ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Ο ΑΦΑΝΕΙΣ ΔΟΥΛΟΙ (“ΑΝΔΡΑΠΟΔΑ”) ΤΟΥ ΛΑΥΡΙΟΥ – Α’ ΜΕΡΟΣ

[ΤΙΜΗ και ΔΟΞΑ στους χιλιάδες “Υπόγειους” Δούλους των αρχαίων μεταλλείων του Λαυρίου, που υπήρξαν Αφανείς, αλλά και αληθινοί ήρωες γιατί με τον ακούσιο μόχθο τους και το γιγάντιο και εμφανές  έργο τους, στήριξαν την Αθηναϊκή Δημοκρατία στους Περσικούς πολέμους, δημιούργησαν με τη σκληρή δουλειά τους την οικονομική υποδομή του Χρυσού Αιώνα της κλασικής εποχής και έβαλαν τα θεμέλια για την πρώτη και σημαντικότερη βαριά βιομηχανία της νεότερης Ελλάδας].

Η κύρια κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης των αρχαίων μεταλλείων του Λαυρίου ήταν χωρίς καμία αμφιβολία οι μεταλλωρύχοι – δούλοι δηλαδή τα “ανδράποδα”, που ήταν επιφορτισμένοι με την όρυξη των υπόγειων στοών και φρεάτων, τον εμπλουτισμό των μεταλλευμάτων στα πλυντήρια και την εκκαμίνευση των μετάλλων.

Ο όρος “ανδράποδα”, που σημαίνει “με πόδια ανθρώπου”, όπως εξηγεί στην διδακτορική της διατριβή η διακεκριμένη καθηγήτρια Αρχαιολογίας Κ. Τσάιμου (1988), χρησιμοποιήθηκε από τον Όμηρο στον πληθυντικό και αφορούσε τους δούλους στη βιομηχανία -βιοτεχνία και στα μεταλλεία. Όπως είναι γνωστό η κοινωνία της αρχαίας εποχής ήταν δουλοκτητική.

Την πιο σκληρή εργασία πραγματοποιούσαν οι δούλοι στην όρυξη φρεάτων και υπόγειων ερευνητικών στοών. Τα φρέατα ήταν συνήθως διαστάσεων 1,30μ.Χ1,90μ. και με βάθη συνήθως 25μ. έως 55μ. που μπορούσαν να φτάσουν τα 85μ. και με μέγιστο τα 120μ. Τα φρέατα (περίπου 1000) τα χρησιμοποιούσαν για αερισμό, για τον εντοπισμό σε βάθος των ετερογενών επαφών των πετρωμάτων δηλαδή των μαρμάρων και σχιστολίθων, όπου κατά τόπους αναπτύσσονταν το Αργυρομολυβδούχο μετάλλευμα σε φακούς ή θύλακες και για την μεταφορά του μεταλλεύματος.

[Μουσείο του Πανεπιστημίου Μεταλλευτικής και Τεχνολογίας του Freiberg (Σαξονία): η ανεύρεση δεσμών από σιδερένιους δακτυλίους, που ήταν ενωμένοι με σιδερένιο στέλεχος με υπολείμματα οστού, προκάλεσε υποθέσεις, ενδεχομένως ανυπόστατες, γύρω από το θέμα της συμπεριφοράς των «κυρίων» απέναντι στους δούλους τους. Photo© TU Bergakademie Freiberg / W. Rabich]

Μόλις ανεύρισκαν σε βάθος, την ετερογενή επαφή των πετρωμάτων διάνοιγαν ερευνητικές στοές προκειμένου να εντοπίσουν και να εκμεταλλευτούν θύλακες αργυρο-μολυβδούχου μεταλλεύματος. Οι ερευνητικές στοές ήταν συνήθως πολύ μικρών διαστάσεων (0.6 μ2 =(0.70μ.x 0.85μ.), για λόγους μείωσης του κόστους εξόρυξης αλλά και για λόγους ασφαλείας, αποφεύγοντας έτσι τον κίνδυνο καταπτώσεων. Ευνόητο είναι ότι οι συνθήκες εργασίας των μεταλλωρύχων – δούλων ήταν πάρα πολύ σκληρές διότι, λόγω των μικρών διαστάσεων των υπόγειων στοών, ήταν αναγκασμένοι να μετακινούνται έρποντας για πολλές εκατοντάδες μέτρα και να εργάζονται συχνά σε ύπτια θέση. Σκεφθείτε ότι οι ερευνητικές στοές ήταν δαιδαλώδεις συνολικού μήκους πολλών εκατοντάδων χιλιομέτρων. Για τη διάνοιξη των υπόγειων μεταλλευτικών στοών χρησιμοποιούσαν εργαλεία χειρός το σφυρί και το καλέμι,ενώ για φωτισμό χρησιμοποιούσαν πήλινους λύχνους ελαίου. Γίνεται λοιπόν κατανοητό το γιγάντιο έργο που επιτέλεσαν κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Αξίζει μάλιστα να τονίσουμε ότι η παραγωγή Αργύρου των μεταλλείων του Λαυρίου των αρχαίων μεταλλευτών, ήταν μεγαλύτερη κατά 40% περίπου, συγκριτικά με την αντίστοιχη νεότερη παραγωγή κατά τον 19ον και 20ον αι.

