ΑΦΙΕΡΩΜΑ: ΤΑ ΑΥΣΤΗΡΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΚΟΜΙΣΙΟΝ, ΕΚΤ, ESM ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑ

Μία καταιγίδα από αυστηρές συστάσεις για εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων της τέταρτης αξιολόγησης, αλλά και για πιστή διατήρηση των συμφωνηθέντων κατά την μεταμνημονιακή περίοδο χωρίς πισωγυρίσματα, δέχθηκε η κυβέρνηση χθες από τους θεσμούς, τόσο κατά τις ομιλίες τους στο συνέδριο του Economist όσο και μέσα από παράλληλες δηλώσεις και ανακοινώσεις.

Κατέστη σαφές ότι μετά τον Αύγουστο θα τεθεί σε ισχύ μία ενισχυμένη μεταμνημονιακή επιτήρηση τουλάχιστο δύο-τριών ετών, με ανά τρίμηνο αποστολές και ανά εξάμηνο ανανέωση. Και παράλληλα με αυτή, η Ελλάδα θα πρέπει να αποδεικνύει την “προσαρμογή” για να μπορεί να τύχει “αν κριθεί αναγκαίο” νέες παρεμβάσεις στο χρέος.

Οι υποσχέσεις για το χρέος τώρα και στο μέλλον “αν χρειαστούν”, συνοδεύθηκαν από την “γείωση” των προσδοκιών για γενναίες κινήσεις την 21η Ιουνίου, αλλά και από την – μικρή – πιθανότητα συμμετοχής του ΔΝΤ με πρόγραμμα στην Ελλάδα. Το άμεσα ορατό αντάλλαγμα είναι τα 20 δισ. ευρώ “μαξιλαριού διαθεσίμων” που εκτιμάται ότι φτάνουν για να καλύψουν τις ανάγκες 15 μηνών.

Η πρώτη σύσταση των θεσμών είναι αυτή για τα προαπαιτούμενα της τέταρτης αξιολόγησης που πρέπει να ολοκληρωθούν για να υπάρξει συμφωνία στην σύνοδο της 21ης Ιουνίου. Το πρώτο βήμα ήρθε χθες το απόγευμα με την απόφαση εκταμίευσης του 1 δισ. ευρώ που συνδεόταν με την αποπληρωμή οφειλών του κράτους προς ιδιώτες και εκκρεμούσε από την τρίτη αξιολόγηση, αυτήν που ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο.

Ο ESM στην ανακοίνωση του (σ.σ. την δεύτερη κατά σειρά για το θέμα αφού την προηγούμενη Παρασκευή δεν κατέστη δυνατή η λήψη απόφασης για μία απόσταση η οποία σύμφωνα με πληροφορίες ήταν της τάξης των 50 εκατ. ευρώ, καθιστά σαφές ότι “αν η Ελλάδα παραμείνει αποφασισμένη να διατηρήσει τη δυναμική των μεταρρυθμίσεων και να εφαρμόσει τις υπόλοιπες μεταρρυθμίσεις”, τότε υπάρχει αισιοδοξία για την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης και για μία επιτυχημένη έξοδο τον Αύγουστο από το πρόγραμμα.

Η μεταμνηνονιακή εποπτεία

Στο τι θα ακολουθήσει… μετά, αναφέρθηκε από το βήμα του Economist ο Ντέκλαν Κοστέλο, επικεφαλής των θεσμών εκ μέρους της Κομισιόν. Τα πρώτα χρόνια μετά το μνημόνιο, ανέφερε ότι θα εμπλακεί η Επιτροπή στο πρόγραμμα ενισχυμένης επιτήρησης. Εκτίμησε ότι το πιο κρίσιμο διάστημα είναι αυτό του επόμενου χρόνου γιατί τότε ολοκληρώνονται πολλά πεδία που έχουν “ουρές” μετά το μνημόνιο. Περιέγραψε μία επιτήρηση που θα γίνεται σε τριμηνιαία βάση, θα διαρκέσει δύο ή τρία χρόνια, η παράταση θα εξετάζεται ανά εξάμηνο και η λήξη της θα φανεί στο… μέλλον.. Ως “αντάλλαγμα” πάντως για την επιτήρηση αυτή, μίλησε για δημοσιονομικό περιθώριο 7% του ΑΕΠ αν πετύχει η μεταρρύθμιση στην συλλογή εσόδων αλλά και για πρόσθετο χώρο στην συνέχεια λόγω της μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων από το στόχο του 3,5% του ΑΕΠ.

