Η ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ

161128133002156Δυνατό σημείο του συντηρητισμού θεωρείτο πάντοτε η διατήρηση αυτού που άξιζε σε κάθε νέα εποχή. Ήταν πρωτίστως, αλλά όχι μόνον, η ανάγκη των πολιτών για ασφάλεια, ειδικά σε περιόδους που οι ραγδαίες αλλαγές δεν αφήνουν πολλά περιθώρια να καταλάβει κανείς τι ακριβώς γίνεται. Στην Ευρώπη, πολλά είναι τα παραδείγματα, με χαρακτηριστική τη διατήρηση ακόμη και θεσμών, όπως η βασιλεία, που σε άλλους μοιάζουν αναχρονιστικοί και σε άλλους απόδειξη σταθερών πολιτειακών δομών. Ταυτόχρονα, μέσα από τα μάτια των πολιτικών επιστημόνων, το αδύνατο σημείο του, που κάποτε αναδεικνύεται σε πρόβλημα είναι ότι ο συντηρητισμός διατηρεί παλαιές συνήθειες σε σύγχρονους καιρούς, κάποτε σε βάρος των προκλήσεων που δημιουργεί η νέα εποχή. Οι συνέπειες στην οικονομική και κοινωνική ζωή είναι τελικά αυτές που θα κρίνουν σε ποια πλευρά θα γείρει ο τελικός απολογισμός.

Οι υποστηρικτές του, επιχειρηματολογούν ακόμη υπέρ «της διατήρησης των καλύτερων στοιχείων του παρελθόντος και τη συγκροτημένη διαχείριση των χαρακτηριστικών του σύγχρονου κόσμου έναντι της ριψοκίνδυνης αναζήτησης νέων ισορροπιών βασισμένων συχνά ακόμη και σε ανεδαφικές φαντασιώσεις». Προβάλλουν μάλιστα την άποψη πως κάποια μέρα, ακόμη και οι αντίπαλοί τους θα πειστούν πως η «συντήρηση» είναι θέμα κοινής λογικής. «Καθένας είναι συντηρητικός με ό,τι γνωρίζει καλά», έχει πει ο ιστορικός Ρόμπερτ Κόνκουεστ.

Οι Άγγλοι συντηρητικοί, για παράδειγμα, οι οποίοι δεν περιορίζονται βέβαια στους υποστηρικτές του Συντηρητικού Κόμματος, έχουν κάθε λόγο να είναι αυτάρεσκοι. Ο συντηρητισμός, όπως λένε πολιτικοί επιστήμονες, αποτέλεσε ουσιαστικά τη βάση της εθνικής ιστορίας τους και σε έναν βαθμό,  το Συντηρητικό κόμμα υπήρξε «το φυσικό κόμμα της κυβέρνησης». Γενικότερα όμως, έχει τη σημασία της, η άποψη πολιτικών σχολιαστών ότι μπορεί να μην σου αρέσουν οι συντηρητικοί αλλά τουλάχιστον μ’ αυτούς ξέρεις πού βρίσκεσαι.

Ωστόσο, οι ίδιοι επισημαίνουν πως ο Τραμπ, το Brexit και η παγκόσμια άνοδος του λαϊκισμού έχουν οδηγήσει σε κρίση το συντηρητισμό σε ολόκληρο το δυτικό κόσμο. Στην Ουγγαρία, την Πολωνία, την Τουρκία, τη Νότια Αμερική και στη Βόρεια Αμερική, λαϊκιστές που περιφρονούν τους ελεγκτικούς μηχανισμούς αλλά και τις ισορροπίες των φιλελεύθερων δημοκρατιών ανέρχονται στην εξουσία και είναι έτοιμοι να κάνουν τις εκπτώσεις τους για να κρατηθούν σε αυτή. Χίλιες φορές καλύτεροι οι συντηρητικοί, υποστηρίζουν ακόμα και οι αντίπαλοι του Συντηρητισμού.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, το αδιανόητο γίνεται πραγματικότητα, όπως στην περίπτωση του εθνικιστικού κόμματος Ukip στη Βρετανία που κάλεσε σε διαμαρτυρία ενάντια στο κράτος δικαίου και την κυριαρχία του κοινοβουλίου. Σύμφωνα με τον ηγέτη του, ΝάιτζελΦάρατζ, περίπου 100 χιλιάδες άνθρωποι θα διαδηλώσουν στις 5 Δεκεμβρίου ζητώντας από το Ανώτατο Δικαστήριο να μην εγκρίνει απόφαση με βάση την οποία απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Κοινοβουλίου προτού η κυβέρνηση οδηγήσει τη Βρετανία εκτός ΕΕ. Κι ακόμη και στην περίπτωση που δεν πάρει κανείς στα σοβαρά τις προαναγγελίες και τους υπολογισμούς του κ. Φάρατζ, η ουσία είναι πως εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκουν μια σειρά από λόγους για να στραφούν ενάντια σε ό,τι θεωρούν κατεστημένο.

