ΙΣΧΥΡΟ ΣΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΟΔΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΟΝ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΧΑΡΤΗ ΔΙΝΕΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ

Ισχυρό σήμα για την επάνοδο της Ελλάδας στον επενδυτικό χάρτη, δίνει η εμβληματικού χαρακτήρα επένδυση στο Ελληνικό, προδιαγράφοντας επίσης την προοπτική σημαντικής συμβολής στην αύξηση του ΑΕΠ και στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης. 

Η  υπογραφή των ΚΥΑ για την υλοποίηση της επένδυσης και η χθεσινή ανακοίνωση της Lamda Development ότι αναλαμβάνει το έργο του Ελληνικού σε ποσοστό 100% μέσω αυξήσεως μετοχικού κεφαλαίου 650 εκατ. ευρώ που θα εξεταστεί σε έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων στις 10 Οκτωβρίου, αποτελούν τον προπομπό για σειρά επενδύσεων που αναμένονται και θα αλλάξουν άρδην το κλίμα για την ελληνική Οικονομία. 

Όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο Capital.gr, μόνο η επένδυση στο Ελληνικό μπορεί να παράξει ΑΕΠ της τάξεως των 5 – 7 δισ. ευρώ μέσα στην προσεχή πενταετία και δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, ενώ για τις τράπεζες, στο ίδιο διάστημα, το έργο θα παρουσιάσει χρηματοδοτικές ανάγκες τουλάχιστον 1,8 δισ. ευρώ. Η επένδυση αυτή θα ακολουθηθεί και από άλλες, καθώς υπάρχει τεράστια όρεξη από πλευράς ξένων επενδυτών να τοποθετηθούν σε ελληνικά assets, από επιχειρήσεις, “κόκκινα” δάνεια και ακίνητα. Η αλλαγή κλίματος αναμένεται να αποτυπωθεί και στην αγορά των ελληνικών ομολόγων, ρίχνοντας περαιτέρω τις αποδόσεις.

Μάλιστα, λόγω και της διεθνούς συγκυρίας πτωτικών επιτοκίων, οι τραπεζίτες προβλέπουν στο Capital.gr ότι τον Οκτώβριο – Νοέμβριο τα επιτόκια των τρίμηνων και εξάμηνων εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου θα υποχωρήσουν σε αρνητικά επίπεδα, ενώ σε διάστημα έξι μηνών, σε αρνητικό έδαφος θα έχουν περάσει και οι αποδόσεις των ομολόγων διάρκειας μέχρι  τριών ετών. Για το δεκαετές ομόλογο οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι το spread του με το γερμανικό bund θα κλείσει στις 130 – 150 μονάδες βάσης μέσα στο επόμενο τρίμηνο από 200 μονάδες σήμερα.

Οι εξελίξεις σε εμβληματικές επενδύσεις όπως το Ελληνικό και οι προοπτικές για την ανάπτυξη, όπως διαμορφώνονται από τις άμεσες και στοχευμένες κινήσεις της κυβέρνησης προς αυτή την κατεύθυνση, αναμένεται να επιβεβαιώσουν το ότι η Ελλάδα αποτελεί το Ελντοράντο για τους διεθνείς επενδυτές. 

Funds μεγαθήρια με υπό διαχείριση κεφάλαια άνω των 100 δισ. ευρώ και μικρότερα, με κεφάλαια της τάξεως των 3 – 5 δισ. ευρώ, αλλά και private equity funds ιδιωτών υψηλού εισοδήματος (High Networth Individuals) είχαν στρέψει, ήδη προεκλογικά, τα ραντάρ τους στην Ελλάδα, καθώς το “σήμα” της νέας κυβέρνησης ήταν ουσιαστικά για ένα ευρύ προσκλητήριο επενδύσεων. 

Το πεδίο ενδιαφέροντος των ξένων επενδυτών εκτείνεται από την αγορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η οποία μόνο μέσα στην επόμενη διετία φτάνει σε ύψος τα 50 δισ. ευρώ, έως τα ακίνητα και τις υπό αναδιάρθρωση επιχειρήσεις. Στις τελευταίες, τα funds κινούνται είτε με αγορά των δανείων που έχουν στις τράπεζες, είτε προχωρώντας σε αυξήσεις κεφαλαίου και ανάληψη της διοίκησης, είτε σε συνδυασμό των ανωτέρω δύο, ή τέλος με απόκτηση επιχειρηματικών μεριδίων μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης. H απόκτηση επιχειρήσεων βρίσκεται στο στόχαστρο και εγχώριων private equity funds. Και γενικότερα, αυτό που παρατηρούν οι τράπεζες, είναι ότι το αυξημένο ενδιαφέρον για ελληνικές επιχειρήσεις συνδυάζεται πλέον με λογικές αποτιμήσεις, όταν πριν από δύο χρόνια οι ξένοι επενδυτές ενδιαφέρονταν να αγοράσουν μόνο τζάμπα…

Τα διεθνή funds είναι έτοιμα και θα επενδύουν κεφάλαια στην ελληνική οικονομία, όσο θα βλέπουν την πρόοδο στην αλλαγή του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Εμβληματικές κινήσεις της κυβέρνησης, η κινητικότητα σε επίπεδο προώθησης των ιδιωτικοποιήσεων, με αιχμή το Ελληνικό, και οι άμεσες πρωτοβουλίες στο μέτωπο των τραπεζών, έχει αποτυπωθεί ήδη στη βελτίωση του οικονομικού κλίματος και επιταχύνουν τη διαδικασία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης. Η τελευταία έχει τονωθεί από την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών που δίνει την ώθηση για μεγαλύτερη εισροή επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα.

Γενικά, η συγκυρία που διαμορφώνεται είναι πολύ ευνοϊκή για την Ελλάδα, καθώς υπάρχει τεράστια λιμνάζουσα ρευστότητα παγκοσμίως και στην Ευρώπη οι αποδόσεις είναι αρνητικές έως οριακά θετικές. Την ίδια στιγμή, τα υψηλά διψήφια ποσοστά που ζητούσαν τα ξένα funds για να επενδύσουν στην Ελλάδα όταν προσμετρούσαν το υψηλό πολιτικό της ρίσκο, εξορθολογίζονται, παραμένοντας πολύ ελκυστικά. Έτσι, ενώ μέχρι πρότινος οι απαιτήσεις των funds ήταν για αποδόσεις της τάξεως του 18% – 20%, τώρα κινούνται στο 8% – 9%, βλέποντας ότι επενδύουν σε μία χώρα του δυτικού κόσμου, χωρίς συναλλαγματικό κίνδυνο και με σαφές άνοιγμα προς εκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις, ιδιωτικοποιήσεις και επενδύσεις.

 [ΠΗΓΗ: https://www.capital.gr, της Νένας Μαλλιάρα, 19/9/2019]