Σημειώνεται ότι έχει ήδη διαμορφωθεί στις Βρυξέλλες ένα πλέγμα μεταμνημονιακών προτεραιοτήτων. Ο λόγος για τα 15 προαπαιτούμενα που θεωρούνται τα κυρίαρχα για τη μεταμνημονιακή εποχή. Τα προαπαιτούμενα περιλαμβάνουν -μεταξύ άλλων- την αποπληρωμή των κρατικών οφειλών προς ιδιώτες που πλέον μεταφέρεται για “μετά” το μνημόνιο με προφανείς επιπτώσεις για την αγορά και τη ρευστότητα. Στον σχεδιασμό περιλαμβάνεται επίσης η ολοκλήρωση της στελέχωσης του δημοσίου (που επίσης αναβάλλεται για μετά), νέες παρεμβάσεις στα επιδόματα, αλλά και κρίσιμες ιδιωτικοποιήσεις και παρεμβάσεις στις τράπεζες με την πώληση των συμμετοχών του ΤΧΣ, στην αγορά ενέργειας, στις ΔΕΚΟ και στα κρατικά ακίνητα.

Προφανώς η επιτήρηση στην Ελλάδα θα είναι αυστηρότερη λόγω του ύψους των δανείων και της ελάφρυνσης του χρέους ανέφερε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Κλάους Ρέγκλινγκ. Τόνισε την ανάγκη για προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις: “καθώς η Ελλάδα μπαίνει στους τελευταίους δύο μήνες του προγράμματος, πρέπει να μείνει σταθερή στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και μετά το πρόγραμμα”, ανέφερε.

“Η δέσμευση για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων είναι ουσιώδης. Πρέπει να αποφασίσει βεβαίως και το Eurogroup για μέτρα ελάφρυνσης στο χρέος. Είναι τα παραπάνω πεδία προϋπόθεση για την επιστροφή της χώρας στις αγορές και για να υπάρξει μία καλή ποιοτικά γκάμα επενδυτών. Μόνο όταν υπάρξουν όλα αυτά η Ελλάδα θα μπορέσει να πείσει τους επενδυτές”, σημείωσε, ενώ προειδοποίησε ότι “η πρόσβαση στις αγορές είναι πολύ ευάλωτη και οι επενδυτές μπορεί να αποθαρρυνθούν μετά το πρόγραμμα”.

Χαμηλώνει ο πήχης για το χρέος – διαμορφώνεται ρόλος επιτηρητή για το ΔΝΤ
Ο κ. Ρέγκλινγκ αναφέρθηκε όμως και στο χρέος και έκανε λόγο για “ενδεχόμενη περαιτέρω ελάφρυνση”, επισημαίνοντας ότι τo Eurogroup μπορεί να αποφασίσει την επόμενη εβδομάδα “για κάποια επιπλέον μέτρα στο χρέος”. Επισήμανε ότι μετά το τέλος του προγράμματος η Ευρώπη θα είναι έτοιμη να σταθεί στο πλευρό της Ελλάδας και “εφόσον θα παραστεί ανάγκη θα συνδράμει και πάλι η Ευρώπη, δεν μπορούμε να καλύψουμε τα πάντα σήμερα”, ανέφερε αφήνοντας ένα παράθυρο για πρόσθετες παρεμβάσεις.

Επίσης, μιλώντας στην τηλεόραση της ΕΡΤ εκτίμησε ότι τα διαθέσιμα μπορεί να “είναι 20 δισ. ευρώ ή παραπάνω, και θα καλύψουν την ανάγκη για ρευστότητα τους επόμενους 15 μήνες”. Επίσης έκανε σαφές ότι “το ΔΝΤ θα είναι πάντα μαζί μας. Το ΔΝΤ πραγματοποιεί ετήσιες διαβουλεύσεις με κάθε χώρα. Για παράδειγμα με τη Φινλανδία και την Ολλανδία και φυσικά με την Ελλάδα. Από αυτή την άποψη, πάντα θα ωφελούμαστε από τις απόψεις του ΔΝΤ. Φαίνεται λιγότερο πιθανό να συμμετάσχει χρηματοδοτικά. Αλλά θα εμπλέκεται με την Ελλάδα κι αυτό είναι καλό”.