Καθώς λοιπόν η άνοδος πολιτικών δυνάμεων που επενδύουν σε φυλετικά ζητήματα, αντικαθιστά σταδιακά το νεοφιλελευθερισμό, πρέπει να ξεχάσουμε τις ισορροπίες πάνω στις οποίες βασίστηκαν οι δημοκρατίες για να κυβερνήσουν πολύπλοκα κοινωνικά σχήματα. Τώρα πρέπει κανείς «θεωρητικά» να σέβεται τη «βούληση του λαού» και φυσικά να είναι μέρος του λαού διότι διαφορετικά μπορεί να καταχωρηθεί ως «εχθρός του λαού», ενεργώντας απλώς όπως και πριν.

Παντού ανά τον κόσμο, αυταρχικοί εθνικιστές χρησιμοποιούν το λαϊκισμό για να πλήξουν τους εχθρούς τους. Ακόμη και πριν το αποτυχημένο πραξικόπημα που έδωσε την ευκαιρία στον Ερντογάν να κάνει ένα δραστικό ξεκαθάρισμα όσων άρθρωναν ικανό αντίλογο, ο Τούρκος πρόεδρος παρουσίαζε τον εαυτό του ως τη γνήσια φωνή του τουρκικού λαού και οι επικριτές του ήταν εξ ορισμού, εν δυνάμει προδότες.

Εν τω μεταξύ, ενώ στη Δύση, η ετικέτα του λαϊκισμού χρησιμοποιείται για να περιγράψει δεξιούς εθνικιστές, υπάρχουν και αριστερά λαϊκιστικά κινήματα με ισχυρότερα εκείνα στη Νότια Αμερική και χαρακτηριστικό παράδειγμα το κίνημα των οπαδών του Τσάβες στη Βενεζουέλα.

Ο σύγχρονος λαϊκισμός συμμερίζεται την πεποίθηση των φασιστών πως η «βούληση του λαού» υπάρχει ανεξάρτητα και συχνά έρχεται σε αντίθεση με τις απόψεις των εκλεγμένων αντιπροσώπων του. Βεβαίως παρά την από κοινού περιφρόνηση των αρχών της φιλελεύθερης δημοκρατίας και την αποθέωση του ρατσισμού, είναι σαφές ότι ο σύγχρονος λαϊκισμός απέχει πολύ από το φασισμό, σύμφωνα με τους πολιτικούς επιστήμονες, που δεν μπορούν ωστόσο να αποκλείσουν τον κίνδυνο να έρθουν πιο κοντά.

Ταυτόχρονα, το τελευταίο πράγμα που ενδιαφέρει τους σύγχρονους λαϊκιστές είναι ο λαός να έχει την εξουσία της λήψης των αποφάσεων στα πρότυπα της αθηναϊκής δημοκρατίας. Δικό τους μέλημα είναι οι πολίτες εφησυχασμένοι να απέχουν από την πολιτική και οι εξουσίες να είναι όλες συγκεντρωμένες στους κυβερνώντες που θα διοικούν όπως θα το έκαναν αν ήταν επικεφαλής μιας μεγάλης επιχείρησης.

Αναλυτές εντοπίζουν τον μεγάλο κίνδυνο στην κατάρρευση του συντηρητισμού έναντι μιας νέας ακραίας δεξιάς που μπορεί να έχει απρόβλεπτα δυσμενείς συνέπειες.

[ΠΗΓΗ: http://www.politically.gr/, της Κατερίνας Παναγιώτου, 28/11/2016]