ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΑΛΗΘΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΕΗ

Την εβδομάδα που πέρασε δημοσιοποίησε τα αποτελέσματά της η RWE, ένας γερμανικός κολοσσός στον χώρο της ενέργειας που αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να μετασχηματίσει το βάρος του χαρτοφυλακίου του από τη λιγνιτική παραγωγή στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Για όσους θυμούνται, ήταν η επιλογή του τότε προέδρου της ΔΕΗ Τάκη Αθανασόπουλου να καταστεί ο στρατηγικός επενδυτής της Επιχείρησης την προηγούμενη δεκαετία.

Η RWE στο μεταξύ έχει καταστεί ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός Ανανεώσιμων Πηγών στην Ευρώπη με 8 GW και παρουσιάζει μια κερδοφορία της τάξης των 57 εκατ. ευρώ στο α’ τρίμηνο του 2018, μειώνοντας σταθερά και σταδιακά τη λιγνιτική παραγωγή στο μείγμα της.

Εν πολλοίς αυτός είναι και ο δρόμος που θα πρέπει να ακολουθήσει η ΔΕΗ, αντί όμως αυτό να είναι το debate μεταξύ των βασικών πολιτικών δυνάμεων, ο ανταγωνισμός είναι τελικά για το ποιος θα σώσει και θα χρεοκοπήσει m ΔΕΗ.

Έτσι προσφέρθηκε η ευκαιρία στα funds-καταστροφείς, όπως το Lansdowne, να κερδοσκοπήσουν και να μαζέψουν ζημίες που κατέγραφαν από την αρχή του έτους σε ανοικτές θέσεις πωλήσεων στη μετοχή.

Προ τιμήν του ο έμπειρος αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και γνώστης των οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης εμφανίστηκε προσεκτικός στις δηλώσεις του, σημειώνοντας ότι πρόθεση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι η έλευση στρατηγικού επενδυτή αφού πρώτα την εξυγιάνει.

Τα πολιτικά κόμματα, όμως, πρέπει να πουν την αλήθεια για τη ΔΕΗ και να απαντήσουν σε ένα βασικό ερώτημα: θα ακολουθήσουν αυτό που ζητά η McKinsey δηλαδή τις αυξήσεις τιμολογίων, ή θα κρατήσουν κλειστά τα χαρτιά τους;

Επίσης υιοθετούν την ακραία θέση όσων παίζουν υποτιμητική κερδοσκοπία, ότι δηλαδή η ΔΕΗ δεν θα αντέξει και θα σπάσει στα δύο, στο μοντέλο της Αγροτικής. Αντιλαμβάνονται άραγε τις ζημιές για τις επενδυτικές προσδοκίες;

Η έκθεση της McKinsey, που δημοσιοποιήθηκε μπορεί να μην περιελάμβανε στοιχεία που έχουν να κάνουν με τις τελευταίες εξελίξεις, όπως η ωφέλεια της ΔΕΗ κατά 100 εκατ. τον χρόνο από την ολοκλήρωση των δημοπρασιών ΝΟΜΕ το 2019 ή αντίστοιχα από τη μείωση κατά 35% της επιβάρυνσης από τη χρέωση προμηθευτή, όμως άνοιξε ένα πολύ μεγάλο ζήτημα που μας αφορά όλους.

Η λήξη των δημοπρασιών το 2019, η οποία σηματοδοτεί και το κλείσιμο της διαδικασίας για την απελευθέρωση της αγοράς, συνοδεύεται από αποτυχία γιατί το μερίδιο της ΔΕΗ δεν πρόκειται να πέσει στο 50% της αγοράς το 2020. Άρα μια νέα διαδικασία θα πρέπει να υιοθετηθεί, πιθανώς με βάση το target model, που είναι και το ουσιαστικό εργαλείο που μένει να εφαρμοστεί.

Ωστόσο, με τον τρόπο αυτό καταρρίπτεται ένα ακόμη επιχείρημα εκείνων που μιλούν για χρεοκοπία, ότι δηλαδή ο τζίρος της θα πέσει στο 50% το 2020. Κατά την άποψή μου, η McKinsey δεν υπολογίζει σωστά ότι η πώληση των λιγνιτικών μαζί με την κατάργηση των ΝΟΜΕ θα αποφέρει μόνο 100 εκατ., αφού το νούμερο θα καλυφθεί μόνο από τον δεύτερο παράγοντα. Ας περιμένουμε λίγο, γιατί εξάλλου οι ρύποι των λιγνιτών κόστισαν στη ΔΕΗ 181 εκατ. ευρώ και αυτούς θα μειώσει. Μήπως πράττει άσχημα;

 

[ΠΗΓΗ: ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ _ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ, του Παναγιώτη Μπουσμπουρέλη, 20/05/2018]