Για την χαμηλή πιθανότητα συμμετοχής του ΔΝΤ αναφέρθηκε και ο εκπρόσωπός του. Ο χρόνος τελειώνει για μία συμφωνία που να μπορεί να περάσει από το δ.σ. του ΔΝΤ, ανέφερε ο Φίλιπ Γκέρσον, αναπληρωτής διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ μιλώντας στο συνέδριο του Economist. Και περιέγραψε την… εναλλακτική επιλογή. “Αν δεν τα καταφέρουμε να έχουμε με έκθεση βιωσιμότητας που θα μπορεί να παρουσιαστεί στο δ.σ., τότε, υπάρχουν άλλες ευκαιρίες και επιλογές” είπε. Αναφέρθηκε στην επιλογή του Άρθρου 4 (σ.σ. δηλαδή μία έκθεση που θα δείχνει το χρέος σχετικά βιώσιμο και θα σημαίνει ότι δεν ενεργοποιείται το πρόγραμμα).

Από την πλευρά του ο Φραντσέσκο Ντρούντι, επικεφαλής του κλιμακίου των θεσμών εκ μέρους της ΕΚΤ επισήμανε ότι “πρέπει η συμφωνία για το χρέος να είναι ρεαλιστική και να συνεκτιμά ενδεχόμενους κινδύνους”. Έκανε σαφές και ότι θα χρειαστεί χρόνος για να επανέλθει η Ελλάδα σε μία κανονικότητα, είπε. “Απαιτείται η δέσμευση των αρχών την μεταμνημονιακή περίοδο”, ανέφερε. Και εξήγησε ότι η επιτήρηση θα συνοδεύει μετά το πρόγραμμα, την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.

Πιο δηκτικός ήταν χθες ο Νικόλα Τζιαμαριόλι, επικεφαλής του κλιμακίου του ESM λέγοντας ότι οι προκλήσεις για την Ελλάδα παραμένουν. Είναι πρωταρχικής σημασίας η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, είπε. Αναφέρθηκε όμως και στη “βαριά” κληρονομιά του 2015 και στα τρία χρόνια που χάθηκαν. Σε έξι μήνες τινάχτηκε στον αέρα η επιτυχία του 2014, είπε. Τώρα η Ελλάδα επιταχύνει, ανέφερε, προσθέτοντας: “ό,τι χάθηκε, χάθηκε”.

Από ελληνικής πλευράς, ο αναπληρωτής ΥΠΟΙΚ Γιώργος Χουλιαράκης μετέφερε τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης λέγοντας ότι τις επόμενες ημέρες θα πρέπει η Ελλάδα να ολοκληρώσει με επιτυχία την τέταρτη αξιολόγηση. Θα πρέπει να νομοθετήσει τα προαπαιτούμενα. “Νομίζω θα πρέπει να το έχει κάνει πριν το Eurogroup”. Κατέστησε επίσης σαφές ότι “υπάρχει επιπλέον πολλή δουλειά να γίνει. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι πρέπει να δραστηριοποιηθούμε και να διευρύνουμε την επενδυτική μας βάση και να υπάρξει στροφή προς μακροπρόθεσμους επενδυτές”. Σε ερώτημα για τις εκλογές και για το πώς διασφαλίζονται τα προαπαιτούμενα απάντησε: “Νομίζω ότι θα ήταν πολύ μεγάλο λάθος αν η δημοσιονομική πολιτική δεν είναι συνετή εν όψει των εκλογών και κατά τη μεταμνημονική περίοδο”. Επισήμανε ότι “έχουμε νομίζω όλοι μάθει το μάθημα των τελευταίων 10 ετών”.

 

[ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/, της Δήμητρας Καδδά, 15/6/2018]