ΤΟ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ Κ. ΤΣΙΠΡΑ ΣΤΗ ΔΕΘ

“Στην Ελλάδα η διασφάλιση της αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους, δυστυχώς δεν μπορεί να δώσει μίας ανάλογης έκτασης και βάθους στήριξη στην αναχρηματοδότηση του ιδιωτικού χρέους, το οποίο εξακολουθεί να βαραίνει περισσότερο από κάθε άλλη χώρα στην Ευρωζώνη, εκτός ίσως της Ιταλίας, το τραπεζικό σύστημα και την αναπτυξιακή τάση στην οικονομία…”.

Στη βάση αυτής της εκτίμησης αρμόδια στελέχη της Κομισιόν, σχολιάζοντας τις χθεσινές απαντήσεις του Πρωθυπουργού, υποστήριξαν στο Capital.gr ότι το μείζον ζήτημα για την Ελλάδα την αμέσως επόμενη περίοδο, είναι το πώς θα διασφαλίσει την αναχρηματοδότηση της οικονομίας στον ιδιωτικό τομέα.

Οι ξένες επενδύσεις, όπως σημειώνεται, μπορούν μόνο εν μέρει να δώσουν τους πόρους που χρειάζεται η οικονομία, σε μία περίοδο που το δημόσιο θα συνεχίσει σε γενική γραμμή την περιοριστική πολιτική του στη δημόσια και την ιδιωτική κατανάλωση, προκειμένου να πετύχει τα πρωτογενή πλεονάσματα του 3,5%.

Το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται μεταξύ “Σκύλλας και Χάρυβδης” καθώς συμπιέζεται και θα συνεχίσει να συμπιέζεται, τόσο από τις επιπτώσεις του υψηλού όγκου των NPLs στο εσωτερικό όσο και από τις ολοένα και δυσκολότερες συνθήκες αναχρηματοδότησης από το εξωτερικό περιβάλλον.

Για το δεύτερο σημείο μάλιστα υπάρχει ιδιαίτερη ανησυχία στις Βρυξέλλες καθώς η ΕΚΤ έχει ήδη μπει σε περίοδο απόσυρσης από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης σε ένα περιβάλλον που η FED συνεχίζει ήδη να αυξάνει τα επιτόκια και το “κόστος” του χρήματος.

Από την 1/1/2019 η ΕΚΤ παύει πλέον να προσθέτει ρευστότητα στο ευρωπαϊκό σύστημα διακόπτοντας τις αγορές χρέους (δημόσιου και ιδιωτικού).

Το γεγονός αυτό εκτιμάται ότι θα οδηγήσει τις αγορές σε μία προεξόφληση των νέων συνθηκών με συνέπεια την ταχύτερη αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα για τις οικονομίες που δεν βρίσκονται στα υψηλά κλιμάκια αξιοπιστίας από την πλευρά των Οίκων Αξιολόγησης του χρέους.

Η Ελλάδα παρότι πλέον είναι εκτός των προγραμμάτων στήριξης διαθέτει ένα εξαιρετικά υψηλό απόθεμα που την οχυρώνει περισσότερο από πολλές άλλες χώρες της Ευρωζώνης από τις πιέσεις αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους της.

Αλλά αυτό δεν καλύπτει και τον ιδιωτικό τομέα και ειδικά το τραπεζικό σύστημα που στο ίδιο διάστημα θα πρέπει να πετύχει εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους οσο αφορά την μείωση των NPLs, πριν καταφέρει να διαθέσει πόρους για την στήριξη της κερδοφορίας του.  

Η επιδείνωση, λόγω της αλλαγής της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών, του διεθνούς τραπεζικού περιβάλλοντος, στο οποίο αναγκαστικά οι εγχώριες τράπεζες θα πρέπει να στραφούν για την κάλυψη των αναγκών τους, προς το παρόν δεν φαίνεται ότι μπορεί να αντιμετωπισθεί εύκολα. Ούτε μπορεί να ελαφρυνθεί από το γεγονός ότι το δημόσιο διαθέτει επαρκείς εγγυήσεις για την εξυπηρέτηση του χρέους του μεσοβραχυπρόθεσμα.

Στο κρίσιμο αυτό ζήτημα ο Πρωθυπουργός απέφυγε να απαντήσει με πειστικό τρόπο όταν ρωτήθηκε στην ΔΕΘ και αυτό γεννά ανησυχίες για το πώς στον κρατικό σχεδιασμό η αναχρηματοδότηση του ιδιωτικού χρέους θα εξασφαλισθεί τα επόμενα χρόνια. Κυρίως δε το πώς αυτή η αδυναμία δεν θα συμπαρασύρει εκ νέου και το δημόσιο σκέλος του χρέους…

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr, του Γ. Αγγέλη, 10/9/2018]