ΤΑ ΤΡΙΑ ΑΝΟΙΚΤΑ ΜΕΤΩΠΑ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΤΗΣ ΕΞΟΡΥΞΗΣ

Προβληματίζουν ακριβή ενέργεια, επιβολή δασμών, μείωση παραγωγής λιγνίτη

Το ενεργειακό κόστος στο εσωτερικό και οι πιέσεις που ασκούνται στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον λόγω του εμπορικού πολέμου αποτελούν τις δύο κυρίαρχες προκλήσεις για την εξορυκτική βιομηχανία στη χώρα μας. Οι πιέσεις στο εσωτερικό εντείνονται λόγω της μείωσης στην παραγωγή λιγνίτη, της πτώσης στην εσωτερική ζήτηση και της υποχώρησης του κατασκευαστικού κλάδου, αλλά και λόγω της παράνομης λατόμευσης, η οποία σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Αθανάσιο Κεφάλα δεν έχει εκλείψει.

Παρά τις πιέσεις που υφίσταται τα τελευταία χρόνια, ο εξορυκτικός κλάδος εξάγει το 85% της παραγωγής του σε αγορές του εξωτερικού, συμβάλλοντας σταθερά στην οικονομική μεγέθυνση. Η συνεισφορά του στο ΑΕΠ είναι σταθερά πάνω από το 3%, ενώ οι επενδύσεις ξεπερνούν τα 2 δισ. ευρώ τα τελευταία οκτώ χρόνια. Τα στοιχεία αυτά καταγράφονται στη μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), που παρουσιάστηκε χθες από τον γενικό διευθυντή του ΙΟΒΕ καθηγητή Νίκο Βέττα και τον πρόεδρο του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Αθανάσιο Κεφάλα σε συνάντηση με τους δημοσιογράφους. Σύμφωνα με τους εκπροσώπους του κλάδου, οι τάσεις για την προσεχή πενταετία είναι θετικές, καθώς με εξαίρεση τον λιγνίτη, που θα αντιμετωπίσει σημαντική μείωση παραγωγής, αναμένεται αύξηση στα μεταλλικά ορυκτά, με ισχυρότερη την άνοδο στο αλουμίνιο, σημαντική ενίσχυση στα μάρμαρα και μικρή άνοδο στα βιομηχανικά ορυκτά. Εντούτοις, έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην παροχή ολοκληρωμένων λύσεων και υπηρεσιών ειδικά σε τομείς με υψηλή προστιθέμενη αξία, όπως το μάρμαρο. Όπως σημείωσε ο κ. Βέττας, η εξορυκτική βιομηχανία κράτησε το παραγωγικό της δυναμικό σε υψηλά επίπεδα πάρα τη βαθιά και παρατεταμένη ύφεση της ελληνικής οικονομίας, ενώ σύμφωνα με τον κ. Κεφαλά, στην προσπάθεια συγκράτησης παραγωγικού δυναμικού, σημαντική στήριξη προσέφερε η έντονη εξωστρέφεια πολλών εκ των δραστηριοτήτων του κλάδου, αφού το υψηλό ποσοστό εξαγωγών απέτρεψε τη δραστική μείωση της παραγωγής που παρατηρήθηκε σε άλλους κλάδους της οικονομίας.

Επιπλέον, η διεθνής συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο πολλών επιχειρήσεων του κλάδου διασφάλισε τη ροή επενδυτικών πόρων σε μια περίοδο ιδιαίτερα δύσκολη για την εξεύρεση χρηματοδότησης στην Ελλάδα. Στη μελέτη, ωστόσο, αναφέρεται και η επιδείνωση του εγχώριου επιχειρηματικού περιβάλλοντος, που είχε επίδραση στην κερδοφορία και στην προστιθέμενη αξία του κλάδου. Οι συνολικές πωλήσεις της εξορυκτικής βιομηχανίας υποχώρησαν σε 1,83 δισ. ευρώ το 2016, έναντι 2,16 δισ. ευρώ το 2015, ενώ η απόδοση ιδίων κεφαλαίων υπήρξε αρνητική. Η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία της εξορυκτικής βιομηχανίας υποχώρησε το 2016 μετά μια τριετία ανάκαμψης και διαμορφώθηκε στο 1,2 δισ. ευρώ, έναντι περίπου 1,4 δισ. ευρώ την περίοδο 2013-2015. Εντονότερη πτώση σημειώθηκε στους άμεσα συνδεδεμένους κλάδους μεταποίησης, με 19,9%, σε σύγκριση με 14,9% στους κλάδους εξόρυξης.

[ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, της Ευγενίας Τζώρτζη, 27/6/2018]