«ΡΑΛΙ» ΤΟΥ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ ΣΕ ΥΨΗΛΑ ΕΠΤΑΕΤΙΑΣ

Το αλουμίνιο είναι το εμπόρευμα που μέσα στον Απρίλιο έχει επιδοθεί σε ένα ξέφρενο ανοδικό «ράλι», που οφείλεται στις αμερικανικές κυρώσεις στη ρωσική Rusal, με την αγορά του μετάλλου να βιώνει πρωτόγνωρες καταστάσεις. Μόνο την εβδομάδα 9-15 Απριλίου η τιμή του βασικού μετάλλου αυξήθηκε 12%, η μεγαλύτερη εβδομαδιαία αύξηση που έχει καταγραφεί από το 1987, όταν άρχισαν να διαπραγματεύονται τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης αλουμινίου στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου.

Από τις 6 Απριλίου, όταν και ανακοινώθηκαν οι κυρώσεις στη Rusal, η τιμή του έχει εκτιναχθεί κατά 23% κλείνοντας την Παρασκευή 20 Απριλίου στα 2.469 δολάρια ο τόνος (μία ημέρα νωρίτερα το προθεσμιακό του αλουμινίου ακούμπησε τα 2.718 δολάρια ο τόνος, ένα υψηλό επταετίας).

Η Rusal είναι η μεγαλύτερη παρασκευάστρια αλουμινίου στον κόσμο, εξαιρουμένης της Κίνας, και η παραγωγή της καλύπτει το 6% της παγκόσμιας ζήτησης. Οι αμερικανικές κυρώσεις στη ρωσική εταιρεία έχουν εγείρει ανησυχίες για ενδεχόμενη έλλειψη του μετάλλου, που χρησιμοποιείται ευρέως στις κατασκευές και στην ενέργεια (ειδικότερα στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας). Οι ανησυχίες έγιναν ακόμα πιο έντονες όταν η Glencore, που συνδέεται άμεσα με τη Rusal και κατ’ επέκταση με τον ιδιοκτήτη της Όλεγκ Ντεριπασκά, ανακοίνωσε πως θα ακυρώσει αρκετά από τα συμβόλαια των πελατών της ως απάντηση στις αμερικανικές κυρώσεις. Η Glencore είναι η εταιρεία που απορροφά το μεγαλύτερο ποσοστό αλουμινίου της Rusal.

Τα πράγματα άρχισαν να γίνονται ακόμα πιο ζοφερά όταν η Rio Tin to ανακοίνωσε πως κι αυτή με τη σειρά της ακυρώνει κάποια συμβόλαια λόγω έλλειψης πρώτων υλών. Η Rusal κατέχει μειοψηφικό πακέτο σε χυτήριο αλουμινίου της εταιρείας εξόρυξης μετάλλων Rio Tinto και φυσικά υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στις δύο εταιρείες. Μεγάλο ερωτηματικό στην όλη υπόθεση είναι τι θα πράξει η ρωσική εταιρεία από εδώ και στο εξής. Η Rusal εκτός Ρωσίας έχει μόνο ένα χυτήριο, στη Σουηδία, με παραγωγική δύναμη 130.000 τόνους αλουμινίου τον χρόνο. Παράλληλα δραστηριοποιείται στην παραγωγή βωξίτη σε Τζαμάικα και Γουινέα, ενώ συνεργάζεται και με χυτήρια αλουμινίου σε Ιρλανδία, Ουκρανία και Τζαμάικα.

Η παραγωγή της αλουμινίου εντός Ρωσίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις πρώτες ύλες που παράγονται από τις συνεργασίες αυτές που έχει ανά τον κόσμο. Στο σύνολό τους οι συνεργασίες αυτές απέφεραν 52% βωξίτη και 62% αλουμίνιο το 2017για τη ρωσική εταιρεία. Υπό τον φόβο των παραβιάσεων των αμερικανικών κυρώσεων είναι επίσης απορίας άξιο τι θα πράξουν τα διυλιστήρια και τα χυτήρια που συνεργάζονται με τη Rusal.

Κινητικότητα στο νικέλιο

Την εβδομάδα που πέρασε μεγάλη κινητικότητα παρουσίασε και η τιμή του νικελίου, που την Πέμπτη έφτασε τα 16.690 δολάρια ο τόνος, ένα υψηλό τριετίας, πριν κλείσει τελικά την Παρασκευή στα 14.830 δολάρια ο τόνος, έπειτα από υποχώρηση 1,6%. Μέσα στην εβδομάδα υπήρξε έντονη φημολογία πως θα υπάρξουν νέες αμερικανικές κυρώσεις στη Norilsk Nickel, με αποτέλεσμα να υπάρξουν νέες ανησυχίες για έλλειψη του μετάλλου. Από τους κύκλους τη ρωσικής εταιρείας ουδόλως ανησύχησαν για το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων.

Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας, ένα τέτοιο μέτρο θα προκαλούσε μεγάλη αναταραχή στην παγκόσμια αγορά και δεν θα είχε να κάνει με το νικέλιο. «Παράγουμε μεγάλη ποσότητα νικελίου, όμως υπάρχουν αρκετά υποκατάστατα να το αντικαταστήσουν», υποστηρίζει ο Σεργκέι Ντιασένκο. «Παράγουμε όμως το 40% της παγκόσμιας παραγωγής του παλλαδίου και επίσης έχουμε μεγάλο μερίδιο παραγωγής στην αγορά της πλατίνας. Την έλλειψη σε αυτά τα δύο μέταλλα (παλλάδιο και πλατίνα) ο κόσμος θα τη νιώσει έντονα, όταν θα αναγκαστεί να ψάξει εναλλακτικούς τρόπους για να αποκτήσει τα συγκεκριμένα μέταλλα και δεν θα τους βρίσκει», τονίζει. Η Norilsk Nick συνδέεται επίσης με τον ιδιοκτήτη της Rusal Όλεγκ Ντεριπασκά, καθώς κατέχει το 28% των μετοχών της εταιρείας.

 

[ΠΗΓΗ: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ, του Γιάννη Παγκαλιά, 23/4/2018]