα μπορούσε να ακολουθήσει μια «άτακτη μετάβαση» στη νέα κατάσταση, μια εσπευσμένη αλλαγή μοντέλου. Το αποτέλεσμά της θα ήταν μοιραία η απαξίωση των περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων και για τους επενδυτές η απώλεια αποδόσεων που θεωρούσαν δεδομένες.

«Οταν περιμένει κανείς να δράσουν οι κυβερνήσεις, στο τέλος είναι πολύ αργά», σχολιάζει σχετικά ο Αντριου Γκραντ, επικεφαλής του τομέα πετρελαίου, φυσικού αερίου και ορυχείων της Carbon Tracker, και τονίζει πως «η συνετή στάση είναι να δράσει κανείς προτού συμβούν αυτά». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Τζέισον Εϊς, εκτελεστικός διευθυντής της Vivid Economics, εκπόνησε ένα πλαίσιο πιθανών σεναρίων για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις να επανεξετάσουν τις προτεραιότητές τους και τους επενδυτές να τροποποιήσουν τα χαρτοφυλάκιά τους. Και έχει ήδη αποτέλεσμα. «Αλλάζει πραγματικά ο τρόπος με τον οποίο μιλούν οι επενδυτές στις επιχειρήσεις σε ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή», τονίζει ο Εϊς.

Ετσι, πολλές από τις μεγάλες πετρελαϊκές της Ευρώπης που μίλησαν στον Εϊς υιοθετούν τώρα σχέδια για μηδενικές εκπομπές καυσαερίων. Και η τάση δεν περιορίζεται στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου. Πολλές επιχειρήσεις καταναλωτικών ειδών ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποια θα θέσει το πλέον φιλόδοξο σχέδιο κατά της κλιματικής αλλαγής. Οι εταιρείες ορυχείων προσπαθούν να ξεφορτωθούν τις επενδύσεις τους στον τομέα του άνθρακα. Οι βιομηχανίες ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων αντλούν δυσθεώρητα ποσά από επενδυτές. Και οι εταιρείες κοινής ωφελείας θέλουν να γίνουν κολοσσοί που θα κινούνται με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

Είμαστε ακόμη στη μέση της πανδημίας και η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια αντί να επιβραδύνεται έχει επιταχυνθεί. Επιχειρήσεις και επενδυτές δρομολογούν μεταβολές για να αποφύγουν μια άτακτη μετάβαση στη νέα κατάσταση, αλλά πάντως υπάρχει ακόμη δρόμος μπροστά. Μεταξύ άλλων, ο Εϊς επικαλείται ως απόδειξη της εξέλιξης την Πράσινη Συμφωνία της Κομισιόν και την εργασία που εκπόνησε ως προς το τι αποτελεί και τι δεν αποτελεί «πράσινη» επένδυση.

[ΠΗΓΗ: https://energypress.gr/, από «Καθημερινή», 28/7/2020]