Πολλοί ερευνητές, βασιζόμενοι σε ορισμένα κείμενα αρχαίων συγγραφέων, πραγματοποίησαν πληθώρα μελετών και δημοσιεύσεων για την αρχαία δουλεία που κατά την καθηγήτρια  Κ. Τσάϊμου (1988) ξεπερνούν τον αριθμό 1700. Σύμφωνα με την καθηγήτρια, στο δούλο ο «κύριος» του, έδινε ένα όνομα αλλά όχι επίθετο. Δεν είχε δικιά του περιουσία. Εάν είχε χρήματα από τις οικονομίες του δεν θα μπορούσε να τα διαθέσει χωρίς την έγκριση του «κυρίου» του. Δεν μπορούσε να παντρευτεί ούτε να τεκνοποιήσει χωρίς τη συγκατάθεση του κυρίου του. Τα παιδιά του δούλου ανήκαν στο «κύριό» του. Εάν οι δούλοι ήταν Ελληνικής καταγωγής τότε είχαν δικαίωμα μύησης στα Ελευσίνια μυστήρια. Ο δούλος που δεν μπορούσε να υποφέρει το «κύριό» του μπορούσε να καταφύγει σε ορισμένους ναούς κύρια στο Θησείο ή στο ναό των Ευμενίδων και να ζητήσει να πωληθεί σε άλλον «κύριο». Την απόφαση για το άσυλο έπαιρναν οι ιερείς του ναού. Δεν επιτρέπονταν η τιμωρία από άλλο άτομο εκτός του «κυρίου» του. Ο δούλος δεν συμμετείχε στα γυμναστήρια, στον πόλεμο, και στη πολιτική δράση, που ήταν αποκλειστικό δικαίωμα και υποχρέωση του ελεύθερου πολίτη μέλους του Δήμου. Στις διάφορες δίκες μεταξύ ελευθέρων πολιτών ο δούλος δεν μπορούσε να καταθέσει στο δικαστήριο χωρίς την συγκατάθεση του «κυρίου» του.

Ο «κύριος» ενός δούλου είχε το αναφαίρετο δικαίωμα να απελευθερώσει το δούλο του είτε εν ζωή είτε με διαθήκη του. Η απελευθέρωση γινόταν αρχικά προφορικά αλλά από τον 5ον αι. π. Χ., που αυξάνεται ο αριθμός των δούλων, γινόταν με κάποια επισημότητα όπως αναφέρει η  Κ. Τσάϊμου (1988). Σύμφωνα με την καθηγήτρια συνάγεται ότι οι απελευθερώσεις των δούλων του Λαυρίου θα πρέπει να ήταν μάλλον σπάνιες σε σχέση με τις απελευθερώσεις στην Αττική. Ωστόσο φαίνεται ότι γινόντουσαν απελευθερώσεις ορισμένων δούλων, τους οποίους οι «κύριοι» τους, θεωρούσαν ότι ήταν σπουδαίοι επαγγελματικά. Ήθελαν κατ’ αυτόν το τρόπο να χρησιμοποιήσουν τους “απελεύθερους” ως επιστάτες των εργαστηρίων τους.

Ποια ήταν όμως η συμπεριφορά των Kυρiων προς τους Δούλους στο Λαύριο;  Δύο σημαντικά γεγονότα προκάλεσαν συζητήσεις και υποθέσεις γύρω από το θέμα της συμπεριφοράς των «κυρίων» απέναντι στους δούλους τους. Το πρώτο αφορά στις περιγραφές του ιστορικού Διόδωρου για τις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των δούλων, που επικρατούσαν σε ανάλογα μεταλλεία της Άνω Αιγύπτου και της Ισπανίας, ενώ το δεύτερο αφορά στην ανεύρεση, δεσμών (Φωτό ) από σιδερένιους δακτυλίους, που ήταν ενωμένοι με σιδερένιο στέλεχος με υπολείμματα οστού. Το εύρημα αυτό, που υπήρξε μοναδικό στο Λαύριο, ευρίσκεται στο Μουσείο του Πανεπιστημίου Μεταλλευτικής και Τεχνολογίας του Freiberg (Σαξονία), για το οποίο πολλοί δραστήριοι Λαυριώτες (Η. Κατσαρός κ.α.) ζητούν να γίνουν ενέργειες για τον «επαναπατρισμό» του.

[Αύριο η συνέχεια: Τι υποστηρίζουν έγκριτοι ξένοι και Έλληνες μελετητές σχετικά με τις συνθήκες εργασίας των δούλων, οι οποίες μπορεί να ήταν πολύ σκληρές αλλά όχι απάνθρωπες. Οι Ε. Κακαβογιάννης, 1988, και Κ. Τσάιμου, 1988 & 1996, διατυπώνουν μάλιστα επιχειρήματα, που ενισχύουν την άποψη αυτή]

 

[ΠΗΓΗ: oryktosploutos.net, του Δημήτρη Μπίτζιου, Δρ. γεωλόγου, 10/3/2018]